Την μάθαμε έπειτα την ανοίκεια επίθεσή της στον Κυριάκο Μητσοτάκη, χθες, κατά την συνέντευξη τύπου του Έλληνα πρωθυπουργού με τον Ολλανδό ομόλογό του. Είχε απασχολήσει και πάλι το ρεπορτάζ, λίγα χρόνια πριν, όταν συνελήφθη καθώς φιλοξενούσε παράνομα έναν Αφγανό μετανάστη, η αίτηση ασύλου του οποίου είχε απορριφθεί στον πρώτο βαθμό. Όμως, η Ingeborg Beugel έχει μακρά παράδοση στην συκοφάντηση της Ελλάδας καθώς ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του 1980 ζούσε στη χώρα μας και διακινούσε στον ευρωπαϊκό τύπο όλη την γκάμα των ανθελληνικών στερεοτύπων. Παραθέτουμε εδώ αποσπάσματα από συνέντευξή που έδωσε σε ιστοσελίδα του Σαράγιεβο, πριν από 13 χρόνια, όπου και πάλι διακινεί τους κοινούς τόπους ανθελληνικών θέσεων, ότι οι Έλληνες συγκάλυψαν τις εθνοκαθάρσεις των Σέρβων κατά τον εμφύλιο στην πρώην Γιουγκοσλαβία ή ότι καταπιέζουν τους γείτονές τους των Σκοπίων…
«Δεν ήθελα τα παιδιά μου να μεγαλώσουν σε μια τυφλωμένη, εθνικιστική χώρα»
Η Ingeborg Beugel είναι Ολλανδή δημοσιογράφος και δημιουργός αρκετών ντοκιμαντέρ για τα εγκλήματα που διεπράχθησαν στη Βοσνία. Σε συνέντευξη στον διαδικτυακό ιστότοπο Sarajevo-x.com, κάνει λόγο για την άνοδο του ελληνικού εθνικισμού και τη συμμετοχή Ελλήνων μισθοφόρων στον πόλεμο στη Βοσνία, συμπεριλαμβανομένης και της σφαγής στη Σρεμπρένιτσα.
Έχει παντρευτεί έναν Έλληνα, είχε μια κοινωνική ζωή περιστοιχιζόμενη από την ελληνική πολιτική ελίτ, βλέποντας η ίδια προσωπικά πώς οι σοσιαλιστές γύρω από τον Παπανδρέου «τα θαλάσσωσαν εντελώς, και προς τα τέλη της δεκαετίας του 1980 η σοσιαλιστική κυβέρνηση αποδείχθηκε τόσο ανεπαρκής και διεφθαρμένη όσο όλες οι προηγούμενες, που ήταν εγωιστικές δικτατορίες». Είχε καθυστερήσει την αναχώρησή της, μόνο και μόνο για να αποφασίσει αργότερα ότι είχε μπουχτίσει! Θα παραθέσω εν συντομία μερικές από τις απόψεις της εδώ:
- «Εξεπλάγην πάρα πολύ με το γεγονός ότι ο ελληνικός λαός αγνοούσε τι γινόταν στις γειτονικές χώρες. Ο ελληνικός τύπος, αν εξαιρέσουμε πολύ λίγες περιπτώσεις γενναιότητας, αντέγραφε στα τυφλά την πολεμική προπαγάνδα του Μιλόσεβιτς. Αρνούνταν να διαβάσουν άλλες πηγές, και όταν το έκαναν, απέδιδαν τα ρεπορτάζ για την εθνοκάθαρση στους «Εβραίους, τους Τούρκους και το Βατικανό”»
- «Ενώ συζητούσα σχετικά με το τι γινόταν στη Σερβία, τη Βοσνία, την «Μακεδονία» ή το Κόσοβο, έχασα πολλούς Έλληνες φίλους μου, γιατί απλά δεν πίστευαν αυτά τα οποία παρατηρούσα, και αυτά τα οποία είδα με τα ίδια μου τα μάτια. Συνέχιζαν να ανατρέχουν στις διαμάχες και τα ανεπίλυτα ζητήματα στα Βαλκάνια από την εποχή του Μεσαίωνα, και αρνούνταν να δουν το παρόν».
- Ταξίδεψε με μια ομάδα δημοσιογράφων σε μερικές βοσνιακές πόλεις, όπου έγιναν μάρτυρες σε πολλές σπαραχτικές ιστορίες αγριοτήτων τις οποίες διέπραξαν και οι δύο πλευρές του πολέμου. Η επιμονή της ότι θα έπρεπε οι άλλοι δημοσιογράφοι να γράψουν στον ίδιο βαθμό για τις δυο πλευρές, έκανε την πλειονότητα της ομάδας εχθρική προς αυτήν (μερικοί πρότειναν ακόμη και να αφεθεί μόνη της στη μέση του πεδίου του πολέμου). Ωστόσο, αν και το αναμενόμενο θα ήταν οι δημοσιογράφοι να είναι ουδέτεροι, όταν επέστρεψαν στην Ελλάδα, όλοι εκτός από αυτήν έγραψαν μόνο για τις βιαιότητες κατά του σερβικού πληθυσμού και αγνόησαν εκείνες κατά των Βοσνίων. Όταν ρώτησε τους συναδέλφους της γιατί επέλεξαν να αγνοήσουν τη βοσνιακή πλευρά, απάντησαν ότι εάν το έκαναν αυτό, θα έχαναν σίγουρα τη δουλειά τους.
