του Μ. Ευρυβιάδη, από το Άρδην τ. 40-41, Ιανουάριος-Μάρτιος 2003
Στην τελευταία επίσκεψη του Αναπληρωτή Υπουργού Άμυνας των ΗΠΑ στην Τουρκία, που έλαβε χώρα λίγες μέρες πριν τη σύνοδο της Κοπεγχάγης, ο Αμερικανός αξιωματούχος εξασφάλισε τη συναίνεση της τουρκικής στρατιωτικής ηγεσίας για την επικείμενη αμερικανική επίθεση κατά του Ιράκ.
Πέραν των επαναβεβαιώσεων που πήρε η Τουρκία αναφορικά με το κουρδικό ζήτημα στο Βόρειο Ιράκ, της υπόσχεσης για την προσωπική εμπλοκή και παρέμβαση του Προέδρου Μπους υπέρ της Τουρκίας στο θέμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και της πρόσκλησης του Ισλαμιστή ηγέτη Ερντογάν να επισκεφθεί την Ουάσινγκτον, οι Τούρκοι πήραν πολύ συγκεκριμένες υποσχέσεις αναφορικά με τη χρηματική βοήθεια που θα τους παρασχεθεί ως αμοιβή για την εξυπηρέτηση της αμερικανικής περιφερειακής πολιτικής. Το ακριβές ύψος της αμοιβής δεν έχει διευκρινισθεί. Οι Τούρκοι έχουν ζητήσει ποσό ανάλογο ή αντίστοιχο με αυτό που ζήτησαν οι Ισραηλινοί (αυτοί για να μην εμπλακούν στον πόλεμο) της τάξης των 10-15 δισ. δολαρίων. Σε αυτό συμπεριλαμβάνεται και αίτημα να τους χαριστούν περίπου 5 δις δολάρια χρέους που προέρχεται από την προμήθεια στρατιωτικού υλικού και που συσσωρεύτηκε τα τελευταία χρόνια λόγω των προσπαθειών της Άγκυρας να εξασφαλίσει υπεροπλία έναντι όλων των δυνητικών της αντιπάλων, αλλά κυρίως έναντι της Ελλάδας.
Η αμερικανική κυβέρνηση έχει ήδη εξασφαλίσει για την Τουρκία το ποσό των 225 εκατομμυρίων δολαρίων το οποίο εγκρίθηκε από το Κογκρέσο κατόπιν εισήγησης του Πενταγώνου, με αφορμή την ανάληψη από την Τουρκία της αρχηγίας των Δυτικών δυνάμεων που είναι ανεπτυγμένες στο Αφγανιστάν. Ένα επιπρόσθετο ποσό βοηθείας προς την Τουρκία, που θα ανέρχεται συνολικά στο ποσόν του 1 δισ. δολαρίων, πιθανόν να εγκριθεί από το Κογκρέσο με διάφορες μεθοδεύσεις της κυβέρνησης Μπους.
Η διαδικασία έγκρισης κονδυλίων από το Κογκρέσο δεν είναι, όμως, εύκολη υπόθεση για οποιαδήποτε περίπτωση που αφορά σε εξωτερική βοήθεια. Εξαίρεση αποτελεί μόνο η βοήθεια που δίδεται στο Ισραήλ. Πώς λοιπόν θα εξασφαλισθούν επιπλέον κονδύλια για την Τουρκία; Αυτό θα γίνει από τον προϋπολογισμό του αμερικανικού Πενταγώνου με μια προσφιλή, για τους ιέρακες του Πενταγώνου, μέθοδο, την οποία έχουν και στο παρελθόν χρησιμοποιήσει αποτελεσματικά σε διάφορα μέρη του κόσμου συμπεριλαμβανομένης και της Τουρκίας.
Ο προϋπολογισμός του αμερικανικού Πενταγώνου, που ξεπερνά τα 350 δισ. δολάρια ετησίως, συμπεριλαμβάνει ένα μεγάλο ποσόν για στρατιωτικές υποδομές σε διάφορες χώρες με τις οποίες οι Αμερικανοί έχουν συμμαχικές σχέσεις. Στην περίπτωση της Τουρκίας, οι Αμερικανοί διατηρούν σχέσεις τόσο μέσω του NATO όσο και σε διμερές επίπεδο.
