H πανδημία και τα προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα, καταλύτης στη νέα τάση επαναβιομηχάνισης
Αναδημοσιεύουμε αυτό το μίνι αφιέρωμα που έκανε η Ρουμπίνα Σπάθη στο προηγούμενο φύλλο της Κυριακάτικης Καθημερινής (20/12/2021) για την επανατοπικοποίηση της παραγωγής, καθώς κρίνουμε ότι περιγράφει εύστοχα μια από τις νέες τάσεις που επέβαλε στην παγκόσμια οικονομία η πραγματικότητα της πανδημίας. [a-r.gr]
Από την αυγή του 21ου αιώνα, δύο δεκαετίες μετά την έναρξη της τελευταίας και πιο επιθετικής φάσης της παγκοσμιοποίησης, ήταν ήδη παρούσα στην Ε.Ε. η προβληματική για την τεχνολογική και βιομηχανική «εθνική κυριαρχία» της Γηραιάς Ηπείρου. Εστιαζόταν, ωστόσο, σε ζητήματα άμυνας και στρατηγικής σημασίας υποδομών και ενσαρκώθηκε στο ευρωπαϊκό σύστημα παγκόσμιας δορυφορικής πλοήγησης Galileo. Κάτι ανάλογο συνέβαινε, άλλωστε, και στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού καθώς μέχρι τις επιεικώς άτσαλες κινήσεις του Ντόναλντ Τραμπ η υπερδύναμη δεν είχε αμφισβητήσει την αποτελεσματικότητα αυτής της παγκόσμιας ρύθμισης της οικονομίας που ανέθεσε το μεγαλύτερο μερίδιο της βιομηχανικής παραγωγής στην Κίνα και στην Ασία.
Χρειάστηκε ο καταλύτης της πανδημίας για να γίνει ορατή η ανάγκη για αυτάρκεια των χωρών σε ιατρικό υλικό, μάσκες όπως και είδη πρώτης ανάγκης όταν έκλεισαν τα σύνορα και αργότερα η ανάγκη για αυτάρκεια σε εμβόλια και φάρμακα. Χρειάστηκε το έμφραγμα που προκάλεσε σε δεύτερη φάση η πανδημία στην παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα και οι συνεπακόλουθες πρωτοφανείς ελλείψεις στις βιομηχανίες της Ευρώπης και της Αμερικής για να έρθουν στο φως οι παθογένειες της παγκοσμιοποίησης. Δρώντας και σε αυτό το επίπεδο ως επιταχυντής εξελίξεων, η πανδημία ανάγκασε τις ανεπτυγμένες οικονομίες του δυτικού κόσμου να αντιληφθούν την επιτακτική ανάγκη για επαναπατρισμό μέρους της παραγωγής είτε εντός της επικράτειάς τους είτε σε αρκετά μικρή απόσταση, ώστε να μην προσκρούει η μεταφορά των προϊόντων στα προβλήματα που γέννησε η πανδημία όπως η ανεπάρκεια λιμενεργατών και η συμφόρηση στα λιμάνια όπως η ανεπάρκεια κοντέινερ και πλοίων μεταφοράς φορτίου.
Στη άλλοτε βιομηχανική Γαλλία, που γνώρισε τη ραγδαία αποβιομηχάνιση από το 1970 έως το 2020, το αίτημα για επαναπατρισμό των βιομηχανιών έχει βρεθεί στο επίκεντρο της προεκλογικής περιόδου ενόψει των προεδρικών εκλογών του επόμενου έτους. Την ανάγκη για βιομηχανική αυτάρκεια αντελήφθη μια σχετικά μικρή βιομηχανία ειδών ένδυσης, η Les Tissages de Charlieu, που από την αρχή της πανδημίας άλλαξε εν μια νυκτί αντικείμενο και άρχισε να παράγει πυρετωδώς μάσκες. Τώρα παράγει και τσάντες πολλαπλών χρήσεων καλύπτοντας το 1/5 όσων συνήθως εισάγονται από την Κίνα. Στη διάρκεια του 2020 η κυβέρνηση Μακρόν διέθεσε 830 εκατ. ευρώ για να διευκολύνει εταιρείες που σχεδίαζαν τον επαναπατρισμό τους, ενώ από το Ταμείο Ανάκαμψης της Ε.Ε. θα στηρίξει 10.000 βιομηχανίες της χώρας και θα βοηθήσει τουλάχιστον 620 να επαναπατρίσουν την παραγωγή τους.
