του Τ. Δορκά, από το Άρδην τ. 55, Αύγουστος – Σεπτέμβριος 2005
«Το κόστος της ψυχιατρικής περίθαλψης θὰ μποροῦσε νὰ εἶναι ἀσύγκριτα χαμηλότερο ἀπ’ ὅ,τι κοστίζει σήμερα στὸ κράτος, δηλαδὴ σὲ ὅλους μας. Ἂν εἶναι ὑψηλό, αὐτὸ ὀφείλεται στὸ κόστος ἄλλων, ξένων καὶ ἄσχετων πρὸς τὶς ἀνάγκες τῆς ψυχιατρικῆς περίθαλψης, προσώ-πων, πραγμάτων καὶ ὑπηρεσιῶν, καθὼς ἐπίσης καὶ στὸν ἀπαρχαιωμένο τρόπο παροχῆς καὶ ἄσκησής τους. Οἱ ἐκσυγχρονισμένες, καὶ γι’ αὐτὸ ἀποδοτικότερες, μέθοδοι θεραπείας κοστίζουν πολὺ φθηνότερα, ὅπως ἀποδεικνύεται μὲ ἀδιαφιλονίκητους ἀριθμοὺς ἀπὸ τὴ λειτουργία τοῦ Ἀνοικτοῦ Ψυχοθεραπευτικοῦ Κέντρου, καὶ αὐτὸ μόνο ὡς πρὸς τὸ κόστος τῆς ψυχοθεραπείας καθ’ ἑαυτῆς (λειτουργικὰ ἔξοδα, ἀμοιβὲς θεραπευτῶν κ.λπ.), καὶ χωρὶς νὰ ὑπολογίσουμε τὸ δευτερογενὲς κέρδος ποὺ προκύπτει (ἀπὸ τὴν πρόληψη τῆς χρονιότητας κ.λπ.), καθώς ἐπίσης καὶ τοὺς ἀνθρωπιστικοὺς καὶ ἠθικοὺς συντελεστές, ποὺ πρέπει κι αὐτοὶ κάποτε νὰ ἀρχίσουν νὰ προσμετρῶνται, ἀκόμα καὶ γιὰ τοὺς… ψυχασθενεῖς!» (Τσέγκος, σελ. 172).
Προκαλεῖ καὶ σίγουρα κερδίζει τὸ ἐνδιαφέρον τοῦ ἀναγνώστη, ἀκόμη καὶ τοῦ μή σχετικοῦ μὲ τὴν ψυχοθεραπεία, τὸ βιβλίο «Τὸ Κόστος τῆς Ψυχοθεραπείας. Οἰκονομικὴ καὶ Λειτουργικὴ Ἀξιολόγηση μίας Ἡμερήσιας Ψυχοθεραπευτικῆς Μονάδας» ἀπὸ τὶς Ἐναλλακτικὲς Ἐκδόσεις. Μία ὁμάδα ἔμπειρων οἰκονομολόγων τῆς ὑγείας (Ν. Πολύζος, Β. Μπαρδῆς, Δ. Μπαρτζώκας, Γ. Πιερράκος, Κ. Παντελάκη, Χ. Κωστόπουλος) συνεργάζεται μὲ ψυχοθεραπευτές, συνεργάτες τοῦ Ἀνοικτοῦ Ψυχοθεραπευτικοῦ Κέντρου, τολμώντας νὰ μιλήσουν γιὰ τὸ πόσο πραγματικὰ κοστίζει στὸν θεραπευόμενο ἡ θεραπεία του, δίνοντας στὴ δημοσιότητα τὰ ἀποτελέσματα μίας μοναδικῆς στὸ εἶδος της ἔρευνας στὴν Ἑλλάδα, καὶ μίας ἀπὸ τὶς λίγες διεθνῶς, ποὺ ἀποτιμοῦν τὸ ὡριαῖο κόστος τῆς ψυχοθεραπείας. Τὸ βιβλίο προλογίζει ὁ γνωστὸς ψυχίατρος Ἰ.Κ. Τσέγκος, ὁ ὁποῖος ἀναφερόμενος στὶς προσδοκίες ἀπὸ τὴν ἵδρυση τοῦ ὀργανισμοῦ, σημειώνει «Τὸ σπουδαιότερο, ὅμως, ἦταν ὅτι θὰ ἐπιβεβαιώνοταν ἡ πεποίθησή μας ὅτι καὶ ὁ ψυχιατρικὸς ἄρρωστος μπορεῖ νὰ νοσηλεύεται χωρὶς ἐγκλεισμούς (γι’ αὐτὸ καὶ «Ἀνοικτό»), ὅτι ἡ ψυχοθεραπεία δὲν προορίζεται μόνο γιὰ τὶς λεγόμενες «ἐλαφρές» περιπτώσεις («Ψυχοθερα-πευτικό») καί, ἐπιπλέον, ὅτι τὸ κόστος γι’ αὐτοῦ τοῦ εἴδους τὶς διαταραχές, δηλαδὴ τὶς «σοβαρές», θὰ μποροῦσε νὰ εἶναι ἴσως πολὺ χαμηλότερο τῶν διατιθεμένων κονδυλίων γιὰ λόγους ἄλλους, πολλὲς φορὲς ἄσχετους ἤ καὶ ἀντίθετους μὲ τὴ θεραπευτικὴ ἀποτελεσματικότητα».
