Ανησυχία στη Δύση για το διπλωματικό ντεμαράζ της Κίνας
Του Γιώργου Σκαφιδά, δημοσιεύθηκε στην ιστοσελίδα της Καθημερινής (18/03/23)
Το Κρεμλίνο προσβλέπει στην περαιτέρω σύσφιξη των σινορωσικών δεσμών και το Πεκίνο στην προώθηση της εικόνας του ως ειρηνοποιού δύναμης. Σε κατάσταση «συναγερμού» η Δύση για όσα θα βγουν από την επερχόμενη συνάντηση Πούτιν – Σι.
Ο Σι Τζινπίνγκ πέρασε τα χρόνια της πανδημίας «αποκομμένος» από τον έξω κόσμο. Εάν ο Πούτιν είχε συνομιλίες σε μακρόστενα τραπέζια κρατώντας αποστάσεις από τους ξένους ηγέτες, ο Σι είχε επαφές κυρίως μέσω τηλεδιάσκεψης. Εάν εξαιρέσει κανείς την επετειακή του επίσκεψη στο (κινεζικό μεν αλλά ημιαυτόνομο) Χονγκ Κονγκ το καλοκαίρι του 2022, ο Σι είχε να ταξιδέψει εκτός των συνόρων από τον Ιανουάριο του 2020. Το πρώτο του ταξίδι στο εξωτερικό μετά την πανδημία το έκανε στο Καζακστάν τον περασμένο Σεπτέμβριο. Για την ιστορία, από το έδαφος του Καζακστάν είχε παρουσιάσει επισήμως ο Σι για πρώτη φορά πριν από δέκα χρόνια, το 2013, και το όραμά του για την «οικονομική ζώνη του δρόμου του μεταξιού», αυτό που θα γινόταν αργότερα ευρύτερα γνωστό διεθνώς ως πρωτοβουλία «μια ζώνη, ένας δρόμος» ή «ζώνη και δρόμος».
Ο Κινέζος πρόεδρος βγήκε, λοιπόν, από την «καραντίνα» της πανδημικής περιόδου τους τελευταίους μήνες του 2022. Έκτοτε, επισκέφθηκε το Καζακστάν (τον Σεπτέμβριο) και τη Σαουδική Αραβία (το Ριάντ τον Δεκέμβριο). Tην επόμενη εβδομάδα (20 -22 Μαρτίου) εκείνος όμως θα βρίσκεται στη Μόσχα για επαφές με τον Βλαντιμίρ Πούτιν.
Η τελευταία φορά που ο Σι είχε βρεθεί στη Ρωσία ήταν τον Ιούνιο του 2019. Η επερχόμενη επίσκεψή του θα είναι, με άλλα λόγια, η πρώτη που πραγματοποιεί εκεί έπειτα από σχεδόν 13 μήνες πολέμου στην Ουκρανία. Με όρους σημειολογίας, δε, ίσως να έχει ενδιαφέρον και το εξής: Το πρώτο ταξίδι του Σι στο εξωτερικό έπειτα από την πρώτη εκλογή του στην προεδρία ήταν στη Ρωσία, το 2013. Δέκα χρόνια μετά, το πρώτο του ταξίδι στο εξωτερικό έπειτα από την κατά σειρά τρίτη (και ως εκ τούτου πρωτοφανή για τα κινεζικά δεδομένα) επανεκλογή του στην εξουσία είναι και πάλι στη Ρωσία.
Τι θα συζητήσουν, όμως, Πούτιν και Σι κατά τις επαφές τους την επόμενη εβδομάδα; Ως προς αυτό, οι απόψεις διίστανται.
