του Δημήτρη Μακροδημόπουλου (από την ιστοσελίδα anixneuseis.gr)
Ποια θα ήταν η γεωπολιτική αξία της ΕΕ χωρίς την Ελλάδα αλλά και την Κυπριακή Δημοκρατία; Διότι χάρις στον ελλαδικό χώρο που αξιοποιείται διαρκώς στα πλαίσια της ευρωτουρκικής σύγκρουσης για την άσκηση επιρροής στην ευρύτερη περιοχή, η ΕΕ είναι εγγύτατα στις εξελίξεις στην Εγγύς Ανατολή, στη Μ. Ανατολή και στην Αν. Μεσόγειο. Θα είχε πρόσβαση στις εξελίξεις; Πώς θα νομιμοποιούσε την ανάμειξή της; Ποτέ όμως δεν κατόρθωσε ο Ελληνισμός να αξιοποιήσει αναπτυξιακά αυτή την προστιθέμενη αξία του λόγω της γεωπολιτικής του θέσης. Διότι για να αξιοποιήσει ένα κράτος την γεωπολιτική του αξία απαιτείται ισχύς, διαφορετικά χειραγωγείται από ισχυρότερες δυνάμεις με ποικίλους τρόπους (π.χ. μνημόνια) και μεταβάλλεται σε εφαλτήριο ξένων συμφερόντων.
Είναι χαρακτηριστική η απάντηση του πρώην ΥΠΕΞ της Γερμανίας Γιόσκα Φίσερ, όσον αφορά τη γεωπολιτική αξία του ελλαδικού χώρου, κατά τη συνέντευξή του στις 12 Νοέμβριο του 2011 στην εφημερίδα Zeit, σε ερώτηση σχετικά με το αν θα πρέπει να παραμείνουν και οι 17 (τότε) χώρες στην Ευρωζώνη: «Δεν γνωρίζω εάν θα πρέπει να είναι όλοι μέσα, είπε. Καλά θα κάναμε, συνέχισε, να κρατήσουμε τους Έλληνες εντός. Ως πρώην υπουργός Εξωτερικών λέω το εξής: H σημασία της Ελλάδας για τα Βαλκάνια και την Ανατολική Μεσόγειο θα παραμείνει». Γιαυτό κυρίως ενέταξαν τη χώρα μας στην ΕΟΚ, για τον ίδιο λόγο η ΕΕ οικειοποιήθηκε το πρόβλημα εισβολής και κατοχής και ενέταξε την Κυπριακή Δημοκρατία στις δομές της. Διότι το πεδίο των οικονομικών ανταγωνισμών μεταφέρεται συνεχώς ανατολικότερα από τον Ατλαντικό προς τον Ειρηνικό και η θέση του ελλαδικού χώρου σε αυτή τη μετάβαση είναι κομβική. Η μεταφορά του ενδιαφέροντος μετά το τέλος του Ψυχρού πολέμου ανατολικά για να πληρωθούν τα κενά που δημιούργησε η αποχώρηση της Μόσχας από το διεθνές προσκήνιο με τη διάλυση της ΕΣΣΔ και η αντιμετώπιση της Κίνας που απειλεί την πρωτοκαθεδρία των ΗΠΑ, απαξιώνει τη γεωπολιτική και γεωστρατηγική αξία των κρατών της Δυτικής Ευρώπης, ταυτόχρονα όμως αναδεικνύει τη σημασία του ελλαδικού χώρου. Θα κατορθώσει η χώρα μας, ο Ελληνισμός, να αξιοποιήσει αυτές τις δυνατότητες; Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι η Γαλλία αξιοποιεί τον ελλαδικό χώρο ως εφαλτήριο για τις βλέψεις της στην ευρύτερη περιοχή. Όμως θα συνεχίσουμε να παραμένουμε το εφαλτήριο ξένων συμφερόντων ή θα αξιοποιήσουμε τις νέες ευκαιρίες που δυνητικά μας προσφέρονται;