Με αφορμή λοιπόν την «ανάγκη» για εκσυγχρονισμό των στρατιωτικών βάσεων της Τουρκίας στα ανατολικά της χώρας που συνορεύουν με το Ιράκ, ώστε αυτές να μπορούν να χρησιμοποιηθούν από τον αμερικανικό στρατό στον πόλεμο κατά του Ιράκ, δισεκατομμύρια δολάρια θα εκταμιευθούν από τον υφιστάμενο προϋπολογισμό του Πενταγώνου και θα καταλήξουν στην Τουρκία. Με τη μέθοδο αυτή και με το ηθικοφανές επιχείρημα ότι τα χρήματα θα χρησιμοποιηθούν για την εξυπηρέτηση των αμερικανικών Ενόπλων Δυνάμεων, θα αποφευχθούν οι αναγκαίες αλλά χρονοβόρες διαδικασίες έγκρισης κονδυλίων από το Κογκρέσο. Επιπλέον, αποφεύγεται ο ορατός κίνδυνος το Κογκρέσο, εξασκώντας τη διακριτή του εξουσία, να μην εγκρίνει το ποσό που θα ζητηθεί για την Τουρκία, να το περικόψει, ή να επιβάλει όρους ως προς τη διάθεσή του, που πιθανόν να δημιουργήσουν αντιδράσεις εκ μέρους της Τουρκίας.
Μια άλλη μεθόδευση που μπορεί να χρησιμοποιηθεί από την κυβέρνηση Μπους, πάντοτε με στόχο τη διάθεση κονδυλίων για στρατιωτικά έργα (την Τουρκία, είναι να ζητηθεί έγκριση κονδυλίων για σκοπούς που αφορούν εκσυγχρονισμό ΝΑΤΟϊκών βάσεων στην Τουρκία. Αλλά επειδή το NATO δεν θα μπορεί να διαθέσει τα απαιτούμενα κονδύλια, η χρηματοδότηση θα γίνει από την Αμερική με τον όρο ότι, σε εύθετο χρόνο, η ΝΑΤΟϊκή συμμαχία να αποζημιώσει τις ΗΠΑ.
Ένας συνδυασμός των παραπάνω μεθοδεύσεων χρησιμοποιήθηκε για την ανέγερση και εκσυγχρονισμό βάσεων στην Ανατολική Τουρκία την περίοδο 1979-1983. Αρχιτέκτονας του σχεδίου ήταν ο γνωστός φιλότουρκος αξιωματούχος του Πενταγώνου Ρίτσαρντ Περλ, του οποίου οι τότε συνεργάτες είναι και συνεργάτες τού επίσης φιλότουρκου και ομοϊδεάτη του, Πωλ Γούλφοβιτζ, σημερινού αρχιτέκτονα της ίδιας πολιτικής. Η δικαιολογία τότε ήταν ότι έπρεπε να αναπτυχθούν αμερικανικές δυνάμεις στην περιοχή (Rapid Deployment Force) για να αποτρέψουν τους Σοβιετικούς και τους Ιρανούς του Χομεϊνί από τυχόν προσπάθειές τους να την θέσουν υπό τον ελεγχό τους (τότε ο Σαντάμ του Ιράκ ήταν πρότυπο ηγέτη και συμμάχου των ΗΠΑ).
Στην ουσία αυτό που θα γίνει είναι ότι οι Αμερικανοί θα «ξαναπληρώσουν» για υποδομές που είχαν κατασκευάσει πριν, με τη διαφορά ότι ένα μεγάλο μέρος των χρημάτων θα καταλήξει στα βαλάντια του τουρκικού στρατού. Με βάση το πρόγραμμα των Αμερικανών, ομάδες του Πενταγώνου άρχισαν, από τα μέσα Δεκεμβρίου, να επεξεργάζονται σχέδια εκσυγχρονισμού με επιτόπου επισκέψεις. Περί τα μέσα Ιανουαρίου, θα αναπτυχθούν στην Τουρκία μονάδες μηχανικών του αμερικανικού στρατού για να αρχίσουν εργασίες που θα ολοκληρωθούν σε χρόνο ρεκόρ. Πριν το τέλος Φεβρουαρίου, το αργότερο, οι Αμερικανοί θα είναι σε θέση να «περικυκλώσουν» το Ιράκ, να έχουν εκπληρώσει τις οικονομικές τους υποχρεώσεις προς τον τουρκικό στρατό και να είναι στρατιωτικά έτοιμοι να εξαπολύσουν επίθεση ανά πάσα στιγμή.
Ο Μάριος Λ. Ευρυβιάδης είναι αρχισυντάκτης της ελληνικής έκδοσης του περιοδικού Foreign Policy που εκδίδεται από το Carnegie Endowment for International Peace.