Αρχική » cineρήξη: Οπενχάιμερ & Στην τύχη ο Μπαλταζάρ

cineρήξη: Οπενχάιμερ & Στην τύχη ο Μπαλταζάρ

από Κωνσταντίνος Μπλάθρας

του Κωνσταντίνου Μπλάθρα

American Prometheus (O Αμερικανός Προμηθέας) είναι ο τίτλος της βιογραφίας του φυσικού Ρόμπερτ Οπενχάιμερ, των Κάι Μπερντ και Μάρτιν Τζ. Σέργουιν, πάνω στην οποία βασίζεται το σενάριο της καινούργιας ταινίας του Κρίστοφερ Νόλαν, Οπενχάιμερ. Ο Προμηθέας είναι, δίχως άλλο, ο μυθικός και τραγικός ήρωας που περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον μοιάζει στον εφευρέτη και κατασκευαστή της πρώτης ατομικής βόμβας, που έφερε στην ανθρωπότητα την πυρηνική φωτιά. Προμηθεϊκή είναι και η ταινία του Νόλαν. Τρίωρης διάρκειας η ταινία. Ο Νόλαν πασχίζει να χωρέσει όχι μόνο τη βιογραφία του ανδρός, αλλά και τα διλήμματα που αντιμετώπισε αυτός και η ομάδα των επιστημόνων που ανέλαβε, με βάση τις πιο μοντέρνες τότε θεωρίες της φυσικής, να κατασκευάσει το πιο τρομακτικό όπλο του εικοστού αιώνα.
Βασισμένο το φιλμ σ’ έναν επιστήμονα-ήρωα, που ξεκινά από την αφάνεια των μεταπτυχιακών σπουδών του στο Κέμπριτζ, το 1926, στο Γκέτιγκεν στη συνέχεια, όπου ολοκλήρωσε το διδακτορικό του, και στην Ελβετία, όπου συναντήθηκε με τον θεωρητικό φυσικό Βέρνερ Χάιζενμπεργκ. Θα επιστρέψει, ως καθηγητής της νεοφανούς τότε κβαντικής φυσικής, στο Πανεπιστήμιο του Μπέρκλεϊ, όταν οι έρευνες για τη διάσπαση του ατόμου αφ’ ενός ήταν στο φόρτε τους σε Γερμανία, ΗΠΑ και Αγγλία, όπως και ο πόλεμος κατά του Χίτλερ. Το 1942 θα αναλάβει επικεφαλής των επιστημόνων, τεχνιτών και κατασκευαστών του «Προγράμματος Μανχάταν» σε έναν αγώνα δρόμου των Αμερικανών να κατασκευάσουν νέο υπερόπλο, την ατομική βόμβα, πριν από τους Γερμανούς, οι οποίοι είχαν πρώτοι πετύχει εργαστηριακά την πυρηνική σχάση. Καταμεσής στην έρημο του Νέου Μεξικού, λοιπόν, σε μια ερημιά που λεγόταν Λος Άλαμος, ο ήρωάς μας θα χτίσει μια ολόκληρη πόλη-εργαστήριο ώστε να καταφέρει να πετύχει την πρώτη πυρηνική δοκιμή και να παραδώσει στον αμερικανικό στρατό ετοιμοπαράδοτες της βόμβες που εξαφάνισαν τη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι. Ο πόλεμος έτσι τελειώνει, αλλά όχι και οι περιπέτειες του κ. καθηγητή. Υπήρξαν υποψίες για κατασκοπεία του υπέρ των Σοβιετικών, που είχαν κι αυτοί, εν τω μεταξύ, τη βόμβα. Ακολουθεί η τελική του δικαίωση και η… αφάνεια.
Η ιστορία είναι γνωστή. Ανατριχιαστική και γεμάτη σταθμούς που τσάκισαν την ανθρώπινη πραγματικότητα. Ο Νόλαν κατάφερε να την επαναφέρει στις αίθουσες με μια ταινία σχεδόν καταιγιστική, όπως και τα γεγονότα που αφηγείται, κάποτε κουραστική ίσως, αλλά σε κάθε της καρέ ενδιαφέρουσα. Η μεταμόρφωση του Κίλιαν Μέρφι στη λιπόσαρκη μορφή του Οπενχάιμερ είναι εντυπωσιακή. Ο Ματ Ντέιμον υποδύεται τον στρατηγό Λέσλι Γκρόουβς, τον στρατιωτικό επικεφαλής του προγράμματος που προσέλαβε τον Οπενχάιμερ, ο Ρόμπερτ Ντάουνι Τζούνιορ στον ρόλο του Λούις Στράους, ζηλιάρη υποστηρικτή και στη συνέχεια διώκτη του καθηγητή, η Έμιλι Μπλαντ υποδύεται τη σύζυγό του Κίτι, η Φλόρενς Πιου την ερωμένη του Ζαν Τάτλοκ κ.λπ. Όλοι τους υποδύονται πρόσωπα ιστορικά και ο Νόλαν μένει μάλλον πιστός στην Ιστορία. Αυτό είναι, νομίζω, που κάνει την ταινία ακόμα πιο ενδιαφέρουσα. Και φρικιαστική. Παρών, βέβαια, και ο Αϊνστάιν -τον υποδύεται ο Τομ Κόντι-, που θα δώσει τη λύση στο μεγαλύτερο δίλημμα: τον φόβο των επιστημόνων ότι η αλυσιδωτή αντίδραση, κατά τη σχάση, θα παρασύρει, να πυρπολήσει, ολόκληρη τη γήινη ατμόσφαιρα, νεκρώνοντας τον πλανήτη. Η πιθανότητα είναι απειροελάχιστη, συμφώνησε ο Αϊνστάιν, λύνοντας τα χέρια και τους δισταγμούς. Και δίνοντας ένα κάποιο φινάλε στην ταινία.
Γιατί το φινάλε της κούρσας των πυρηνικών, που εκείνες της μέρες έγινε η εκκίνησή της, μέλλει να γραφτεί: Όλοι οι εμπλεκόμενοι στην πρώτη πυρηνική δοκιμή, την περίφημη «Τριάδα», που κινηματογραφείται με πιστότητα και μαεστρία, ήξεραν ότι ο κόσμος από εκείνη την ώρα άλλαξε για πάντα. Το όνομα του Οπενχάιμερ θα μείνει στην Ιστορία ταυτισμένο με τη βόμβα, ως πατέρα του μεγαλύτερου -ως σήμερα- τρόμου της ανθρωπότητας.
Ή, όπως το λέει ο Νικηφόρος Βρεττάκος, στο ομώνυμο ποίημά του: «Αλλά, φίλε Οπενχάιμερ, όχι· / δεν προσθέσατε τίποτα στην καρδιά μας. Η πράξη σας / έμεινε πράξη. Η σελίδα σας έκλεισε / Τ’ ανάλαφρο σαν αστέρι όνομά σας / έγινε στάχτη στη Χιροσίμα.». Η ματωμένη καρδιά του ποιητή σε στίχους αξίζει να διαβαστεί παράλληλα με την ταινία. Η μνήμη, σ’ αυτή την περίπτωση, είναι σωτήρια.
Ο Προμηθέας είναι ο τραγικός ήρωας του εικοστού αιώνα. Μαζί με τον Ερυσίχθονα. Εκείνον που έχει καταδικαστεί σε αιώνια ακόρεστη πείνα, που τον οδηγεί να τρώει τις σάρκες του.

