του Β. Στοϊλόπουλου, από το Άρδην τ. 11, Δεκέμβριος 1997
Στο πρώτο δεκαήμερο του Δεκεμβρίου παραλίγο να υπερβούμε την αμεσότητα της τρέχουσας τοπικής-εθνικής επικαιρότητας και να ξεχάσουμε τα νέα βάρη του προϋπολογισμού αλλά, και αυτήν ακόμη τη «νέα δομή του ΝΑΤΟ». Αιτία; Η ξαφνική αναγόρευση από τα ΜΜΕ της συνδιάσκεψης για τις κλιματικές αλλαγές στο Κιότο της Ιαπωνίας, ως την «τελευταία ευκαιρία» της ανθρωπότητας για την σωτηρία του πλανήτη από το «φαινόμενο του θερμοκηπίου». Μια συνδιάσκεψη, η οποία εκ προοιμίου περιελάμβανε όλα τα χαρακτηριστικά που εξανεμίζουν και τις τελευταίες ελπίδες για παγκόσμια συναίνεση και κοινή δράση για το περιβάλλον:
Μετωπική σύγκρουση συμφερόντων πεινασμένων, προσδοκούντων και ευδαιμονούντων, προφανείς ενδοκαπιταλιστικές αντιφάσεις και ύποπτος σκεπτικισμός στρατευμένων επιστημόνων, υποκρισία, διαφωνίες και αντιδιαστολές σε όλα τα αντιμαχόμενα στρατόπεδα, ιδιωτικοποίηση των κερδών και ποινικοποίηση του περιβαλλοντικού κόστους, αντικατοπτρισμοί πολύχρωμων λόμπι και παράδοξες συμμαχίες, επαγγελματίες διαχειριστές περιβαλλοντικών ανησυχιών και αυτοανακηρυχθέντες επίδοξοι σωτήρες του πλανήτη, εξόφθαλμοι κυνισμοί ενεργειακών γιγάντων και απαξιωτικές συμπεριφορές οικονομικών κολοσσών, συνύπαρξη γενικευμένης «ενεργειακής πείνας» με τη φτώχεια των πολλών και τις φιλοδοξίες ανερχόμενων δυνάμεων.
Όπως και πριν πέντε χρόνια στο Ρίο, έτσι και στο Κιότο ορισμένα από τα αποτελέσματα και τα συμπεράσματα ήταν σαφώς προδιαγεγραμμένα πριν τη λήξη της συνδιάσκεψης. Ενδεικτικά σημειώνουμε:
• Η γεωγραφική οριοθέτηση σε θύτες και θύματα και η δίκαιη κατανομή ευθυνών για την οικολογική πρόκληση και η περιβόητη «αρχή της υπαιτιότητας» προσκρούουν στους σκληρούς κανόνες της παγκοσμιότητας της οικονομίας και στην υπάρχουσα παγκόσμια κατανομή ισχύος των εθνών-κρατών. Οι παγκόσμιοι πρωταθλητές της συμβατικής ανάπτυξης και της συνεπαγόμενης περιβαλλοντικής ρύπανσης, που ανερυθρίαστα απαιτούν τεράστιες θυσίες από τους όπου γης εξαθλιωμένους, δεν αποδέχονται δεσμευτικές προτάσεις για τη δραστική μείωση των δικών τους αέριων ρύπων, που προκαλούν το «φαινόμενο του θερμοκηπίου». Εγκλωβισμένοι στη στρατηγική «βλέποντας και κάνοντας» στοχεύουν απλά στην επιβράδυνση της κατάρρευσης του κλίματος, που θα πλήξει κυρίως τους φτωχούς. Η εφεύρεση στο Ρίο της διαρκούς και «αέναης ανάπτυξης» για όλους, ξέπεσε ήδη σε ιδεολογικό πυροτέχνημα, πριν καν να υπάρξει για αυτήν ένας αξιόπιστος και γενικά αποδεκτός ορισμός.
• Η κατασπατάληση ενεργειακών πόρων αναγορεύεται πλέον σε μέρος της αμερικανικής ταυτότητας. Ο απύθμενος κυνισμός και η διεξαγωγή πολέμων για τον έλεγχο ενεργειακών πηγών, αποτελούν το συνδετικό κρίκο που ενώνει την αμερικανική ψυχή με την ισχύ και την παγκόσμια κυριαρχία. Η παραίτηση από το υπάρχον καταναλωτικό «ιδεώδες» και η εγκράτεια συνθέτουν ψυχολογία ηττημένου.
