Με αφορμή τα θέματα στο μάθημα της Νεοελληνικής Γλώσσας και Λογοτεχνίας
του Τάσου Χατζηαναστασίου*
Τα φετινά θέματα στο μάθημα της Νεοελληνικής Γλώσσας και Λογοτεχνίας στις πανελλήνιες εξετάσεις αφορούσαν το ζήτημα της ιστορικής μνήμης και των επετείων. Τα κείμενα αναφοράς, ήταν στη μεν Νεοελληνική Γλώσσα, ένα απόσπασμα από τον πρόλογο σε βιβλίο του ιστορικού τής περιόδου του Εμφυλίου Πολέμου, Ραϋμόνδου Αλβανού, για την αξία της διδασκαλίας του μαθήματος της Ιστορίας («Γιατί να μαθαίνουμε ιστορία;») κι ένα απόσπασμα από ομιλία της ποιήτριας Κικής Δημουλά για τις επετείους («Θυμάμαι, άρα ζω;»). Στη δε Λογοτεχνία, επελέγη απόσπασμα από το διήγημα του Θανάση Βαλτινού, «Οικογενειακή ιστορία», με κεντρικό θέμα τη διαχείριση ενός χειροποίητου ταγαριού, οικογενειακού κειμηλίου. Στους συγγραφείς των κειμένων, δύο καταξιωμένοι σύγχρονοι λογοτέχνες κι ένας νεότερος, επίσης σύγχρονος ιστορικός, που θα λέγαμε ότι μάλλον ανήκει στην ευρύτερη αριστερά. Καλογραμμένα κείμενα, σαφή, με μεστό λόγο, περισσότερο λογοτεχνικό της Δημουλά, αλλά όχι δυσνόητο, και δωρικό, σε εξομολογητικό τόνο και εύληπτο μικροπερίοδο λόγο του Βαλτινού.
Η γενική υποδοχή των θεμάτων ήταν θετική, με την εξαίρεση γνωστών «προοδευτικών» κύκλων που θεώρησαν ότι η αναφορά σε «ιστορική μνήμη», «επετείους» και «κειμήλια» μυρίζει μούχλα. Δεν μπορούμε να κάνουμε πλέον κάτι γι’ αυτούς. Ας διαβάζουν μόνον άρθρα και λογοτεχνία για τις έμφυλες ταυτότητες κι ας αφήσουν τον λαό, τον κάθε λαό, να γεννιέται και να πεθαίνει με – και για – τις συλλογικές ταυτότητες κι αναπαραστάσεις, με – και για – τα μνημεία και την παράδοση: «Γι’ αυτά πολεμήσαμε». Κι έτσι το ταγάρι μοιάζει σαν την «εκδίκηση της βλαχιάς» από την οποία δεν κατάφερε να μας απαλλάξει ο Πέτρος Κωστόπουλος, όπως καυχήθηκε ότι έκανε σε συνέντευξή του στον …Μένιο Φουρθιώτη το 2018, και όλος ο χαζοχαρούμενος, «εκσυγχρονιστικός» εσμός του Κλικ, του Νίτρο και της χαβιαροαριστεράς!
Το ζήτημα βέβαια στις εξετάσεις δεν είναι τόσο τα κείμενα, όσο οι ερωτήσεις, τα «θέματα». Θα σταθούμε μόνο στα ερωτήματα της παραγωγής λόγου, της γνωστής μας έκθεσης, που ζητούσε από τα παιδιά να εκφράσουν την άποψή τους για την αξία της ιστορικής γνώσης και να αναφέρουν βιωματικούς τρόπους που μπορούν να καλλιεργήσουν το ενδιαφέρον των νέων για το ιστορικό παρελθόν.
Στα θέματα δεν ήταν υποχρεωμένοι οι μαθητές να εκφραστούν υπέρ της αξίας της ιστορικής γνώσης, είτε όμως λόγω του κυρίαρχου κομφορμισμού, είτε λόγω ανασφάλειας, είτε λόγω «συμμόρφωσης» προς τας υποδείξεις των καθηγητών τους, η μεγάλη πλειοψηφία, αν όχι όλοι οι υποψήφιοι, έγραψαν αξιοποιώντας και το κείμενο του Αλβανού, υπέρ της αξίας της ιστορικής γνώσης με επιτυχία ανάλογη της ικανότητάς τους να εκφραστούν συγκροτημένα. Ελάχιστοι πάντως θυμήθηκαν ή σκέφτηκαν (αφού αυτές οι έννοιες έχουν περίπου εξοβελιστεί από τη σχολική καθημερινότητα) να αναδείξουν την αξία της αγάπης προς την πατρίδα, τη σημασία της ιστορικής μνήμης για χώρες όπως η Ελλάδα, την επικαιρότητα της ιστορίας λόγω των τριών επετείων (του 1919, του 1821 και του 1922), αποδεικνύοντας για άλλη μια φορά πόσο μακριά βρίσκεται η σχολική από την κοινωνική πραγματικότητα, πόσο το σύγχρονο σχολείο αδυνατεί ή αρνείται να προσαρμόσει το έργο του στο ιστορικό γίγνεσθαι. Κάνει δηλαδή λόγο εδώ και τόσον καιρό ο Ερντογάν για «γαλάζια πατρίδα» και τα παιδιά αδυνατούν να αναδείξουν μ’ ένα επίκαιρο παράδειγμα την αξία της ιστορικής γνώσης. Έγιναν κι εξακολουθούν να γίνονται τόσα αφιερώματα και εκδηλώσεις για τις παραπάνω επετείους κι οι μαθητές αδυνατούν να εντάξουν την εμπειρία αυτή στην απάντησή τους.
