Της Ευγενίας Μπαστιέ* δημοσιεύτηκε στον νέο Λόγιο Ερμή τ. 25
μετάφραση από τα γαλλικά: Γιώργος Καραμπελιάς – Χριστίνα Σταματοπούλου
Θα ήθελα να ξεκινήσω αυτή την ανακοίνωση με ένα απόσπασμα του Τσέστερτον. Στη συλλογή του, Αιρετικά, γράφει πως, αύριο, «θα χρειαστεί να ανάψουμε φωτιές για να αποδείξουμε ότι δύο και δύο κάνουν τέσσερα· να τραβήξουμε το ξίφος για να αποδείξουμε ότι τα φύλλα είναι πράσινα το καλοκαίρι (…)· να παλέψουμε για ορατά θαύματα σαν να ήταν αόρατα».
Μιλώντας μπροστά σας, σήμερα, για τη «διάσωση της διαφοράς μεταξύ των φύλων», νιώθω σαν να βγάζω το σπαθί μου για να αποδείξω ότι τα φύλλα είναι πράσινα το καλοκαίρι. Και όμως, σε αυτό το σημείο έχουμε φθάσει. Σε μια εποχή όπου κυριαρχούν τα emoji «έγκυος άντρας», η αποφυλοποίηση των μπάρμπεκιου[1] και ο τρανς ως η νέα εμβληματική φιγούρα της πλανητικής επανάστασης, φαίνεται ότι είναι πράγματι απαραίτητο να τραβήξουμε, αν όχι το σπαθί, τουλάχιστον την πένα μας, για να υπερασπιστούμε το ορατό θαύμα που είναι η διαφορά των φύλων ωσάν να ήταν αόρατο.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες, στην Αγγλία, ακόμη και στη χώρα μας, άνδρες και γυναίκες αποβάλλονται από τα πανεπιστήμια, βλέπουν να ακυρώνονται οι διαλέξεις τους και, μερικές φορές, όπως έχει ήδη συμβεί, να καίγονται τα βιβλία τους, επειδή τόλμησαν να υποστηρίξουν ότι υπάρχουν μόνο δύο φύλα και ότι δεν μπορεί κανείς να περνάει από το ένα στο άλλο όπως θα άλλαζε το πουκάμισό του. Δεν υπερβάλλω.
Σίγουρα, στη Μόσχα, στο Πεκίνο, το Μπαμακό ή το Δελχί, στο μη δυτικό τμήμα του κόσμου, οι άνθρωποι σκέφτονται πολύ διαφορετικά. Από πάντα άλλωστε, η ανθρωπότητα προσπαθεί να οικοδομήσει με βάση αυτό το πρωτογενές βιολογικό γεγονός της διαφοράς των φύλων. Είμαστε ο πρώτος πολιτισμός που θέλει να το αποδομήσει.
Γιατί αυτό το ζήτημα είναι τόσο σοβαρό; Γιατί επέλεξα να συζητήσω αυτό το θέμα μαζί σας σήμερα; Ο πρώτος λόγος είναι επιδερμικός. Μου είναι αφόρητο να βλέπω ένα τόσο μεγάλο ψέμα –δεν υπάρχουν δύο φύλα– να ανθεί στη δημόσια συζήτηση. Αξίζει δε να υπογραμμιστεί το παράδοξο μιας εποχής που, ενώ διακηρύσσει τη λατρεία της επιστήμης, το κυνήγι του σκοταδισμού, την καταπολέμηση των ψευδών ειδήσεων, αποδέχεται ως γεγονός που δεν επιδέχεται συζήτηση την ιδέα ότι το φύλο είναι μια καθαρή κοινωνική κατασκευή.
Ο δεύτερος λόγος είναι πιο βαθύς, σχεδόν μεταφυσικός. Η διαφορά των φύλων είναι, μαζί με την ασθένεια, τη γήρανση και τον θάνατο, μία από τις αποδείξεις του πεπερασμένου χαρακτήρα της ύπαρξής μας. Επιτιθέμενοι σε αυτό το όριο, οι αποδομητές απορρίπτουν τον αναμφισβήτητα ζωικό χαρακτήρα της ανθρώπινης κατάστασής μας. Επιπλέον, σε αντίθεση με την ασθένεια, τη γήρανση και τον θάνατο, όρια που επίσης καταπολεμούν οι σύγχρονοι, η διαφοροποίηση των φύλων δεν είναι κατάρα, αδυναμία, αλλά εφαλτήριο και πλούτος.
