Ελέν Βισιἐρ Figaro 22/7/2025
Δεχόμενος σκληρή κριτική από τον Ντόναλντ Τραμπ, ο νικητής των προκριματικών εκλογών για τις επερχόμενες δημοτικές εκλογές αμφισβητείται επίσης και από τα σημαντικά στελέχη του κόμματός του, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγεται και ο προηγούμενος δήμαρχος.
Τίποτε δεν φαίνεται να τρομάζει τον Ζόραν Μαμντάνι. Ούτε καν τα παγωμένα νερά του Ατλαντικού! Πράγματι, στη διάρκεια των προκριματικών εκλογών για τον δήμο της Νέας Υόρκης, ο ινδικής καταγωγής 33χρονος υποψήφιος γύρισε ένα βίντεο όπου τον βλέπουμε να βουτάει ντυμένος στα παγωμένα νερά του Ατλαντικού προκειμένου να προσελκύσει την προσοχή στην πρότασή του να παγώσει τα ενοίκια εκατομμυρίων Νεοϋρκέζων. Προβάλλεται επίσης, απενοχοποιημένος, ως ένας «σοσιαλιστής», που για τον μέσο Αμερικανό σημαίνει ένας «κόκκινος». Ζητάει την επιβολή νέων φόρων ύψους 10 δις για τους πλούσιους και τις επιχειρήσεις και κατηγορεί το Ισραήλ για γενοκτονία στη Γάζα, θέσεις καταδικαστέες για πολλούς Δημοκρατικούς. Και όμως, προς γενική έκπληξη, αυτός ο άσημος εκλεγμένος από το τοπικό συνέδριο της Πολιτείας της Νέας Υόρκης κέρδισε τις προκριματικές του κόμματος με 12 μονάδες διαφορά από τον Άντριου Κουόμο, τον πρώην κυβερνήτη της Πολιτείας, παρόλο που ο τελευταίος είχε μεγαλύτερη οικονομική στήριξη και ήταν πιο γνωστός. Αν ο Ζόραν Μαμντάνι κερδίσει τις εκλογές τον Νοέμβριο, θα είναι ο πρώτος μουσουλμάνος δήμαρχος του «Μεγάλου Μήλου».
Η νίκη του προκάλεσε μεγάλη αναστάτωση στο δημοκρατικό κατεστημένο το οποίο όχι μόνο δεν έχει συνέλθει από την ήττα των προεδρικών εκλογών αλλά και αδυνατεί να επεξεργαστεί μια στρατηγική για να αντιπαρατεθεί στον Ντόναλντ Τραμπ. Βλέπει με μεγάλη δυσαρέσκεια την εισβολή στην εθνική σκηνή του νεαρού και χαρισματικού σοσιαλιστή οι απόψεις του οποίου βρίσκονται στους αντίποδες των παραδοσιακών κεντρώων θέσεων του κόμματος. Αυτός ο πρώην ράπερ, μέλος από τετραετίας της τοπικής Συνέλευσης, έχει περιορισμένη πολιτική εμπειρία. Ωστόσο, «διεξήγαγε μια εξαιρετική προεκλογική εκστρατεία, όπως θα έπρεπε να είχαν κάνει οι Δημοκρατικοί, εμπνευσμένη από την καμπάνια του Τραμπ», παραδέχεται ο Χανκ Σάινκοπφ, ένας επικοινωνιακός σύμβουλος.
Πάγωμα ενοικίων, δωρεάν λεωφορεία, δωρεάν βρεφονηπιακοί σταθμοί…
Όπως και ο πρόεδρος Τραμπ, ο Ζόραν Μαμντάνι επικεντρώθηκε προνομιακά στο κόστος ζωής που γίνεται όλο και πιο απαγορευτικό στη Νέα Υόρκη. Ένα ζήτημα που ούτε ο Τζο Μπάιντεν ούτε η Κάμαλα Χάρις μπόρεσαν να προβάλουν το 2024, προς μεγάλη απογοήτευση των Αμερικανών. Δραστηριοποιήθηκε με βάση απλές και λαϊκιστικές ιδέες: δωρεάν λεωφορεία και βρεφονηπιακοί σταθμοί, πάγωμα των ενοικίων, δημιουργία φτηνών δημοτικών παντοπωλείων… Με πρότυπο τον Τραμπ, αυτός ο γενειοφόρος, πάντα κουστουμαρισμένος και γραβατωμένος, στόχευσε στους απογοητευμένους ψηφοφόρους, στους νέους, τους αραβο-μουσουλμάνους… που είχαν ελάχιστη διάθεση να ψηφίσουν στις προκριματικές. Και διέδωσε σε όλα τα μήντια ένα αισιόδοξο μήνυμα μέσα από πολύ δημιουργικά βίντεο.