Τι θα συζητήσουν
Σύμφωνα με το Κρεμλίνο, οι δυο ηγέτες θα συζητήσουν τρόπους «εμβάθυνσης της ρωσο-κινεζικής συνεργασίας» ενώ παράλληλα «θα υπογράψουν και ορισμένα σημαντικά διμερή έγγραφα». Σύμφωνα με το κινεζικό υπουργείο Εξωτερικών, από την άλλη πλευρά, η επικείμενη επίσκεψη του Σι στη Μόσχα θα είναι ένα ταξίδι «ειρήνης, συνεργασίας και φιλίας» στο πλαίσιο του οποίου το Πεκίνο θα προωθήσει παράλληλα και τη διεξαγωγή ειρηνευτικών συνομιλιών αναφορικά με το Ουκρανικό.
Ο Γιούρι Ουσακόφ, σύμβουλος του Κρεμλίνου για θέματα εξωτερικής πολιτικής, δήλωσε την Παρασκευή, σύμφωνα με το RIA, ότι θέματα όπως είναι εκείνο της Ουκρανίας και της σινορωσικής «στρατιωτικής συνεργασίας» πρόκειται να συζητηθούν κατά τη συνάντηση των κ.κ. Πούτιν και Σι, μια συνάντηση στην οποία πρόκειται να πάρει μέρος και ο Ρώσος υπουργός Άμυνας Σεργκέι Σοϊγκού.
Ο εκπρόσωπος του κινεζικού υπουργείου Εξωτερικών, Ουάνγκ Ουενμπίν, από την άλλη πλευρά, υποστήριξε ότι οι ηγέτες των δύο χωρών «πρόκειται να ανταλλάξουν απόψεις για μεγάλα διεθνή και περιφερειακά ζητήματα», ενώ, αναφερόμενος ειδικότερα στον σκοπό της επίσκεψης του Σι, υπογράμμισε ότι αυτός είναι «η περαιτέρω εμβάθυνση της διμερούς εμπιστοσύνης».
Η αμερικανική πλευρά κατηγορεί την Κίνα ότι δεν μπορεί να έχει θέση έντιμου διαμεσολαβητή στο Ουκρανικό επειδή έχει πάρει το μέρος του εισβολέα που είναι εν προκειμένω η Ρωσία, ενάντια στο τελόν υπό πολιορκία Κίεβο. Δυτικές πηγές έχουν, επίσης, κατηγορήσει το Πεκίνο ότι είτε έχει ήδη στείλει είτε πρόκειται να στείλει κινεζικά όπλα υπέρ των ρωσικών δυνάμεων που μάχονται στην Ουκρανία, ακολουθώντας το παράδειγμα των Ιρανών που έχουν στείλει drones. «Η Κίνα στέλνει επιθετικά όπλα και εξοπλισμό θωράκισης στη Ρωσία», καταγγέλλει μέσω χθεσινού δημοσιεύματος (της 16ης Μαρτίου) η αμερικανική έκδοση του Politico, υποστηρίζοντας μάλιστα ότι κινεζικά φορτία με τυφέκια, εξαρτήματα για drones και προστατευτικό εξοπλισμό έχουν φτάσει στη Ρωσία μέσω Τουρκίας και Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων.
Σε ρόλο «ειρηνοποιού»
Το Πεκίνο, ωστόσο, απορρίπτει τις κατηγορίες των Δυτικών και βγαίνει στην «αντεπίθεση» διπλωματικά, διεκδικώντας ρόλο «ειρηνοποιού» στο Ουκρανικό. Στις 24 Φεβρουαρίου, στην επέτειο δηλαδή της συμπλήρωσης ενός έτους από την έναρξη της ρωσικής εισβολής, το υπουργείο Εξωτερικών της Κίνας έδωσε στη δημοσιότητα ένα κινεζικής έμπνευσης πλάνο 12 σημείων για την ειρήνευση στην Ουκρανία με τον χαρακτηριστικό τίτλο «Η θέση της Κίνας για την πολιτική διευθέτηση της ουκρανικής κρίσης» («China’s Position on the Political Settlement of the Ukraine Crisis»). Μόλις λίγα 24ωρα νωρίτερα, στις 21 Φεβρουαρίου, το κινεζικό ΥΠΕΞ είχε δώσει στη δημοσιότητα, με το βλέμμα στραμμένο στη διεθνή κοινότητα, και το σχέδιο μιας άλλης, δικής του, πρωτοβουλίας για την «παγκόσμια ασφάλεια» υπό τον τίτλο «The Global Security Initiative Concept Paper».