Οι υπερασπιστές της αποδόμησης κατηγορούν για «ηθικό πανικό» όσους τολμούν να καταγγείλουν την άρνηση της διάκρισης των φύλων. Η συλλογιστική τους δανείζεται τη λογική του καζανιού του Φρόιντ: Ο Α δανείστηκε ένα καζάνι από τον Β και το επέστρεψε με μια μεγάλη τρύπα. Ιδού η απολογία του: «Πρώτον, δεν δανείστηκα ποτέ ένα καζάνι από εσένα· δεύτερον, το καζάνι είχε ήδη μια τρύπα όταν το παρέλαβα· τρίτον, σου επέστρεψα το καζάνι άθικτο». Πρώτον, η διαφορά μεταξύ των δύο φύλων δεν υφίσταται· δεύτερον, δεν απειλείται καθόλου· τρίτον, δεν αποτελεί πρόβλημα αν απειλείται, διότι η καταστροφή της θα ήταν επωφελής για την ανθρωπότητα. Επιτρέψτε μου, λοιπόν, να απαντήσω σε αυτό το επιχείρημα σε τρία μέρη: 1. η διαφορά των φύλων υπάρχει· 2. Ναι, απειλείται· 3. Πρέπει να την υπερασπιστούμε.
1. Η διαφορά μεταξύ των δύο φύλων είναι πραγματική
Πιστεύω λοιπόν ότι υπάρχουν δύο φύλα. Ένα ορατό θαύμα που πρέπει να το υπενθυμίζουμε σα να ήταν αόρατο. Ως ένα σύνορο που μας χωρίζει ήδη από την κοιλιά της μητέρας μας, η διαφορά μεταξύ των δύο φύλων είναι το πρώτο πράγμα, η πιο άμεση ταυτότητα που γίνεται ολοφάνερη μόλις συναντήσουμε ένα άτομο, πριν από την ηλικία και το χρώμα του δέρματός του (ας σημειωθεί ότι κανείς δεν σκέφτεται σοβαρά να αλλάξει φυλή και ότι, παρά τη θεαματική πρόοδο της αισθητικής χειρουργικής, κανένας ηλικιωμένος δεν ισχυρίζεται ότι είναι ακόμη παιδί). Πρόκειται για κάτι φαινομενολογικά προφανές που είναι δύσκολο να οριστεί.
Τι είναι ο άνδρας, τι είναι η γυναίκα; Δεν πιστεύω σε κάποια ουσία του «αρσενικού» ή του «θηλυκού». Θα προτιμούσα να μιλήσω για ένα μυστήριο που βρίσκεται διαρκώς σε διαδικασία διαύγασης. Θα μπορούσα να μιλήσω για τον τρόπο με τον οποίο οι άνδρες κοιτούν τις γυναίκες. Για τη συγκίνηση των μανάδων τη νύχτα όταν ακούν το παιδί τους να βογκάει. Για το προστατευτικό ένστικτο των πατεράδων, για την τάση τους στη διακινδύνευση. Για την προσοχή των γυναικών στο συγκεκριμένο και την προτίμηση στη λεπτομέρεια, για την προτίμηση των ανδρών στην αφαίρεση και την έλξη προς τη γεωγραφία. Για τη σεμνότητα από την πλευρά των γυναικών και την έννοια της τιμής από εκείνη των ανδρών. Θα μπορούσα να σας δώσω χίλια πορτρέτα ανδρισμού, από τον θυμό του Αχιλλέα μέχρι την επιμονή του Σαντιάγο, του γέροντα του Χέμινγουεϊ, και τον σαρκασμό του Ρετ Μπάτλερ. Και χίλια πορτρέτα θηλυκότητας, από το θάρρος της Ζαν ντ’ Αρκ μέχρι τον αισθησιασμό της Κολέτ και το θράσος της Σκάρλετ Ο’ Χάρα.
