Αρχική » Η Τσικνοπέμπτη

Η Τσικνοπέμπτη

από Γιώτα Χουλιάρα

της Γιώτας Χουλιάρα

Αυτό που οι περισσότεροι στις μέρες μας αγνοούν είναι πόσο οι σύγχρονοι Έλληνες μοιάζουμε με τους πρόγονους μας, τους κατοίκους της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, η οποία ονομάστηκε στην πορεία Βυζάντιο.

Οι Βυζαντινοί λοιπόν είχαν πολλά στοιχεία τα οποία φέρουμε κι εμείς σήμερα. Κακώς έχει επικρατήσει η άποψη πως η βυζαντινή κοινωνία ήταν μια συντηρητική κοινωνία. Αντιθέτως ήταν μια κοινωνία όπου οι πολίτες αρέσκονταν σε γιορτές και απολαύσεις. Μια κοινωνία όπως η σημερινή που είχε τα πάντα, από ανθρώπους τους πνεύματος και διπλωμάτες, μέχρι Χριστιανούς και πιστούς της Αρχαίας Ελληνικής Θρησκείας, Μάγους, Τσαρλατάνους, Αστρολόγους, Μοναχούς και Στρατιώτες. Συντηρητικούς και πρωτοπόρους, φωνακλάδες και ήρεμους, καλοπερασάκηδες και τυχοδιώκτες. Ανθρώπους της Πίστης και Ανθρώπους του Συμφέροντος. Στα όρια της έβρισκε κάθε φυλή και κάθε λαό που συνέρρε από Ανατολή και Δύση γιατί η Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία έμοιαζε μ’ ένα στέμμα που όλοι ήθελαν να το κατακτήσουν. Και πάνω του είχε το πιο όμορφο πετράδι, την Κωνσταντινούπολη.

Οι πρόγονοι μας λοιπόν οι Βυζαντινοί γιόρταζαν όπως κι εμείς την Τσικνοπέμπτη. Από νωρίς αυτή την ημέρα στην Κωνσταντινούπολη έψηναν όλες τις ποσότητες του κρέατος που είχαν φυλαγμένες σε αμπάρια και κατώγια. Μοίραζαν μάλιστα σε όλους, δίνοντας κρέας στους πάμπολους ζητιάνους που στοιβάζονταν στα στενά της Πόλης. Η μυρωδιά της τσίκνας σκέπαζε την πρωτεύουσα της Αυτοκρατορίας και το αεράκι του Βοσπόρου την διοχέτευε. Άφθονη κατανάλωση κρασιού και πειράγματα ήταν μέσα στο μενού της ημέρας ως ανάμνηση της Διονυσιακής Λατρείας που είχε καθιερωθεί στα χώματα της Αυτοκρατορίας αιώνες πριν. Οι ανώτερες τάξεις της Πόλης, αυτοί που αποκαλούνταν Ρωμιοί, δηλαδή πολίτες της Νέας Ρώμης, γιατί αυτό ήταν η #Κωνσταντινούπολη, γιόρταζαν την Τσικνοπέμπτη ως ανάμνηση της εορτής των Λουπερκαλίων και προσπαθούσαν να αποφεύγουν τα έκτροπα. Διότι έκτροπα στους δρόμους της Πόλης συνέβαιναν πολλά.

Περιφερόμενοι θίασοι, παρέες με ξαναμμένους νεαρούς, άντρες και γυναίκες που διασκέδαζαν και γιόρταζαν τη ζωή. Ω ναι, οι Βυζαντινοί ήξεραν να γιορτάζουν και γι’ αυτό ακριβώς τους μισούσε η Δύση που φρόντισε να αλλοιώσει την υστεροφημία τους παρουσιάζοντας τους ως σκληραγωγημένους μοναχούς.

======================

📌Σημείωση: Το παραπάνω κείμενο είχα αναρτήσει πριν ένα χρόνο την Τσικνοπέμπτη, προκαλώντας έναν μικρό διχασμό σε φίλους και επαφές με σχόλια και κόντρα σχόλια.

Αυτό που μου έκανε εντύπωση δεν είναι η υπερβολή με την οποία αντιδρούμε (ένα ακόμη κοινό σημείο με τον όχλο στον βυζαντινό ιππόδρομο) αλλά ότι πολλοί σύγχρονοι Έλληνες έχουμε φτάσει σε σημείο να νιώθουμε απέχθεια για το Βυζάντιο, θεωρώντας το ως μιαρό και αποκρουστικό (την ίδια απέχθεια που συχνά συναντάμε στις μέρες μας για το κράτος μας – κι άλλο κοινό στοιχείο).

Άραγε τί είναι αυτό που μας έχει οδηγήσει σ΄ αυτή την εντύπωση; Πώς μέσα μας ενσταλάχτηκε αυτή η εικόνα ενός Βυζαντίου που δεν έχει σχέση με τον Ελληνισμό και αφήσαμε την κληρονομιά του να την εκμεταλλεύεται η Ρωσία, η οποία από την εποχή της Ρωσικής Αυτοκρατορίας έβλεπε εαυτήν ως δικαιούχο αυτής της θρησκευτικής κληρονομιάς.