Στὸ βιβλίο ἀποτυπώνονται τὰ ἀποτελέσματα μίας πολυετοῦς συλλογικῆς ἐρευνητικῆς προσπάθειας, στοιχειοθετημένης μὲ σύγχρονα βιβλιογραφικὰ δεδομένα. Μεθοδολογικά ἕνα τέτοιο ἐγχείρημα παρουσιάζει πολλές δυσκολίες, καθώς ὑπάρχουν πολλὲς καὶ σοβαρὲς δυσκολίες νὰ μεταφρασθοῦν τὰ οἰκονομικὰ δεδομένα σὲ ψυχιατρικοὺς ὅρους. Πέραν τῶν πρακτικῶν προβλημάτων οἱασδήποτε ἔρευνας, ὑπάρχουν δύο δυνητικὰ προβλήματα εἰδικῶς στὸν ψυχιατρικὸ χῶρο: πρῶτον, ποιὸς καὶ γιατί διεξάγει μία τέτοια ἔρευνα καί, δεύτερον, τὸ κατὰ πόσον ὑπάρχουν τὰ ἐργαλεῖα καὶ τὰ δεδομένα νὰ διεξαχθεῖ ἀποτελεσματικά. Οἱ συγγραφεῖς ἀκολουθοῦν τήν πλέον καθιερωμένη διεθνῶς πρακτική, δηλ. τὴ διεξαγωγή τῆς ἔρευνας ἀπὸ μία διεπιστημονικὴ ὁμάδα, ἀποτελούμενη ἀπὸ ψυχιάτρους, ψυχολόγους καὶ οἰκονομολόγους τῆς ὑγείας. Ἐπιπλέον, φαίνεται νὰ μὴ διαφεύγει τῆς προσοχῆς τους ὁ ἐγγενὴς κίνδυνος ποὺ ὑπάρχει σὲ τέτοιου εἴδους μελέτες, καθὼς συνήθως ἡ ἐπικέντρωση στὸν οἰκονομικὸ παράγοντα ἀλλοιώνει ἢ καὶ ἀποπροσα-νατολίζει τοὺς θεμελιώδεις σκοποὺς παροχῆς ὑπηρεσιῶν ὑγείας, οἱ ὁποῖοι σὲ καμμία περίπτωση δὲν θὰ πρέπει νὰ σχετίζονται μὲ τὸ οἰκονομικὸ κέρδος. Ἀντιθέτως, ὅπως ἀναφέρεται ἡ ἐν λόγῳ μελέτη ἀποσκοπεῖ στὴν πρόταση βέλτιστων λύσεων, οἱ ὁποῖες θὰ ὁδηγήσουν σὲ ἀποδοτικότερες καὶ παραγωγικότερες, ἀπὸ οἰκονομικὴ καὶ κοινωνικὴ ἄποψη, δραστηριότητες, τόσο γιά τόν ὀργανισμό ὅσο καί γιά τούς θεραπευόμενους. Ὁ Πολύζος ἀναφέρει χαρακτηριστικὰ «θεωρῶ ὅτι ἔγινε μία τεράστια προσπάθεια ἀπ’ ὅλους νά ἀποδείξουμε ὅτι στή χώρα μας (ἐκτός ἀπό πατριωτισμό, ἰδεολογία κ.λπ.) διαθέτουμε πιὰ καὶ τὴν ἀπαραίτητη γνώση καὶ θέληση νὰ ἀξιολογήσουμε, νὰ προγραμματίσουμε καὶ νὰ πορευθοῦμε (μὲ ἀποφάσεις καὶ στρατηγική) στὸ μέλλον».