- «Όλον εκείνον τον καιρό άκουγα κουβέντες για τον κίνδυνο από το «Μουσουλμανικό τόξο», την πιθανότητα ότι το Κόσοβο θα ενωθεί με την Αλβανία, πράγμα που θα στρίμωχνε την Ελλάδα ανάμεσα σε δύο Μουσουλμανικές χώρες: Την Αλβανία και την Τουρκία. Από την άλλη, η Ελλάδα ήταν η μόνη χώρα της Ε.Ε. που υποστήριζε τους Παλαιστίνιους στη διαμάχη τους με το Ισραήλ. Επίσης, η «Ορθόδοξη αγάπη» τους εξαφανίστηκε όταν πολεμούσαν τους Μακεδόνες για το όνομα της χώρας τους».
- «Εν τω μεταξύ, ο ελληνικός εθνικισμός αυξανόταν. Ο εξάχρονος γιος μου μια μέρα γύρισε από το σχολείο τρεις ώρες αργότερα, πολύ ενθουσιασμένος. Μου είπε ότι οι δάσκαλοι πήγαν όλους τους μαθητές στο λιμάνι (ζούσαμε στο μικρό νησί της Ύδρας), όπου έπρεπε να διαδηλώσουν. Τους έδωσαν σημαίες και τους είπαν να φωνάξουν: «Ευρώπη, κάτω τα χέρια από τη Μακεδονία. Η Μακεδονία είναι Ελληνική!» Ο γιος μου δεν είχε ιδέα πού και τι είναι η Μακεδονία, ήταν πολύ μικρός. Όταν πήγα στο σχολείο να διαμαρτυρηθώ για την πολιτική αυτή πλύση εγκεφάλου των αθώων μικρών παιδιών –και θα μπορούσαν επίσης να πουν στο αγόρι μου να φωνάξει «θάνατος σε όλους τους ομοφυλόφιλους» ή ότι οι γυναίκες δεν επιτρέπεται να εργάζονται– μου είπαν ότι εάν δεν μου άρεσε η ελληνική εκπαίδευση, θα μπορούσα να γυρίσω στην Ολλανδία. Όταν μετά τη Σρεμπρένιτσα είδα πολλούς Έλληνες να αρνούνται τι συνέβη εκεί, το έκανα…. δεν ήθελα τα παιδιά μου να μεγαλώσουν σε μια χώρα τόσο τυφλωμένη και εθνικιστική».
- «Ποιος θα ήθελε να ακούσει την ιστορία μου; Ήμουν μια νεαρή δημοσιογράφος με άποψη, την οποία κανείς δεν ήθελε να ακούσει. Τότε ξαφνικά, ο Τάκης Μίχας με κάλεσε, και μου είπε ότι ανακάλυψε ότι Έλληνες μισθοφόροι είχαν συμμετάσχει στη σφαγή στη Σρεμπρένιτσα. Αυτή ήταν η ευκαιρία μου: Τώρα, ο νέος εργοδότης μου ενδιαφερόταν για την ιστορία που κανείς δεν άκουγε, για το ρόλο της Ελλάδας στον πόλεμο της Γιουγκοσλαβίας… Η ταινία μου «Με ένα ελληνικό τρόπο» (Op z’n Grieks) φτιάχτηκε τον Οκτώβριο του 2002, και προκάλεσε αρκετή οργή στην Ολλανδία – δεν είχαν ιδέα γι’ αυτό. Επίσης, στην Ελλάδα η ταινία προκάλεσε οργή, και δεν προβλήθηκε καν σε κανένα ελληνικό τηλεοπτικό κανάλι. Για μένα, το σημαντικότερο είναι ότι η ταινία παίχτηκε τόσο στην Ελλάδα όσο και στη Σερβία».
- «Ένας υποψήφιος του ΠΑΣΟΚ… είχε μια αφίσα όπου είναι μαζί με τον Κάρατζιτς… που ήταν τον καιρό εκείνο ένας από τους πλέον καταζητούμενους εγκληματίες πολέμου παγκοσμίως, μαζί με τον Οσάμα Μπιν Λάντεν και τον Ράτκο Μλάντιτς… Υπάρχουν άλλοι, όπως ο κύριος Λυκουρέζος, που είναι περήφανος για τις φωτογραφίες του με τον Μλάντιτς, τον Κάρατζιτς και τον Μιλόσεβιτς (έχει στο γραφείο του έναν ολόκληρο τοίχο γεμάτο με τις φωτογραφίες αυτές), και δημόσια αρνείται κάθε τι από αυτά που συνέβησαν στη Σρεμπρένιτσα… Οι περισσότεροι κάτοικοι της Ύδρας είναι ακόμη πολύ περήφανοι που είχαν φιλοξενήσει τον Μιλόσεβιτς στο νησί τους».
- «Οι Έλληνες μισθοφόροι που συμμετείχαν στις δολοφονίες στη Σρεμπρένιτσα είναι πολύ γνωστοί, αλλά δεν προσήχθησαν στη Δικαιοσύνη. Η ελληνική συνεργασία με το δικαστήριο της Χάγης είναι πολύ κακή, ακόμη και σήμερα».
- «Όταν τα ΜΜΕ ψεύδονται στο λαό για διάστημα μεγαλύτερο από μια δεκαετία, και ούτε πολιτικός ούτε κάποια άλλη δημόσια προσωπικότητα στέκεται να ορθώσει το ανάστημά της και να πει την αλήθεια, η διαδικασία θα είναι αργή. Κάποιος θα πρέπει να απολογηθεί στην Ελλάδα».