του Θ. Ντρίνια
Κατ’ αρχήν, ο γράφων οφείλει να τονίσει τη διαφωνία του με τη χρήση του όρου «εθνικός» χώρος ή «εθνική» ιδεολογία, ακόμα κι όταν χρησιμοποιούνται εντός εισαγωγικών για να διευκολύνουν την πολιτική επικοινωνία. Αν με τους όρους αυτούς χαρακτηρίζουμε όσους ανησυχούν για τον υποβιβασμό και τους κινδύνους που απειλούν την Ελλάδα στη μετά το ’89 περίοδο και παράλληλα χρεώνουν στις ελληνικές κυβερνήσεις υποχωρητικότητα, ενδοτισμό και υπακοή στα κελεύσματα της Νέας Τάξης Πραγμάτων στην περιοχή, τότε τα πράγματα γίνονται ιδιαίτερα πολύπλοκα. Στο μεν πολιτικό επίπεδο κάτι τέτοιο θα μπορούσε να χωρέσει από το «Στόχο» και τον Παπαθεμελή μέχρι το ΚΚΕ και την αντιιμπεριαλιστική άκρα αριστερά! Στο δε κοινωνικό επίπεδο από πυρήνες μιας κυριολεκτικά εθνικής αστικής τάξης μέχρι υπό παρακμή μικρομεσαίους και πλειοψηφικά εργατικά κι αγροτικά στρώματα (όπως εξάλλου φαίνεται σ’ όλες τις δημοσκοπήσεις). Γίνεται εύκολα κατανοητό ότι μια τέτοια αντιμετώπιση της πολιτικής ή ιδεολογικής έννοιας του «χώρου» που ενσωματώνει τόσο ανταγωνιστικές τάσεις, καθιστά τον ίδιο τον όρο τόσο…ευρύχωρο που καταντά αδόκιμος: ο «πατριώτης» βιομήχανος που ανησυχεί για τον υποβιβασμό του ελληνικού καπιταλισμού, αλλά παράλληλα αποδέχεται πλήρως τις πολιτικές που συμπιέζουν το εργατικό κόστος και ο άνεργος* ο ρατσιστής «Ελληναράς» που ονειρεύεται τη νέα τάξη του Χίτλερ και ο αντιιμπεριαλιστής αριστερός, όσο κι αν είναι «ανησυχούντες εθνικά» δεν μπορούν να βρεθούν μαζί παρά σε μια κακομαγειρεμένη μεταμοντέρνα «σούπα». Αν πάλι αρχίσουν οι εξαιρέσεις του τάδε ή του δείνα από τον «εθνικό χώρο» στο τέλος θα χρησιμοποιείται σαν όρος ενδοσυνεννόησης μεταξύ κάποιων ομάδων ή συλλογικοτήτων, αλλά δεν θα μπορεί να παραπέμπει πουθενά συγκεκριμένα τους υπολοίπους.
Αν ο «εθνικός χώρος» στην πολιτική γλώσσα συναντάει εξ αρχής τα όριά του, τότε στη Θεσσαλονίκη συνάντησε τα περιορισμένα όριά του και στην πολιτική πρακτική. Έδειξε τις αδυναμίες του αλλά και το πόσο προβλέψιμος και «χειραγωγίσιμος» είναι. Ευαίσθητοι Πόντιοι και πρόσφυγες (κατά κανόνα δημοκρατικών πεποιθήσεων) που δεν χώνεψαν τη συνάντηση προς τιμήν του σφαγέα των εθνοτήτων της Μ. Ασίας Κ. Ατατούρκ, Κύπριοι φοιτητές που βιώνουν καθημερινά τη διχοτόμηση του «Αττίλα» βρέθηκαν μαζί με νεοναζιστές της «Χρυσής Αυγής» και του «Στόχου», φασιστοειδείς παράγοντες της Θεσσαλονίκης και απολιθώματα του ελληνορθόδοξου ευσεβισμού. Νοερά στη συγκέντρωση ίσως να βρίσκονταν και κάποιοι της πατριωτικής αριστεράς αφού έτσι «υπήρξε έστω αντίδραση στις μεθοδεύσεις των Αμερικάνων και του Σημίτη». Τα αποτελέσματα της συνεύρεσης αυτής ήταν να δώσουν φυσικά τον τόνο τα φασιστικά στοιχεία, να προκληθούν τα επεισόδια και να βρει την ευκαιρία η κυβέρνηση (που κατά κάποιους αφελείς είχε τάχα τρομοκρατηθεί) να χρησιμοποιήσει περίτεχνα στοιχεία που είχε από καιρό στα χέρια της(βίντεο με χουντικούς ΕΚΑΜίτες) και να επιδιώξει τη διασύνδεση των επεισοδίων με «ηθικούς αυτουργούς» που πέραν των άλλων «κινούνται στο κλίμα Χαραλαμπίδη – Κηπουρού». Δόθηκε η ευκαιρία στους «εκσυγχρονιστές» του ΠΑΣΟΚ να εξοντώσουν πολιτικά, με τις βαριές κατηγορίες της υπόθαλψης ή αντοχής φασιστικών στοιχείων, την εσωκομματική αντιπολίτευση που είχε ιδιαίτερη επιρροή στη Βόρεια Ελλάδα. Παράλληλα έστειλαν ένα σαφές μήνυμα ισχύος σε όσους από το ΠΑΣΟΚ ή και την αριστερά θελήσουν ν’ αντιδράσουν σε επερχόμενες υποχωρήσεις στο Αιγαίο και την Κύπρο.