Σε ό,τι δε αφορά τους βιωματικούς τρόπους μάθησης, κι εδώ οι απαντήσεις των μαθητών ήταν στις περισσότερες των περιπτώσεων αποκαλυπτικές του τρόπου που αντιμετωπίζεται η μάθηση. Δυσκολεύτηκαν να απαντήσουν, ενώ παρακολουθούν επετείους και σχολικούς εορτασμούς στους οποίους συμμετέχουν κιόλας, από τα πέντε τους χρόνια, τουλάχιστον, επισκέπτονται, κάθε χρόνο, τουλάχιστον ένα μνημείο ή αρχαιολογικό χώρο, και σίγουρα έχουν πετύχει έναν τουλάχιστον δάσκαλο ή καθηγητή που τους δίδαξε με βιωματικό τρόπο μία έστω ενότητα της πλούσιας ιστορίας μας. Για να μη μιλήσουμε για τις άπειρες ιστορίες που πολλοί, οι περισσότεροι, έχουν ακούσει από ή για τους παππούδες και τις γιαγιάδες τους. Κι όμως, όλη αυτήν την εμπειρία πολλοί μαθητές την αγνόησαν, δεν συνειδητοποιούν ότι αφορά έναν τρόπο να καλλιεργηθεί το ενδιαφέρον τους για το ιστορικό παρελθόν μ’ έναν βιωματικό τρόπο.
Κι ενώ αυτά είναι τα ζητήματα στα οποία πρέπει να σκύψουμε και να αναζητήσουμε λύσεις, προκειμένου να έχουμε ένα καλύτερο εκπαιδευτικό σύστημα, βρέθηκαν κι εδώ οι επικριτές των θεμάτων, πως τάχα δεν έχει σχέση με την εμπειρία των παιδιών! Γιατί, βέβαια, τα παιδιά πρέπει να τα μεγαλώνουμε σ’ ένα «προστατευμένο» περιβάλλον, όπου δεν γίνονται πόλεμοι, η χώρα μας δεν απειλείται, η Κύπρος δεν είναι ημικατεχόμενη, δεν υπάρχουν πρόσφυγες του ’22, αλλά και των σύγχρονων πολέμων. Και, το χειρότερο, πως πρέπει να επιλέγονται θέματα που αφορούν τα «ενδιαφέροντα» των παιδιών, που πέραν του ότι τελικά υπάρχουν πολλά παιδιά που ενδιαφέρονται για την ιστορία, δεν είναι δυνατόν το σχολείο να καθορίζει τη διδασκαλία του με βάση «ενδιαφέροντα» που δεν διαμορφώνονται φυσικά, αυθόρμητα, αλλά από τα καταναλωτικά πρότυπα του κυρίαρχου οικονομικού και πολιτισμικού μοντέλου. Φαντάζεστε η διδασκαλία να περιοριζόταν στα «ενδιαφέροντα» των παιδιών; Αν δηλαδή, η Ακρόπολη, ο Ρουσό και ο Σαίξπηρ δεν εντάσσονται σ’ αυτά, που δεν εντάσσονται, τότε θα πρέπει, με βάση αυτήν τη λογική, να πάψουμε να τα διδάσκουμε και βεβαίως να ελέγχουμε την εμπέδωσή τους. Μπορούμε όμως να τα αντικαταστήσουμε με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, την τραπ μουσική, το ποδόσφαιρο, την πορνογραφία, τη μόδα που κι αυτά, βεβαίως, ως αντικείμενα συζήτησης, έχουν τη θέση τους στο σύγχρονο δημοκρατικό σχολείο. Αλλά και αυθορμήτως να ανέπτυσσαν οι έφηβοι τα ενδιαφέροντά τους, είναι καθήκον της πολιτείας, των μεγαλυτέρων, να καλλιεργήσουν στους αυριανούς πολίτες αξίες και πρότυπα υψηλής ποιότητας. Πού τέτοιες ευαισθησίες και προβληματισμοί όμως, σε όσους είδαν τους νέους να γράφουν για τη διατήρηση της ιστορικής μνήμης, ενώ οι ίδιοι πασχίζουν εδώ και δεκαετίες να αποδομήσουν κάθε στοιχείο που συγκροτεί την εθνική μας ταυτότητα και ειδικά την ιστορική μας μνήμη.
Ένα θέμα έκθεσης, ένα ταγάρι και ξαναπροσγειωθήκαμε στον πλανήτη… Ελλάδα! Η εκδίκηση των περιφρονημένων ρόλων, της «βλαχιάς»! Ευπρόσδεκτο!
*Δρ. Ιστορίας, Εκπαιδευτικός