Αρχική » Χ. Μοργκεντάου: Η Πολιτική μεταξύ των Εθνών – αγώνας για ισχύ και ειρήνη

Χ. Μοργκεντάου: Η Πολιτική μεταξύ των Εθνών – αγώνας για ισχύ και ειρήνη

από Σπύρος Κουτρούλης

Aναθεωρημένη έκδοση από τους K. W. Thompson, W. David Clinton μετάφραση: Μαρία Καρτελιά,
επιστ. επιμέλεια: Κ. Κολιόπουλος, πρόλογος: Κ. Αρβανιτόπουλος, Εκδόσεις Ποιότητα, Αθήνα 2018, σελ. 911.

του Σπύρου Κιυτρούλη

Πρόκειται για το δεύτερο βιβλίο του Χανς Μοργκεντάου που εκδίδεται και μεταφράζεται στη χώρα μας. Το μεγάλο επίτευγμά του είναι ότι μας κάνει κοινωνούς της επιστημονικής σκέψης που αντιμετωπίζει τις διεθνείς σχέσεις από την πλευρά του ρεαλισμού με πλήρη και αυθεντικό τρόπο.
Εξ αρχής τίθεται η σημασία της ισχύος και κατά συνέπεια επανέρχεται το ερώτημα που απασχολούσε τον στοχασμό από την εποχή της πλατωνικής φιλοσοφίας, των σοφιστών και του Θουκυδίδη για τη σχέση Ισχύος και Δικαίου. Στο ερώτημα τι είναι πολιτική ισχύς ο Μ. απαντά ότι είναι «το μέσο για την επιδίωξη των σκοπών του έθνους. Η διεθνής πολιτική, όπως όλες οι πολιτικές, δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένας αγώνας επιδίωξης ισχύος. Όποιοι κι αν είναι οι στόχοι, η ισχύς αποτελεί τον βασικότερο» (σ. 79). Όμως τι εννοούμε πιο συγκεκριμένα με την έννοια της ισχύος; «Όταν μιλάμε για ισχύ, δεν εννοούμε τη δύναμη που ασκεί ο άνθρωπος πάνω στη φύση ή σε ένα καλλιτεχνικό μέσο, όπως είναι η γλώσσα, ο λόγος, ο ήχος και τα χρώματα, ούτε πάνω στους συντελεστές παραγωγής ή κατανάλωσης, ούτε ακόμη επάνω στον ίδιο του τον εαυτό. Όταν μιλάμε για ισχύ, εννοούμε τη δύναμη που ασκεί ο άνθρωπος επάνω στο μυαλό και στις πράξεις των άλλων ανθρώπων. Αντίστοιχα, με την έννοια της πολιτικής ισχύος αναφερόμαστε στις αμοιβαίες σχέσεις ελέγχου μεταξύ των κατόχων δημόσιας εξουσίας και μεταξύ των τελευταίων και των ανθρώπων γενικότερα» (σ. 81). Σε αυτό το σημείο διευκρινίζεται ότι η «πολιτική ισχύς πρέπει να διακριθεί από τη βία, υπό την έννοια της πραγματικής άσκησης φυσικής βίας» (σ. 81).
Η ισχύς για να ασκείται με αποτελεσματικότητα δεν μπορεί να αφίσταται, αλλά να εδράζεται στους κανόνες διεθνούς δικαίου: «Η νομιμοποιημένη ισχύς έχει περισσότερες πιθανότητες να επηρεάσει τη συμπεριφορά ενός δρώντα σε σχέση με τη μη νομιμοποιημένη ισχύ. Η ισχύς που ασκείται κατά την αυτοάμυνα ή στο όνομα των Ηνωμένων Εθνών έχει περισσότερες πιθανότητες να θεωρηθεί επιτυχημένη σε σχέση με την ισχύ που εκδιπλώνει ένα κράτος «επιδρομέας» ή ένα κράτος που παραβιάζει το διεθνές δίκαιο. Οι πολιτικές ιδεολογίες, όπως θα δούμε παρακάτω, προικοδοτούν την άσκηση εξωτερικής πολιτικής με την επίφαση της νομιμότητας» (σ. 83).
Η επιθυμία για ισχύ είναι βασικό χαρακτηριστικό της εσωτερικής και της διεθνούς πολιτικής και «εάν η επιθυμία αυτή δεν μπορεί να καταλυθεί πλήρως στον κόσμο, όσοι γιατρευτούν θα αποτελέσουν απλά τα θύματα των υπολοίπων» (σ. 87). Βέβαια τελικά κάθε κοινωνική σχέση είναι βαθιά ποτισμένη από την επιδίωξη της ισχύος, ένα γεγονός για το οποίο μας μίλησαν οι σοφιστές, ο Θουκυδίδης, ο Χομπς, ο Νίτσε και ο Π. Κονδύλης. Από αυτή την πλευρά ο Χ.Μ. συμπεραίνει πως «καμία από τις οικονομικές ερμηνείες του ιμπεριαλισμού, τόσο οι πρωτόγονες όσο και οι πιο εξελιγμένες, δεν επιβεβαιώνεται από την ιστορική εμπειρία. Η οικονομική ερμηνεία του ιμπεριαλισμού μετατρέπει τα περιορισμένα ιστορικά παραδείγματα σε παγκόσμιο νόμο της ιστορίας» (σ. 117).
