Αρχική » Η ελληνική παιδεία στην πρώην ΕΣΣΔ

Η ελληνική παιδεία στην πρώην ΕΣΣΔ

από Άρδην - Ρήξη

του Π. Κοτσιώνη, από το Άρδην τ. 32, Νοέμβριος 2001

Η σημερινή εικόνα της ελληνόγλωσσης διδασκαλίας

Η εικόνα που παρουσιάζει σήμερα η ελληνόγλωσση εκπαίδευση στην Κοινοπολιτεία Ανεξαρτήτων Κρατών και στις χώρες της κεντρικής-ανατολικής Ευρώπης είναι σαφώς βελτιωμένη σε σύγκριση με αυτή που ίσχυε κατά την τελευταία περίοδο της Σοβιετικής Ένωσης, αλλά απέχει πολύ από το να είναι ικανοποιητική.

Στο επίπεδο της Ανώτατης Εκπαίδευσης οι ελληνικές σπουδές παρέχονται σε αρκετά ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα των περισσοτέρων

χωρών στις σχολές κλασσικής φιλολογίας, σε τμήματα Βυζαντινών μελετών, και κυρίως στις έδρες και τα ινστιτούτα της νεοελληνικής γλώσσας.

Σύμφωνα με τα στοιχεία που συλλέξαμε το ακαδημαϊκό-σχολικό έτος που διανύουμε στην ανώτατη εκπαίδευση η ελληνική γλώσσα διδάσκεται σε 116 τμήματα σε 50 Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα, στα οποία διδάσκουν 79 καθηγητές και φοιτούν 1136 περίπου σπουδαστές. Στους αριθμούς αυτούς θα πρέπει να προστεθούν 500 σπουδαστές που φοιτούν σε 56 τμήματα του Ινστιτούτου ανθρωπιστικών Σπουδών της Μαριούπολης όπου η ελληνική διδάσκεται ως δεύτερη ξένη γλώσσα.

Στη γενική εκπαίδευση, η ελληνική διδάσκεται σε περιορισμένη κλίμακα, σε ορισμένα μόνο σχολεία ως υποχρεωτικό μάθημα, σε όλες σχεδόν τις τάξεις, σύμφωνα με το πρόγραμμα διδασκαλίας των ξένων γλωσσών και σε μικρότερη συχνότητα, ως μάθημα επιλογής σε ομάδες μαθητών από διαφορετικές τάξεις. Εκτός του σχολικού προγράμματος διδάσκεται στα σαββατιάτικα ή κυριακάτικα μαθήματα που διοργανώνουν οι κοινότητες και οι σύλλογοι.

Στη βαθμίδα αυτή η διδασκαλία της ελληνικής γίνεται σε 147 εκπαιδευτικές μονάδες. Στις 41 από αυτές τα ελληνικά διδάσκονται, ως υποχρεωτικό μάθημα, σε 116 τμήματα ή τάξεις, από 62 περίπου εκπαιδευτικούς, σε 3.200 περίπου μαθητές. Στις 106 μονάδες τα ελληνικά διδάσκονται ως προαιρετικό ή ως μάθημα επιλογής σε 290 τμήματα από 123 εκπαιδευτικούς σε 4.300 περίπου μαθητές.

Μεταξύ των τμημάτων αυτών περιλαμβάνονται και τα σαββατιάτικα ή τα κυριακάτικά τμήματα στα οποία τα ελληνικά διδάσκονται 1-2 ώρες την εβδομάδα.

Στην Τσεχία η ελληνική γλώσσα διδάσκεται από ομογενείς δασκάλους στην περιοχή του Κρνοβ, που διαμένουν οι περισσότεροι Έλληνες και στην κοινότητα του Μπρνο, χάρη στις φροντίδες της Ομοσπονδίας των ελληνικών κοινοτήτων. Στην ανατολική Ουκρανία και στην Κριμαία, όπου διαμένουν περισσότεροι από 180.000 ομογενείς, η διδασκαλία περιορίζεται κατά κανόνα στα κυριακάτικα μαθήματα που διοργανώνουν οι κοινότητες. Σε λίγα μόνο σχολεία τα μαθήματα της ελληνικής γλώσσας είναι ενταγμένα στο σχολικό πρόγραμμα, ως ξένη γλώσσα.

Στη Ρωσία, τη δεύτερη χώρα με υπολογίσιμο αριθμό ομογενών τα μαθήματα της ελληνικής παραδίδονται στις περισσότερες περιοχές ευκαιριακά, εκτός του κανονικού σχολικού προγράμματος. Καλύτερα είναι τα οργανωμένα μαθήματα στη Σταυρούπολη, το Βλαντικαυκάς και το Σότσι, όπου οι ελληνικές κοινότητες έχουν στη διάθεσή τους δικά τους σχολικά κέντρα.