Ίσως να έπαιξε ρόλο και η κληρονομικότητα. Η μητέρα του είναι η κινηματογραφίστρια Μίρα Νάιρ, σκηνοθέτρια της ταινίας Σαλάμ Μπομπάι! Ενώ ο πατέρας του είναι καθηγητής στο πανεπιστήμιο της Κολούμπια. «Ο Μαμντάνι ξεσήκωσε μεγάλο ενθουσιασμό με αποτέλεσμα να προσελκύσει έναν στρατό εθελοντών και να δημιουργήσει ένα κίνημα», παρατηρεί ο Μπάζιλ Σμάικλ, πολιτικός εμπειρογνώμονας στο ίδιο πανεπιστήμιο. Επίσης, επωφελήθηκε από την αδιάφορη καμπάνια του Άντριου Κουόμο, ενώ συμμάχησε και με έναν από τους αντιπάλους του πρώην κυβερνήτη.
Το Δημοκρατικό Κόμμα μπροστά στο πεπρωμένο του
Ορισμένοι δημοκρατικοί προτείνουν ότι το κόμμα θα πρέπει να εμπνευστεί από την προσέγγισή του εν όψει των ενδιάμεσων εκλογών του 2026. «Το κόμμα μπορεί να διδαχθεί πολλά από αυτόν (…) με όρους ψηφιακής επικοινωνίας και κινητοποίησης», εκτιμά ο Ρο Κάνα, βουλευτής της Καλιφόρνιας. Πολλοί εκλεγμένοι αντιπρόσωποι συνειδητοποιούν πως επείγει να υιοθετήσουν έναν λιγότερο ξύλινο και πιο μαχητικό λόγο προκειμένου να αναμετρηθούν με τον Ντόναλντ Τραμπ και να συνδεθούν και πάλι με την παραδοσιακή εκλογική τους βάση. Για την ώρα, αυτό μεταφράζεται κυρίως σε έναν πολλαπλασιασμό ύβρεων στις δηλώσεις των Δημοκρατικών στα κοινωνικά δίκτυα και σε κάποια πιο χαλαρά βίντεο. Ωστόσο, το κόμμα δεν παύει να είναι διχασμένο ως προς το μήνυμα που θέλει να διαδώσει. «Δεν έχει πια ιδεολογία και δεν ξέρει πια τι αντιπροσωπεύει», βεβαιώνει ο Χανκ Σάινκοπφ. «Η νίκη του Μαμντάνι προιωνίζεται μια μάχη ανάμεσα σε κεντρώους και προοδευτικούς. Ποιος θα κερδίσει; Στους Ρεπουμπλικανούς, η ακροδεξιά φράξια έχει αποκτήσει τον έλεγχο»…
Σύμφωνα με την αριστερή πτέρυγα του Δημοκρατικού Κόμματος, η νίκη του Μαμντάνι προαναγγέλλει μια νέα εποχή. «Είναι μια ένδειξη της διάβρωσης της εμπιστοσύνης στην παλιά φρουρά η οποία χάνει την κυριαρχία της προς όφελος των προοδευτικών», συνεχίζει ο Μπάζιλ Σμάικλ. Απόδειξη, η πιο επικριτική στάση απέναντι στο Ισραήλ, τη χώρα που, μέχρι τώρα, απολάμβανε την αδιαπραγμάτευτη στήριξη όλων των εκλεγμένων Δημοκρατικών. Όσο για τον υποψήφιο για τον Δήμο της Νέας Υόρκης, αυτός δεν δίστασε να υποστηρίξει τους Παλαιστίνιους, δεν πήρε θέση ως προς το δικαίωμα του Ισραήλ να υπάρχει και αρνήθηκε να καταδικάσει το σύνθημα «Να διεθνοποιήσουμε την ιντιφάντα», σύνθημα που η εβραϊκή κοινότητα θεωρεί ως κάλεσμα σε βία. Εξ ου και ο πανικός στο κατεστημένο. Φοβούνται μήπως ο Μαμντάνι δώσει μια ριζοσπαστική εικόνα του Δημοκρατικού κόμματος και οδηγήσει στην απώλεια των μετριοπαθών ψηφοφόρων που τόσο έχουν ανάγκη..