Η στρατιωτική δύναμη, όπως και η διπλωματία, αποτελούν συστατικά της ισχύος: «Από τη στιγμή που η στρατιωτική δύναμη αποτελεί το πλέον εμφανές κριτήριο για τη μέτρηση της ισχύος ενός έθνους, η επίδειξή της λειτουργεί ενισχυτικά στην εικόνα που σχηματίζουν τα άλλα έθνη για το μέγεθος της ισχύος του έθνους» (σ. 149).
Σημαντικές είναι οι επιμέρους παρατηρήσεις του συγγραφέα, όπως ότι στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο συμμετείχαν οι εργαζόμενοι, ενώ «δυο στοιχεία συνετέλεσαν στην πορεία προς την ευρωπαϊκή ενοποίηση: η καταστρεπτικότητα του Β΄ Παγκόσμιου Πόλεμου και η πολιτική, στρατιωτική και οικονομική παρακμή της Ευρώπης την αμέσως επόμενη περίοδο» (σ. 180).
Προϋπόθεση της εθνικής ανεξαρτησίας είναι η κατάκτηση ισχύος: «Η ανεξαρτησία των ενδιαφερόμενων εθνών δεν μπορεί να βασιστεί σε κανένα άλλο θεμέλιο παρά μόνο στην ισχύ του κάθε έθνους να αποτρέψει την ισχύ των άλλων εθνών από το να υποσκάψουν την ελευθερία του» (σ. 8259). Η ισορροπία ισχύος είναι η προϋπόθεση της ειρήνης: «Η διεθνής ειρήνη και τάξη είναι λειτουργίες της ισορροπίας ισχύος –μιας σχετικά ίσης κατανομής ισχύος ανάμεσα στα διάφορα έθνη ή έναν συνδυασμό εθνών, αποτρέποντας κάθε ένα από αυτά από το να αποκτήσει το πάνω χέρι. Αυτό περίπου το πολύ λεπτό ισοζύγιο εξασφαλίζει σήμερα την ειρήνη και την τάξη στον κόσμο των εθνών-κρατών» (σ. 477).
Μια παρατήρηση που είναι ιδιαίτερης σημασίας για τα ελληνοτουρκικά είναι η ακόλουθη: «Η επίκληση του διεθνούς δικαίου και η προσφυγή στα διεθνή δικαστήρια σε μια υπόθεση, όχι για τον καθορισμό των δικαιωμάτων και τον συμβιβασμό των συμφερόντων στο πλαίσιο ενός συγκεκριμένου status quo, αλλά για την ίδια την επιβίωση του status quo, αποτελούν συνηθισμένη τακτική για τα έθνη που επιθυμούν τη διατήρηση του τελευταίου. Το διεθνές δίκαιο και τα διεθνή δικαστήρια είναι οι φυσικοί τους σύμμαχοι. Τα ιμπεριαλιστικά έθνη αναπόφευκτα αντιτίθενται στο status quo και τη νομική τάξη και δεν θα σκεφτούν να υποβάλουν μια διαφορά τους στη δικαιοδοσία και τη δεσμευτική απόφαση ενός διεθνούς δικαστηρίου. Αυτό συμβαίνει, γιατί το δικαστήριο δεν μπορεί να δικαιώσει τα αιτήματά τους, χωρίς να καταστρέψει τα θεμέλια πάνω στα οποία στηρίζεται η ίδια του η εξουσία» (σ. 561). Η αδυναμία της νομικής τάξης έγκειται στο γεγονός ότι η «βασική αιτία της σύγκρουσης δεν μπορούσε καν να προσδιοριστεί με νομικούς όρους, καθώς η νομική τάξη, της οποίας η επιβίωση απειλείτο από το αίτημα για αλλαγή, δεν διέθετε νομικές έννοιες για να μπορέσει να την εκφράσει, αλλά και ούτε και κάποια νομική θεραπεία για να την ικανοποιήσει» (σ. 562). Ώστε, «οι διαφορές που είναι περισσότερο πιθανό να οδηγήσουν σε πόλεμο δεν μπορούν να διευθετηθούν με δικαστικές μεθόδους. Από τη στιγμή που αποτελούν παρακλάδια ή συμβολικές εκφράσεις της έντασης, το βασικό τους ζήτημα είναι η διατήρηση του status quo ενάντια στην ανατροπή του. Κανένα δικαστήριο, εθνικό ή διεθνές δεν είναι κατάλληλα εξοπλισμένο ώστε να διευθετήσει το ζήτημα» (σ. 569).