Στη Γερμανία επανέρχεται στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος ένα οικοσύστημα παραγωγής επεξεργαστών που βρίσκεται στη Δρέσδη με κύριο παίκτη τη βιομηχανία GlobalFoundries και πολλές άλλες μικρότερες βιομηχανίες του είδους που υπάρχουν και λειτουργούν στην περιοχή από την εποχή της κομμουνιστικής Ανατολικής Γερμανίας. Μολονότι γνώρισε μεγάλη άνθηση τη δεκαετία του 1990 μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου, το οικοσύστημα αυτό περιήλθε σε μαρασμό με την επέλαση της Κίνας. Σήμερα, πάντως, οι βιομηχανίες της περιοχής αντιπροσωπεύουν το 1/3 των επεξεργαστών που παράγονται στην Ευρώπη και εξοπλίζουν με μικροτσίπ συσκευές από το Apple Watch και τα έξυπνα κινητά της Samsung μέχρι τα Echo της Amazon. Το οικοσύστημα αντιμετωπίζεται ως στρατηγικής σημασίας βιομηχανικό περιουσιακό στοιχείο και όχι μόνον από το Βερολίνο αλλά και από τις Βρυξέλλες με τον επίτροπο Εσωτερικής Αγοράς, Τιερί Μπρετόν, να έχει προαναγγείλει από τον περασμένο μήνα ότι το οικοσύστημα βιομηχανιών της Σαξονίας θα βρεθεί στο επίκεντρο των προσπαθειών της Ε.Ε. για αυτάρκεια σε επεξεργαστές.
Από την Κίνα στο Μεξικό, κοντά στα σύνορα με τις ΗΠΑ
Του Thomas Black / Bloomberg
Σφηνωμένη στη νότια άκρη του Ρίο Γκράντε, απλώνεται στην έρημο του Μεξικού η πόλη Χουαρέζ που κατά καιρούς είχε δικό της μερίδιο στα χρόνια της μεγάλης οικονομικής ανάπτυξης. Ισως όμως ποτέ δεν ήταν τόσο μεγάλη η βιομηχανική ανάπτυξη όσο αυτό το κύμα που γνωρίζει σήμερα. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και σε άλλες γειτονικές πόλεις του Μεξικού, που γνωρίζουν πρωτοφανή βιομηχανική ανάπτυξη. Προσφέρουν, έτσι, την ώθηση που τόσο έχει ανάγκη η οικονομία της χώρας, καθώς δυσκολεύτηκε και άργησε πολύ να ανακάμψει από την ύφεση του περασμένου έτους.
Υπάρχουν τρακτέρ και μπουλντόζες παντού στην περιοχή που σκάβοντας σχηματίζουν λόφους από σκόνη και χώμα και σκεπάζουν με αυτά τους πάντες και τα πάντα. Το έδαφος που σκάβουν μέσα στην έρημο προορίζεται να γίνει έδρα μιας μακράς λίστας από νέες βιομηχανίες, την ανέγερση των οποίων αποφάσισαν διευθύνοντες σύμβουλοι από όλον τον κόσμο από τη στιγμή που η πανδημία προκάλεσε έμφραγμα στα δρομολόγια της παγκόσμιας εφοδιαστικής αλυσίδας. «Εχουμε μεγάλες φιλοδοξίες και μεγάλα σχέδια για το Μεξικό», αναφέρει ο Ισαάκ Λάριαν, διευθύνων σύμβουλος της MGA Entertainment, αμερικανικής βιομηχανίας παιχνιδιών που οικοδομεί τώρα εργοστάσιο στην περιοχή για να επαναφέρει κοντά στην αμερικανική αγορά την παραγωγή της, την οποία είχε μεταφέρει στην Κίνα. Ο Λάριαν εκφράζει, έτσι, τα σχέδια και το όραμα των διευθυνόντων συμβούλων επιχειρήσεων, μία από τις μεγαλύτερες μεταβολές που έχει επιφέρει στην οικονομία η πανδημία: τη συντόμευση του μήκους της εφοδιαστικής αλυσίδας με σκοπό να παραμείνει η παραγωγή πιο κοντά στον τελικό προορισμό των προϊόντων.
