Αρχική » Η αποδόμηση του εθνικού τοπίου και της φύσης, το τελευταίο στάδιο του εθνομηδενισμού

Η αποδόμηση του εθνικού τοπίου και της φύσης, το τελευταίο στάδιο του εθνομηδενισμού

από Ιωάννης Σαΐνης

Ετούτο το τοπίο είναι σκληρό σαν τη σιωπή,
σφίγγει στον κόρφο του τα πυρωμένα του λιθάρια,
σφίγγει στο φως τις ορφανές ελιές του και τ’ αμπέλια του…
Αυτές οι πέτρες δε βολεύονται κάτου απ τα ξένα βήματα…
Γιάννης Ρίτσος, Ρωμιοσύνη

Του Γιάννη Σαΐνη από το Άρδην τ. 133 που κυκλοφορεί στα περίπτερα

H αλληλεπίδραση ενός Λαού με το γενέθλιο τόπο και την περιβάλλουσα φύση μεταμορφώνει σταδιακά, τον τόπο και τη φύση, σε εθνική κληρονομιά ίσης αξίας με τη γλώσσα, την ιστορία και τις παραδόσεις αυτού του Λαού.
Η αλληλεπίδραση αυτή αποτυπώνεται με ενάργεια, τόσο στο Δημοτικό τραγούδι, όσο και στα μεγάλα λογοτεχνικά έργα. Από τη στιγμή που αποτυπωθεί αυτή η σχέση σε έργα ευρέως αποδεκτά και σύμφωνα με την ψυχοσύνθεση αυτού του Λαού, ο τόπος-το τοπίο και η φύση αποκτούν ιδιαίτερη πολιτισμική βαρύτητα. Ο τόπος και η φύση δεν είναι πλέον απλά προϊόντα μιας γεωλογικής διεργασίας, αλλά ενσωματώνουν το αίμα, τα δάκρυα και τους ιδρώτες του Λαού που ενδημεί σε τούτον τον τόπο.
Η σχέση είναι αμφίδρομη. Ο Λαός αναγνωρίζει τον ίδιο του τον εαυτό στο τοπίο και τη φύση, αλλά το ίδιο αυτό τοπίο και φύση διαμορφώνει την ιδιοσυγκρασία του Λαού που τον κατοικεί. Τραβώντας στα άκρα αυτή τη λογική, θα μπορούσαμε να ισχυρισθούμε πως το τοπίο και η φύση είναι αυτά που διαμορφώνουν αποκλειστικά την ιδιοσυγκρασία ενός Λαού. Δεν θα το κάνουμε, αλλά και δεν θα υποτιμήσουμε, χαρακτηρίζοντας μεταφυσική, την άποψη πως η Γεω-γραφία διαδραματίζει σημαίνοντα ρόλο στη διαμόρφωση αυτής της ιδιοσυγκρασίας. Αρκεί να σκεφτούμε πως εξελίχθηκαν οι αρχαϊκές κοινωνίες μετά την ανακάλυψη της γεωργίας και την παραγωγή τροφής. Σε αχανείς εκτάσεις που διατρέχονταν από μεγάλους ποταμούς, η κεντρικά σχεδιασμένη παραγωγή είχε ένα πλεονέκτημα ως προς τη χρήση των πόρων, σε σχέση με τις μικρές αυτόνομες εγκαταστάσεις. Συνεπώς, σε αυτές τις περιοχές αναπτύχθηκαν μεγάλες αυτοκρατορίες. Χωρίς καμία εξαίρεση. Μεσοποταμία, Αίγυπτος, Κίνα.
Αντίθετα, σε περιοχές με κατακερματισμένο τοπίο, με μικρές κοιλάδες που διαχωρίζονται από βουνά και με πιο ήπιο κλίμα, με κανονικώς επαναλαμβανόμενες εποχές βροχοπτώσεων και ξηρασίας, η κεντρική οργάνωση ήταν περιττή. Μικρές αυτόνομες κοινότητες μπορούσαν να επιβιώσουν χωρίς εξάρτηση από κάποια κεντρική εξουσία.
Η μία Γεω-γραφία γεννά την Αυτοκρατορία και τη Βασιλεία, η άλλη Γεω-γραφία γεννά τη Δημοκρατία. Και είναι όντως θαυμαστό, αν αναλογισθούμε πως, η σημαντικότερη πολιτισμική διαφορά των Ελλήνων από τους Πέρσες, σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, δηλαδή η μη αποδοχή βασιλέα με δικαίωμα ζωής και θανάτου πάνω στους υπηκόους του, οφείλεται, σε κάποιο βαθμό, και στη Γεω-γραφία.


