του Κ. Χατζηαντωνίου, από το Άρδην τ. 47, Ιούνιος 2004
ΠΥΡΗΝΑΣ ΤΗΣ ΜΕΘΟΔΙΚΗΣ Προπαγανδας που ασκούν οι σκληρά εργαζόμενοι μισθοσυντήρητοι της εθνικής υποτέλειας, στην προσπάθεια τους να επιβληθεί ο “ιστορικός συμβιβασμός”, που επιτάσσει να τεθεί η Κύπρος υπό ευρωτουρκική συγκυριαρχία, αποτελείτο τελευταία χρόνια ένα διακεκριμένο ψεύδος. Πρόκειται για το παραμύθι της “καταπίεσης” και της “εθνοκάθαρσης” που υπέστησαν, δήθεν, οι Τουρκοκύπριοι πριν το 1974, με θύτη την ελληνοκυπριακή πλευρά.
Οι στόχοι προφανείς: ο συμψηφισμός του εγκλήματος του 1974, η λήθη της εισβολής, της κατοχής και της ομαδικής εκτέλεσης πάνω από 2.000 Ελλήνων και η διολίσθηση στην “αμοιβαία συγχώρεση”, όπως συνιστά από ένα ακόμη χαμηλό σκαλί της κατωφερικής του πορείας του ο πρώην όλων των ιδεολογιών και νυν θεωρητικός της ελληνόφωνης αμερικανοποίησης. Ακριβά στηρίγματα του ενδοτισμού, ευάριθμοι δημοσιογράφοι και μεταλλαγμένοι ιστορικοί, εκμεταλλεύονται την άγνοια της ιστορίας ή και την έλλειψη θάρρους που χαρακτηρίζει την εποχή μας και διαστρέφουν τα αυτονόητα. Ας υπενθυμίσουμε λοιπόν μερικές αλήθειες.
Οι Τουρκοκύπριοι, πληθυσμός που προέρχεται από κατάκτηση, από εποίκους ή εξισλαμισμένους Κυπρίους, συμβιώνουν θαυμάσια με τον ελληνικό πληθυσμό και μετά την αποχώρηση της Τουρκίας από τη νήσο (1878) παρότι η καταπίεση τριών αιώνων, με αποκορύφωμα τις σφαγές του 1821, και η έλευση Μικρασιατών προσφύγων, θα μπορούσε να προκαλέσει εύλογα γεγονότα αντεκδικήσεων.
Ο αγώνας της ΕΟΚΑ που ξεκινά το 1955, δεν έχει καμιά αιχμή κατά των Τουρκοκυπρίων. Ζητεί απλώς την άσκηση του πιο δημοκρατικού δικαιώματος των ανθρώπων: της αυτοδιάθεσης. Αν στρέφεται κατά Τουρκοκυπρίων, αυτό γίνεται κατά περίπτωση, αφού τουρκοκύπριοι αστυνομικοί, συνεργάτες των Αγγλων, επιδίδονται σε απάνθρωπα βασανιστήρια και δρουν κατά της ΕΟΚΑ. Οι περιπτώσεις επιθέσεων σε αμάχους σημειώνονται μετά το 1958, όταν δεκάδες Ελληνοκύπριοι άμαχοι φονεύονται από τις τουρκοκυπριακές ομάδες της ΤΜΤ.
Από τις πρώτες ημέρες της Κυπριακής Δημοκρατίας, οι Ελληνοκύπριοι συλλαμβάνουν τεράστιες ποσότητες όπλων
που έρχονται από την Τουρκία για να εξοπλιστούν οι Τουρκοκύπριοι. Λογικότατα λοιπόν εξοπλίζονται και αυτοί, αφού τα γεγονότα του 1964, του 1967 και του 1974 απέδειξαν ότι η Ελλάδα δεν επρόκειτο να θυσιάσει την καλοπέραση και την υποτέλεια της για να συμπαρασταθεί δυναμικά στην Κύπρο.
