του Γ. Παπαμιχαήλ, από το Άρδην τ. 40-41, Ιανουάριος-Μάρτιος 2003
Στις 12 Φεβρουάριου παρουσιάστηκαν στο Πάντειο Πανεπιστήμιο τα πορίσματα της έρευνας της κοινής γνώμης περί του θέματος της τρομοκρατίας σε συνάρτηση με τις αντιλήψεις περί της πολιτικής και κοινωνικής εξουσίας ή τις πολιτικές κατηγοριοποιήσεις των απόψεων και των πολιτικών φορέων σε “αριστερά-δεξιά”. Την έρευνα πραγματοποίησε το Κέντρο Κοινωνικής Ψυχολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου και επιστημονικός της υπεύθυνος ήταν ο καθηγητής κ. Στάμος Παπαστάμου. Για την συλλογή των δεδομένων χρησιμοποιήθηκε ένα δείγμα νέων ανθρώπων, ιδίως φοιτητών και κατά πλειοψηφία γυναικών (σε ποσοστό 66%). Τα αποτελέσματα μοιάζουν να επιβεβαιώνουν, σε μια πρώτη τουλάχιστον ανάγνωση, την διάχυτη αίσθηση της γενικευμένης ιδεολογικο-πολιτικής και ίσως πολιτισμικής σύγχυσης ενός σημαντικού τμήματος της νέας γενιάς που μεγάλωσε μέσα στην “εικοσαετία ΠΑΣΟΚ”, με όλες τις αντιφάσεις, τα οράματα κοινωνικής αναρρίχησης και την “γκλαμουριά” του πολιτισμικού “εκσυγχρονισμού” των γονέων και των “αριστερών” κηδεμόνων της.
Και δεν πρόκειται μόνο για εκείνο το 20% περίπου του δείγματος που μοιάζει να πιστεύει ότι οι κατηγορούμενοι για τρομοκρατικές ενέργειες δεν θα πρέπει να έχουν δικαίωμα σε μια δίκαιη δίκη ή που δεν θα ήταν αντίθετο στη χρήση ψυχολογικών ή και σωματικών βασανιστηρίων για την απόσπαση πληροφοριών. Πρόκειται πολύ περισσότερο για τον βαθύτερο τρόπο σύλληψης και κατανόησης των σχέσεων ατόμου-κοινωνίας, που προδίδει μια τάση σύνδεσης της έννοιας της δημοκρατίας με το ευρύτερο ιδεολογικό πλαίσιο που οργανώνεται γύρω από τις αξίες των, πάντα ατομικών, “ανθρώπινων δικαιωμάτων” και την “ανεκτικότητα”.
Αξιζει να σημειωσουμε ότι,σύμφωνα με την τυπολογία της έρευνας, τέσσερις “πολιτικές κουλτούρες” φαίνονται να αναδεικνύονται από τις απαντήσεις -οι “απορριπτικοί” (που εκφράζουν απόψεις ρατσιστικού τύπου και που στηρίζουν την ιδέα μιας γενικευμένης αστυνόμευσης), οι συντηρητικοί-εκσυγχρονιστές, οι “αντι-τρομοκράτες-αντι-εξουσιαστές”, που καλύπτουν σε γενικές γραμμές το φάσμα της “επίσημης”- και αναγνωρισμένης-κοινοβουλευτικής αριστεράς και οι “μη αντι-τρο-μοκράτες-αντι-εξουσιοστές”, που αντανακλούν, σε πολύ γενικές πάντα γραμμές, τις απόψεις της μάλλον “εξωκοινοβουλευτικής” αριστεράς. Αξίζει επίσης να σημειωθεί πως, ενώ το 67% θεωρεί την τρομοκρατία ως κάποια μορφή “κοινωνικής αντίδρασης” στις αδικίες, το 72% συμφωνεί με τον αντι-τρομοκρατικό λόγο και τα στερεότυπα που μεταφέρει, στο πεδίο ιδιαίτερα του “εσωτερικού εχθρού” της παγκόσμιας “ανοικτής κοινωνίας των πολιτών”… Διότι, μεταθέτοντας το παράδειγμα της τρομοκρατίας εντός του ευρύτερου πλαισίου που οργανώνει ιδεολογικά η “ανεκτικότητα στην διαφορά”, γίνεται μάλλον αποδεκτή από την πλειοψηφία του δείγματος η ιδέα του πολέμου “πολιτισμικών προτύπων” που φέρνει αντιμέτωπες τις “κουλτούρες του φανατισμού” και τον ολοκληρωτισμό τους με τις κουλτούρες της ανοχής και των ανθρώπινων ατομικών δικαιωμάτων. Έτσι ο “αντι-θρησκευτικός φιλελευθερισμός” συγκεντρώνει το 76,8% των απόψεων που εκφράστηκαν, ενώ σε ποσοστό 93,5% το δείγμα απορρίπτει κάθε ενδεχόμενο “καταπίεσης” των όποιων εθνικών ή θρησκευτικών μειονοτήτων. 0α λέγαμε λοιπόν πως, για ένα μεγάλο τμήμα όχι μόνον των μη αντι-εξουσιαστών, αλλά και των “αντι-εξουσιαστών”, η “τρομοκρατία” ως έννοια, καλύπτει ένα ευρύτατο φάσμα ιδεολογικών επιλογών και κοινωνικο-πολιτικών πρακτικών, πολλές εκ των οποίων εκδηλώνονται ενδεχομένως “εξουσιαστικά”, όχι από τις ΗΠΑ, αλλά από εθνικά κράτη ή γενικότερα πολιτισμούς που διέπουν τη συμβολική οργάνωση των “αρχαϊκών, κλειστών συλλογικοτήτων”.