Δω πέρα η κάθε πόρτα έχει πελεκημένο ένα όνομα
κάπου από τρεις χιλιάδες τόσα χρόνια,
κάθε λιθάρι έχει ζωγραφισμένο έναν άγιο μ’ άγρια
μάτια και μαλλιά σκοινένια…
Γιάννης Ρίτσος, Ρωμιοσύνη


Είναι λοιπόν προφανές πως στο μυαλό ενός εθνομηδενιστή, η αποδόμηση της Ιστορίας και των παραδόσεων του Λαού μας δεν αρκεί, γιατί ο «εθνικισμός» σύμφωνα με τη δική του ορολογία, δηλαδή ο Πατριωτισμός σύμφωνα με τη δική μας, μπορεί να συνεχίσει να αντλεί δύναμη από «τούτα δω τα χώματα» ή από τούτη εδώ τη φύση.
Γνώστες του Παπαδιαμαντικού ορισμού της Ελληνικότητας, στοχεύουν στην καρδιά της κάθε πτυχής της.
Το επ’ εμοί, λέει ο Άγιος των Γραμμάτων μας, ενόσω ζω και αναπνέω και σωφρονώ, δεν θα παύσω πάντοτε,…,να υμνώ μετα λατρείας τον Χριστόν μου, να περιγράφω μετ’ έρωτος την φύσιν και να ζωγραφώ μετά στοργής τα γνήσια ελληνικά ήθη».
Πίστη, Ήθη, Φύση, το τρίπτυχο της ιδιοσυστασίας μας.
Με τον όρο Πίστη, δεν εννοούμε αποκλειστικά τη θρησκευτική πίστη και δη τη Χριστιανική μας πίστη, χαρακτηριστικό της ιδιοσυστασίας μας από κάποια χρονική περίοδο και εντεύθεν, αλλά κάθε Λαϊκή ερμηνεία, κάθε Α-λήθεια δηλαδή της ίδιας της εθνικής μας Ιστορίας. Αυτή η Πίστη, αυτή η Α-λήθεια, η βιωματική δηλαδή πρόσκτηση της πορείας του Λαού μας μέσα στο Χρόνο ήταν και είναι ο πρώτος στόχος της εθνομηδενιστικής επίθεσης.
Την αμφισβήτηση της Α-λήθειας του Λαού μας δεν τη βρίσκουμε μόνο σε κείμενα που εξαρχής είναι στρατευμένα σε αυτή την κατεύθυνση, αλλά και σε αξιόλογα κείμενα με το πρόσχημα πολλές φορές της από-κάλυψης της «πραγματικότητας» ή με τη λογική της από-κάλυψης μιας «εναλλακτικής» ερμηνείας των γεγονότων.
Γι’ αυτό το λόγο δε μιλούν για Ιστορία ή για Α-λήθεια, αλλά για διαφορετικά, ισοδύναμα ή μη, παράλληλα «αφηγήματα». Για παράδειγμα, ποιά είναι η Α-λήθεια σχετικά με το παιδομάζωμα κατά την Τουρκοκρατία; Είναι Α-λήθεια, η τραυματική, φρικιαστική «εκδοχή» με την οποία γαλουχούμαστε μέχρι σήμερα; Επειδή το γεγονός του περιοδικού παιδομαζώματος δεν μπορεί να αμφισβητηθεί, αμφισβητείται το μέγεθός του. Ένας συνεπής εθνομηδενιστής θα αμφισβητήσει το μέγεθος, εκτιμώντας πως ο πραγματικός αριθμός των βιαίως απαχθέντων παιδιών είναι μικρότερος από ότι αρχικά θα υποθέταμε με βάση τις «Λαϊκές παραδόσεις που συνήθως παραφουσκώνουν τέτοια γεγονότα ώστε να εκθέσουν τον Άλλον».
Ένας πιο εκλεπτυσμένος, όπως για παράδειγμα ένας καθηγητής Ιστορίας Ελληνικού Πανεπιστημίου, θα ανακαλύψει πως τα θύματα είναι και αυτά, με κάποιον τρόπο, συνυπεύθυνα. Όχι γιατί έκαναν κάτι που να δικαιολογεί μία τέτοια τιμωρία, αλλά γιατί το παιδομάζωμα δεν ήταν μια τραυματική εμπειρία, τουλάχιστον όχι για όλους. Γιατί για κάποιους ήταν μία χρυσή ευκαιρία κοινωνικής ανόδου. Και βέβαια ως γνήσιος εθνομηδενιστής θα «ξεχάσει» πως το να γίνεις γενίτσαρος δεν ισοδυναμούσε απλώς με κοινωνική άνοδο, αλλά με αποκοπή από τις ίδιες τις ρίζες σου. Αν όμως οι ρίζες για τον εθνομηδενιστή είναι απλώς ψευδείς, τότε πράγματι αυτό που μένει είναι η «κοινωνική άνοδος». Τα παιδιά αυτά συνεπώς δεν ήταν άτυχα, ήταν κοινωνικώς ιδιαίτερα τυχερά. Ορίστε λοιπόν οι δύο παράλληλες αφηγήσεις. Η Λαϊκή «αφήγηση» του παιδομαζώματος ως εθνικής αφαίμαξης και η εθνομηδενιστική «Λόγια» «αφήγηση» ως μέσου κοινωνικής ανόδου.
Με αυτόν τον τρόπο υποσκάπτουν, αργά και σταθερά, κάθε πτυχή της πρόσφατης ή της απώτερης Ιστορίας του Λαού μας. Και σε αυτό το επίπεδο αποδόμησης έχουν συγκροτήσει ένα πολύ ισχυρό πυρήνα που κυριαρχεί στη σημερινή ελιτ της Ιστοριογραφίας μας.
Πιο πρόσφατα όμως πέρασαν και στις δύο άλλες σημαντικές πτυχές της εθνικής μας ιδιοσυστασίας, στο τοπίο και στη φύση μας. Εδώ τα δείγματα είναι λίγο ως πολύ περιστασιακά και πιο μεμονωμένα, δεν θα αργήσει όμως να συγκροτηθεί και εδώ ένας πλήρως εθνομηδενιστικός πυρήνας, καθώς οι συμμαχίες μεταξύ αριστερίστικων προσεγγίσεων και ακραιφνώς φιλελεύθερων είναι στην περίπτωση αυτή ευκολότερες.


