Του Bobby Ghosh από το capital.gr
Ποιος ο οποίος να είναι καλά στα μυαλά του θα ήθελε να γίνει υπουργός Οικονομικών της Τουρκίας; Η οικονομία της χώρας αιμορραγεί μετά από χρόνια κακοποίησης στα χέρια του προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και οι περισσότεροι αναλυτές συμφωνούν ότι κάθε πιθανότητα επούλωσης των πληγών της έχει χαθεί με την επανεκλογή του στο ύπατο αξίωμα.
Η φημολογία από την Άγκυρα είναι ότι ο πρώην υπουργός Οικονομικών και αναπληρωτής πρωθυπουργός (την εποχή προ της μετάβασης στην προεδρική δημοκρατία) Μεχμέτ Σιμσέκ προαλείφεται για τη θέση του τσάρου της τουρκικής οικονομίας. Εάν ωστόσο ενταχθεί στο νέο υπουργικό συμβούλιο του Ερντογάν, το οποίο αναμένεται να ανακοινωθεί εντός της ημέρας, θα σηματοδοτήσει έναν θρίαμβο της ελπίδας έναντι της εμπειρίας.
Βιτρίνα
Οι επενδυτές δεν πρέπει να πέσουν στο ίδιο λάθος. Ούτε θα πρέπει να ποντάρουν πολλά στην αόριστη υπόσχεση του επανεκλεγέντος προέδρου της Τουρκίας να διορίσει μια ομάδα με “διεθνή αξιοπιστία” για τη διαχείριση των οικονομικών της χώρας. Έως ότου ο Ερντογάν αποκηρύξει ρητά τις παράλογες οικονομικές του ιδέες – εκείνες που οδήγησαν στο να μετατραπεί η Τουρκία από αγαπημένο παιδί των επενδυτών των αναδυόμενων αγορών σε μια αποτυχημένη περίπτωση ανάλογη με τη Βενεζουέλα και την Αργεντινή – οποιοσδήποτε διορισμός εκ μέρους του θα πρέπει να θεωρείται ως μια απλή αλλαγή βιτρίνας.
Ο Σιμσέκ πιθανότατα το γνωρίζει: έχει παίξει τον ίδιο ρόλο στο παρελθόν. Το 2015, με τους επενδυτές να γίνονται όλο και πιο νευρικοί λόγω των ανορθόδοξων οικονομικών ιδεών του Ερντογάν, ο πρώην τραπεζίτης της Wall Street διορίστηκε αναπληρωτής πρωθυπουργός σε μια προσπάθεια να καθησυχαστούν οι αγορές. Ο Σιμσέκ είχε πιστωθεί τη διατήρηση της δημοσιονομικής πειθαρχίας ως υπουργός Οικονομικών μεταξύ 2009 και 2015. Η προηγούμενη εμπειρία του ως τραπεζίτης στην UBS στη Wall Street και στη Merrill Lynch στο Λονδίνο αναμενόταν να μετρήσει σε μεγάλο βαθμό όσον αφορά την οπτική των ξένων επενδυτών.
Ωστόσο, ο ρόλος του στο νέο υπουργικό συμβούλιο ήταν ασαφής και μέσα σε λίγους μήνες οι αρμοδιότητές του είχαν “ψαλιδιστεί”. Πολλοί από τους κύριους μοχλούς της οικονομίας βρίσκονταν στα χέρια εκείνων οι οποίοι ακολουθούσαν τις περίεργες επιταγές του Ερντογάν για τη νομισματική και δημοσιονομική πολιτική – κυρίως, την αντίληψή του ότι η μείωση των επιτοκίων αποτελεί τρόπο για την καταπολέμηση του πληθωρισμού.
Οι αγορές είχαν ήδη αναγνωρίσει ότι ο Σίμσεκ ήταν ένα δόλωμα, κάτι που τελικά τον έκανε περιττό. Όταν τα αξιώματα του πρωθυπουργού και του αντιπροέδρου της κυβέρνησης καταργήθηκαν το 2018, με τη μετάβαση στην προεδρική δημοκρατία, ο πρόεδρος Ερντογάν δεν ασχολήθηκε να βρει στον Σιμσέκ έναν νέο ρόλο στην κυβέρνηση. Αφότου όμως κάθισε με ταπεινότητα στο περιθώριο, ίσως από πίστη στον πολιτικό του αφέντη, ο Σιμσέκ είχε χάσει μέρος της αξιοπιστίας του ως ανεξάρτητου στοχαστή.