Για περισσότερο από μισόν αιώνα, σε αυτές της πόλεις του Μεξικού κοντά στα σύνορα με τις ΗΠΑ, υπήρχαν αυτές οι βιομηχανίες που λειτουργούσαν ως κεντρικός τροχός στην αλυσίδα προσφοράς των ΗΠΑ. Ηταν γνωστές με την ισπανική λέξη maquiladoras και αναλάμβαναν να παίρνουν τα ανταλλακτικά, να τα συναρμολογούν σε τελικά προϊόντα και στη συνέχεια να τα στέλνουν στον βόρειο γείτονά τους. Τη δεκαετία του 1990, όταν οι ΗΠΑ υπέγραψαν συμφωνία ελεύθερου εμπορίου με το Μεξικό και τον Καναδά, οι πολυεθνικές αύξησαν δραματικά τις maquiladoras. Ετσι, στην περιοχή βρίσκονται μονάδες παραγωγής των General Electric, Honeywell International, Bosch, Foxconn Technology και Siemens Electrolux. Μερικά χρόνια αργότερα, η περιοχή άρχισε να παρακμάζει όταν η Κίνα εντάχθηκε στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου και οι βιομηχανίες της υποκατέστησαν τις maquiladoras. Πολλές βιομηχανίες εγκατέλειψαν το Μεξικό και άνοιξαν μονάδες στην Κίνα, όπου το κόστος των εργατικών χεριών ήταν χαμηλότερο. Η Κίνα εξακολούθησε να «κλέβει» μερίδιο αμερικανικής αγοράς από το Μεξικό μέχρις ότου ανέλαβε πρόεδρος ο Ντόναλντ Τραμπ. Οταν ξεκίνησε να επιβάλει δασμούς στις εισαγωγές κινεζικών προϊόντων, το Μεξικό άρχισε να φαίνεται και πάλι πολύ ελκυστικό στους διευθύνοντες συμβούλους των επιχειρήσεων. Και τότε ήρθε η πανδημία και έδωσε διαστημική ώθηση στη στροφή.
Οι ελεύθεροι χώροι εξαντλούνται, παντού υπάρχουν πινακίδες «ζητούνται εργάτες»
Bloomberg
Ο Τζέισον Τόλιβερ, γενικός διευθυντής, υπεύθυνος logistics και βιομηχανικών υπηρεσιών στην εταιρεία ακινήτων Cushman & Wakefield PLC, δηλώνει βέβαιος πως «οι βιομηχανίες του μεταποιητικού τομέα επιστρέφουν στα σίγουρα». Οπως τονίζει, οι σχετικές συζητήσεις που είχε με ηγετικά στελέχη επιχειρήσεων προδίδουν πως μόλις έχει αρχίσει αυτό το κύμα επενδύσεων στην περιοχή των συνόρων ΗΠΑ – Μεξικού και συμπεραίνει πως πρόκειται για μεταβολή «διαρθρωτικής φύσης και μακροπρόθεσμη». Στην περιοχή τείνει να εξαντληθεί ο ελεύθερος χώρος για ανέγερση βιομηχανικών ακινήτων, ενώ οι τιμές της γης έχουν εκτοξευθεί κατά 20% μέσα στους τελευταίους 12 μήνες. Η εταιρεία βιομηχανικών ακινήτων Intermex έχει νοικιάσει εκατομμύρια τετραγωνικά μέτρα στην περιοχή και φέτος νοίκιασε περισσότερα, ενώ έχει αναλάβει την ανέγερση τεσσάρων βιομηχανικών μονάδων, που θα αποτελέσουν ένα βιομηχανικό συγκρότημα εκεί όπου σήμερα δεν υπάρχει παρά μόνο σκόνη. Αν και ιδιαιτέρως ενθουσιασμένος με την εκρηκτική ανάπτυξη της περιοχής, ο γενικός διευθυντής της εταιρείας, Τζέσε Μελέντεζ, προετοιμάζεται ψυχολογικά για την κατάρρευση που ενίοτε ακολουθεί μια τέτοια εκρηκτική ανάπτυξη. Οπως υπογραμμίζει ο ίδιος, στη διάρκεια της σταδιοδρομίας του έχει δει περιοχές να γνωρίζουν ακμή και στη συνέχεια παρακμή σε χρονοδιάγραμμα μόλις μιας δεκαετίας. Γι’ αυτό και προβλέπει