Που λάδι τώρα πια για το καντήλι της Αγιά-Βαρβάρας..
Άδειασε το κιούπι με το λάδι. Λίγη μούργα στον
πάτο. Κι ο ψόφιος ποντικός.
Γιάννης Ρίτσος, Ρωμιοσύνη


Στην Ήπειρο καμαρώνουμε για το «μεγαλύτερο φαράγγι του Κόσμου», το φαράγγι του Βίκου. Όποιος επισκεφθεί τα Ζαγοροχώρια θα το ακούσει συχνά από τους ντόπιους που ανυπόκριτα περηφανεύονται γι’ αυτό. Η άποψη αυτή δέχθηκε το χλευασμό τόσο από αριστεριστές όσο και από ακραιφνώς φιλελεύθερους, οι οποίοι ως γνήσιοι κοσμοπολίτες, γνώστες του Κόσμου, σε αντιδιαστολή με τους επαρχιώτες «Ελληναράδες Ηπειρώτες», γνωρίζουν πως υπάρχουν πολλά μεγαλύτερα φαράγγια απ’ αυτό του Βίκου σε όλον τον Κόσμο. Οι χλευαστές των «καθυστερημένων Ελληναράδων», ενώ οι ίδιοι είναι πράγματι ενήμεροι για την Α-λήθεια, ούτε για μία στιγμή δεν αποκαλύπτουν αυτήν την Α-λήθεια στους παραληρούντες επαρχιώτες Ελληναράδες. Και αυτό γιατί ο βασικός τους στόχος ήταν και είναι η αποδόμηση της ίδιας της αντίληψης των «Ελληναράδων» για το τοπίο τους και για τον τόπο τους. Το «μεγαλύτερο του Κόσμου» ήθελαν να είναι οι Ελληναράδες για να περηφανευτούν; Όχι, δεν είναι το μεγαλύτερο του Κόσμου διατείνονται οι κοσμοπολίτες εθνοαποδομητές. Έτσι, για να κοπεί η φόρα στους Ελληναράδες.
Και όμως, η Α-λήθεια είναι πολύ εύκολο να διασταυρωθεί και η αντιπαράθεση πολύ εύκολο να καταλαγιάσει. Στην είσοδο του εθνικού δρυμού, υπάρχει πινακίδα που πληροφορεί τον επισκέπτη πως το φαράγγι του Βίκου είναι το μεγαλύτερο σε βάθος σε σχέση με το μήκος του. Γεωλογικά μιλώντας, δηλαδή απλώς επιστημονικά, η σχέση βάθους/μήκους το καθιστά το μεγαλύτερο και γι αυτό καταγράφεται ως τέτοιο και στο βιβλίο Γκίνες. Η σχέση βάθους/μήκους δεν είναι μία αριθμολογική ταχυδακτυλουργία αλλά μία σημαντική σχέση που υποδεικνύει τη βιαιότητα των γεωλογικών διεργασιών σχηματισμού του κατά την εποχή των παγετώνων. Ποιανού λοιπόν η «άποψη», ποιανού το «αφήγημα», περιέχει περισσότερα μπιτ πληροφορίας σε σχέση με την Α-λήθεια; Αν μετά από χιλιάδες χρόνια, ο μελετητής του μέλλοντος ανακάλυπτε το αφήγημα των εθνομηδενιστών θα έδειχνε κάποιο ενδιαφέρον για το φαράγγι του Βίκου; Θα έβγαζε κάποιο συμπέρασμα για τα γεωλογικά φαινόμενα στην περιοχή μας κατά την τελευταία παγετώδη περίοδο; Αν ανακάλυπτε το αφήγημα των Ελληναράδων που σταθερά υποστηρίζουν τη μεγαλοσύνη του φαραγγιού και αν ήταν αρκετά έξυπνος θα μπορούσε τελικά να κάνει το συσχετισμό βάθους/μήκους και να συναγάγει συμπεράσματα για τη βιαιότητα της μεσοπαγετώδους περιόδου στην περιοχή μας. Ποιό αφήγημα, πλην του επιστημονικού, βρίσκεται κοντύτερα στην Α-λήθεια; Το αφήγημα της αφόρητης Ηπειρώτικης λαϊκούρας ή του κοσμοπολίτικου εθνομηδενισμου;

