Πώς όμως μπορεί να αντιδράσει η χώρα μας σε αυτό τον νέο γεωπολιτικό και πολιτισμικό πλέον αναθεωρητισμό;
Της Δρ. Ασπασίας Αλιγιζάκη από την huffingtonpost.gr
Το σχέδιο του Ερντογάν να μετατρέψει την εμβληματική Αγία Σοφία σε τζαμί έχει αναμφίβολα δυναμιτίσει τις ήδη εύφλεκτες ελληνοτουρκικές σχέσεις που το τελευταίο διάστημα έχουν δοκιμαστεί επικίνδυνα με τον Τουρκικό αναθεωρητισμό στην Ανατολική Μεσόγειο. Η επιθετική πολιτική της γείτονος με το Τουρκολιβυκό σύμφωνο και την απειλή μονομερούς κήρυξης ΑΟΖ στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο, τις παράνομες γεωτρήσεις, τις υπερπτήσεις στο ελληνικό εναέριο χώρο, την εξώθηση μεταναστών και προσφύγων στα εθνικά μας σύνορα συμπληρώνεται πρόσφατα με την προσπάθεια της Τουρκικής Κυβέρνησης να μετατρέψει σε ισλαμικό τέμενος ένα σύμβολο της ελληνικής ορθοδοξίας, την Αγία Σοφία.
Η Αγία Σοφία είναι ένα παγκόσμιο μνημείο της πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO, το κέντρο της ορθοδοξίας, το αρχιτεκτονικό αριστούργημα της Κωνσταντινούπολης και το δημοφιλέστερο τουριστικό αξιοθέατο της Τουρκίας. Αλλά και κάτι ακόμη: Ένας πολιτικός συμβολισμός για τη μετάβαση της Τουρκίας από το καθεστώς της Σουλτανικής Αυτοκρατορίας σε μια κοσμική εξευρωπαϊσμένη χώρα. Έναν συμβολισμό που ήθελε διακαώς να επιτύχει ο Κεμάλ Ατατούρκ το 1935, μετατρέποντας την Αγία Σοφία από τζαμί σε μουσείο και ταυτόχρονα σε μια «γέφυρα» πολιτισμού ανάμεσα στην Ευρώπη και την Τουρκία. Ένας συμβολισμός που με τις πρόσφατες κινήσεις του νέου Σουλτάνου αποδομείται πλέον έντονα και μαζί του κατ’ ουσίαν αποδομείται και ο εμπνευστής της κοσμικής Τουρκίας ο Κεμάλ Ατατούρκ, όσο και αν το πορτρέτο του παραμένει ακόμη – για ευνόητους λόγους- στο Προεδρικό Μέγαρο του φιλόδοξου νέου Σουλτάνου.
Ο Ερντογάν με όλες του τις τελευταίες κινήσεις στην εξωτερική πολιτική της χώρας του (εμπλοκή στη Συρία και στη Λιβύη καθώς και στην ενεργειακή «αρένα» της Ανατολικής Μεσογείου) δείχνει να αναθεωρεί το καθεστώς της Λωζάννης και να ονειρεύεται μια νέα ισλαμική τουρκική αυτοκρατορία, πολύ διαφορετική από την κοσμική Τουρκία του Ατατούρκ, τον οποίο επιχειρεί ως νέος Σουλτάνος να «εκθρονίσει» από την Τουρκική συνείδηση, όπως ακριβώς και ο Ατατουρκ είχε εκθρονίσει τον τελευταίο Οθωμανό Σουλτάνο.
Όπως είναι γνωστό η Αγία Σοφία, ανεγέρθη από τον Βυζαντινό αυτοκράτορα Ιουστινιανό τον έκτο αιώνα μ.Χ. Όταν οι Οθωμανοί κατέλαβαν την Κωνσταντινούπολη το 1453, ο Σουλτάνος Μεχμέτ Β διέταξε η Αγία Σοφία να μετατραπεί σε τζαμί. Όταν όμως ιδρύθηκε η Τουρκική Δημοκρατία το 1923, ο πρώτος της πρόεδρος Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ, στο πλαίσιο των εκτεταμένων μεταρρυθμίσεων του για τη δημιουργία μιας κοσμικής χώρας μετέτρεψε την Αγία Σοφία σε μουσείο, όπως μετέτρεψε και άλλα τζαμιά – πρώην χριστιανικούς καθεδρικούς ναούς – σε μουσεία μεταφέροντας έτσι το μήνυμα ότι η σύγχρονη Τουρκία ήταν πλέον μια κοσμική χώρα.