Ωστόσο, μέχρι στιγμής, δεν έχει υπάρξει κάποιο κύμα προοδευτικών νέων. Όσοι παρουσιάστηκαν στις εκλογές είχαν πολύ μέτρια αποτελέσματα. Σύμφωνα με μία μελέτη των εκλογών στο Κογκρέσο, το 2024, οι κεντρώοι Δημοκρατικοί έλαβαν το 67% στις προκριματικές έναντι 30% των πιο αριστερών αντιπάλων τους. Ακόμα και πρόσφατα, μια 25χρονη ακτιβίστρια που διεκδικούσε μια έδρα στη Βουλή των αντιπροσώπων, στην Αριζόνα, έχασε από μια αντίπαλο που είχε τα διπλά της χρόνια.
Οι Ρεπουμπλικανοί αποχαλινώνονται
«Μπορούμε να ξεπεράσουμε τις διαφορές μας και να ενωθούμε ώστε (…) να υποδεχθούμε νέους πολλά υποσχόμενους ηγέτες», έγραψε στο Χ, μετά την επιτυχία του Μαμντάνι, η Αλεξάντρια Οκάζιο-Κορτές, βουλευτής της Νέας Υόρκης και ηγερία της αριστεράς. Δεν μοιράζονται όμως όλοι οι συνάδελφοί της αυτή την άποψη. «Δεν χρειαζόμαστε έναν σοσιαλιστή, που σκοτώνει τις θέσεις εργασίας, θέλει να αυξήσει τους φόρους και υποστηρίζει μια αντισημιτική ρητορική», δήλωσε ο Τζος Γκοτχάιμερ, που εκλέγεται στο Νιου Τζέρσεϋ. Ένας άλλος κατηγόρησε τον Μαμντάνι ότι είναι «υπερβολικά εξτρεμιστής» και πως στηρίζεται σε «απραγματοποίητες υποσχέσεις». Την περασμένη Τετάρτη, ο υποψήφιος πήγε να συμμετάσχει σε ένα πρωϊνό, στην Ουάσιγκτον, προσπαθώντας να εξευμενίσει τους σκεπτικιστές. Δεν παρέστησαν όμως ούτε ο Χακίμ Τζέφρις, επικεφαλής των Δημοκρατικών στη Βουλή, ούτε ο Τσακ Σούμερ, ο ομόλογός του στη Γερουσία, και, ένα μήνα μετά τη νίκη του, δεν έχουν ακόμα απευθύνει κάλεσμα να τον υπερψηφίσουν.
Από την πλευρά τους, οι Ρεπουμπλικανοί αποχαλινώνονται. Τον παρουσιάζουν ως «το νέο πρόσωπο του Δημοκρατικού Κόμματος» και ένα επικίνδυνο ισλαμιστή αριστεριστή. Ο Ντόναλντ Τραμπ τον χαρακτήρισε «τρελό 100% κομμουνιστή». Μια εκλεγμένη αντιπρόσωπος τον αποκάλεσε «τρομοκράτη οπαδό της Χαμάς». Οι αντίπαλοί του ξετρύπωσαν επίσης τον φάκελο της υποψηφιότητάς του, το 2009, στο πανεπιστήμιο της Κολούμπια όπου είχε συμπληρώσει τις ενδείξεις «ασιάτης» και «αφροαμερικανός», πράγμα που είναι ψευδές, όπως ισχυρίζονται, με σκοπό να αυξήσει τις πιθανότητες να γίνει δεκτός στο πανεπιστήμιο. Τότε, απορρίφθηκε. Ο Ζόραν Μαμντάνι ανταπάντησε πως είχε γεννηθεί και μεγαλώσει στην Ουγκάντα και τη Νότια Αφρική πριν μεταναστεύσει στις ΗΠΑ, σε ηλικία 7 ετών.
Τον τελευταίο καιρό, προσπαθεί να κάνει πιο μετριοπαθείς τις θέσεις του προκειμένου να καθησυχάσει τη Γουόλ Στρητ, τους μεγάλους επιχειρηματίες, την εβραϊκή κοινότητα… Παραμένει το μεγάλο φαβορί των εκλογών αλλά έχει απέναντί του αντιπάλους μεγάλου ειδικού βάρους. Εκτός από τον Ρεπουμπλικανό, έχει να ανταγωνιστεί δύο Δημοκρατικούς, τον Άντριου Κουόμο, που αρνήθηκε να αποσυρθεί παρά την ήττα του, και τον Έρικ Άνταμς, τον απερχόμενο δήμαρχο, του οποίου οι δικαστικές διώξεις για διαφθορά ακυρώθηκαν από τον πρόεδρο Τραμπ. Μια ασυνήθιστη αναμέτρηση που κινδυνεύει να μοιράσει τις ψήφους.