Φοίνικας του Θεόφραστου, πηγή

Στην άλλη άκρη της πατρίδας, στην Ανατολική Κρήτη, υπάρχει ένα δάσος από φοίνικες. Είναι το δάσος του Βάι, ένα από τα δύο μεγάλα δάση φοινίκων της Κρήτης. Φοίνικες μεμονωμένοι ή σε μικρές συστάδες βρίσκονται σκόρπιοι στην Κρήτη αλλά και σε μερικά νησιά του Αιγαίου. Οι Φοίνικες υπήρχαν στην Ελλάδα από την αρχαιότητα σε αυτές τις περιοχές και προφανώς η παρουσία ενός εξωτικού φυτού δεν πέρασε απαρατήρητη από τους προγόνους μας, οι οποίοι ενέταξαν και τους Φοίνικες στο εθνικό τοπίο. Κάτω από φοίνικα γεννήθηκε ο Απόλλωνας στη Δήλο. Με φοινικιά παρομοίασε ο Οδυσσέας τη Ναυσικά, όταν της πρωτομίλησε μετά την περιπετειώδη αποβίβασή του στο νησί των Φαιάκων. Και καθώς τότε σάστισα, της λέει, σαν είδα τη φοινικιά στη Δήλο, γιατί τέτοιο από της γης δεντρί ποτέ δε βλάστησε άλλο, τώρα με σένα κορασιά, θαυμάζω και σαστίζω…
Οι προπροπαπούδες μας όχι μόνο ενέταξαν τη φοινικιά στο εθνικό τοπίο αλλά και ως γνήσιοι πατριώτες, δηλαδή ακομπλεξάριστοι κοσμογυρισμένοι, φιλομαθείς και φιλέρευνοι, αναρωτήθηκαν για την προέλευσή της. Και αναρωτήθηκαν γιατί ως κοσμογυρισμένοι γνώριζαν πως η φοινικιά είχε κέντρο εξάπλωσης την Αίγυπτο και τη Λιβύη (τη Β. Αφρική σύμφωνα με την ορολογία της εποχής τους). Γι’ αυτό διατύπωσαν διάφορες θεωρίες σχετικά με την προέλευση της φοινικιάς στον Ελλαδικό χώρο. Υπέθεσαν λοιπόν πως μάλλον αυτή μεταφέρθηκε από την Αίγυπτο. Κάποιοι πρότειναν και τον τρόπο. Λένε πως δεν έγινε επί τούτου αλλά τυχαία όταν κάποια στιγμή Αιγύπτιοι στρατιώτες αποβιβάσθηκαν στη Ν. Κρήτη και τρώγοντας χουρμάδες που είχαν μαζί τους πέταξαν τα κουκούτσια στην ακτή. Στα χρόνια τους ήταν μία εξήγηση. Η Επιστήμη όμως δεν αφήνει, ευτυχώς, τίποτε αδιευκρίνιστο. Το 1967, ο Ελβετός Βοτανολόγος Werner Greuter, μελετώντας την φοινικιά της Κρήτης αποκαλύπτει πως αυτή ουδεμία σχέση έχει με τη φοινικιά της Β. Αφρικής. Πρόκειται δηλαδή για ένα διαφορετικό είδος, το οποίο, προς τιμή του «πατέρα της Βοτανικής», Θεόφραστου, το ονόμασε «Φοίνικα του Θεόφραστου». Το είδος αυτό είναι ενδημικό στη Κρήτη και όπως ανέφερα παραπάνω μικρές συστάδες εντοπίζονται σε νησιά του Αιγαίου και στη ΝΔ ακτή της Μ. Ασίας. Όλες λοιπόν οι αρχαίες θεωρίες περί προέλευσης από τη Βόρεια Αφρική με μεταφορά της από Αιγυπτίους που φτύναν τα κουκούτσια κ.λπ. κ.