Ο Ερντογάν εδώ και αρκετά χρόνια, αλλά με πολύ μεγαλύτερη ένταση σήμερα, προσπαθεί να ανατρέψει την απόφαση του Ατατούρκ και να ανοίξει εκ νέου την Αγία Σοφία ως τόπο ισλαμικής λατρείας ενώ έχει ήδη μετατρέψει δύο άλλους αρχαίους Ορθόδοξους χριστιανούς καθεδρικούς ναούς σε τζαμιά, την Αγία Σοφία του Ίζνικ (Νίκαια) το 2011 και την Αγία Σοφία στη Τραπεζούντα το 2013.
Είναι πολύ πιθανόν ότι ο Ερντογάν μέσα από την προσπάθεια του να μετατρέψει την Αγία Σοφία σε τζαμί επιχειρεί μεταξύ άλλων, επενδύοντας στον θρησκευτικό φονταμενταλισμό, να επαναπροσεταιριστεί τους δυσαρεστημένους ψηφοφόρους του και να νομιμοποιηθεί πολιτικά, ιδίως τώρα που ο αναθεωρητισμός του στο εξωτερικό και τα πολλαπλά ανοιχτά μέτωπα που έχει ανοίξει στην Νοτιοανατολική Μεσόγειο δεν του επιτρέπουν και άλλα ανοιχτά μέτωπα στο εσωτερικό. Σε μια χώρα πληγωμένη από την πανδημία, την ανεργία και την οικονομική ανέχεια ο υπερτονισμός του θρησκευτικού αισθήματος μοιάζει πάντα το κατάλληλο εργαλείο για τον αποπροσανατολισμό της Κοινής Γνώμης από τα πραγματικά προβλήματα.
Δεν πρέπει όμως να αγνοούμε ότι ο θρησκευτικός φανατισμός υπήρξε σε πολλές ιστορικές συγκυρίες στο παρελθόν το κατάλληλο δημαγωγικό «εργαλείο», για να αφιονιστεί και να συρθεί ο απλός λαός σε μια διακρατική σύγκρουση που βαθύτερο στόχο είχε τις πλουτοπαραγωγικές πηγές και τα οικονομικά-γεωπολιτικά συμφέροντα. Και αυτό αποκτά ιδιαίτερη σημασία στις μέρες μας, που ο ενεργειακός πλούτος και το διαμορφούμενο γεωπολιτικό σκηνικό της Ανατολικής Μεσογείου έχει ήδη ελκύσει την προσοχή και τις φιλοδοξίες του νέου Σουλτάνου που τείνει να αναθεωρεί την καθεστηκυία διεθνή τάξη στην περιοχή.
Πώς όμως μπορεί να αντιδράσει η χώρα μας σε αυτό τον νέο γεωπολιτικό και πολιτισμικό πλέον αναθεωρητισμό του Σουλτάνου;
Ενδεχομένως, εν προκειμένω, να μας δίνεται μια χρυσή ευκαιρία που δεν πρέπει να απωλέσουμε. Η γνώση του παρελθόντος έρχεται να μας δώσει για άλλη μια φορά τις σωστές κατευθύνσεις:
Πιο συγκεκριμένα, μας δίνεται μια πολύτιμη ευκαιρία να επικοινωνήσουμε διεθνώς αυτήν την «πάλη» του Πολιτισμού και του Χριστιανισμού με τον επικίνδυνο επιθετικό ισλαμισμό που ο Ερντογάν προσπαθεί να επιβάλλει. Όπως και πριν από δύο αιώνες, στα χρόνια της ελληνικής Επανάστασης. Τότε η προβολή της αντιχριστιανικής τουρκικής συμπεριφοράς και η διέγερση της Διεθνούς Κοινής Γνώμης υπέρ μας, έφερε την Ευρώπη και τις τότε Μεγάλες Δυνάμεις – που δεν μπορούσαν να αγνοήσουν την εσωτερική φιλελληνική γνώμη των πολιτών τους- κοντά στους Έλληνες. Στους Έλληνες που αγωνίζονταν απέναντι στον βάρβαρο Οθωμανό που επενέβαινε με παιδομαζώματα, σφαγές και λεηλασίες να αφανίσει το Χριστιανισμό βεβηλώνοντας την πολιτιστική κληρονομιά – κληρονομιά όλης της γηραιάς ηπείρου – και παραβιάζοντας κατάφορα τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Έτσι και σήμερα πρέπει με όλα τα διαθέσιμα διπλωματικά και επικοινωνιακά μέσα να κινητοποιήσουμε τη Διεθνή Κοινή Γνώμη και τις Δυτικές Χριστιανικές Δυνάμεις ώστε να υψώσουν υπέρ μας το ανάστημα τους έναντι του αναθεωρητικού νέου Σουλτάνου. ’Ήδη οι σχετικές δηλώσεις των ΗΠΑ και Ρωσίας αναφορικά με την Αγία Σοφία δείχνουν ότι, όσο στενά και αν είναι τα γεωπολιτικά και οικονομικά τους συμφέροντα με την Τουρκία, οι ηγεσίες δεν δύνανται να αγνοούν μια ξεσηκωμένη Κοινή Γνώμη, τους πολίτες τους που αισθάνονται ότι οι ενέργειες του Ερντογάν θίγουν βάναυσα το θρησκευτικό τους αίσθημα και τα πολιτιστικά τους δικαιώματα, τα δικαιώματα να απολαμβάνουν την παγκόσμια ιστορία και κληρονομιά αναλλοίωτη.
