Αρχική » Ταξίδι στο Βελγικιστάν (Α΄ μέρος)

Ταξίδι στο Βελγικιστάν (Α΄ μέρος)

από Άρδην - Ρήξη

Η κυβέρνηση συνασπισμού υπό τον Φλαμανδό συντηρητικό Μπαρτ ντε Βέβερ, ο οποίος ανέλαβε πρωθυπουργός του Βελγίου τον Ιανουάριο, υποσχέθηκε να αλλάξει την κατάσταση, αλλά η βελγική κοινωνία, παγιδευμένη ανάμεσα στην πίεση του woke και τον ισλαμισμό, συνεχίζει να μοιάζει παραλυμένη από αυτή την ιδεολογία, η οποία υπονομεύει την αρχή της ουδετερότητας που υποτίθεται ότι εγγυάται τη συνοχή της χώρας.

Των Nadjet Cherigui και Judith Waintraub – Μετάφραση: Χριστίνα Σταματοπούλου

Αυτό το πρωινό της Παρασκευής, κοντά στον σταθμό Gare du Nord, μέσα στο κέντρο του Σέρμπεεκ, στην καρδιά της βελγικής πρωτεύουσας, δύο παράλληλοι δρόμοι αντικρίζουν ο ένας τον άλλον, στεγάζοντας δύο εξίσου παράλληλους κόσμους. Η αντίθεση είναι αρχικά εντυπωσιακή και στη συνέχεια ανησυχητική. Οι δύο κόσμοι βρίσκονται αντικριστά, αλλά αγνοούν ο ένας τον άλλον. Παρά την εγγύτητά τους, βρίσκονται μεταξύ τους στους αντίποδες. Η οδός Ερσότ εκδιπλώνεται σαν ένα θέατρο σκιών και φώτων νέον. Εδώ, τα σώματα των ιερόδουλων εκτίθενται πίσω από τις βιτρίνες των καταστημάτων ως εμπόρευμα για τα άπληστα μάτια των περαστικών. Η νύχτα δεν πέφτει ποτέ πραγματικά στη «συνοικία των κόκκινων φαναριών» της βελγικής πρωτεύουσας. Καταναλώνεται σαν ένα μηχανικό μπαλέτο κοστολογημένων επιθυμιών. Λίγα μόλις μέτρα πιο πέρα, μια ανάσα αλλά και ένα σύμπαν μακριά, η οδός Μπραμπάντ προβάλλει μια εντελώς διαφορετική ατμόσφαιρα, όπου το «ιερό» είναι πανταχού παρόν. Εδώ, μια σειρά από βιτρίνες και πάγκοι προσφέρουν ένα διαφορετικό είδος εμπορίου. Τα ρολόγια χτυπούν το κάλεσμα για προσευχή με ελβετική ακρίβεια. Αυτό είναι που δίνει τον ρυθμό του χρόνου. Τα χαλιά, στοιβαγμένα σαν φρουροί της ιεροτελεστίας, περιμένουν να ξετυλιχτούν προς την κατεύθυνση της Μέκκας. Πίσω από τις βιτρίνες, διατίθενται βιβλία του Κορανίου και άλλα θρησκευτικά βιβλία. Και κρεμασμένα σε κρεμάστρες, αυστηρά υφάσματα σε παιδικά μεγέθη προετοιμάζουν τα κοριτσάκια να εξαφανιστούν κάτω από το πέπλο της επιβεβλημένης «σεμνότητας», πριν καν το σώμα τους προλάβει να φτάσει στην εφηβεία.

 «Ισλαμική οικονομία»

Μια πραγματικότητα που η Φαντιλά Μααρουφί αρνείται να αποδεχτεί. Γι’ αυτήν την πρώην κοινωνική λειτουργό, ένθερμη υπερασπίστρια των αξιών της ουδετερότητας που επικρατούν στο βελγικό βασίλειο, το Βέλγιο σίγουρα δεν είναι αυτή η χυδαία θρησκοληψία. Βραβευμένη, το 2024, με το βραβείο Κοσμικότητα που της απονεμήθηκε στο Παρίσι από την Comité Laïcité République (CLR – Επιτροπή Κοσμικότητα Δημοκρατία – σ.τ.μ.), η αφοσίωση και η ασυμβίβαστη στάση της στην καταγγελία του ισλαμικού ελέγχου της χώρας της, της έχουν κοστίσει κατηγορίες για ρατσισμό και «ισλαμοφοβία» από ορισμένους συμπολίτες της. Πρόκειται για την γνωστή λέξη-καραμέλα που χρησιμοποιείται αδιακρίτως για να κατηγορήσει όσους ζωγραφίζουν εικόνες του Προφήτη διεκδικώντας την ελευθερία της έκφρασης, ακροδεξιούς ακτιβιστές, υπερασπιστές της κοσμικότητας και επικριτές του πολιτικού ισλάμ.

