Του Cyrille Louis
Ειδικού απεσταλμένου στην Ιερουσαλήμ
Le Figaro 30/03/2024
ΕΡΕΥΝΑ – Μετά από σχεδόν έξι μήνες πολέμου, κάποιες, λίγες, φωνές αμφισβητούν την ισραηλινή συναίνεση προειδοποιώντας για τις ανθρωπιστικές συνέπειες των βομβαρδισμών και ζητώντας κατάπαυση του πυρός στον παλαιστινιακό θύλακα.
Στη μία δημοσκόπηση μετά την άλλη, η πλειοψηφία των Ισραηλινών επαναβεβαιώνει την υποστήριξή της στον πόλεμο στη Λωρίδα της Γάζας. Παρά τον εκτιμώμενο αριθμό των νεκρών, που ξεπερνά τους 32.000 Παλαιστίνιους, τις επανειλημμένες προειδοποιήσεις του ΟΗΕ για τον κίνδυνο λιμού και την πασιφανή πλέον διπλωματική απομόνωση, δηλώνουν ότι υποστηρίζουν την εξαπόλυση χερσαίας επίθεσης στη Ράφα και θεωρούν ότι η μεταφορά ανθρωπιστικής βοήθειας στον θύλακα θα πρέπει να εξαρτάται από την απελευθέρωση των 134 ομήρων που κρατά η Χαμάς. Αυτή η αδιαλλαξία τροφοδοτείται από το τραύμα, τον θυμό και την αίσθηση ταπείνωσης που προκάλεσαν οι σφαγές της 7ης Οκτωβρίου. Κατά τη διάρκεια των πρώτων εβδομάδων της σύγκρουσης, μόνο ένας μικρός αριθμός ακτιβιστών, που πρόσκεινται στο «στρατόπεδο της ειρήνης», και Ισραηλινοί Άραβες που δεν φοβούνται να προκαλέσουν την οργή της εθνικιστικής Δεξιάς, τόλμησαν να προειδοποιήσουν για την ανθρωπιστική τραγωδία που ετοιμάζεται. Αλλά τώρα, μετά από πέντε μήνες πολέμου, προσωπικότητες από τον ακαδημαϊκό κόσμο τολμούν να υψώσουν μια φωνή αμφισβήτησης.
Η Fania Oz-Salzberger είναι αναμφίβολα η πιο γνωστή. Ομότιμη καθηγήτρια ιστορίας στο Πανεπιστήμιο της Χάιφα, η κόρη του συγγραφέα Άμος Οζ, προσπαθεί να αρθρώσει έναν «μετριοπαθή» λόγο εν μέσω του κυρίαρχου κουρνιαχτού, έναν λόγο που να ασκεί κριτική στην κυβέρνηση αλλά και να ακούγεται στην ισραηλινή κοινή γνώμη, η οποία βρίσκεται σε κατάσταση παροξυσμού. Βαδίζει σε τεντωμένο σκοινί. «Ξεκινώ πάντα», λέει, «επισημαίνοντας ότι ο πόλεμος κατά της Χαμάς είναι νόμιμος. Αλλά το αν ένας πόλεμος είναι δίκαιος δεν εξαρτάται μόνο από τα αίτια που τον προκαλούν: εξαρτάται επίσης από τον τρόπο που διεξάγεται. Δεν είμαι ικανοποιημένη με τον τρόπο που διεξάγονται οι επιχειρήσεις στη Γάζα. Η ισραηλινή κυβέρνηση δεν θέτει ως προτεραιότητα τη διάσωση των ομήρων ή την προστασία των αμάχων. Μου φαίνεται προφανές ότι αυτή τη στιγμή διαπράττονται εγκλήματα πολέμου στον θύλακα. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ένας άλλος πρωθυπουργός θα είχε χειριστεί αυτόν τον πόλεμο καλύτερα από τον Νετανιάχου».