Σημαντικές είναι οι σκέψεις για τη δυνατότητα ενός παγκόσμιου κράτους. Το συμπέρασμα είναι αρνητικό για μια σειρά από λόγους, με πιο σημαντικό ότι το παγκόσμιο κράτος προϋποθέτει μια παγκόσμια κοινότητα, που όμως ούτε υπάρχει ότι θα υπάρξει στο προβλεπτό μέλλον, καθώς «το πρόβλημα της παγκόσμιας κοινότητας είναι ηθικό και πολιτικό, όχι διανοητικό και αισθητικό» (σ. 654).
Βεβαίως τα έθνη «θα πρέπει να πρόθυμα να συμβιβάζονται για όλα τα ζητήματα που δεν είναι ζωτικά γι’ αυτά» (σ. 698). Οι προϋποθέσεις για έναν συμβιβασμό, σύμφωνα με τον Χ.Μ. είναι: Παραιτήσου από τη σκιά δικαιωμάτων που δεν έχουν αξία, προκειμένου να απολαύσεις την ουσία των πραγματικών πλεονεκτημάτων. Ποτέ μη βάλεις τον εαυτό σου σε μια θέση από την οποία δεν μπορείς να υποχωρήσεις χωρίς να ντροπιαστείς και από την οποία δεν μπορείς να προχωρήσεις χωρίς να πάρεις μεγάλα ρίσκα. Ποτέ μην επιτρέψεις σε έναν αδύναμο σύμμαχο να πάρει αποφάσεις για σένα. Οι ένοπλες δυνάμεις είναι εργαλείο της εξωτερικής πολιτικής, όχι ο κύριός της. Η κυβέρνηση είναι ο ηγέτης της κοινής γνώμης, όχι ο δούλος της.
Πολύ ενδιαφέροντα είναι τα κεφάλαια που αναλύονται οι λόγοι της εσωτερικής ειρήνης ενός κράτους, που όμως δεν θα τους συναντήσουμε στη διεθνή πολιτική. Οι δημοκρατικοί-κοινοβουλευτικοί θεσμοί δίνουν ειρηνική διέξοδο στις αντιθέσεις ώστε να μην καταλήγουν στον εμφύλιο πόλεμο. Κάθε πολιτικό υποκείμενο συμμετέχει σε περισσότερες από μια συσσωματώσεις μετριάζοντας την σχέση εχθρού και φίλου: «Ο πλουραλισμός των εγχώριων ομαδοποιήσεων και των διαφωνιών τείνει να καθιστά σαφή στους συμμετέχοντες τη σχετικότητα των συμφερόντων και της πίστης τους και να μετριάζει τελικά τις συγκρούσεις μεταξύ των διαφορετικών ομάδων. Ο πλουραλισμός αυτός οδηγεί σε έναν μετριασμό της έντασης για ταυτοποίηση ο οποίος θα πρέπει να διαχυθεί περαιτέρω, ώστε να λάβει η κάθε ομάδα και κάθε διαμάχη το μερίδιο που τους αναλογεί» (σ. 631).
Το έργο ολοκληρώνεται με δοκίμια πάνω στον στοχασμό Η.Μ των J. Mearsheimer, B. Barkin, R. Little, A. Tellis, W.Crowe, B. Scowcroft, D. Newsom.
Η μελέτη των έργων του Χανς Ι. Μοργκεντάου είναι απαραίτητη εάν θέλουμε να έχουμε μια στέρεη αναλυτική σκέψη, να κατανοήσουμε τους λόγους που κινούν τα μεγάλα και τα μικρά έθνη, να δούμε τις αιτίες που ξεκινούν οι πόλεμοι ή εδραιώνεται η ειρήνη, να διαπιστώσουμε ότι η επιδίωξη της ισχύος είναι η κανονικότητα που καθορίζει όχι μόνο τις επιμέρους κοινωνικές σχέσεις, αλλά κατεξοχήν τις διεθνείς σχέσεις και όποιος παρακάμπτει αυτό θα το πληρώσει ένα βαρύ τίμημα επιστημονικό και, βέβαια, πολιτικό.

Ενισχύστε την προσπάθειά μας κάνοντας μια δωρεά στο Άρδην πατώντας ΕΔΩ.

Γνωρίστε τα βιβλία των Εναλλακτικών Εκδόσεων

Ακολουθήστε το Άρδην στο Facebook

Εγγραφείτε στο κανάλι του Άρδην στο Youtube

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