Δεν μπορούμε να μην εκφράσουμε τη σοβαρή ανησυχία μας για την πορεία της ελληνόγλωσσης εκπαίδευσης στη Ρωσική Ομοσπονδία. Εξαιτίας των παραλείψεων και των οργανωτικών αδυναμιών της ελληνικής πλευράς μειώνονται αντί να αυξάνονται τα τμήματα διδασκαλίας της ελληνικής γλώσσας.

Στη Ρουμανία, η ελληνόγλωσση εκπαίδευση παρέχεται εκτός από το τμήμα της ελληνικής γλώσσας στο Πανεπιστήμιο Guza του Ιασίου, σε ορισμένα δημόσια σχολεία μόλις από το 1999, καθώς και στα τμήματα που διοργανώνει η Ένωση των ελληνικών κοινοτήτων στο Βουκουρέστι.

Στη Γεωργία η ελληνόγλωσση παιδεία περιορίζεται σχεδόν στην Τιφλίδα. Στην κεντρική Ασία (Ουζμπεκιστάν, Καζακστάν και Κιργιζία) τα μαθήματα της ελληνικής γλώσσας διοργανώνονται από την Ομοσπονδία και τις ελληνικές κοινότητες στην Τασκένδη, την Άλμα-Άτα, τη Μπισκέκ και σε μερικές πόλεις του Καζακστάν, όπως η Πανφίλοβα και η Καραγκαντά).

Για την ενίσχυση της ελληνόγλωσσης διδασκαλίας

Το Γραφείο Εκπαίδευσης του Κιέβου έχει από καιρό προτείνει τις δράσεις εκείνες που θα αποτελέσουν τον πυρήνα ενός εκπαιδευτικού προγράμματος, με ορίζοντα μία δεκαετία, τουλάχιστον.

Η πρώτη δράση, αφορά τον σχεδιασμό και την εφαρμογή ενός προγράμματος για τη συστηματική διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας, σε μεγάλα σχολικά κέντρα (ιδρύματα προσχολικής και γενικής εκπαίδευσης) με ικανοποιητικό αριθμό μαθητών ελληνικής καταγωγής. Η δράση αυτή θα προβλέπει ένα ενισχυμένο πρόγραμμα διδασκαλίας της ελληνικής γλώσσας, της ιστορίας και του ελληνικού πολιτισμού, επί 5 τουλάχιστον ώρες την εβδομάδα. Η δεύτερη δράση αφορά στην ίδρυση ορισμένων δίγλωσσων-διαπολιτισμικών σχολείων που στην αρχή θα λειτουργήσουν πιλοτικά. 0α είναι ακόμη εν δυνάμει σχολεία-τροφοδότες είτε των πανεπιστημίων της περιοχής τους είτε των ελληνικών πανεπιστημίων, με σπουδαστές που θα είχαν επαρκή γνώση της ελληνικής γλώσσας.

Είναι αλήθεια ότι το Υπουργείο Παιδείας έστρεψε το ενδιαφέρον του προς τους ομογενείς της πρώην Σοβιετικής Ένωσης με μεγάλη καθυστέρηση. Αλλωστε το Γραφείο Εκπαίδευσης του Κιέβου που έχει την αρμοδιότητα για την παρακολούθηση των προγραμμάτων της ελληνόγλωσσης εκπαίδευσης και τον συντονισμό των δράσεων ιδρύθηκε μόλις τον Οκτώβρη του 1998.

Προϋποθέσεις

Το διδακτικό προσωπικό αποτελείται από τους ομογενείς δασκάλους της ελληνικής γλώσσας και από τους αποσπασμένους από την Ελλάδα εκπαιδευτικούς.

Η κατηγορία αυτή των ομογενών και αλλοδαπών εκπαιδευτικών είναι η πολυπληθέστερη. Στις 15 χώρες, από τις οποίες έχουμε στοιχεία, διδάσκουν, σε όλους τους τύπους της ελληνόγλωσσης εκπαίδευσης, 170 περίπου δάσκαλοι της ελληνικής. Στην κατηγορία αυτή θα πρέπει να προστεθούν και 70 εκπαιδευτικοί που διδάσκουν στις έδρες της νεοελληνικής και τα διάφορα ινστιτούτα ελληνικών σπουδών.