λπ. πάνε περίπατο. Η φοινικιά του Θεόφραστου είναι λοιπόν «Ελληνική». Και όχι μόνο αυτό, αλλά ο φοίνικας του Θεόφραστου θεωρείται σήμερα το προγονικό είδος των δύο άλλων ειδών φοινίκων, του Phoenix dactylifera  και του Phoenix canariensis. Ο τόπος μας λοιπόν καθίσταται με αυτό τον τρόπο σημαντικός, είτε ως γενέθλιος τόπος των φοινίκων, είτε ως τόπος όπου διατηρήθηκε μέχρι σήμερα το προγονικό τους είδος. Σε κάθε περίπτωση, ο φοίνικας αλλά και ο τόπος που τον φιλοξενεί καθίστανται ευλογημένοι, ώστε να δικαιολογούν μέτρα αυστηρής προστασίας.
Διαβάζοντας μία μελέτη για την Α. Κρήτη υπογεγραμμένη από γνωστό Αρχαιολόγο και χρηματοδοτούμενη από μεγάλο δήμο της Κρήτης (μέσω κάποιου ΕΣΠΑ προφανώς) λίαν αξιόλογη για ένα πλήθος θεμάτων με τα οποία ασχολείται, στην περίπτωση του φοινικοδάσους του Βάι μας πληροφορεί επί λέξη: O φοίνικας του Θεόφραστου είναι ενδημικός και μεταφέρθηκε κατά πάσα πιθανότητα μέσω ανταλλαγών κατά την αρχαιότητα μεταξύ Κρητών και Αιγυπτίων. Και βέβαια δεν παραλείπει να αναφερθεί σε Αιγύπτιους που τρώγανε χουρμάδες και φτύνανε κουκούτσια.
Λίγα μέτρα πριν την είσοδο στο περιφραγμένο πλέον δάσος υπάρχουν ενημερωτικές πινακίδες που προφανώς τοποθετήθηκαν από τον αντίστοιχο φορέα διαχείρισης με τον γνωστό τρόπο της προκήρυξης έργου και της κατακύρωσης σε εταιρία που ειδικεύεται σε περιβαλλοντικά έργα. Μάταια θα αναμένατε μία γραμμική εξιστόρηση της σταδιακής αποκάλυψης της Α-λήθειας για την ενδημικότητα του φοίνικα του Θεόφραστου. Η πρώτη πινακίδα μας πληροφορεί για τις αναφορές της φοινικιάς στην Αρχαιότητα. Η δεύτερη πινακίδα μας ενημερώνει για την κατάταξη του φοίνικα ως ενδημικού είδους από τον Werner Greuter Και ω του θαύματος, η τρίτη πινακίδα μας δίνει τη χαριστική βολή. Σύμφωνα με αυτήν, η φοινικιά μεταφέρθηκε από την Αίγυπτο με τα κουκούτσια που έφτυναν οι στρατιώτες κλπ κλπ.
Να λοιπόν για άλλη μία φορά τα δύο «αφηγήματα». Το ένα μας λέει πως η φοινικιά είναι ενδημική. Το άλλο πως ήρθε από την Αίγυπτο. Παράλληλα μεν, αλληλοσυγκρουόμενα δε. Γιατί όταν δεν μπορούν δύο αφηγήματα να είναι αλληλοσυμπληρούμενα καλύτερα να μη βγάζεις κανένα συμπέρασμα για το θέμα που διαπραγματεύονται. Αρκεί το ένα αφήγημα να αναιρεί την Α-λήθεια του άλλου, εάν αυτή τονίζει την «εθνική» μας φύση. Αγράμματοι δεν είναι γνωρίζουν καλά αυτό που διατύπωσε ο Πολύβιος πριν από χρόνια: «Εξ Ιστορίας αναιρεθείσης της αληθείας το καταλειπόμενον αυτής ανωφελές γίνεται διήγημα».
Με την αποδόμηση του εθνικού τοπίου και της φύσης, ο Λαός καθίσταται πλέον ανέστιος, ένας Λαός που δε γνωρίζει που πατά και που πηγαίνει. Πρόβατο επί σφαγή στο βωμό του Χρόνου, του Καιρού και της Συγκυρίας.


