Φαινόταν στις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας ότι το πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας είχε να κάνει περισσότερο με το δημόσιο χρέος παρά με το ιδιωτικό. Όχι πια. Η “χειμέρια νάρκη” του κορωνοϊού θα προκαλέσει ένα οξύ πρόβλημα ιδιωτικού χρέους και στην Ελλάδα που με το ξεπάγωμα της οικονομίας και της συλλογικής ζωής, θα εκδηλωθεί, πιέζοντας δημοσιονομικά την χώρα, αλλά και συγκεκριμένα, τις μεσαίες και κατώτερες τάξεις.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που ανακοίνωσε το γραφείο προϋπολογισμού της Βουλής, το ιδιωτικό χρέος ανέρχεται πλέον στα 242,6 δισ.€, με τα 108,1 δισ.€ να είναι προς την εφορία, τα 37,5 δισ.€ στα ασφαλιστικά ταμεία, ενώ 97 δισ.€ καλούνται να διαχειριστούν οι τράπεζες και οι εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις.
Από την σύνθεση του ιδιωτικού χρέους, μπορούμε να καταλάβουμε εύκολα το πως αυτό επιδρά πάνω στο σύνολο του οικονομικού συστήματος: Το χρέος προς την εφορία, που αυξήθηκε 7,01 δισ.€ μέσα στο 2020, επιδεινώνει την δημοσιονομική εικόνα της χώρας, κατά συνέπεια και το δημόσιο χρέος · το χρέος προς το ασφαλιστικό σύστημα, που κατά το προηγούμενο έτος αυξήθηκε κατά 125 εκ. €, απορροφώντας δημόσιος πόρους πολύτιμους για παραγωγικές επενδύσεις και μετασχηματισμό του ελληνικού μοντέλου· η αύξηση του χρέους προς τις τράπεζες, τέλος, και τα ‘κοράκια’ των εταιρειών διαχείρισης, σημαίνει περαιτέρω πίεση στην ιδιοκατοίκηση και την μικροϊδιοκτησία.
Η εικόνα του ιδιωτικού χρέους προκαλεί προβληματισμούς στο Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής. Όχι γιατί εκτοξεύτηκε μέσα στο 2020, αλλά γιατί παρέμεινε σε ανοδική πορεία παρά τα αλλεπάλληλα μέτρα που η κυβέρνηση θέσπισε, αναστολή πληρωμών, το πρόγραμμα «Γέφυρα» κ.ο.κ.
Η κυβέρνηση ευελπιστεί ότι η εικόνα θα μεταβληθεί κατά το γενικό άνοιγμα, καθώς τα κενά θα καλυφθούν από την ανάκαμψη που θα σημειωθεί κατά την επανεκκίνηση της οικονομίας. Μπορεί κάλλιστα όμως να συμβεί και το αντίθετο, τα προβλήματα που επισωρεύονται κατά το πάγωμα να προκαλέσουν μια ‘παγίδα ισορροπίας στο χαμηλό επίπεδο’ που θα οδηγήσει σε ανακύκλωση της δυσπραγίας.
Η συζήτηση, όμως, για τις κατευθύνσεις που πρέπει να λάβει η ελληνική οικονομία ώστε να αποφύγει το ενδεχόμενο αυτό, δεν γίνεται. Στην ημερήσια διάταξη κυριαρχεί κάθε έκφανση μικροπολιτικής, και κυρίως μια εντελώς ανώφελη κοκκορομαχία κυβέρνησης και αξιωματικής αντιπολίτευσης που οδηγεί σε γενική αστοχία την ατζέντα της δημόσιας ζωής. Η έκθεση Πισσαρίδη, για παράδειγμα, πυροδότησε κατά τις πρώτες εβδομάδες από την δημοσιοποίησή της μια συζήτηση για την γενική κατεύθυνση της ελληνικής οικονομίας, τα κόμματα ωστόσο γρήγορα την εγκατέλειψαν ως κάτι που δεν έχει «επικοινωνιακό ψωμί». Ταιριάζει πιο πολύ στις πραγματικές τους δυνατότητες, να σκιαμαχούν για την αστυνομία στα πανεπιστήμια ή τον… Κουφοντίνα, παρά να αντιμετωπίζουν κατάματα το αύριο της χώρας.
«Δεκεμβριστής»