«Υπάρχει κάτι σχιζοφρενικό σε αυτή την συγκεκριμένη περιοχή», μας εκμυστηρεύεται. «Από τη μία πλευρά, η ανεξέλεγκτη εκμετάλλευση του ανθρώπου και το αχαλίνωτο σεξ, και από την άλλη, τα ταμπού και ο θρησκευτικός φανατισμός. Και τα δύο εκφράζονται με βιαιότητα μέσα σε ρημαγμένους και βρώμικους χώρους».

Η πρωτεύουσα της Ευρώπης αλλάζει γρήγορα. Και αυτό συμβαίνει εδώ και αρκετά χρόνια. Αρκεί να περπατήσετε στους δρόμους των Βρυξελλών με ανοιχτά τα μάτια για να διαπιστώσετε ότι ο κοινοτιστικός κατακερματισμός και ο ισλαμισμός, αμφότεροι κραυγαλέοι, καταλαμβάνουν όλο και περισσότερο χώρο. Σε ορισμένα σημεία, μόνο η «ισλαμική οικονομία» είναι ορατή. Τα πάντα έχουν γίνει «χαλάλ». Από τα μη μικτά κομμωτήρια μέχρι τα μαγέρικα και τα καταστήματα ρουχισμού. Μια μονο-οικονομία στην υπηρεσία όχι των μουσουλμάνων, αλλά των ισλαμιστών. Στους διαδρόμους ενός από αυτά τα καταστήματα, μια νεαρή γυναίκα ξεφυλλίζει ένα βιβλίο ροζ-καραμελέ, του οποίου ο κεντρικός χαρακτήρας, ένα 4χρονο κορίτσι χωρίς πρόσωπο που ζει στη Γαλλία και ονομάζεται Χιντάγια (που σημαίνει θρησκευτικό συμβούλιο), διηγείται πώς και γιατί φοράει το μακρύ τζιλμπάμπ (ολόσωμο φορεμα) και καλύπτει τα μαλλιά του όπως η μητέρα του. Στην πρώτη κιόλας σελίδα, η συγγραφέας γράφει: «Έχω μια ιδέα! Γιατί δεν φοράς το χιτζάμπ όσο διαβάζουμε αυτό το βιβλίο; Η μαμά ή ο μπαμπάς σου θα μπορούσαν να σε βοηθήσουν να το φορέσεις». «Είναι αυτό είδος ανάγνωσης που πρέπει να διδάσκεται κατά προτεραιότητα στα παιδιά;» αναρωτιέται η κοσμική ακτιβίστρια. «Η θρησκεία καταλαμβάνει τους δημόσιους χώρους και τα μυαλά των ανθρώπων. Τα κορίτσια καλύπτονται με μαντίλα σε όλο και μικρότερες ηλικίες. Τα καταστήματα είναι κοινοτιστικά. Το πρόβλημα είναι η έλλειψη ποικιλομορφίας. Οι αρχές θα έπρεπε να προσπαθούν να διατηρήσουν μια ισορροπία, αλλά δεν το κάνουν. Η θρησκεία κερδίζει έδαφος και οι Βέλγοι, από φόβο μήπως κατηγορηθούν για ισλαμοφοβία, σιωπούν και προτιμούν να κάνουν τα στραβά μάτια».