Η αποδοση των ευθυνων από την τρομοκρατία στα εξατομικευμένα αίτια μοιάζει να αναφέρεται λοιπόν σε κάποια ψυχο-παθολογία των “κλειστών ομάδων ή κοινωνιών”, μέσα στις οποίες συγκαταλέγονται βεβαίως και οι εθνικές. Τρόπον τινά, με την ίδια εξατομικεύουσα μεθοδολογία, αποδίδονται ευθύνες για τις τρομοκρατικές ενέργειες εν γένει σε “φανατικούς πολιτισμούς” και σε “ταυτότητες” που δημιουργούν τα ολοκληρωτικά μοντέλα κοινωνικής οργάνωσης. Με άλλα λόγια, η ιδεολογική ιεράρχηση των πολιτισμών σε “ανώτερους” [“ανοικτούς”] και “κατώτερους” [“κλειστούς”], σε συνάρτηση με το παράδειγμα του “πολέμου πολιτισμών”, φαίνεται να υποστηρίζεται στο πεδίο των κοινωνικών παραστάσεων του φαινομένου της τρομοκρατίας από κάποιο ιδεολογικό υποστύλωμα που θα μπορούσε να ονομαστεί με τον αδόκιμο όρο “πόλεμος επιπέδων κουλτούρας”.
Η πολυπολιτισμικοτητα και ο ασύνθετος πολλαπλασιασμός των “διαφορών” μοιάζουν με άλλα λόγια να αποτελούν, τουλάχιστον μετά την 11 η Σεπτέμβρη, γι’ αυτό το φοιτητικό δείγμα, το συμβολικό υπόβαθρο επί του οποίου οικοδομείται μαζικά, στις “μορφωτικά εκσυγχρονισμένες” λαϊκές συνειδήσεις, αφενός η έννοια της σύγχρονης δημοκρατίας και η αυτοκρατορική πολιτική ιδέα των ανοικτών, υπερεθνικών κοινωνιών και αφετέρου το πλέγμα του πολιτισμικού εκσυγχρονισμού με την “ατομική διάκριση” που συνοδεύει συμβολικά τις διαδικασίες κοινωνικής ανόδου και εξατομίκευσης αυτών των στρωμάτων. Παράλληλα -και σε συνάρτηση με μια υπολανθάνουσα αντίληψη του “αυτομάτως προοδευτικού χαρακτηρα” κάθε απεγκλωβισμού από τις παραδόσεις- γίνεται σαφέστερη η εσωτερική σύνδεση ανάμεσα στις προοδευτικές ή “αντι-εξουσιαστικές” πολιτικές πεποιθήσεις ενός σημαντικού πια τμήματος της κοινής γνώμης και στις εκδοχές της προόδου ή τις προσδοκίες της βελτίωσης των συνθηκών ζωής, που χαρακτήρισαν τον λόγο της μεταρρυθμιστικής αριστεράς, ιδίως μετά το 1950. πρόκειται λοιπόν για τέσσερις διαφορετικές πολιτικές κουλτούρες, οι οποίες όμως διαθέτουν μια “δομική συνοχή”. Διατηρεί κανείς την αίσθηση, με άλλα λόγια, ότι οι τέσσερις πολιτικές κουλτούρες που διακρίνονται στην τυπολογία της έρευνας διαθέτουν ένα κοινό σχεδόν σύστημα κεντρικών αξιών και αποδοχών στην κορυφή της πυραμίδας. Ποια θα ήταν η εσωτερική οργάνωση, ο κεντρικός ιδεολογικός πυρήνας αυτής της κοινής δομής; Ίσως η έννοια της “φυσικά οριζόμενης ατομικότητας” του ανθρώπινου ατόμου, η “συμβατική” αντίληψη της κοινωνίας και της κοινωνικής συμβίωσης και η αξία της “ανοχής στην διαφορετικότητα”.
Το ζητημα απαιτεί μια πολύ διεξοδικότερη συζητηση. Η “αριστερά” [ιδίως η “διανοουμενη που έχει τόσες δυσκολίες να διακρίνει την πραγματικότητα έξω από αυτα τα σχήματα που αφειδώς της παρεχουν οι νέο-φιλελεύθερες μυθολογιες περί της κοινωνίας] μοιάζει με μεγάλη περίσκεψη να θέλει να αποφύγει, πνίγοντας τον “διάλογο” με τις ίδιες του τις λεξεις. Και πολύ σωστά, αφού διαισθανεται πως έτσι θα φωτιζόταν καλύτερα οι αντιλήψεις ενός μέγαλου μέρους της πρώην “αριστεράς η οποία καθίσταται σήμερα λίγο-λίγο κατεξοχήν ιδεολογία της νέας συμβατικής τάξης, το πιο αποτελεσματικό ιδεολογικό πλαίσιο δημιουργίας συναινετικών λογικών ως προς τον ηγεμονικό λόγο της “αυτοκρατορίας”