Δεν θα μπορούσα να σας πλέξω ένα εγκώμιο για το αιώνιο θηλυκό, για ιδιότητες που αναπόφευκτα συνδέονται με το φύλο μου, όντας η ίδια ένα ελάχιστα αντιπροσωπευτικό δείγμα του. Ως παιδί, ήμουν ένα από εκείνα τα κορίτσια που αποκαλούνται «αγοροκόριτσα», που τρέχουν πίσω από μπάλες και γδέρνουν τα γόνατά τους, που δεν τους αρέσουν τα φορέματα ή οι κούκλες. Όταν ήμουν πέντε χρονών, ζήτησα από τους γονείς μου να μου δώσουν μια στολή πρίγκιπα. Μου την έδωσαν χωρίς καμία υστεροβουλία, και ποτέ δεν ένιωσα να θέτουν φραγμούς στην επιθυμία μου να υπάρχω ή να μιμούμαι. Αν είχα γεννηθεί σε μια προοδευτική οικογένεια στη δεκαετία του 2010, ίσως οι γονείς μου να με είχαν στείλει σε μια κλινική για να ξεκινήσω τη μετάβαση φύλου. Σήμερα, ευχαριστώ τον Θεό που είμαι γυναίκα, όχι μόνο για τα αμέτρητα οφέλη που προσφέρονται στο φύλο μου από το φεμινιστικό καθεστώς υπό το οποίο ζούμε, αλλά και επειδή ανακάλυψα, εκτός από τη συζυγική αγάπη, την απέραντη χαρά της μητρότητας, αυτό το «υπερβολικό προνόμιο των γυναικών» (όπως λέει η Φρανσουάζ Εριτιέ – Françoise Héritier).
«Υπάρχουν δύο φύλα. Αυτή είναι μια πραγματικότητα που η ιστορία θα πρέπει να αναγορεύσει σε τέταρτη αρχή της, πέρα από την ελευθερία, την ισότητα και την αδελφοσύνη, αν θέλει να είναι σύμφωνη με τα ιδανικά της», έγραφε η μαχητική φεμινίστρια Αντουανέτ Φουκ (Antoinette Fouque) το 1995. Είχε δίκιο, αλλά και άδικο. Γιατί ούτε ελευθερία, ούτε ισότητα, ούτε αδελφοσύνη υπάρχουν στη φύση. Η διαφορά μεταξύ των δύο φύλων, όμως, υπάρχει.
Βιώνουμε σήμερα ένα παράδοξο φαινόμενο: τη ριζική απόκλιση μεταξύ των ανθρωπιστικών και των θετικών επιστημών. Και αυτό γίνεται κατ’ εξοχήν διακριτό στο ζήτημα της διαφοράς μεταξύ των φύλων.
Ενώ οι γνωστικές επιστήμες συνεχίζουν να σημειώνουν πρόοδο και να καταδεικνύουν την προφάνεια του γεγονότος ότι υπάρχει διαφορά μεταξύ των δύο φύλων από την πιο μικρή ηλικία, οι ανθρωπιστικές επιστήμες, και ιδίως η κοινωνιολογία, συνεχίζουν να διακηρύσσουν ότι πρόκειται για μια απλή κοινωνική κατασκευή. Ένα εύγλωττο παράδειγμα: το 2005, η ανθρωπολόγος ερευνήτρια Πρισίλ Τουράιγ (Priscille Touraille) υποστήριξε μια διατριβή, υπό την καθοδήγηση της Φρανσουάζ Εριτιέ (Françoise Héritier), με την οποία επεδίωκε να αποδείξει ότι η διαφορά ύψους μεταξύ ανδρών και γυναικών δεν οφείλεται σε βιολογικά αίτια, αλλά σε μια κοινωνική κατασκευή που χρονολογείται από την παλαιολιθική εποχή. Εν ολίγοις, οι άνδρες, ήδη από εκείνη την εποχή, στερούσαν από τις γυναίκες το κρέας, γεγονός που εξηγεί γιατί είναι πιο μικρόσωμες από τους άνδρες σήμερα. Αυτή η θέση της «πατριαρχίας των φιλέτων», όπως την αποκάλεσε η δημοσιογράφος Πέγκυ Σάστρ (Peggy Sastre), είναι προφανώς παράλογη. Ο φυλετικός διμορφισμός, ο οποίος απαντάται και στα πρωτεύοντα θηλαστικά, μπορεί να εξηγηθεί με τη φυσική επιλογή: τα ισχυρότερα αρσενικά κερδίζουν στη μάχη για την κατάκτηση των θηλυκών, με αποτέλεσμα να κυριαρχεί προνομιακά η γενιά των μεγαλόσωμων αρσενικών.