Έπειτα από έναν χρόνο πολέμου στην Ουκρανία, η κινεζική ηγεσία βγαίνει στο προσκήνιο ως «ειρηνοποιός δύναμη», επιχειρώντας έτσι να διαφοροποιηθεί από τις ΗΠΑ που στέλνουν όπλα στην Ουκρανία «υπονομεύοντας την ειρήνη» όπως καταγγέλλουν Κινέζοι υπουργοί, αλλά και να ενισχύσει το ηγετικό της προφίλ έναντι όλων εκείνων των (ουκ ολίγων είναι η αλήθεια) χωρών του καλούμενου «Παγκόσμιου Νότου» που θα ήθελαν να δουν αυτόν τον πόλεμο να τελειώνει το συντομότερο δυνατόν.
Όταν βρέθηκε στην Ευρώπη τον περασμένο Φεβρουάριο, ο πολύπειρος διπλωμάτης Ουάνγκ Γι, πρώην ΥΠΕΞ της Κίνας και νυν κορυφαίος σύμβουλος του Σι επί θεμάτων εξωτερικής πολιτικής, έστειλε ένα δικό του γεμάτο νόημα μήνυμα προς την πλευρά των Ευρωπαίων. «Πρέπει να σκεφτούμε ήρεμα ποιες προσπάθειες πρέπει να γίνουν για να σταματήσει αυτός ο πόλεμος», τους είπε από το βήμα της Διάσκεψης Ασφάλειας του Μονάχου, υπενθυμίζοντας παράλληλα και τον στόχο της ευρωπαϊκής στρατηγικής αυτονομίας… με την προοπτική (προσδοκία εκ μέρους του Πεκίνου) αυτός ο στόχος να λειτουργήσει ως δυνητικό μέσο μερικής απεξάρτησης της Ευρώπης από τις ΗΠΑ και το NATO.
Επαφές Κίνας – Κιέβου
Ο Κινέζος ηγέτης επιστρέφει, λοιπόν, στη Ρωσία την προσεχή εβδομάδα… κομίζοντας προσδοκίες ουκρανικής διαμεσολάβησης. Ο ίδιος έχει μάλιστα πια πίσω του, ως ενδεικτική των κινεζικών δυνατοτήτων, και την πρόσφατη διπλωματική επιτυχία της κινεζικής διαμεσολάβησης που οδήγησε στη συμφωνία της 10ης Μαρτίου για την αποκατάσταση των διπλωματικών δεσμών μεταξύ Ιράν και Σαουδικής Αραβίας.
Ο νέος Κινέζος ΥΠΕΞ (και πρώην πρέσβης της Κίνας στις ΗΠΑ) Τσιν Γκανγκ είχε, μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο, τηλεφωνική συνομιλία με τον Ουκρανό υπουργό Εξωτερικών Ντμίτρο Κουλέμπα στις 16 Μαρτίου, ενώ όλα δείχνουν πια – εάν κρίνουμε από τις διαρροές και τα δημοσιεύματα – ότι είναι ζήτημα χρόνου, ενδεχομένως ημερών, να πραγματοποιηθεί και η πρώτη τηλεφωνική επικοινωνία μεταξύ Σι Τζινπίνγκ και Βολοντίμιρ Ζελένσκι.
Το Πεκίνο επιχειρεί πια να ενισχυθεί ως πόλος εναλλακτικός/ανταγωνιστικός προς τις ΗΠΑ στη διεθνή σκηνή, επενδύοντας ότι μόνο στο εμπόριο και στις παραγωγικές/μεταποιητικές του δυνατότητες όπως έκανε παλαιότερα, αλλά και στην προβολή ισχύος.