Προσήλωση
Το ότι ο Ερντογάν σκέφτεται να τον φέρει πίσω είναι ένα σημάδι ότι βλέπει ξανά τον Σιμσέκ ως χρήσιμη φιγούρα – για ποιο πράγμα όμως ακριβώς; Ο πρόεδρος παραμένει προσηλωμένος στη μείωση των επιτοκίων, τα οποία θεωρεί ως “μητέρα και πατέρα κάθε κακού”. Ενώ έχει αναγνωρίσει ότι ο πληθωρισμός, επί του παρόντος πάνω από 40%, προκαλεί πόνο στους Τούρκους πολίτες, η συνταγή του ενάντια σε αυτόν δεν έχει αλλάξει. Πολλοί αναλυτές φοβούνται, δε, ότι θα εκλάβει την επανεκλογή του ως επιδοκιμασία των οικονομικών πολιτικών του και ως ενθάρρυνση να συνεχίσει να επικρίνει τη δημοσιονομική ορθοδοξία.
Ο Nick Stadtmiller, επικεφαλής προϊόντων στη Medley Global Advisors στη Νέα Υόρκη, δήλωσε στο Business News ότι αναμένει πως “τα επιτόκια πιθανότατα θα παραμείνουν χαμηλά, ο πληθωρισμός θα παραμείνει υψηλός, τα περιθώρια κρατικών πιστώσεων θα διευρυνθούν, ενώ το νόμισμα της Τουρκίας πιθανότατα θα συνεχίσει να υποχωρεί έστω και αργά, χάρη στις κρατικές παρεμβάσεις”.
Επομένως, η επιστροφή του Σίμσεκ στην κυβέρνηση δεν θα αποτελέσει από μόνη της κάποια πραγματική αλλαγή. Θα χρειαστούν πολύ περισσότερα για να πειστούν οι αγορές ότι δεν χρησιμοποιείται ξανά ως ντεκόρ για το παράθυρο του Ερντογάν.
Χαλάρωση;
Οι αναλυτές θα εξετάσουν προσεκτικά άλλους διορισμούς – για παράδειγμα, στην κεντρική τράπεζα της Τουρκίας – για να κρίνουν την προθυμία του Ερντογάν να εκχωρήσει εξουσίες στη διαχείριση της οικονομίας. Ακόμη όμως και ένας νέος κατάλογος μάνατζερ με “διεθνή αξιοπιστία” σε επιτελικές θέσεις δεν θα αρκέσει: όσο οι θέσεις τους θα αποτελούν απλώς “δώρο” από την Προεδρία της Τουρκικής Δημοκρατίας, οι αξιωματούχοι θα περιορίζονται από τις ιδιοτροπίες και τα καπρίτσια του αρχηγού του τουρκικού κράτους.
Το πιο κοντινό πράγμα σε εγγύηση της ανεξαρτησίας θα ήταν μια τροποποίηση του συντάγματος που θα χαλάρωνε τη λαβή του εκάστοτε Προέδρου της Τουρκίας στους μοχλούς της οικονομίας. Όμως, έχοντας επεκτείνει κατά πολύ τις εξουσίες του αρχηγού του κράτους μέσω του δημοψηφίσματος το 2017, ο Ερντογάν δεν έχει δείξει καμία διάθεση να τις εγκαταλείψει εν όψει της νέας θητείας του.
Ελλείψει τέτοιων στοιχείων, οι επενδυτές θα πρέπει να ποντάρουν ελάχιστα στην ταυτότητα του επόμενου υπουργού Οικονομικών, καθώς θα “ζυγίζουν” τις προοπτικές της Τουρκίας κατά την τρίτη δεκαετία του Ερντογάν στο τιμόνι της χώρας.
1 ΣΧΟΛΙΟ
Μια πιθανή εξήγηση για τα Ερντογάνομικς:
“Αναγνωρίζοντας τον εν δυνάμει καταστροφικό αντίκτυπο των ανθρώπινων αδυναμιών στην κοινωνία, εάν οι υλιστικές παρορμήσεις του ατόμου δεν ελέγχονταν εκούσια, το Ισλάμ εισήγαγε συγκεκριμένους κανόνες Σαρία που διασφαλίζουν ένα ελάχιστο επίπεδο οικονομικής δικαιοσύνης για όλα τα στρώματα της ισλαμικής κοινωνίας.
Η κύρια αιτία της κοινωνικής και οικονομικής αστάθειας που προσδιορίζεται στο Κοράνι είναι η Ρίμπα (τοκογλυφία), που μεταφράζεται συνήθως ως «τόκος» (και σε γενικές γραμμές είναι παρόμοια με την έννοια που είχε υιοθετήσει η Χριστιανική Εκκλησία μέχρι πριν από λίγους αιώνες).”