• Σ’ ένα πεπερασμένο κόσμο δυναμικών σχέσεων η χάραξη μιας παγκόσμιας στρατηγικής αποτροπής της «υπερθέρμανσης» του πλανήτη είναι προφανώς αδύνατη μ’ έναν εξαθλιωμένο και παραγκωνισμένο γεωγραφικό «Νότο», που προσδοκά μερίδιο στην ανάπτυξη. Για την πλειοψηφία, όμως, των χωρών του «Νότου», που αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα πείνας, δημογραφικής έκρηξης, λειψυδρίας, ερήμωσης κ.λπ. η οικολογική προβληματική εντάσσεται απλά στις «πολυτέλειες» των ανεπτυγμένων χωρών του «οικολογίζοντος καπιταλισμού».
• Η καθολική απραξία στις βιομηχανικές κοινωνίες και η ανεπαρκής δεκτικότητα της κοινωνικής συνείδησης σε οικολογικά μηνύματα δείχνουν ότι τα ρητορικά σχήματα του πρόωρα γερασμένου και εξαντλημένου οικολογικού κινήματος έπεσαν στο κενό. Οι αποκαλυπτικές διαστάσεις των αναμενόμενων κλιματικών αλλαγών προσπερνιούνται σαν τηλεοπτικό θέαμα προς κατανάλωση. Το οικολογικό κίνημα ενσωματωμένο από καιρό στη λογική της εξουσίας, αδυνατεί να αναδειχθεί σε αξιόπιστο μοχλό πίεσης. Αποδεχόμενο τον «τεχνοκρατικό μινιμαλισμό», ουσιαστικά νομιμοποίησε την υφιστάμενη κοινωνική πραγματικότητα, την έκνομη ανάπτυξη και την υπάρχουσα δομή εξουσίας. Πολλά από τα «παιδιά της Οικολογίας» της περασμένης δεκαετίας άλλωστε, έδωσαν ήδη το χέρι σε αυτό που πολέμησαν, ανέλαβαν υπουργεία, εξελίχθηκαν σε τηλεοπτικούς αστέρες και σε αδρά αμειβόμενους επαγγελματίες του «οικολογικού μάνατζμεντ».
Μπορεί για ορισμένους ειδικούς και τεχνοκράτες, οι διαστάσεις των επικείμενων καταστροφών από την «υπερθέρμανση του πλανήτη» και η ταχύτητα που θα προσλάβουν να φαίνονται ακόμη αμφιλεγόμενες και εν μέρει ατεκμηρίωτες. Όμως, οι πάντες αναγνωρίζουν πλέον ότι στο μεταίχμιο του επερχόμενου «αιώνα του περιβάλλοντος», τα ήδη καταγραμμένα στατιστικά δεδομένα των κλιματικών αλλαγών (ακραία καιρικά φαινόμενα, λιώσιμο των παγετώνων, αύξηση της ατμοσφαιρικής θερμοκρασίας κ.λπ.) προδιαγράφουν μια ολέθρια και ενδεχομένως μη αναστρέψιμη πορεία σ’ έναν κόσμο, όπου η οικολογική κρίση διαρκώς θα επιδεινώνεται.
Η απειλή του θερμοκηπίου δεν αντιμετωπίζεται ασφαλώς με καλές προθέσεις και επιστημονικές εκθέσεις, ούτε με συρραφές προγραμμάτων βασισμένων στη συμβατική ανάπτυξη και σε κάποιους νόμους της οικολογίας. Πέρα από τα εμπεριστατωμένα σενάρια αποτροπής της «υπερθέρμανσης» του πλανήτη και τα όρια των αέριων εκπομπών, το ζητούμενο στη μετά-Κιότο εποχή θα παραμείνει η ανάδυση της ριζοσπαστικής οικολογίας, που μπορεί να θέσει σε αμφισβήτηση το κυρίαρχο «καπιταλιστικό φαντασιώδες» της εποχής μας και πιθανόν να ξαναζωντανέψει την αρχέγονη ενότητα ανθρώπου-φύσης, πριν φυσικά η ανερχόμενη στάθμη των ωκεανών επισφραγίσει το τέλος του πολιτισμού.