Όταν μιλάει σε ξένους δημοσιογράφους, η Fania Oz-Salzberger προσέχει να μην γελοιοποιεί τους συμπατριώτες της. «Ένας αυξανόμενος αριθμός Ισραηλινών ανησυχεί βαθιά για την ανθρωπιστική κατάσταση στη Γάζα. Βέβαια, πολλοί περισσότεροι συμπεριφέρονται σαν κάποιος που μόλις δέχτηκε μια δυνατή γροθιά στο πρόσωπο και συνεχίζει να την αισθάνεται για πολύ καιρό μετά. Σε μια τέτοια κατάσταση, οι άνθρωποι δεν σκέφτονται αμέσως τα παιδιά του ατόμου που μόλις τους έδωσε τη γροθιά στο πρόσωπο. Στο άλλο άκρο της κοινωνίας, υπάρχει επίσης μια πολύ θορυβώδης μειοψηφία, που εκπροσωπείται επαρκώς στην κυβέρνηση, μια ομάδα πολιτικών και ραβίνων που είναι βαθιά ρατσιστές και αδιαφορούν παντελώς για τους αμάχους της Γάζας. Μην ξεγελιέστε όμως: οι περισσότεροι Ισραηλινοί δεν μοιάζουν ούτε σε μένα ούτε σε αυτούς τους εξτρεμιστές».
Η ιστορικός καλεί σε άμεση απελευθέρωση των ομήρων και ταυτόχρονα καθιέρωση ανθρωπιστικής εκεχειρίας. «Κάθε πολίτης της Γάζας πρέπει να έχει φαγητό και μια στέγη», λέει, «σύμφωνα με τις συμβάσεις της Γενεύης αλλά και την πιο στοιχειώδη ανθρωπιά». Τούτου λεχθέντος, η Fania Oz-Salzberger πιστεύει ότι θα ήταν «βαθύτατα ανήθικο» να θεωρηθεί το Ισραήλ ως αποκλειστικά υπεύθυνο για την τρέχουσα τραγωδία. «Έχουμε μακρά μνήμη», αναστενάζει. «Το 1948, το 1% των Ισραηλινών Εβραίων σκοτώθηκε κατά τη διάρκεια του πολέμου της ανεξαρτησίας μας, κυρίως άμαχοι, το οποίο είναι περίπου ισοδύναμο με αυτό που συμβαίνει αυτή τη στιγμή στη Γάζα. Αλλά πρέπει να πούμε ότι, εκείνη την εποχή, ο κόσμος δεν έδειξε να ανησυχεί ιδιαίτερα». Από τις 7 Οκτωβρίου και μετά, η Fania Oz-Salzberger βλέπει με ανησυχία την άνοδο της αντι-ισραηλινής ρητορικής στις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρώπη.
Η Dorit Nitzan, καθηγήτρια δημόσιας υγείας στο Πανεπιστήμιο Μπεν Γκουριόν στη Νεγκέβ, δεν είναι τόσο γνωστή. Αλλά και τα δικά της λόγια έρχονται επίσης σε πλήρη αντίθεση με την άποψη της πλειοψηφίας. Απέναντι στους εκπροσώπους της ισραηλινής κυβέρνησης, που χαρακτηρίζουν «μύθο» τον κίνδυνο λιμού που αναφέρει ο ΟΗΕ, κρούει δημοσίως τον κώδωνα του κινδύνου. «Τα δεδομένα μιλούν από μόνα τους», ανησυχεί αυτή η πρώην ανώτερη αξιωματούχος του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, η οποία έχει εργαστεί στην Ουκρανία, τη Συρία και την Αιθιοπία. Λέει ότι φοβάται «μια ανθρωπιστική καταστροφή» και πρόσφατα ζήτησε, μαζί με άλλους δέκα περίπου συναδέλφους της, να γίνει διαπραγμάτευση για κατάπαυση του πυρός με αντάλλαγμα την απελευθέρωση των ομήρων. «Όπως σε κάθε πόλεμο», λέει, «ο πληθυσμός βρίσκεται αντιμέτωπος με την επισιτιστική ανασφάλεια καθώς και με μολυσματικούς και περιβαλλοντικούς κινδύνους. Τα εμπλεκόμενα μέρη στη σύγκρουση, είτε πρόκειται για τον ισραηλινό στρατό είτε για τη Χαμάς, πρέπει να διευκολύνουν την παροχή βοήθειας στους πιο ευάλωτους ανθρώπους». Αναφέρεται, φυσικά, στους Παλαιστίνιους αμάχους. Επιμένει όμως και για την τύχη των ομήρων. «Κάποιοι από αυτούς που απελευθερώθηκαν τον Νοέμβριο βρίσκονταν σε ανησυχητική κατάσταση υγείας. Όσο περισσότερο περιμένουμε, τόσο μεγαλύτερος είναι ο κίνδυνος να βρεθούμε αντιμέτωποι με το σύνδρομο μη αποτελεσματικής επανασίτισης, το οποίο μπορεί να οδηγήσει σε επιπλοκές απειλητικές για τη ζωή».