Και για να μην βιαστείτε κάποιοι ότι το βγάζω από το μυαλό μου παραπέμπω στο πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου «Μια σύντομη ιστορία της Ρωσίας» του Βρετανού διπλωμάτη Rodric Braithwaite που κυκλοφορεί από τις ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΨΥΧΟΓΙΟΣ – PSICHOGIOS PUBLICATIONS

Γράφει λοιπόν ο συγγραφέας στη σελίδα 39: «Για τον ορθόδοξο κόσμο, συμπεριλαμβανομένων των Ρώσων, η πτώση του Βυζαντίου ήταν μια διαρκής τραγωδία. Αλλά για τους Ρώσους ήταν επίσης μια ιστορική ευκαιρία: αυτοί διοικούσαν τώρα το μόνο ορθόδοξο κράτος που είχε σημασία.»

Στην Ελλάδα δυστυχώς υιοθετήσαμε την πιο άσχημη εκδοχή της λέξης Βυζαντινός, αυτή που έπλασε η καθολική οπτική για να δικαιολογήσει το γεγονός της εγκατάλειψης ενός χριστιανικού βασιλείου στις ορδές του στρατού του Μωάμεθ, το οποίο επί χίλια χρόνια αποτελούσε τον γεωγραφικό φρουρό και προστάτη της από το Ισλάμ.

«Το Βυζάντιο ανέκοψε την επέκτασή τους (εννοεί τους Άραβες) στη Μικρά Ασία, τους εμπόδισε να διασχίσουν τα Δαρδανέλια, και να περάσουν, έτσι, στα Βαλκάνια. Η ίδια η Κωνσταντινούπολη άντεξε με επιτυχία σε πολλές πολιορκίες» αναφέρει η βρετανίδα βυζαντινολόγος Τζούντιθ Χέριν στο έργο της «Η άνοδος και η πτώση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας» Εκδόσεις Ωκεανίδα.

Κάτι αντίστοιχο κάνει κι η Ελλάδα σήμερα, ένα ακόμη κοινό που έχουμε με τους Βυζαντινούς.

Όμως ο σύγχρονος Έλληνας, αυτός που βλέπει #GameofThrones και διαβάζει επικά μυθιστορήματα ξένων συγγραφέων και τους αποδίδει τα εύσημα, αγνοεί ότι όλα αυτά είναι λίγα μπροστά σε ό,τι αφορά το Βυζάντιο, το οποίο συνδυάζει δολοπλοκία και έπος με ένα απόλυτο πάντρεμα που συχνά μοιάζει εξωπραγματικό.

Αγνοεί ότι πολλές από τις παραδόσεις μας αλλά και ο τρόπος διασκέδασης προέρχονται ουσιαστικά από το #Βυζάντιο και το ζύμωμα των παγανιστικών στοιχείων της αρχαιότητας με το πλαίσιο της εποχής και τις θρησκευτικές επιρροές.

Γράφει ο Αντρέ Γκιγιού, αυτός ο σπουδαίος Γάλλος συγγραφέας στο έργο του «Ο Βυζαντινός Πολιτισμός» (δίτομο έργο, Εκδόσεις ΠΕΔΙΟ – PEDIO Publishing) στη σελίδα 45 του δεύτερου τόμου του.

«Ο κεντρικός δρόμος κάθε πόλης παίρνει ζωή από τους κιθαροπαίκτες και τους τραγουδιστές, οι οποίοι περιτριγυρίζονται από τους θεατές που χορεύουν και χειροκροτούν. Αλλού κόσμος καθισμένος στο χώμα παίζει ζάρι ή τάβλι, τυχερά παιχνίδια απαγορευμένα από την Εκκλησία, αλλά πού πάντα ασκούνταν ακόμη και από τους κληρικούς και τους μοναχούς».

Και συνεχίζει παρακάτω στην ίδια σελίδα:

«Στον κόσμο αρέσει να κοιτάζει τις χορεύτριες, οι οποίες με το κεφάλι γυμνό, κουνούν καθώς χορεύουν τα μακριά τους μαλλιά. Μερικές πόλεις παρέχουν κάθε μέρα, από το πρωί μέχρι το βράδυ, ποικίλα θεάματα τσαρλατάνων, ταχυδακτυλουργών, σχοινοβατών, ακροβατών, μουσικών και τραγουδιστών, σοφών μαϊμούδων και σκυλιών, αρκούδων που χορεύουν, εξημερωμένων φιδιών που παρουσιάζουν πλάνητες Αθίγγανοι, ανθρώπινων τεράτων, γιγάντων, νάνων ή σιαμαίων….» κτλ κτλ (δεν συνεχίζω την περιγραφή για να μην κουράσω).

Με αφορμή, λοιπόν, τα παραπάνω από τα συγκεκριμένα βιβλία, όπως και στοιχεία από το έργο: «Η άγνωστη πλευρά του Βυζαντίνου» (Συλλογικό έργο που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Μεταίχμιο) γράφω την αρχική μου ανάρτηση για την Τσικνοπέμπτη, δίνοντας της απλά μια δική μου λογοτεχνική χροιά.

Κλείνοντας το μεγάλο αυτό κείμενο, θα ήθελα να αναρωτηθείτε πραγματικά γιατί κάποιοι Έλληνες αποστρέφονται τόσο το Βυζάντιο. Ίσως ένας ιστορικός ή ένας κοινωνιολόγος στο μέλλον θα μπορούσε να δώσει απάντηση.

Καλημέρα και Καλό Τσίκνισμα!

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