Οι αποσπασμένοι εκπαιδευτικοί από το Υπουργείο Παιδείας ανέρχονταν το παρόν ακαδημαϊκό έτος σε 27, εκ των οποίων οι 10 υπηρετούν σε εκπαιδευτικά ιδρύματα της Ουκρανίας. Από το σύνολο των εκπαιδευτικών 16 διδάσκουν στις έδρες και τα ινστιτούτα της νεοελληνικής γλώσσας, 6 διδάσκουν μόνο σε σχολεία της γενικής εκπαίδευσης ενώ 4 προσφέρουν διδακτικό έργο και στις δύο βαθμίδες, ενώ ένας είναι στη διάθεση του Γραφείου Εκπαίδευσης. Σε ό,τι αφορά τις ειδικότητες σημειώνουμε ότι 21 είναι δάσκαλοι της πρωτοβάθμιας και 6 είναι καθηγητές της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, από τους οποίους μόνο 3 είναι φιλόλογοι (ΠΕ2).

Οι αποσπασμένοι εκπαιδευτικοί παρέμειναν επί σειρά ετών, (για πρώτη φορά αποσπάστηκαν το σχολ. έτος 1995-96J χωρίς εποπτεία και ουσιαστική υποστήριξη από το Υπουργείο Παιδείας και τις διπλωματικές αρχές της χώρας μας.

Με την ίδια αντίληψη πρέπει να στελεχώσουμε τα κέντρα ελληνόγλωσσης εκπαίδευσης, εκτός των Πανεπιστημίων, με εκπαιδευτικούς της πρωτοβάθμιας ή της δευτεροβάθμιας.

Στις έδρες και τα ινστιτούτα της νεοελληνικής γλώσσας δεν διατίθενται σύγχρονα μέσα εξοπλισμού, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις δεν αξιοποιούνται όσα υπάρχουν. Καλύτερη είναι η εικόνα που παρουσιάζουν οι βιβλιοθήκες, ύστερα από τον εξοπλισμό τους με αρκετές εκδόσεις της ελληνικής γραμματείας από την Ελλάδα.

Από το άλλο μέρος η κατάσταση στα σχολεία και στα σαββατιάτικα τμήματα διδασκαλίας της ελληνικής είναι δραματική. Τα σχολικά εγχειρίδια για τη διδασκαλία της γλώσσας διατίθενται σε πολύ λίγα αντίτυπα. Από την αρχή του σχολικού έτους

2000-2001, ύστερα από έντονες διαμαρτυρίες, κατέστη τελικά δυνατό να αποσταλούν 1.074 μόνο αντίτυπα από τα 11 .500 που είχαμε ζητήσει.

Με μεγάλη καθυστέρηση προωθούνται από το ΥΠΕΠΘ και τα αιτήματα των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων και των κοινοτήτων για τον εφοδιασμό τους με βιβλία και άλλα διδακτικά μέσα. Σε ορισμένες περιπτώσεις η αποστολή των βιβλίων γίνεται με καθυστέρηση μίας διετίας.

Δυστυχώς η αρμόδια διεύθυνση του ΥΠΕΠΘ δεν ανταποκρίθηκε μέχρι σήμερα στις εκκλήσεις μας. Αποτελεί πράγματι κόλαφο για την ελληνική πλευρά, η αδυναμία μας να διαθέσουμε, τουλάχιστον χάρτες και ελληνικές σημαίες στα ιδρύματα στα οποία παρέχεται ελληνόγλωσση παιδεία.

Η οργάνωση των μαθημάτων της ελληνικής γλώσσας

Από τους βασικούς ακόμη παράγοντες είναι οι Ομοσπονδίες και οι Κοινότητες που έχουν αυξημένο ρόλο στη διατήρηση της πολιτιστικής κληρονομιάς και τη διάδοση της ελληνικής παιδείας.

Οι κοινότητες, ως εκπρόσωποι των ομογενών μας απέναντι στις δημόσιες αρχές, επιτελούν ένα σημαντικό έργο για την ανάδειξη των εθνοτικών δικαιωμάτων τους. Είναι κέντρα συσπείρωσης της ομογένειας και αποτελούν τους συνδέσμους της με τη μητροπολιτική Ελλάδα. Οι κοινότητες σε όλες σχεδόν τις χώρες διευθύνουν τα Σαββατιάτικα ή Κυριακάτικα τμήματα για την εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας και διοργανώνουν τις εθνικές και πολιτιστικές εκδηλώσεις.

Η ιστορική πείρα έχει δείξει ότι χωρίς δραστήριες κοινότητες δεν μπορεί να υπάρξει ισχυρή εκπροσώπηση των συμφερόντων της ομογένειας και δεν θα είναι εύκολο να αντιμετωπιστούν τα οργανωτικά θέματα στον τομέα του πολιτισμού και της εκπαίδευσης. Ασφαλώς, για τη επίτευξη αυτού του στόχου δεν αρκούν τα αποσπασματικά μέτρα, απαιτείται ένα ολοκληρωμένο σχέδιο με χρονοδιάγραμμα και σαφώς καθορισμένους στόχους.