Τα δεκατρία σημεία του Μακαρίου (πρόταση συζήτησης προς αναθεώρηση του συντάγματος και όχι πραξικόπημα όπως παρουσιάζεται), που αποτέλεσαν γενναία και πατριωτική πράξη για να λειτουργήσει, επιτέλους, ένα κράτος που είχε παραλύσει από το τουρκοκυπριακό βέτο, προκάλεσαν στρατιωτική ανταρσία των συνεργαζομένων με την Άγκυρα Τουρκοκύπριων εξτρεμιστών, βάσει σχεδίων που προϋπήρχαν. Το πραξικόπημα ήταν η κατάληψη και ο αυτοεγκλεισμός των Τουρκοκυπρίων, με τη στήριξη ή τη βία της ΤΟΥΡΔΥΚ, σε θυλάκους και τα θύματά τους, το 1963-1964, ήταν θύματα πολεμικών συγκρούσεων με τις δυνάμεις της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Η οργάνωση που οι ανιστόρητοι ονομάζουν “Ακρίτας” (ψευδώνυμο του αρχηγού της Π. Γεωρκάτζη) δεν είχε σχέδιο εξόντωσης των Τουρκοκυπρίων, αλλά τον αγώνα για τη σταδιακή εφαρμογή των δημοκρατικών αρχών των Ηνωμένων Εθνών στην Κύπρο και την άσκηση του δικαιώματος αυτοδιάθεσης όταν οι συνθήκες θα ήταν ευνοϊκές. Και επειδή υπήρχε ο κίνδυνος τουρκικής επέμβασης, προέβλεπαν (μη ξεχνάμε ότι αρχές του 1964 δεν υπάρχει Εθνοφρουρά ούτε μεραρχία) τη συγκρότηση ένοπλης δύναμης. Παράλογο;
Ο Γεωρκάτζης, ο ατρόμητος αγωνιστής κατά της αγγλικής κατοχής, έπαιξε το κεφάλι του όταν είδε τις εγκληματικές προθέσεις της χούντας. Στήριξε την ελληνική αντίσταση, έκρυψε τον ήρωα Αλέξανδρο Παναγούλη (που εκπαιδεύτηκε από έμπιστους του Κύπριου υπουργού) και προετοίμασαν μαζί την απόπειρα κατά του Παπαδόπουλου, όταν άλλοι σιωπούσαν ή φούσκωναν εκ του ασφαλούς για να παριστάνουν σήμερα τους δημοκράτες από τους καφενέδες της Αθήνας. Όμως ο Γεωρκάτζης πλήρωσε με τη ζωή του την αντιστασιακή του πράξη και δολοφονήθηκε από τη χούντα. Αυτά είναι τα γεγονότα. Με τον Γεωρκάτζη ζωντανό, χούντα και Αμερικανοί δεν θα μπορούσαν να φτάσουν στο έγκλημα του 1974.
Οσο για τον Τάσσο Παπαδόπουλο, δίκαια λυσσάει η χορωδία του ενδοτισμού. Ανυποχώρητος πατριώτης αλλά και αρκετά ευφυής για να αντιληφθεί τη συμπαιγνία χούντας- Αμερικανών που παρέσυρε πολλούς αφελείς αγωνιστές, έμεινε πιστός στον αρχιεπίσκοπο Μακάριο και έτσι δεν έχουν την ευκαιρία να τον συκοφαντήσουν. Φαντάζεστε να ήταν δικηγόρος της ΕΟΚΑ-Β’ όπως ο Αναν-στασιάδης της πλατφόρμας των Ναι- ναι- κων;
Κι επειδή η χορωδία αυτή, με πρώτες φωνές τους οπισθόφυλλους του “Βήματος”, δεν σέβεται το θεσμό του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας, πώς θα τους φαινόταν αν κι εμείς δεν σεβόμαστε το θεσμό της ελλαδικής δημοκρατίας και λέγαμε για τον ακροδεξιό υπουργό που ζητούσε στη Βουλή έναν νεκρό, για να αποδειχθεί το πρόβλημα του νέφους στην Αθήνα, για τον αρχηγό του 1,5% που έγινε Πρόεδρος για να σχίζει 3.000.000 υπογραφές πολιτών ή για να καταδικάζει το “συναισθηματισμό” από το Μεσολόγγι, στην επέτειο της Εξόδου, πτύοντας όχι τους Κυπρίους αλλά τους ελεύθερους πολιορκημένους που πήγε να τιμήσει;
Αλλά δυστυχώς αυτή είναι η παλιά καλή εθνικοφροσύνη. Δεκάρικοι στα μπαλκόνια και στις εθνικές επετείους, ζήτω στις σχολικές γιορτές, αλλά, μπροστά στη θέα του αγώνα για το Σήμερα, φρόνιμοι ψίθυροι συντηρητικού μικροαστού της Αχαΐας, πίστη στην μικρά και έντιμο Ελλάδα, χέρι- χέρι με σάλτσες προοδευτισμού και εξαργυρωμένες παράγκες του εθνικού μας καραγκιόζη, που “το άδειο του πρόσωπο” η Κύπρος ευτυχώς δεν θα το πληρώσει, για να μπορούν αυτός και η παρέα του να γράφουν τραγουδάκια ή περισπούδαστα άρθρα όπου η ελληνικότητα κρίνεται από το η με υπογεγραμμένη και το ι στην αιτιατική.
Δεν μας έφθαναν οι βραδυνοί αστέρες της ενδοτικής NET, τα ορφανά του εκσυγχρονισμού που περιθάλπει η νέα κυβέρνηση (θα καταλάβουν πριν είναι αργά γιατί τους ψήφισε το 46% του ελληνικού λαού;), απέκτησαν άποψη επί του κυπριακού και ελαφρές απογευματινές εκπομπές του κρατικού δικτύου, όπου η κυρία Ε. Χ., παρουσιάζοντας βιβλία για το Κυπριακό, εκδήλωνε την απαξία της προς βιβλία των Μ. Ιγνατίου, Κ. Βενιζέλου, Δ. Αναλη, διότι γράφουν για τις ευθύνες των Αμερικανών και του Κίσινγκερ για τα γεγονότα του 1974. Ο νεόκοπος φανατισμός των δοσίλογων συναγωνίζεται τη γελοιότητά τους, όταν καταπιάνονται με πράγματα που αγνοούν ή που έμαθαν ακούγοντας κάποιο βράδυ τον εκσυγχρονιστή καλό τους.