Θα μπορούσα να απαριθμήσω αμέτρητες επιστημονικές αποδείξεις για τη διαφορά μεταξύ των δύο φύλων. Μελέτες έχουν καταδείξει ότι, ήδη από τη γέννησή τους, τα παιδιά έχουν διαφορετικές ευαισθησίες στην επιλογή των δραστηριοτήτων τους. Η πιο σημαντική μελέτη που έχει δημοσιευτεί ποτέ για το θέμα[2] κατέδειξε ότι «οι προτιμήσεις των παιχνιδιών που σχετίζονται με το φύλο μπορούν να θεωρηθούν ως ένα καλά εδραιωμένο εύρημα», και μάλιστα «ήδη από την ηλικία των 9 μηνών». Οι προτιμήσεις αυτές βασίζονται σε βιολογικές διαφορές που δίνουν στα αγόρια μεγαλύτερη ικανότητα νοητικής περιστροφής και ενδιαφέρον για τον χώρο, ενώ τα κοριτσάκια ενδιαφέρονται περισσότερο για τα πρόσωπα και έχουν μεγαλύτερες δεξιότητες στη λεπτή κινητικότητα. Οι υποστηρικτές της θεωρίας του φύλου μπερδεύουν το αίτιο με το αιτιατό: τα παιδιά δεν παίζουν με διαφορετικά παιχνίδια επειδή υπόκεινται σε «στερεότυπα φύλου», αλλά, ακριβώς επειδή είναι διαφορετικά, στρέφονται κατά μέσον όρο σε διαφορετικές δραστηριότητες. Άλλες μελέτες δείχνουν ότι, κατά μέσον όρο, ο εγκέφαλος των κοριτσιών ωριμάζει στην εφηβεία δύο χρόνια νωρίτερα από τον εγκέφαλο των αγοριών.
Ας αναφερθούμε επίσης στο «παράδοξο της ισότητας»: όσο πιο ανεπτυγμένες και εξισωτικές είναι οι χώρες, τόσο μεγαλύτερες είναι οι διαφορές ανάμεσα στις επιλογές των δύο φύλων! Όσο μεγαλύτερη είναι η ισότητα, τόσο περισσότερες είναι οι επαγγελματικές επιλογές που υπερκαθορίζονται από τη διαφορά φύλου! Όσο περισσότερες επιλογές έχουν οι γυναίκες, τόσο περισσότερο διαφέρουν οι σταδιοδρομίες τους από εκείνες των ανδρών. Κατά μέσον όρο, οι γυναίκες είναι πιο πιθανό να ασχοληθούν με τα επαγγέλματα φροντίδας και οι άνδρες πιο πιθανό να ασχοληθούν με τα επαγγέλματα που έχουν να κάνουν με αντικείμενα (μηχανικοί). Και αυτό επιβεβαιώνεται και σε χώρες ιδιαίτερα εξισωτικές όπως αυτές της βόρειας Ευρώπης. Αντιθέτως, οι γυναίκες μαθηματικοί και, γενικότερα, οι γυναίκες που διαπρέπουν στο «αντικειμενικό» είναι περισσότερες σε χώρες που βρίσκονται κάτω από τον ζυγό ενός δεσποτισμού θρησκευτικής έμπνευσης – η Ιρανή Μαριάμ Μιρζακανί, η πρώτη γυναίκα που κέρδισε το μετάλλιο Fields, ήταν μια χαρακτηριστική περίπτωση, σημειώνει επίσης η δημοσιογράφος Πέγκυ Σαστρ. Με τον ίδιο τρόπο που υπήρχαν περισσότερες γυναίκες επιστήμονες στις κομμουνιστικές χώρες απ’ ό,τι στον «ελεύθερο κόσμο».
Παντού, ο κοινωνικός κονστρουκτιβισμός προσκρούει στη βιολογική διαφορά μεταξύ των δύο φύλων, ως το απροσπέλαστο θεμέλιο της ανθρώπινης ύπαρξης. Όχι, δεν είναι όλα κατασκευασμένα. Όπως το θέτει η Αμερικανίδα ελευθεριακή φεμινίστρια Καμίλ Πάλια (Camille Paglia): «η ψυχρή βιολογική αλήθεια είναι ότι οι αλλαγές φύλου είναι αδύνατες. Κάθε κύτταρο του σώματός μας, με εξαίρεση τα κύτταρα του αίματος, περιέχει εφ’ όρου ζωής τον κώδικα του φύλου μας».