Άλλα σημαντικά θέματα που χρήζουν αντιμετώπισης είναι τα εξής: α) Διμερείς μορφωτικές συμφωνίες και κατάρτιση προγραμμάτων εκπαιδευτικής και πολιτιστικής συνεργασίας. β) Εκπαιδευτικές απαλλαγές, υποτροφίες και προγράμματα φιλοξενιών.

γ) Δίκτυα αδελφοποίησης μεταξύ των σχολείων. δ) Πραγματοποίηση εκπαιδευτικού συνεδρίου για την προοπτική της ελληνόγλωσσης παιδείας.

Συμπεράσματα-Προτάσεις

Από την παράθεση των εκπαιδευτικών δεδομένων και την ανάλυση των επιμέρους θεμάτων, οδηγούμαστε στο συμπέρασμα ότι είναι επιτακτική ανάγκη να υπάρξει άμεσα ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα για την παιδεία των Ομογενών και τη διάδοση της ελληνικής γλώσσας σε έναν τεράστιο γεωγραφικό χώρο, στον οποίο ο ελληνισμός έχει μακρόχρονη παράδοση και βαθιές ρίζες.

Προκειμένου να διαμορφώσουμε ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα θα πρέπει πρώτα να καθοριστούν οι προτεραιότητες και οι ειδικοί στόχοι μιας πολιτικής με προοπτική δεκαετιών. Έπειτα θα πρέπει να καταρτιστεί ο προϋπολογισμός με τις κατηγορίες των επιμέρους δαπανών, ώστε να εξασφαλιστούν τα μέσα για την πραγματοποίησή του.

Προτεραιότητα πρέπει να δοθεί στην εσωτερική και εξωτερική αξιολόγηση όλων των υποστηριζόμενων από την Ελλάδα προγραμμάτων.

Τα ελληνικά πανεπιστήμια που έχουν διαθέσει αρκετά μέσα και εφόδια στις έδρες και τα ινστιτούτα της νεοελληνικής γλώσσας, θα όφειλαν να προγραμματίσουν την αποστολή επισκεπτών καθηγητών, τουλάχιστον στα σπουδαιότερα από αυτά για να δοθεί νέα πνοή στο επιστημονικό- διδακτικό τους έργο.

Το επόμενο σημαντικό βήμα θα ήταν η παραγωγή και η διάθεση στα σχολεία και τις κοινότητες, σύγχρονων εκπαιδευτικών μέσων. Χρειάζονται ακόμη νέες εκδόσεις για τον πολιτισμό, την παράδοση και την τέχνη, καθώς και σχολικά έντυπα και φυλλάδια για την πρώτη επαφή και τη γνωριμία με την Ελλάδα.

Μια ακόμη σημαντική παράμετρος είναι και η επικοινωνία της νεολαίας της ομογένειας με τους νέους της Ελλάδας και της Κύπρου, αλλά και με τους νέους της ελληνικής διασποράς.

Στην πρώτη γραμμή των ενδιαφερόντων μας είναι επίσης η ίδρυση των δίγλωσσων-διαπολιτισμικών σχολείων σε περιοχές με υψηλό ποσοστό ομογενών μας.

Υπογραμμίζουμε ότι θα πρέπε να αντιμετωπιστεί άμεσα το ζήτημα σχετικά με την ανάθεση της διδασκαλίας της ελληνικής σε ομογενείς εκπαιδευτικούς. Σημειώνουμε ότι το χρηματικό ποσό για την αποζημίωση των 190 περίπου εκπαιδευτικών που διδάσκουν σήμερα τα ελληνικά, αντιστοιχεί στο ποσό που καταβάλλει το ΥΠΕΠΘ για το ειδικό επιμίσθιο έξι (6) μόνο αποσπασμένα / εκπαιδευτικών.

Τέλος, θα θέλαμε να επαναλαβουμε στο σημείο αυτό, την πρόταση μας για τη σύσταση επιτροπη συντονισμού των ελληνικών φορέων, επειδή κοινή είναι η διαπίστωση ότι επικρατεί, σήμερα, μία χαοχι· ~ κατάσταση σε ό,τι αφορά τις παρεκβάσεις δημόσιων οργανισμών ττ; χώρας μας, στα εκπαιδευτικά και πολιτιστικά ζητήματα των ομογενών μας.

Στη μετασοβιετική περίοδο κατά την οποία συντελείται η αναγεννηση των εθνοτήτων είναι ανάγκη, επιταγή να εντείνουμε τις προσπάθειές μας, ώστε με όχημα την ελληνική γλώσσα και τον πολιτισμο να ενισχύσουμε με την παρουσίαστις παρευξείνιες χώρες, με τις οποίες μας συνδέουν μακρόχρονο, ιστορικοί δεσμοί.

Κίεβο, 17 Μαΐου 2001

*Αναπληρωτής Συντονιστής εκπαίδευσης του Κιέβου

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