πως η ανάπτυξη στην περιοχή μπορεί να αρχίσει ακόμη και το 2024. Μέχρι στιγμής, πάντως, αυτό φαίνεται απλώς μια μακρινή σκέψη. Σε όλη την περιοχή, στις προσόψεις εργοστασίων, πάνω στα λεωφορεία, στα παράθυρα των καταστημάτων, παντού κυριολεκτικά έχουν αναρτηθεί πινακίδες «ζητούνται εργάτες» ή «ζητείται προσωπικό». Μία από αυτές προσείλκυσε τον Εφρέν Γκονζάλεζ και τον έπεισε να επιστρέψει στη Χουαρέζ από την ιδιαίτερη πατρίδα του, Βερακρούζ. Ο περισσότερος κόσμος νομίζει πως οι Μεξικανοί θα μεταναστεύσουν στις ΗΠΑ για να εργαστούν εκεί, αλλά στην πραγματικότητα οι περισσότεροι, όπως ο Γκονζάλες, πηγαίνουν μόνο μέχρι λίγα χιλιόμετρα πριν από τα σύνορα, ιδιαίτερα όταν δουλεύουν πυρετωδώς οι μηχανές των maquiladoras, όπως συμβαίνει τώρα. Οι βιομηχανίες στην περιοχή πληρώνουν τους βιομηχανικούς εργάτες με μισθούς που δεν αντιπροσωπεύουν παρά ένα μικρό μερίδιο ενός τυπικού μισθού εργαζομένου στις ΗΠΑ. Και πάλι, όμως, πρόκειται για μισθούς αισθητά υψηλότερους από εκείνους στους οποίους μπορούν να προσβλέπουν οι Μεξικανοί όταν εργάζονται στον φτωχό και υποβαθμισμένο Νότο του Μεξικού. Και βέβαια, όταν απασχολούνται στις βιομηχανίες της περιοχής δεν χρειάζεται να ζουν με την αγωνία μήπως απελαθούν. Ο 49 ετών Γκονζάλες κερδίζει πάνω από 80 δολάρια την εβδομάδα, ενώ υπάρχουν και οι πρόσθετες παροχές του δωρεάν γεύματος στη μονάδα παραγωγής της εταιρείας Keeson. Ο ίδιος δηλώνει πως πριν από λίγους μήνες ήταν βέβαιος ότι επρόκειτο να βρει δουλειά μόλις θα πατούσε το πόδι του στη Χουαρέζ. Η εμφάνιση όλων αυτών των καινούργιων εργοστασίων στην περιοχή δεν αφήνει περιθώρια αμφιβολίας. Όπως επισημαίνει: «Υπάρχει άφθονη δουλειά εδώ».
Το κάλεσμα
Μιλώντας στη Σχολή Πολέμου της Γαλλίας όταν η πανδημία είχε αρχίσει να επελαύνει στην Ευρώπη τον Φεβρουάριο του 2020, ο Εμανουέλ Μακρόν υπογράμμισε την ανάγκη να ανακτήσει η Ευρώπη την εθνική της κυριαρχία στις κρίσιμες υποδομές και στην τεχνολογία, και κάλεσε σε συστράτευση για μια «κοινή πολιτική οικονομικής, τεχνολογικής και ψηφιακής εθνικής κυριαρχίας».
Η διαπίστωση
Στην ομιλία της «για την κατάσταση της Ενωσης» τον Σεπτέμβριο, η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, υπογράμμισε πως «ενώ σημειώνει εκρηκτική αύξηση η ζήτηση παγκοσμίως, έχει συρρικνωθεί το μερίδιο της Ευρώπης στο σύνολο της εφοδιαστικής αλυσίδας» και προσέθεσε ότι «αυτό δεν είναι μόνο πρόβλημα ανταγωνιστικότητας, είναι και θέμα εθνικής κυριαρχίας στην τεχνολογία».
Η ανησυχία
Εκφράζοντας την εντεινόμενη ανησυχία της Ουάσιγκτον για τις εξαρτήσεις της οικονομίας της από τις χώρες της Ασίας και τη διάθεση για ανάπτυξη εγχώριων βιομηχανιών, η Αμερικανίδα υπουργός Εμπορίου, Τζίνα Ραϊμόντο, τόνισε προ ημερών πως «είναι πρόβλημα για την Αμερική το γεγονός ότι εξαρτώμεθα σε τέτοιο βαθμό από την Ταϊβάν».
φωτογραφία εξωφύλλου: wired.com