Και είναι αναγκαία η με κάθε τρόπο επικοινωνιακή διάχυση – προς κάθε κατεύθυνση – της καταπάτησης του διεθνούς δικαίου και των πολιτιστικών δικαιωμάτων των Ελλήνων (αλλά και όλων των χριστιανών πολιτών) και η παράλληλη αξιοποίηση όλων των νομικών και ένδικων μέσων και μηχανισμών.
Γιατί η Τουρκία επιχειρώντας να μετατρέψει την Αγία- Σοφία σε τζαμί παραβιάζει το διεθνές και Ευρωπαϊκό Δίκαιο για την προστασία της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς αλλά και των πολιτιστικών δικαιωμάτων των ατόμων. Πιο συγκεκριμένα, η Τουρκία έχει επικυρώσει τη Σύμβαση του 1972 για την Προστασία της Παγκόσμιας Πολιτιστικής και Φυσικής Κληρονομιάς. Σύμφωνα με τη Σύμβαση, οι υπογράφοντες αυτήν δεσμεύονται να συνεργάζονται για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς. Το δε άρθρο 98 προβλέπει: «Τα νομοθετικά και κανονιστικά μέτρα σε εθνικό και τοπικό επίπεδο θα πρέπει να διασφαλίζουν την επιβίωση της ιδιοκτησίας και την προστασία της από την ανάπτυξη και την αλλαγή που ενδέχεται να επηρεάσουν αρνητικά την εξαιρετική παγκόσμια αξία».
Αυτή λοιπόν η Σύμβαση τώρα παραβιάζεται, όπως παραβιάζεται και το Διεθνές Σύμφωνο για τα ατομικά, κοινωνικά και πολιτιστικά Δικαιώματα αλλά και το άρθρο 8 της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΣΔΑ). Σύμφωνα με αυτό κάθε άτομο δικαιούται τον σεβασμό της προσωπικότητας του και δεδομένου ότι η πολιτιστική κληρονομιά συνιστά στοιχείο της προσωπικότητας, η προστασία της εμπίπτει στο προστατευτικό πεδίο της ανωτέρω διατάξεως. Στο ίδιο πλαίσιο παραβιάζεται και το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και συγκεκριμένα, τόσο το άρθρο 167 ΣΛΕΕ (με το οποίο αναδεικνύεται η σημασία της πολιτιστικής κληρονομιάς) όσο και ο Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων (άρθρο 1 και 7) με τον οποίο προστατεύεται το δικαίωμα του ανθρώπου στην πολιτιστική κληρονομιά, ως στοιχείου της ταυτότητας και της προσωπικότητας του. Η αλλοίωση της πολιτισμικής παρακαταθήκης, όπως ισχύει αναφορικά με την μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί, συνιστά, κατά συνέπεια, παραβίαση του Ευρωπαϊκού Δικαίου, το οποίο αν η Τουρκία επιθυμεί να γίνει μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης οφείλει να μην το παραβιάζει.
Κατ’ επέκταση, το ζήτημα της Αγίας Σοφίας δεν είναι απλώς ένα ελληνοτουρκικό ζήτημα, δεν είναι απλώς και μόνο ένα χριστιανικό ζήτημα, είναι ένα παγκόσμιο ζήτημα που αφορά, κατά πρώτο λόγο, στην καταστρατήγηση των πολιτιστικών δικαιωμάτων των ατόμων και στην ανάγκη προστασίας της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς. Κατά δεύτερο λόγο, όμως, αφορά στην προσπάθεια ενός αναδυόμενου αναθεωρητικού νέου Σουλτάνου να οικοδομήσει μια νέα ισλαμική αυτοκρατορία στα σύνορα της Ευρώπης. Απομένει στη Διεθνή Κοινή γνώμη και στους πολίτες συλλογικά και δυναμικά να κινητοποιήσουν τις ηγεσίες τους για την αποσόβηση ενός τέτοιου κινδύνου που προφανώς δεν πρέπει να αντιμετωπιστεί με την πολιτική του κατευνασμού, η οποία πάντα – όπως και στην περίπτωση του Χίτλερ – οδηγεί στην γιγάντωση του όποιου αναθεωρητισμού.
Δρ. Ασπασία Αλιγιζάκη, Διδάκτωρ Διεθνών & Ευρ. Σπουδών – Δικηγόρος, Καθηγήτρια Νομικής στο Πανεπιστήμιο Paris 13/IdEF, Αντιδήμαρχος Πειραιά