Ας προσπαθήσουμε να φτάσουμε στην καρδιά αυτής της σεξουαλικής διαφοράς. Για να το κάνουμε αυτό, πρέπει να επιστρέψουμε στον Αριστοτέλη. Η γυναίκα γεννά μέσα στο δικό της σώμα, ο άνδρας γεννά στο σώμα του άλλου. Από αυτή την ουσιαστική, ιλιγγιώδη, διαφορά γεννιούνται όλα τα υπόλοιπα. Ο άνδρας μπορεί να βιάσει, η γυναίκα όχι. Στη διάρκεια δεκάδων χιλιάδων ετών εξέλιξης του είδους μας, οι γυναίκες επέλεγαν ισχυρούς άνδρες για να προστατεύουν τους απογόνους τους και να προστατεύονται από τους άλλους άνδρες. Το αποτέλεσμα αυτής της σεξουαλικής επιλογής ήταν η αύξηση της δύναμης και της επιθετικότητας των ανδρών. Κατά μέσον όρο, οι άνδρες είναι πιο επιθετικοί, διακινδυνεύουν περισσότερο και έχουν ισχυρότερη λίμπιντο από τις γυναίκες.
Επιθετικότητα, διακινδύνευση, σεξουαλικότητα: αυτοί είναι οι τρεις τομείς στους οποίους παρατηρούνται σημαντικές διαφορές στη συμπεριφορά μεταξύ ανδρών και γυναικών. Φυσικά, αυτό δεν σημαίνει ότι ορισμένες γυναίκες δεν θα πάρουν περισσότερα ρίσκα ή δεν θα έχουν μεγαλύτερη σεξουαλική επιθυμία από τους άνδρες. Αλλά κατά μέσον όρο, αυτό συμβαίνει. Ομοίως, για τις γυναίκες, υπάρχει πιθανώς μια διαφορετική σχέση με τον χρόνο, καθώς το σώμα τους, περιοδικά, τους υπενθυμίζει τον εαυτό τους. Εξ ου και μια πιο έντονη ίσως προσοχή στο συγκεκριμένο. «Δεν επιδιώκουν την αιωνιότητα, αλλά την ανθρώπινη διάρκεια», γράφει υπέροχα η Μονά Οζούφ (Mona Ozouf) στο Les mots des femmes (Οι λέξεις των γυναικών).
Αυτές οι διαφορές υπάρχουν. Μπορούν είτε να μεγεθυνθούν είτε να απορριφθούν από τον πολιτισμό. Έτσι, ορισμένοι πολιτισμοί προσδίνουν αξία στην ανδρική βία, ενώ άλλοι όχι. Κάποιοι επινοούν το πέπλο για να καλύψουν τις γυναίκες, άλλοι τον ιπποτισμό για να καλύψουν την επιθυμία των ανδρών. Πολιτισμός και βιολογία είναι αλληλένδετοι από τόσο παλιά που είναι δύσκολο να τα ξεδιαλύνουμε.
Αλλά ας έρθουμε στη θεμελιώδη διαφορά, τη μητρότητα. Αυτή που οι φεμινίστριες δεν θέλουν πλέον να τη βλέπουν, γιατί μεταβάλλονται στις συνδικαλίστριες ενός υποκειμένου, της γυναίκας, το οποίο αδειάζουν από την ουσία του. Η γυναίκα γεννά στο δικό της σώμα, ο άνδρας γεννά στο σώμα ενός άλλου. Από αυτή τη διαφορά γεννιούνται όλες οι άλλες. Mater certa est, η μητέρα είναι πάντα αδιαμφισβήτητη, λέει το ρωμαϊκό δίκαιο. Pater est semper incertus, ο πατέρας είναι πάντοτε αμφισβητήσιμος. Pater is est quem nuptiæ demonstrant, Ο πατέρας είναι αυτός τον οποίο δείχνει ο γάμος. Ο γάμος παράγει πατέρες. Η γυναίκα περιορίζεται στην ιδιωτική σφαίρα, όπου μπορεί να εποπτεύεται ώστε να διασφαλιστεί ότι δεν θα μείνει έγκυος από κάποιον άλλον.