Στην τύχη ο Μπαλταζάρ

Θα μπορούσε ένα γαϊδουράκι να φορτωθεί όλα τα πάθη των ανθρώπων; Εδώ φορτώθηκε τον ίδιο τον Χριστό, θα μου πεις. Γιατί όχι; Κι ο Ρομπέρ Μπρεσόν, ο πατριάρχης του ομιλούντος κινηματογράφου, λέει ακριβώς ναι, έχοντας οπωσδήποτε στο νου του την ιστορία της Βαϊοφόρου από το Ευαγγέλιο. Σε μια, λοιπόν, από τις πιο διάσημες ταινίες του, του 1966, ο Μπρεσόν κάνει ήρωά του έναν γάιδαρο, τον Μπαλταζάρ, σε μια ιστορία, που κατά τον συντοπίτη του Γκοντάρ, είναι «ολόκληρος ο κόσμος σε μιάμιση ώρα». Η επανακυκλοφορία του έργου του στο «Άστυ» της Κοραή, με τη φροντίδα των αδελφών Στεργιάκη, είναι μια χρήσιμη αναβάπτιση του βλέμματος στην αγιαστική δύναμη των εικόνων του Μπρεσόν. Χρήσιμος και ο στοχασμός για την ανθρώπινη κακότητα, συνάμα βλακεία. Γιατί, όπως έλεγε κάποιος σοφός, το να βρίσεις κάποιον άνθρωπο «γαϊδούρι» είναι υποτιμητικό για το άκακο αυτό ζωντανό του Θεού, που η συμπεριφορά του, σε αντίθεση με εκείνη των ανθρώπων, δεν είναι ποτέ γαϊδουρινή.
Αλλά, ας έρθουμε στην ταινία. Μικρό πουλάρι, κάπου στα Πυρηναία, αγοράζεται από τον πλούσιο πατέρα ενός φθισικού κοριτσιού ως κατοικίδιο στο αγρόκτημά τους, όπου μένουν τα καλοκαίρια. Εκεί, η μικρή Μαρί, κόρη του οικονόμου του κτήματος, και ο Ζακ, ο γιος του αφεντικού, «βαφτίζουν» τον γαϊδαράκο Μπαλταζάρ. Το καλοκαίρι, όμως, τελειώνει, ο Ζακ, υποσχόμενος αιώνια αγάπη στη Μαρί, φεύγει με την οικογένειά του, η μικρή άρρωστη κόρη πεθαίνει και οι ιδιοκτήτες δεν γυρίζουν ποτέ ξανά στο κτήμα. Έτσι, ο Μπαλταζάρ, από κατοικίδιο μετατρέπεται σε υποζύγιο, οργώνοντας το κτήμα, μεταφέροντας φορτία ή σέρνοντας τη μικρή άμαξα της Μαρί, που εν το μεταξύ μεγάλωσε. Μαζί μεγαλώνουν και τα βάσανα του Μπαλταζάρ, που πέφτει θύμα μιας συμμορίας αγοριών, πωλείται έπειτα σ’ ένα άσπλαχνο αφεντικό, ξαναγυρίζει στο παχνί του στο σπίτι της Μαρί, αλλά κι εκεί τον περιμένουν νέα βάσανα από τον νεαρό αρχηγό της σπείρας που κάνει τον διανομέα ψωμιού φορτώνοντας το ζώο, μέχρι που ο Μπαλταζάρ θα τελειώσει τον βίο του εγκαταλειμμένος, κυκλωμένος από ένα κοπάδι πρόβατα. Ο Μπαλταζάρ είναι ένας άγιος!