Πελατειακή λογική

Ο Πέτερ είναι Βέλγος. Είναι περήφανος γι’ αυτό και έχει σαν σημαία του την τοπική προφορά, το καυστικό χιούμορ και τον αυτοσαρκασμό του. Είναι πρώην δάσκαλος αλλά το χαμόγελό του σβήνει όταν θυμάται την παλιά του δουλειά. Ο Πέτερ εργάστηκε στις πόλεις Μπουμ και Μέχελεν, που βρίσκονται ανάμεσα στην Αμβέρσα και τις Βρυξέλλες. Λέει ότι έριξε λευκή πετσέτα, αηδιασμένος από τις μεθόδους, την αποσιώπηση και την τύφλωση των τοπικών πολιτικών που, κατά την άποψή του, κινούνταν κυρίως από πελατειακή λογική. Καταδικάζει ευθέως «σαράντα χρόνια εφησυχασμού και χαλαρότητας». Γιος συνδικαλιστή και αφοσιωμένος αριστερός, λέει ότι εξοστρακίστηκε στο επαγγελματικό του περιβάλλον λόγω της κριτικής που τόλμησε να εκφράσει δημόσια. «Όταν εργαζόμουν στο Μέχελεν, ένα από τα καθήκοντά μου ήταν να αναζωογονήσω τις εργατικές γειτονιές που μαστίζονται από τα ναρκωτικά και τη φτώχεια. Το πρόβλημα», εξηγεί ο Πέτερ, «ήταν ότι είχε αρχίσει να εξελίσσεται η πολιτική των μεγάλων αδελφών. Αυτοί οι άνθρωποι, που προέρχονται από τις ίδιες γειτονιές, έχουν ήδη τη νοοτροπία της Μουσουλμανικής Αδελφότητας ή των σαλαφιστών και επηρεάζουν τους νεότερους ανθρώπους, πάνω στους οποίους ασκούν έλεγχο».

Η απογοήτευση του Πέτερ ξεκίνησε με την πρώτη του εμπειρία σε ένα κέντρο επιφορτισμένο να υποδέχεται τους μετανάστες και να τους καθοδηγεί στη διαδικασία ένταξης: «Υποτίθεται ότι θα τους εξηγούσαμε πώς λειτουργούν οι θεσμοί μας και η βελγική κοινωνία. Η πρώτη μου συνάντηση με αυτή την ομάδα νεοαφιχθέντων, μουσουλμάνων στην πλειοψηφία τους, διεξήχθη στη διάρκεια του Ραμαζανιού και σοκαρίστηκα όταν, κατά τη διάρκεια του μεσημεριανού διαλείμματος, ενώ κρατούσα ένα σάντουιτς και έναν καφέ στα χέρια μου, τα μέλη της ομάδας μου ζήτησαν να κρυφτώ για να μην προσβάλω αυτούς τους ανθρώπους. Δεν μπορούσα να το πιστέψω! Απαιτούσαν να υποταχθώ σε μια θρησκεία. Δεν μπορούμε να υποδεχόμαστε τους μετανάστες σε αυτή τη βάση. Πρέπει να τους εξηγήσουμε τις αρχές της χώρας μας, τις αρχές της δημοκρατίας, της ελευθερίας και του σεβασμού της διαφορετικότητας. Μόνο ο διευθυντής της δομής με υποστήριξε δειλά. Πολλά από τα μέλη του γραφείου, που είναι μουσουλμάνοι, φρόντισαν να απολυθώ». Η σθεναρή του στάση του προκάλεσε υποψίες και κατηγορίες από πρώην συναδέλφους του για ρατσισμό και εχθρότητα προς τους μουσουλμάνους.

Πολιτική στροφή

Αηδιασμένος, βρήκε απασχόληση σε άλλη πόλη. Στην Μπουμ, έγινε εργαζόμενος στο δρόμο. Γύριζε στους δρόμους για να συναντήσει νέους, ιδίως εκείνους που κινούνταν μεταξύ παραβατικότητας και αεργίας. «Η σοσιαλιστική πόλη αντιμετώπιζε μια έξαρση της βίας. Χρειάζονταν ανθρώπους που θα μπορούσαν να διεξάγουν διάλογο… Μου ταίριαζε, ήμουν κι εγώ κάποτε γκάνγκστερ», λέει γελώντας ο Πέτερ. Στο πεδίο, συναντούσε συχνά κάποιον Φουάντ Μπελκασέμ. Ο άνδρας, με έντονη παρουσία στους νέους, είναι γνωστός στη βελγική δικαιοσύνη για τις σχέσεις του με ισλαμιστικά και τζιχαντιστικά δίκτυα. «Τον είχα ξαναδεί», λέει ο Πέτερ, «αλλά κάτι είχε αλλάξει επάνω του. Είχε αφήσει μούσι. Συνηθίζαμε να μιλάμε για αθλητικά, αλλά τώρα το μόνο για το οποίο μιλούσε ήταν η θρησκεία. Εξηγούσε στους νέους ότι οι ομοφυλόφιλοι πρέπει να απαγχονίζονται, δικαιολογούσε τον λιθοβολισμό των μοιχαλίδων γυναικών και αμφισβητούσε το πρόγραμμα σπουδών, ιδίως τη βιολογία και την ιστορία. Μια μέρα, πήρε το θάρρος να με επικρίνει για το ντύσιμό μου επειδή φορούσα σορτσάκι σε ένα γήπεδο ποδοσφαίρου. Το θεώρησα τόσο παράλογο που του τράβηξα το μούσι όπως θα έκανες στον Άγιο Βασίλη. Δεν του άρεσε».