Διότι αγνοούν, βέβαια, ότι η ΕΟΚΑ-Β’ μακαριακούς κτυπούσε και όχι Τουρκοκύπριους, όπως σαλιαρίζουν. Μύτη Τουρκοκυπρίου δεν άνοιξε στα δυο χρόνια της δράσης της, ούτε καν μεταξύ πραξικοπήματος και εισβολής. Οι μόνες αντιτουρκικές πράξεις, αντεκδίκησης πλέον, σημειώθηκαν τον Αύγουστο του 1974, όταν όλοι γνωρίζουμε τι συνέβαινε στην Κύπρο. Αλλά για την τηλεκριτικό των “Νέων” κ. Πόπη Διαμαντάκου και τους ψυχογιούς της υποτέλειας, προέχει να καταγγείλουν τους “εθνικιστές” που έκοψαν (!) απάτη NET ντοκυμανταίρ, που έδειχνε “τι τράβηξαν οι Τουρκοκύπριοι” από το 1963-1974. Από τους κακούς Ελληνοκύπριους προφανώς. Το πολύ ριάλιτι που βλέπει για να το σχολιάζει στη στήλη της, η εν λόγω κυρία, φαίνεται πως έχει σοβαρές συνέπειες στη ζώνη πάνω από το λαιμό της. Όσο για τον ψυχογιό της 20ής Οκτώβρη κατανοούμε. Πρέπει να δίνει άρθρα δίκην εβδομαδιαίας παρουσίας στο τμήμα.
Ας πνίξουν τον πόνο τους για το χαστούκι του 76% με λιγότερα ψέματα. Κι ας χειροκροτούν τη συγκινητική επίσκεψη του Ερντογάν, μαζί με όσους το πήραν απόφαση πως είμαστε προτεκτοράτο και πανηγυρίζουν γιατί η επίσκεψη ήταν σεμνή και δεν υψώθηκαν μπαϊράκια με μισοφέγγαρα. Το βαθύτερο συμβολισμό του μη εμφανούς συμβόλου δεν μπορούν να τον αντιληφθούν. Εμείς θα θυμίσουμε στους πολιτικούς απογόνους της εθνικοφροσύνης του 1952, που υποδεχόταν τον Τζελάλ Μπαγιάρ στη Θράκη, με την αυταπάτη τότε “να καλοπιάσουμε τους Τούρκους” εν όψει Κυπριακού, πού φτάσαμε μερικά χρόνια αργότερα.
Όσοι υπήρξαμε σκληροί στην προηγούμενη κυβέρνηση, δικαιούμαστε και μια κακία για τη νέα – διότι πράξεις και δηλώσεις κρίνουμε, όχι προθέσεις. Το χεράκι Κύπριας μάνας αγνοούμενου το έχει πιάσει ποτέ η κυρία Καραμανλή; Φοράν κι οι Κύπριες μαντήλα. Μόνο που είναι της χηρείας τους από το 1974 ή από το γιο που έχασαν και περιμένουν. Να ξεχάσουμε λοιπόν. Να ξεχάσουμε. Για να έρχονται σε μερικά χρόνια οι ιστορικοί, σαν την κυρία CIA, και να πουν, ίσως, ότι τους αγνοούμενους του ’74 τους σκότωσαν Έλληνες εθνικιστές.
Από την Κύπρο, στον Έβρο. Κι από το μεγαλείο του ηγέτη, πίσω στην κακομοιριά του πολιτικάντη υφυπουργού, που καμαρώνει για τους 3.00Θ σταυρούς που πήρε από τη μειονότητα και όσο μιλά τόσο μάς θυμίζει πιο πολύ, πάρα πολύ, τα περί αυτοπεποίθησης και ισχυρής Ελλάδας του Γιωργάκη και του Σημίτη. Όχι πως είχαμε αυταπάτες. Αλλά, να, φανταστήκαμε μια επίσκεψη ανταπόδοσης Καραμανλή στην Πόλη. Και δεν αντικρίσαμε στην υποδοχή, τις χιλιάδες των ευημερούντων Μουσουλμάνων. Είδαμε φαντάσματα, αναπήρους, γριές μαυροφορεμένες και κατάκοιτους, λιγοστά παιδιά με μελαγχολικά μάτια, μερικούς οργισμένους ρασοφόρους και πολλούς, πάρα πολλούς, χιλιάδες νεκρούς, μιας Πόλης που ο κεμαλισμός και ο μικροελλαδισμός χέρι- χέρι καταστρέψανε.