Έφυγε χθες από τη ζωή, λήγοντος του 2022, ένας από τους μεγαλύτερους ποδοσφαιριστές του κόσμου, ο Πελέ. Γεννημένος τον Οκτώβριο του 1940 στη Βραζιλία, άρχισε να γίνεται παγκοσμίως γνωστός στο Μουντιάλ της Σουηδίας, το 1958, πριν ακόμη κλείσει τα 18 του. Ακολούθησαν πολλά ματς στην Ευρώπη με την ομάδα του, τη Σάντος κι ανάμεσά τους και το ταξίδι στην Ελλάδα (Ιούλιος – Ιούλιος 1961) όπου σε μια βδομάδα αντιμετώπισε κατά σειράν την ΑΕΚ, τον Παναθηναϊκό και τον «Ολυμπιακό Σύνδεσμο «Φιλάθλων» Πειραιώς». Ο Πελέ πρωταγωνίστησε, όσο του επέτρεπαν οι τραυματισμοί και το σκληρό παιγνίδι των αντιπάλων του και στα επόμενα Μουντιάλ, στη Χιλή το 1962, στην Αγγλία το 1966 και στο Μεξικό το 1970.
Το καλοκαίρι του 1970 ο Πελέ ηγήθηκε μιας από τις καλύτερες εθνικές ομάδες στην ιστορία του ποδοσφαίρου, πιθανότατα την καλύτερη. Η Βραζιλία κατέκτησε το τρόπαιο με επιβλητικό τρόπο σε έναν τελικό μοναδικής ομορφιάς κερδίζοντας την Ιταλία με 4-1.
Η Εθνική Βραζιλίας στο Μουντιάλ του 1970
Κάπου τότε, για την πιτσιρικαρία της εποχής γεννήθηκε και ο θρύλος του Πελέ και της Βραζιλίας του. Άκουσα, στα δέκα μου χρόνια, τον τελικό του 1970 από το οικογενειακό μας ραδιόφωνο στο μπαλκόνι του σπιτιού μας. Κατ’ εξαίρεση, αφού είχαμε σχολείο την άλλη μέρα (ήταν Ιούνιος), μου επιτράπηκε να μείνω ξύπνιος μέχρι τις δέκα το βράδυ για να ακούσω τη ραδιοφωνική μετάδοση. Και, προφανώς, ως δεκάχρονο παιδί, πανηγύρισα με τους νικητές…
Τις επόμενες μέρες από τις αθλητικές εφημερίδες είδαμε τις έγχρωμες ολοσέλιδες της Εθνικής Βραζιλίας, που κρεμάσαμε στα δωμάτια μας και στην τηλεόραση παρακολουθήσαμε τα πρώτα στιγμιότυπα από τον τελικό. Μάθαμε και αναγνωρίζαμε, εκτός από τον Πελέ, τον Ζαϊρζίνιο, τον μυστακοφόρο Ριβελίνο, τον αρχηγό Κάρλος Αλμπέρτο, τον Γκέρσον, τον Τοστάο… Και στα παιχνίδια μας, στο μεγάλο γήπεδο της Α’ Αστικής Σχολής Λαπήθου και στις αυλές των σπιτιών μας καμωνόμασταν πως αντιγράφαμε τον τρόπο που σούταραν ή ντρίπλαραν οι Βραζιλιάνοι. Και ο κόσμος μας και τα όνειρά μας πλάταιναν και έφταναν με τη Σελεσάο στο Ρίο, στο Σάο Πάολο και στην Μπραζίλια…
Τον μύθο του Πελέ γιγάντωσαν στα παιδικά μας μάτια στιγμιότυπα και περιστατικά όπως η επέμβαση του Γκόρντον Μπανκς στην κεφαλιά του, στο ματς Αγγλία – Βραζιλία που προηγήθηκε του τελικού, σε μια ανεπανάληπτη μονομαχία αρμονίας επιτιθέμενου και αμυνόμενου και ποδοσφαιρικής τέχνης. Και βέβαια, οι τηλεοπτικές μεταδόσεις του Γιάννη Διακογιάννη (1931-2022), με την ανεπανάληπτη ποιητική προφορά του πλήρους ονόματος του βραζιλιάνου άσσου: Έντσον Αράντες ντο Νασιμέντο…
Η συγκυρία έφερε σε διάστημα δυο βδομάδων, τον φετινό Δεκέμβρη, να φύγουν από τη ζωή δυο απο τους ανθρώπους που μας έκαναν να αγαπήσουμε το ποδόσφαιρο: Ο Πελέ και ο Διακογιάννης. Τον ίδιο μήνα που είδαμε ένα ακόμη Μουντιάλ, σε μια αμφιλεγόμενη επιλογή τόπου και χρονικής διεξαγωγής, και μιαν ακόμη απογοητευτική εκδοχή της Εθνικής Βραζιλίας.
Θα συνοδεύουν και οι δυο τους πολλές από τις μνήμες των παιδικών και νεανικών μας χρόνων, που με την πάροδο των ετών εξιδανικεύονται και μυθοποιούνται. Όπου ξεχωριστή θέση θα έχουν πάντα το πέταγμα της μπάλας από τον Πελέ στους κενούς χώρους και στα δίκτυα και η φωνή του Γιάννη Διακογιάννη…