«Τι θέλει να πει η ταινία;», ρωτάει ένας φίλος, λάτρης του παλιού γαλλικού σινεμά. Πάρα πολλά. Τόσα που δεν χωράνε σε μια σύντομη κριτική. Σαν μια ευαγγελική παραβολή, ο Μπρεσόν διαλέγει μια ιστορία απλή, με τόσα πολλά αρχέτυπα, όμως, που την κάνουν περίτεχνα πολυσύνθετη. Υποκρισία, ψευτιά, αναλγησία, χοντροκοπιά, εκμετάλλευση, κλεψιά, αγνωμοσύνη, ιδού τα φορτία της ανθρώπινης κωμωδίας, όπως θα την έλεγε ο Μπαλζάκ. Ζωώδη χαρακτηριστικά που κατατρύχουν τους ανθρώπους. Κι ο γάιδαρος Μπαλταζάρ, «θύμα» και «σύμβολο αιώνιο», όπως τον είδε ο Βάρναλης είναι μια εικόνα του άκακου Ηλίθιου του Ντοστογιέφσκι, που πάνω του ξεσπούν όλες οι ανθρώπινες κακίες. Ο σύγχρονος θεατής, με το βλέμμα του πρησμένο από τις εφετζίδικες υπερπαραγωγές, είναι πιθανόν να πει «μα τι κάθομαι και βλέπω τώρα;», σοκαρισμένος ίσως από την απλότητα, την καθαρότητα και την αμεσότητα των εικόνων -και με έννοια ηθική, όχι μόνο αισθητική- του μετρ Μπρεσόν. Μα σίγουρο είναι ότι, όταν βγει από το σινεμά και ξεχάσει την ταινία, οι εικόνες και ο φτωχός Μπαλταζάρ θα ξαναγυρίσουν σαν ελαφρό αεράκι, σαν καθαρό μαντίλι που σκουπίζει τα μάτια από δάκρυα συγκίνησης ή οφθαλμίας, που σε κάθε περίπτωση γιατρεύουν λίγο-λίγο το μάτι και την καρδιά. Στην ταινία πρωταγωνιστεί, έφηβη τότε, η μετέπειτα κυρία Γκοντάρ, Αν Βιαζέμσκι, και οι Γουόλτερ Γκριν, Φρανσουά Λαφάρζ, Ζαν-Κλοντ Γκιλμπέρ, Φιλίπ Ασελέν, Ναταλί Ζουαγιό, Πιερ Κλοσοφσκί, Ζαν-Ζοέλ Μπαρμπιέ. Όλοι τους μη ηθοποιοί, κατά το δόγμα του σκηνοθέτη. Ο Μπαρμπιέ, φερ’ ειπείν, είναι συγγραφέας και μουσικός, που στην ταινία παίζει στο πιάνο τη σονάτα Νο 20 του Σούμπερτ. Για τον Μπρεσόν οποιαδήποτε υποκριτική συσκοτίζει αυτό που το θεωρεί αναπόσπαστο κομμάτι της αλήθειας του κινηματογράφου, τη φυσική ανθρώπινη παρουσία Γι’ αυτό οι πρωταγωνιστές του είναι πάντοτε διαλεγμένοι ως ταιριαστά στους ήρωες πρόσωπα της καθημερινότητας, που δεν έχουν καμία σχέση με την δραματική τέχνη του θεάτρου. Αυτό είναι! Αν δεν έχεις δει Μπρεσόν, δεν μπορείς να καταλάβεις τι πράγμα είναι ο κινηματογράφος.
Φωτογραφία: Ζιζλέν Κλοκέ, Μοντάζ: Ρεϊμόν Λαμί, Μουσική: Ζαν Βινέρ.

Ενισχύστε την προσπάθειά μας κάνοντας μια δωρεά στο Άρδην πατώντας ΕΔΩ.

Γνωρίστε τα βιβλία των Εναλλακτικών Εκδόσεων

Ακολουθήστε το Άρδην στο Facebook

Ακολουθήστε το Άρδην στο twitter

Εγγραφείτε στο κανάλι του Άρδην στο Youtube

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