Ἡ ἔρευνα διήρκεσε τρία χρόνια, διεξήχθη σέ τρεῖς ἀλλεπάλληλες φάσεις, κάθε μία ἀπό τίς ὁποῖες προσέφερε στοιχεῖα, πρότεινε λύσεις, ἡ ἐφαρμογὴ τῶν ὁποίων ἐπαναξιολογεῖτο ἀπὸ τὴν ἑπόμενη φάση τῆς ἔρευνας. Τὰ εὑρήματα τῆς ἀνωτέρω μελέτης, τὰ ὁποῖα συνοψίζονται ἀπὸ τὴν Ν. Καραποστόλη στὸ τελευταῖο κεφάλαιο, συγκλίνουν στὴν κατάρριψη τοῦ μύθου τῆς ἀκριβῆς ψυχοθεραπείας, ἑνὸς μύθου ποὺ συντηρεῖται ὡς τὶς μέρες μας, παρὰ τὴν πληθώρα ἐρευνητικῶν στοιχείων ποὺ συνηγοροῦν ὑπὲρ τοῦ ἀντιθέτου. Ταυτοχρόνως, συζητῶνται οἱ παράγοντες ἐκεῖνοι ποὺ ἐπηρεάζουν τὸ κόστος τῆς θεραπείας καὶ οἱ ὁποῖοι σχετίζονται συνήθως μὲ ξένες πρὸς τὸ συμφέρον τοῦ ἀσθενοῦς καταστάσεις.
Πιὸ συγκεκριμένα, καταδεικνύεται ἐρευνητικὰ ἡ ἱκανότητα ἐπιβίωσης ἑνὸς ὀργανισμοῦ μὴ κερδοσκοπικοῦ χαρακτήρα, ὁ ὁποῖος δέν ἐπιχορηγεῖται ἀπό πουθενά παρά μόνον ἀπό τούς «χρῆστες» τῶν ὑπηρεσιῶν του, ἡ ἐξασφάλιση κατάλληλων συνθηκῶν ἐργασίας γιὰ θεραπευτὲς καὶ θεραπευόμενους ἐντὸς κοινοτικοῦ περιβάλλοντος, καὶ τό σημαντικώτερο ἀποδεικνύεται ἡ καθ’ ὅλα συμφέρουσα (τόσο γιὰ τὸν ὀργανισμὸ ὅσο καὶ γιὰ τὸν θεραπευόμενο) κύρια θεραπευτικὴ προσέγγιση, ἡ ὁμαδικὴ ψυχοθεραπεία. Εἰδικώτερα, ἀπὸ τὰ στοιχεῖα προκύπτει ὅτι ἡ κοστολόγηση τῆς ψυχοθεραπείας εὐνοεῖ τὴ θεραπεία σὲ ὁμάδες, καθὼς τὸ κόστος γιὰ τὸν θεραπευόμενο μειώνεται αἰσθητὰ ἀπὸ τὴ Δυαδικὴ Ψυχοθεραπεία (35 εὐρὼ ἀνὰ ὥρα) στὴν Ὁμαδικὴ Ψυχοθεραπεία, φθάνοντας σχεδὸν στὰ μισὰ γιὰ τὴν Ὁμαδικὴ Ἀνάλυση (18,33 εὐρὼ ἀνὰ ὥρα), καὶ στὸ ἐλάχιστο γιὰ τὶς Θεραπευτικὲς Κοινότητες (5,08 εὐρὼ ἀνὰ ὥρα!).
Φυσικά, τὸ κόστος μίας ὑπηρεσίας δὲν ἀποδεικνύει κατ’ ἀνάγκην καὶ τὴν ποιότητα. Στὸ βιβλίο, ὅμως, παρατίθενται καὶ στοιχεῖα ἀπὸ ἄλλες μελέτες σχετικὲς μὲ τὴν ἀποτελεσματικότητα τῆς ψυχοθεραπείας. Σύμφωνα μὲ αὐτὲς παρατηρήθηκε ἕνα σημαντικὰ ὑψηλὸ ποσοστὸ ἀποθεραπείας ἤ κλινικῆς βελτίωσης χωρὶς παρουσία συμπτωματολογίας (46,7%), ἐνῶ ἡ κλινικὴ βελτίωση μὲ παρουσία συμπτωμάτων ἀνέρχεται στὸ 20,7%, δηλαδὴ ἕνα ποσοστὸ 67,4% παρουσίασε σαφὴ βελτίωση. Ὅπως ἀναφέρεται, ἡ ἀνωτέρω κατανομὴ τῆς ἔκβασης τῆς θεραπείας θεωρεῖται ἰδιαίτερα σημαντική, ἂν συνυπολογίσει κανεὶς τὴν κατανομὴ τῶν διαγνώσεων τῶν συγκεκριμένων θεραπευομένων, ποὺ στὴν πλειοψηφία τους ἀνήκουν στὶς ψυχωσικές διαταραχές καὶ τὶς σοβαρές διταραχὲς προσωπικότητας (63%). Ἐπιπλέον, ἐπειδὴ συχνὰ ἡ ψυχοθεραπεία κατηγορεῖται γιὰ τὴ μεγάλη της διάρκεια, οἱ συγγραφεῖς παρουσιάζουν στοιχεῖα σύμφωνα μὲ τὰ ὁποῖα γιὰ τὴν ἀποθεραπεία ἢ τὴν κλινικὴ βελτίωση χωρὶς συμπτώματα ἀπαιτεῖται ἕνα διάστημα κατὰ μέσον ὅρο 26 μηνῶν, ἐνῶ ἡ κλινικὴ βελτίωση ξεκινᾶ ἀπὸ τοὺς 6 μῆνες καὶ μετά.