Υπάρχουν κέντρα εξουσίας, ωστόσο, στη Δύση αλλά και στην Ασία που αντιμετωπίζουν τις θεωρητικώς «αγνές» κινεζικές διαθέσεις με καχυποψία, ως ένα προκάλυμμα πίσω από το οποίο ελλοχεύουν τάσεις αναδυόμενου αναθεωρητισμού, επεκτατισμού, οικονομικο-εμπορικών εκβιασμών και αυταρχισμού.
Την ώρα που ο Σι Τζινπίνγκ θα βρίσκεται στη Μόσχα την επόμενη εβδομάδα, ο Ιάπωνας πρωθυπουργός Φούμιο Κισίντα θα πραγματοποιεί επίσημη επίσκεψη στην Ινδία για να συναντήσει τον Ναρέντρα Μόντι με το βλέμμα στραμμένο κυρίως στην Κίνα, στην οποία Κίνα έχουν όμως γυρίσει την πλάτη τα τελευταία χρόνια και κάποιες από τις χώρες της Ευρώπης (της ΕΕ και του ΝΑΤΟ) όπως, για παράδειγμα, η Λιθουανία, η Εσθονία και η Λετονία που αποχώρησαν από το πλαίσιο συνεργασίας 17+1.
Για τις χώρες της Βαλτικής που έχουν λόγους να ανησυχούν για την απειλή του ρωσικού αναθεωρητισμού, εκείνο το όραμά της «άνευ ορίων» σινορωσικής συμπόρευσης που είχαν παρουσιάσει οι κ.κ. Πούτιν και Σι από το Πεκίνο τον Φεβρουάριο του 2022, με φόντο τότε τους Χειμερινούς Ολυμπιακούς, εξακολουθεί να αποτελεί – προφανώς – πηγή προβληματισμού.
Οι Ασιάτες «σύμμαχοι» των ΗΠΑ από την άλλη πλευρά (Ιαπωνία, Νότια Κορέα κ.ά.), έχουν τα δικά τους ανοιχτά ζητήματα με το Πεκίνο, με φόντο τις μεταξύ τους αντικρουόμενες διεκδικήσεις στις θάλασσες της Ασίας (γύρω από τα νησιά Σπράτλι, τον ύφαλο Σκάρµπορο, τα νησιά Σενκάκου/Ντιαογιού κ.ά.), όπου εξακολουθεί να κυριαρχεί βέβαια και το αγκάθι της (αυτοδιοικούμενης μεν αλλά διεκδικούμενης από την Κίνα) Ταϊβάν… στον δρόμο προς τις προεδρικές εκλογές που αναμένονται το 2024 σε ΗΠΑ και Ταϊβάν.
Όσο για τις ΗΠΑ, εκείνες βρίσκονται πια, περίπου δέκα χρόνια έπειτα από το αμερικανικό «πίβοτ προς την Ασία» των Μπαράκ Ομπάμα και Χίλαρι Κλίντον, να συμπρωταγωνιστούν σε μια κούρσα εντεινόμενου σινορωσικού ανταγωνισμού που ρίχνει βαριά τη σκιά της πάνω από τα ανοιχτά μέτωπα της τεχνολογίας και των τηλεπικοινωνιών (μικροτσίπ, 5G, TikTok, Huawei κ.ά.), του εμπορίου, της γεωπολιτικής και των στρατιωτικών εξοπλισμών (AUKUS).
Εκπρόσωπος του Βρετανού πρωθυπουργού Ρίσι Σούνακ καλεί το Πεκίνο, εάν θέλει πραγματικά να έχει εποικοδομητική επίδραση στο Ουκρανικό, να ζητήσει από τους Ρώσους να αποσύρουν τα στρατεύματά τους από την Ουκρανία.
Σε ανάλογο πνεύμα, δυτικοί αναλυτές και ακαδημαϊκοί (όπως για παράδειγμα ο Στίβεν Ρόουτς του Πανεπιστημίου Yale) υποστηρίζουν ήδη από πέρυσι ότι «μόνο η Κίνα μπορεί να σταματήσει τη Ρωσία». Προσώρας πάντως, η Ρωσία συνεχίζει…