Η έκκληση για διακοπή των μαχών δεν βρίσκει ευήκοα ώτα στο Ισραήλ, όπου πολλοί θεωρούν ότι οι δολοφονίες που διέπραξε η Χαμάς νομιμοποιούν όλες τις στρατιωτικές επιχειρήσεις που διεξάγονται έκτοτε. Την επομένη της 7ης Οκτωβρίου, μόνο οι οικογένειες των ομήρων μπορούσαν να ζητήσουν τη διακοπή των βομβαρδισμών χωρίς να κινδυνεύσουν να δεχθούν επιθέσεις από όλες τις πλευρές. Ωστόσο, η Dorit Nitzan λέει ότι αδιαφορεί για τις αντιδράσεις που μπορεί να προκαλέσει η στάση της. Είναι ευτυχής που ο Συντονιστής Κυβερνητικών Δραστηριοτήτων στα Παλαιστινιακά Εδάφη (Cogat), ο οποίος είναι υπεύθυνος για τη μεταφορά ανθρωπιστικής βοήθειας στη Γάζα, την έχει προσκαλέσει πολλές φορές να μοιραστεί την τεχνογνωσία της. «Έχω την αίσθηση ότι έχουν επίγνωση του μεγέθους του ανθρωπιστικού προβλήματος και ότι κάνουν ό,τι μπορούν για να το θεραπεύσουν», εξηγεί, πεπεισμένη ότι η συμφόρηση στα σημεία διέλευσης είναι πάνω απ’ όλα αποτέλεσμα της λεηλασίας και του χάους που επικρατεί στον θύλακα.
«Μια βαθύτατα δυσανάλογη αντίδραση»
Άλλοι ακαδημαϊκοί έχουν έναν ακόμα πιο αιχμηρό λόγο. Ο Ofri Ilany, ιστορικός στο Ινστιτούτο Van Leer στην Ιερουσαλήμ, αναρωτιέται ανοιχτά για το ηθικό κόστος του πολέμου. «Οι εικόνες των μαζικών δολοφονιών στη Γάζα θα δηλητηριάσουν για πάντα τα μυαλά των Ισραηλινών», έγραφε ανήσυχος πρόσφατα στις στήλες της αριστερής εφημερίδας Haaretz, «όπως και εκείνες των βιαιοτήτων που διέπραξε η Χαμάς στο Re’im και στο Sderot». Ο Λι Μορντεχάι, επίσης, καθηγητής αρχαίας ιστορίας στο εβραϊκό πανεπιστήμιο, δεν συγκρατεί τον θυμό του. Σε ένα καλά τεκμηριωμένο κατηγορητήριο που δημοσιεύτηκε στα κοινωνικά δίκτυα, λέει ότι είναι πεπεισμένος πως «το Ισραήλ διαπράττει γενοκτονία εναντίον του παλαιστινιακού πληθυσμού της Γάζας». «Θεωρώ», γράφει, «ότι η απάντηση στις ενέργειες της Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου ήταν απολύτως δυσανάλογη. Όπως όλος ο κόσμος, έτσι κι εγώ αρχικά αποπροσανατολίστηκα βαθιά από τα γεγονότα της 7ης Οκτωβρίου. Όταν όμως συνειδητοποίησα ότι η πλειοψηφία των συναδέλφων μου παρέμενε σιωπηλή, αποφάσισα να μιλήσω». Από τότε, λέει ότι έχει εισπράξει πολλές εκδηλώσεις συμπάθειας, αλλά και εχθρικά, ακόμη και απειλητικά, μηνύματα…