Σπίτια καμένα που αγναντεύουν με βγαλμένα μάτια
το μαρμαρωμένο πέλαγο
κ’ οι σφαίρες σφηνωμένες στα τειχιά
σαν τα μαχαίρια στα παϊδια του Αγίου που τον
δέσανε στο κυπαρίσσι.
Γιάννης Ρίτσος, Ρωμιοσύνη


Σύμμαχός μας στην προσπάθεια ανάκτησης και ανάδειξης του εθνικού τοπίου και της φύσης, η Επιστήμη (δεν είναι τυχαίο που και στα δύο παραδείγματα που ανέφερα, η Επιστήμη έχει τον κύριο λόγο), η Λογική και μία από τις μακροβιότερες Παραδόσεις του Κόσμου ολάκερου. Η οποία Παράδοση δε συγκαταλέγεται τυχαία μεταξύ των μακροβιότερων. Διέθετε προσαρμοστικότητα, αφομοιωτική δύναμη και μοναδική ικανότητα νοηματοδότησης του Κόσμου, ανεξάρτητα από τις Ιστορικές συνθήκες της κάθε εποχής. Αρκεί Εμείς, ως φορείς αυτής της Παράδοσης, να συνεχίσουμε την Έξοδο προς τον Κόσμο και να μη πάψουμε ούτε στιγμή να αλληλεπιδρούμε με αυτόν, όχι ως καταναλωτές αλλά ως παραγωγοί. Τότε μόνο η Παράδοσή μας θα εξακολουθήσει να είναι Ζώσα, άξια να την υπερασπισθεί κανείς και όχι τροχοπέδη που οδηγεί στην απομόνωση και στη συντήρηση της κακομοιριάς.

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