Η αίσθηση του χιούμορ και ο σαρκασμός του Πέτερ φτάνουν στα όριά τους όταν γίνεται μάρτυρας της πολιτικής στροφής αυτού του ατόμου και της παρέας του, που έχουν εξελιχθεί σε πρόσωπα με επιρροή στην τοπική κοινωνία. Ο Φουάντ Μπελκασέμ έχει ενταχθεί στη Sharia4Belgium. Αυτή η τζιχαντιστική οργάνωση υποστήριζε το τέλος της δημοκρατίας και την έλευση ενός ισλαμικού κράτους στη χώρα. «Εκείνη την εποχή, μεταξύ 2004 και 2006, πριν γίνει πολιτικά ενεργός, επισήμανα στο δημοτικό συμβούλιο της Μπουμ την επικίνδυνη συμπεριφορά του. Οι τοπικοί πολιτικοί μου ζήτησαν να κρατήσω χαμηλό προφίλ, διότι, κατά την άποψή τους, με το να εστιάζουμε την προσοχή σε αυτό το θέμα το μόνο που πετυχαίνουμε είναι να ενθαρρύνουμε τις ψήφους στην ακροδεξιά. Έγινα έξαλλος. Οι οικογένειες εμπιστεύονταν τα παιδιά τους σε εμάς και εμείς έπρεπε να κάνουμε τα στραβά μάτια και να εγκαταλείψουμε αυτά τα παιδιά και αυτούς τους εφήβους σε ανθρώπους των οποίων η ιδεολογία είναι επικίνδυνη». Ο Φουάντ Μπελκασέμ αποτελούσε τέτοια απειλή ώστε καταδικάστηκε επανειλημμένα, με πιο πρόσφατη την ποινή φυλάκισης δώδεκα ετών και αφαίρεση της βελγικής υπηκοότητας για τον ενεργό ρόλο του στη στρατολόγηση τζιχαντιστών μαχητών. Η Sharia4Belgium διαλύθηκε το 2012 με την κατηγορία της υποκίνησης διακρίσεων και μίσους. Ορισμένα από τα μέλη της εξαφανίστηκαν στη Συρία.

Πολυπλοκότητα

«Η Γαλλία πρέπει να κοιτάξει με προσοχή αυτά που συμβαίνουν εδώ», επιμένει ο Πέτερ. «Εμείς προπορευόμαστε, αλλά κι εσείς δεν θα γλιτώσετε από αυτό το φαινόμενο. Εδώ, αναδύονται στο πολιτικό τοπίο κοινοτιστικές λίστες όπως αυτή του Φουάντ Αχιντάρ. Αυτό είναι επικίνδυνο». Ο Φουάντ Αχιντάρ ήταν μέλος του Vooruit, του φλαμανδικού Σοσιαλιστικού Κόμματος. Διαγράφηκε το 2022 επειδή αρνήθηκε να καταδικάσει την τελετουργική σφαγή των ζώων (χαλάλ – σ.τ.μ.). Στις βουλευτικές εκλογές του Ιουνίου, η Ομάδα του Φουάντ Αχιντάρ, όπως ονόμασε το κόμμα που ίδρυσε, κέρδισε τρεις από τις δεκαεπτά έδρες που αναλογούσαν στη φλαμανδική μειονότητα στο κοινοβούλιο των Βρυξελλών. Τον Οκτώβριο του 2023, χαρακτήρισε τα πογκρόμ της Χαμάς ως «μικρή απάντηση» στην «γενοκτονική» πολιτική του Ισραήλ. Η δήλωση αυτή προκάλεσε κατακραυγή και ζήτησε συγγνώμη, υποχωρώντας πίσω από ένα προσεκτικό «κάθε θάνατος είναι ένας περιττός θάνατος». Στις δημοτικές εκλογές του Οκτωβρίου, η Ομάδα Φουάντ Αχιντάρ επιβεβαίωσε την επιτυχία των βουλευτικών εκλογών, εκλέγοντας δημοτικούς συμβούλους σε πέντε από τους επτά δήμους των Βρυξελλών όπου έθεσε υποψηφιότητα. Ωστόσο, δεν κατάφερε να ενταχθεί σε κάποιον πλειοψηφικό συνασπισμό.