«Υπάρχουν πράγματα που δεν επιτρέπεται να λέμε αυτή τη στιγμή, ακόμη και σε ακαδημαϊκό πλαίσιο, τη στιγμή που η ελευθερία της έκφρασης θα έπρεπε να βρίσκεται στο επίκεντρο της δραστηριότητάς μας», ανησυχεί ο Matan Kaminer, της ισραηλινής ΜΚΟ Academia for Equality. Μετά την 7η Οκτωβρίου, οι περισσότεροι πρυτάνεις των πανεπιστημίων προειδοποίησαν ότι δεν θα έχουν καμία ανοχή σε διαδηλώσεις υπέρ της Χαμάς και σε εκκλήσεις μίσους. «Από μόνη της, η χάραξη τέτοιων κόκκινων γραμμών είναι απολύτως φυσιολογική», τονίζει ο ακτιβιστής. «Αλλά δυστυχώς συχνά ερμηνεύεται πολύ διασταλτικά». Στα τέλη Νοεμβρίου, η ΜΚΟ Adalah κατέγραψε 113 Ισραηλινούς Άραβες φοιτητές που υπέστησαν πειθαρχικές κυρώσεις για σχόλια που διατυπώθηκαν, κυρίως στο διαδίκτυο, σε σχέση με τον πόλεμο. Σύμφωνα με την ίδια πηγή, περισσότεροι από τους μισούς αποβλήθηκαν προσωρινά ή μόνιμα, χωρίς να έχει προηγουμένως ακουστεί η άποψή τους από τη διοίκηση.
Στις αρχές Μαρτίου, φοιτητές του εβραϊκού πανεπιστημίου, μαζί με ακτιβιστές και αξιωματούχους που πρόσκεινται στην εθνικιστική δεξιά, απαίτησαν και τελικά πέτυχαν την αποπομπή μιας Ισραηλινής Αράβισσας καθηγήτριας, της Nadera Shalboub-Kevorkian. Είχε προκαλέσει την οργή τους, καθώς κυκλοφόρησε ένα ψήφισμα με το οποίο κατηγορούσε τον ισραηλινό στρατό ότι διέπραττε γενοκτονία στη Γάζα και αμφισβητούσε δημοσίως την έκταση της σεξουαλικής βίας που άσκησε η Χαμάς. «Το εβραϊκό πανεπιστήμιο, υπερήφανο που είναι ένα δημόσιο ισραηλινό και σιωνιστικό ίδρυμα, καταδικάζει τις σοκαριστικές και εξωφρενικές δηλώσεις της Shalboub-Kevorkian», εξήγησε στη συνέχεια ο πρύτανης σε ανακοίνωσή του.
Η εφημερίδα Haaretz, από την άλλη πλευρά, θεωρεί ότι οι διαφορετικές απόψεις, «όσο δύσκολο και αν είναι να τις χωνέψει κανείς, θα πρέπει να προστατεύονται στα πλαίσια της ελευθερίας της έκφρασης». Την Πέμπτη 28 Μαρτίου, μπροστά στην κινητοποίηση μέρους της πανεπιστημιακής κοινότητας, ο πρύτανης του πανεπιστημίου ανακοίνωσε την επαναπρόσληψη της κ. Shalboub-Kevorkian, ενώ διαβεβαίωσε ότι θα «αποσαφηνίσει» τις δηλώσεις της σχετικά με τα σεξουαλικά εγκλήματα που αποδίδονται στη Χαμάς.