Θυμάμαι έναν διάλογο στον Υποκόμη της Βραζελόνης, τον οποίο παραθέτω από μνήμης, στον οποίο ο Δουμάς συνοψίζει υπέροχα την ουσία των αντεστραμμένων εξουσιών του αρσενικού και του θηλυκού. Η Μαρία-Τερέζα της Αυστρίας παραπονιέται στην πεθερά της, την Άννα της Αυστρίας, μητέρα του Λουδοβίκου ΙΔ΄, ότι ο σύζυγός της την απατά συνεχώς με άλλες γυναίκες. Η βασιλομήτωρ καθησυχάζει τη νύφη της: «Μην ανησυχείτε. Αυτός σας έχει ανάγκη για να δώσει στο βασίλειο έναν πρίγκιπα, εσείς δεν τον χρειάζεστε για να του τον δώσετε».
Εκεί βρίσκεται η ουσία αυτού που αποκαλούμε «πατριαρχία». Δεν πρόκειται για μια κακόβουλη συνωμοσία, ενορχηστρωμένη από άνδρες, αλλά για μια συμμαχία, μια συμφωνία που γεννήθηκε από τους περιορισμούς που επιβάλλει η βιολογία. Θυμίζει το σύμφωνο που συνέδεε τις τρεις τάξεις στο Παλαιό Καθεστώς[3]. Εμείς οι σύγχρονοι είμαστε τόσο προκατειλημμένοι εναντίον των προκαταλήψεων που συχνά ξεχνάμε ότι η παράδοση δεν είναι παρά μία λύση που επινοήθηκε σε μια ιστορική στιγμή και ήταν αρκετά αποτελεσματική ώστε να έχει επιβιώσει επί αιώνες. Οι γυναίκες περιορίζονται στην ιδιωτική σφαίρα, αλλά, σε αντάλλαγμα, οι άνδρες χύνουν το αίμα τους. Το ότι αυτή η ιδρυτική συμφωνία, κάποια στιγμή, προκάλεσε ανισορροπία, ή ακόμη και πραγματική αδικία, και ότι η αδικία αυτή οδήγησε σε επανάσταση, είναι κάτι διαφορετικό.
Ας μιλήσουμε γι’ αυτή την επανάσταση. Υπήρξε σταδιακή. Αλλά η αποφασιστική στιγμή, κατά τη γνώμη μου, υπήρξε ο έλεγχος της αναπαραγωγής από τις γυναίκες, που κατέστη δυνατός, τη δεκαετία του 1960, με την αντισύλληψη και την άμβλωση. Αυτό αλλάζει τα πάντα. Ο ακρογωνιαίος λίθος της πατριαρχίας καταρρέει. Δεν υπάρχει πλέον. Εξ ου, αναμφίβολα, και η σχεδόν θρησκευτική προσήλωση που περιβάλλει το δικαίωμα στην άμβλωση, στις δημοκρατίες μας. Είναι για την πατριαρχία ό,τι ήταν η λαϊκή κυριαρχία για τη μοναρχία: το σημείο καμπής προς ένα νέο καθεστώς. Η ανδρική ηγεμονία ήταν καθολική, δεν είναι πλέον στη Δύση. Το Παλαιό Καθεστώς της κυριαρχίας έχει ανατραπεί. Αλλά το περίεργο είναι ότι, σχεδόν πενήντα χρόνια μετά την επανάσταση, ο κυρίαρχος προοδευτικός λόγος συνεχίζει να διαβεβαιώνει ότι αυτή δεν συνέβη ποτέ και ότι όλα μένει να γίνουν. Από αυτό άλλωστε μπορούμε να αναγνωρίσουμε μια ιδεολογία: από την επιθυμία της για μια αέναη επανεκκίνηση.
Η Eugénie Bastié, διακεκριμένη δημοσιογράφος της εφημερίδας Le Figaro και συγγραφέας, πραγματοποίησε μια διάλεξη στη Γαλλική Ακαδημία Ηθικών και Πολιτικών Επιστημών, τη Δευτέρα 12 Δεκεμβρίου 2022 την οποία και αναπαράγουμε.
ν.Λ.Ε.
[1] Να πάψει το μπάρμπεκιου να είναι «ανδρική υπόθεση», όπως διεκδικείται από έναν ορισμένο φεμινισμό (σ.τ.μ.).
[2] Μελέτη, Archives of Sexual Behaviour του 2021 με τον τίτλο «L’ampleur des intérêts des jouets liés au sexe des enfants est restée stable au cours de cinquante ans de recherche».
[3] Το σύμφωνο, η Χάρτα, που πριν τη γαλλική Επανάσταση, συνέδεε τους Ευγενείς, τον Κλήρο και την Τρίτη τάξη (σ.τ.μ.).