Αλλά αυτή η διείσδυση ανησυχεί την Αλίν*. Ως δημοτική σύμβουλος στην Άντερλεχτ των Βρυξελλών, έχει γίνει μάρτυρας της ενίσχυσης της κοινοτιστικής ρητορικής και των κοινοτιστικών αιτημάτων στην πολιτική τα τελευταία χρόνια. Κατά την άποψή της, γι’ αυτό ευθύνονται οι κυβερνώντες που αποφάσισαν σκόπιμα να ικανοποιήσουν το μουσουλμανικό εκλογικό σώμα. «Η Ομάδα Φουάντ Αχιντάρ αποτελεί καρκίνωμα για τη χώρα μας», καταγγέλλει η ίδια. «Το πρόβλημα είναι οι Βέλγοι πολιτικοί. Ακόμα δεν έχουν κατανοήσει το φαινόμενο του εισοδισμού που λειτουργεί εδώ και πολλά χρόνια, χάρη κυρίως στη συνενοχή του Σοσιαλιστικού Κόμματος, το οποίο έχει εδραιώσει ένα πελατειακό σύστημα στις Βρυξέλλες. Οι καταστροφές είναι προφανείς. Αυτό έχει επιτευχθεί με κόστος τη φτωχοποίηση της κοινωνίας και την υποβάθμιση της ασφάλειας. Μπορεί να είναι πολύ αργά, αλλά οι άνθρωποι αρχίζουν να ξυπνούν. Απομακρύνονται από το Σοσιαλιστικό Κόμμα και την πολιτική της ελεημοσύνης και της συγγνώμης».

Το πολιτικό σύστημα του Βελγίου, το οποίο είναι ομοσπονδιακό και τρίγλωσσο –γαλλικά, ολλανδικά και γερμανικά– χαρακτηρίζεται από μια πολυπλοκότητα που ενθαρρύνει τον ισλαμιστικό εισοδισμό και την άσκηση πίεσης από τους woke. Όπως και στη Γαλλία, τα αριστερά κόμματα ενέχονται περισσότερο. «Δεν έχουμε το αντίστοιχο της δικής σας ρεπουμπλικανικής Αριστεράς», εξηγεί ο Ετιέν Ντιζαρντέν, δικηγόρος και δημοτικός σύμβουλος του Mouvement Réformateur (MR – Μεταρρυθμιστικό Κίνημα), στο Woluwe-Saint-Pierre. Σύμφωνα με αυτόν τον κεντροδεξιό πολιτικό, «το Σοσιαλιστικό Κόμμα, οι Οικολόγοι, οι γαλλόφωνοι Βέλγοι οικολόγοι και το ακροαριστερό Parti du Travail (PTB – Κόμμα Εργασίας) βρίσκονται λίγο-πολύ στην ίδια γραμμή με την Ανυπότακτη Γαλλία. Μάλιστα, κατέθεσαν από κοινού πρόταση στο βελγικό κοινοβούλιο ζητώντας κυρώσεις κατά του Ισραήλ, πρόταση που υιοθετήθηκε. Έχουν επίσης σχηματίσει συμμαχίες σε τρεις ή τέσσερις δήμους, στις Βρυξέλλες και στην περιφέρεια της Βαλλονίας, κάτι που γίνεται για πρώτη φορά».

Πηγή: Le Figaro Magazine 21 Μαρτίου 2025, ενημερωμένο στις 3 Απριλίου 2025

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