Ο πλέον αισιόδοξος είναι ο Ρόμπερτ Κάπλαν. Στο βιβλίο του «Η εκδίκηση της Γεωγραφίας» γράφει ερμηνεύοντας τις επιπτώσεις της μετατόπισης του κέντρου βάρους της ΕΕ ανατολικά με τις διευρύνσεις: «Η συνεχιζόμενη μετατόπιση ισχύος στο εσωτερικό της ΕΕ προς ανατολάς, από τις Βρυξέλλες και το Στρασβούργο προς το Βερολίνο – από την ΕΕ προς τη Γερμανία – θα είναι κομβικής σημασίας για τη διεθνή πολιτική. Διότι, είναι στη Γερμανία, στη Ρωσία και, ναι, στην Ελλάδα με τα μόνον ένδεκα εκατομμύρια πληθυσμού, που ξεδιπλώνεται το μέλλον της Ευρώπης» (σελ.278). Και συνεχίζει: «Ασφαλώς σήμερα η Ευρώπη στρέφεται τόσο προς ανατολάς, καθώς υποδέχεται στις τάξεις της ΕΕ πρώην κομμουνιστικά έθνη, όσο και προς νότο, καθώς ασχολείται με την πολιτική και οικονομική σταθεροποίηση της νότιας ακτής της Μεσογείου στη Βόρεια Αφρική. Και ανάμεσα σε όλους αυτούς τους ανασχηματισμούς, η Ελλάδα, από όλα τα μέρη, είναι αυτή που θα αποτελέσει το ασφαλέστερο κριτήριο για την ομαλή λειτουργία του Ευρωπαϊκού εγχειρήματος. Η Ελλάδα, συνεχίζει, είναι το μοναδικό μέρος των Βαλκανίων που έχει πολλαπλή θαλάσσια πρόσβαση στη Μεσόγειο και ως εκ τούτου είναι αυτή που συνδέει δύο ευρωπαϊκούς κόσμους. Η Ελλάδα βρίσκεται γεωγραφικώς σε ίση απόσταση από τις Βρυξέλλες και τη Μόσχα και είναι πολιτισμικά κοντά τόσο στη Ρωσία όσο και στην Ευρώπη, χάρη στον Ανατολικό Ορθόδοξο Χριστιανισμό, ο οποίος είναι με τη σειρά του κληρονομιά του Βυζαντίου…. Φτάνοντας πίσω στην αρχαιότητα, η Ελλάδα ήταν το σημείο όπου η Ευρώπη – και κατά συνέπεια η Δύση – αρχίζει και τελειώνει. Ο πόλεμος που εξιστόρησε ο Ηρόδοτος μεταξύ Ελλάδας και Περσίας καθιέρωσε μια διχοτόμηση ανάμεσα σε Δύση και Ανατολή η οποία διήρκεσε χιλιάδες χρόνια».
Αν λάβουμε υπόψη μας ότι η συγγραφή του βιβλίου του Κάπλαν ολοκληρώθηκε το 2011, οι ραγδαίες εξελίξεις με επίκεντρο την Εγγύς και Μ. Ανατολή, την Ανατολική Μεσόγειο, την Βόρεια Αφρική ενδυναμώνουν τα επιχειρήματά του για τη χώρα μας. Όπως έλεγε ο μεγάλος γεωπολιτικός Χάλφορντ Μακίντερ “ο κάθε αιώνας έχει τη δική του οπτική γωνία”. Μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ την άνοδο των BRICS και της Κίνας ειδικότερα, o 21ος αιώνας αναδεικνύει την αξία του ελλαδικού γεωπολιτικού χώρου. Έχει η χώρα μας πολιτικούς με το ειδικό βάρος να σηκώσουν την προστιθέμενη αξία της χώρας μας στις σημερινές μεταψυχροπολεμικές συνθήκες; Μήπως η γεωπολιτική και γεωστρατηγική θέση του ελλαδικού χώρου ανοίγει δυνητικά τους ορίζοντες και για άλλες επιλογές;
Αλεξανδρούπολη, 26 Σεπτεμβρίου 2020