Βέβαια οι σκινς και το βίντεο με τους χουντο-ΕΚΑΜίτες δεν ήταν τα μόνα ενοχλητικά που είδαμε από εκείνη την περίοδο. Διαπιστώσαμε ότι καμιά αριστερή φωνή δεν ακούστηκε για τις συναντήσεις Ελλήνων και Τούρκων επιχειρηματιών που πραγματοποιούνται υπό αμερικανική εποπτεία και στόχο έχουν το μοίρασμα του Αιγαίου και κομματιών από τις βαλκανικές ή παραευξείνιες αγορές μεταξύ των δύο πιο «δυνατών» καπιταλισμών της περιοχής. Διαβάσαμε τον Θέμο Αναστασιάδη των ρατσιστικών ανεκδότων και της τουρκοφαγίας να πανηγυρίζει για τη δημοσιογραφική επιτυχία της «Ελευθεροτυπίας» και ειδικά του «ΙΟΥ»! Είδαμε τον «ΙΟ» που εγκαλούσε τους Κούρδους του PKK για συνεργασία με τις Αρχές, να χρησιμοποιεί στοιχεία που του διοχετεύτηκαν από το ίδιο το Υπουργείο Δημόσιας Τάξης ή ενδιάμεσους! Τον Γ. Α. Μαγκάκη να υποστηρίζει ότι η ύπαρξη ακροδεξιών στην αστυνομία εξηγεί την ανοχή ή και την υπόθαλψη των επεισοδίων σε μαζικές εκδηλώσεις, όπως η πορεία του Πολυτεχνείου! (Άρα ξύλο στους πιτσιρικάδες;) κ.ο.κ.
Τα συμπεράσματα, λοιπόν, που προκύπτουν από τα γεγονότα και τις αποκαλύψεις της Θεσ/νίκης είναι ιδιαίτερα σημαντικά:
– Το μπλοκ εξουσίας που στηρίζει το Σημίτη – Νέοι Βιομήχανοι, Εξαγωγείς, Εργολάβοι των ΜΜΕ και διανοούμενοι, Ευρωπαϊκό Διευθυντήριο και Αμερικάνικη Πρεσβεία- έχει φτάσει σε τέτοιο επίπεδο ισχύος που είναι το ανώτερο από το 1974 και μετά και μπορεί ν’ αντιμετωπίσει με σχετική ευκολία τους όποιους πολιτικούς του αντιπάλους.
– Επιβεβαιώνεται η ουσιαστική ανυπαρξία και το ετερόκλητο του λεγόμενου «εθνικού χώρου» και ακόμα περισσότερο η αδυναμία του «δημοκρατικού εθνικού χώρου» να κατανοήσει τις πολιτικές εξελίξεις, να περιφρουρήσει τη δράση του και τα μέλη του και να αποτελέσει το συνεκτικό χώρο έκφρασης της λαϊκής αντίστασης, όπως τουλάχιστον επιθυμεί.
– Οι ειδικές δυνάμεις της Αστυνομίας (ΜΑΤ-ΕΚΑΜ) αποτελούν ανέκαθεν προνομιακό χώρο ανάπτυξης φασιστικών ή ρατσιστικών συμπεριφορών, όχι μόνο επειδή δρουν εκεί ακροδεξιοί πυρήνες όπως αγωνίζονται να μας πείσουν ακόμα και πατεντάτοι αριστεροί, αλλά εξαιτίας του ίδιου του ρόλου τους σαν την αιχμή της κατασταλτικής πολιτικής της εκάστοτε κρατικής ελίτ. Το παλιό αίτημα για κατάργησή τους δεν δείχνει να χάνει τίποτα από την επικαιρότητά του.