Ὅλα τά ἀνωτέρω στοιχεῖα ὁδηγοῦν καὶ τὸν πλέον δύσπιστο ἀναγνώστη νὰ ἀναρωτηθεῖ γιατὶ συντηροῦνται μέχρι σήμερα ἀναχρονιστικὲς πρακτικὲς ψυχιατρικῆς περίθαλψης (ἐγλεισμοί σέ δημόσια καί ἰδιωτικά ἱδρύματα, «ἄκρατος» φαρμακοθεραπεία), οἱ ὁποῖες ὄχι μόνον εἶναι πανάκριβες ἀλλὰ, κατὰ κοινὴ ὁμολογία, καὶ μὴ ἀποτελεσματικές. Τὸ τελευταῖο ἀποτελεῖ «ἕνα ἄλλο χαρακτηριστικό, ποὺ κι αὐτὸ ἀποσιωπᾶται. Ἡ ψυχοθεραπεία ἐπιβαρύνει πάντοτε σχεδὸν τὸ ψυχοθεραπευόμενο ἄτομο, ἐνῶ τὴ φαρμακοθεραπεία τὴν πληρώνουμε ὅλοι οἱ φορολογούμενοι, μιὰ καὶ τὸ κράτος καὶ τὰ ἀσφαλιστικὰ ταμεῖα, ἀπὸ μιὰ “ἀνεξήγητη” προτίμηση, ἀναγνωρίζουν ὡς μέθοδο θεραπείας τῶν ψυχικῶν παθήσεων μόνο τὴ φαρμακευτικὴ ἀγωγή, ἐνῶ ἀγνοοῦν συνήθως τὴν ψυχοθεραπεία!(» .
Ἡ ἔκδοση ἀποκτᾶ ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον ἄν συνυπολογίσει κανεὶς τὸ κλίμα τῶν ἡμερῶν, μὲ τὶς ἀντιδράσεις σὲ κάθε εἴδους ἀξιολογήσεις. Ἐπιπλέον, φαίνεται νὰ παρέχει καὶ μία ἀξιόπιστη ἀπάντηση στὸ ἐπίκαιρο ζήτημα τῆς παρακμάζουσας ἐπιδοματικῆς χρηματοδότησης τοῦ συνόλου σχεδὸν τῶν κρατικοδίαιτων ψυχιατρικῶν καὶ ψυχοθεραπευτικῶν ὀργανισμῶν. Ἕνα βιβλίο, τὸ ὁποῖο παρὰ τὸ ἐξειδικευμένο περιεχόμενό του καὶ τὴν λεπτομερὴ (ὑπερβολικὴ σὲ ὁρισμένες περιπτώσεις) παράθεση στοιχείων, θά ἔπρεπε νά μελετήσουν ὅλοι καὶ ἰδιαιτέρως οἱ κατ’ ἐξακολούθησιν παραπονούμενοι γιά κονδύλια καί «πακέτα». Δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ παραμένουν ἀνυποψίαστοι γιὰ τὴν οἰκονομικὴ διάσταση τῆς ψυχιατρικῆς, ἡ ὁποία «ἐκτείνεται ἀπ’ τὴν αὐτο-νόητη ἀναγκαιότητα ἐπιβίωσης τῶν φορέων της, ἕως τὶς ἀναγκαστικὰ ψηφο-θηρικὲς καὶ θεσιθηρικὲς διασυνδέσεις της μὲ τοὺς κρατικοὺς καὶ κομματικοὺς μηχανισμούς, ἀλλὰ καὶ μὲ τὶς ἀπαράδεκτες ὑποχειριακὲς δουλεῖες στοὺς πολυεθνικοὺς φαρμακοβιομηχανικοὺς καὶ ἄλλους κολοσσούς».
Τέλος, νά ἐπισημάνουμε ὅτι παρ’ ὅτι πρόκειται περί μίας οἰκονομικῆς μελέτης, ἔχει δοθεῖ ἰδιαίτερη σημασία στὴ γλώσσα, ἐνῶ παρατίθεται καί ἕνα λεξιλόγιο τῶν χρησιμοποιούμενων οἰκονομικῶν ὅρων γιὰ ὅσους δὲν εἶναι ἐξοικειωμένοι μὲ αὐτὰ τὰ θέματα. Φαίνεται, ὅτι ὅταν ὑπάρχει πραγματικὸ ἐνδιαφέρον τότε καὶ τό … συμφέρον μπορεῖ νὰ πάρει καὶ μία διαφορετικὴ ἔννοια!
Τάσης Δορκᾶς