– Οι ακροδεξιές και φασιστικές οργανώσεις δεν έχουν λαϊκό έρεισμα και μάλιστα σε επίπεδο μελών μάλλον ακολουθούν φθίνουσα πορεία, ιδίως σε συγκεκριμένους κοινωνικούς χώρους (π.χ. σχολεία). Παρ’ όλα αυτά αποτελούν πάντα το κατάλληλο μέσο για τη δημιουργία επεισοδίων ή το στήσιμο προβοκάτσιας (βλ. Επεισόδιο Επισκοπής κλπ).
Τα γεγονότα της Θεσ/νίκης ήρθαν σε μια περίοδο όπου μεγεθύνεται ένα ρεύμα παράλληλης αντίστασης στις κυβερνητικές επιλογές στην οικονομία και τις επιταγές της Νέας Τάξης Πραγμάτων, το οποίο συσπειρώνει αριστερούς που είναι «ανένταχτοι» ή στηρίζουν κριτικά υπαρκτά αριστερά κόμματα. Ταυτόχρονα μεγεθύνονται και οι ευθύνες εκείνου του κομματιού της αριστεράς που εδώ και χρόνια τόνιζε την αξεδιάλυτη πλοκή μεταξύ κοινωνικής απελευθέρωσης και εθνικής ανεξαρτησίας στην Ελλάδα. Θα λέγαμε ότι αυτό το κομμάτι βρίσκεται προ οριακών επιλογών.
Είτε θα εγκαταλείψει οριστικά την παραμυθία περί «εθνικού χώρου» στον οποίο «παρεμβαίνει για να επηρεάσει την εξέλιξή του» και θα επιχειρήσει να αρθρώσει έναν αυτόνομο συνεκτικό πολιτικό λόγο εμπλουτίζοντας τις αντιλήψεις του περί κοινωνικής και εθνικής απελευθέρωσης με την οικολογική, αντιρατσιστική, αντιαυταρχική κ.λπ. προβληματική. Και για να το πραγματοποιήσει χρειάζεται πράγματι «…έναν ορίζοντα μακράς διάρκειας…ιδεολογική διαμόρφωση και συνάρθρωση των επιπέδων, παρουσία κι επέμβαση στη συγκυρία με ad hoc συσσωματώσεις…» όπως αναφέρθηκε στο προηγούμενο τεύχος του περιοδικού, μόνο που αυτό οφείλει να γίνει με αυστηρότητα ως προς την τήρηση βασικών αρχών και κυρίως ως προς την εφαρμογή τους στην πράξη. Στην εποχή του μεταμοντέρνου μηδενισμού μια «επανηθικοποίηση» της πολιτικής θεωρίας και πρακτικής μπορεί να λειτουργήσει παραδειγματικά για αφυπνιζόμενα τμήματα του πληθυσμού. Έτσι: «ΟΧΙ στην Ολυμπιάδα» σημαίνει «ΟΧΙ» κι όχι «ΝΑΙ» υπό προϋποθέσεις» (π.χ. Ολυμπιάδα στη Θεσσαλονίκη)* «ΟΧΙ στα οικοκαταστροφικά Διευρωπαϊκά Δίκτυα Δρόμων» σημαίνει «ΟΧΙ» κι όχι «ΝΑΙ» σε όσα ικανοποιούν τον ελληνικό μεταπρατισμό». Στήριξη των εθνικών απαιτήσεων των Κούρδων σημαίνει και στήριξη των διεκδικήσεων των Αλβανών του Κοσσυφοπεδίου…κ.ο.κ.
Συνάρθρωση διαφορετικών επιπέδων σημαίνει: αντίσταση στο ξεπούλημα της Κύπρου και παράλληλα αντιρατσιστική δράση* αντίσταση στην πολιτική λιτότητα και προώθηση ενός εναλλακτικού μοντέλου ανάπτυξης* σημαίνει ν’ ανοίγεις για παράδειγμα την προβληματική της παλλαϊκής άμυνας όχι για να συζητήσεις τη λειτουργία της ως προς παραστρατιωτικού ή επικουρικού μηχανισμού, αλλά για το πως μπορούν να περάσουν ευθύνες και δραστηριότητες της εθνικής άμυνας στο λαό, αποδυναμώνοντας τον ιεραρχικό, εξουσιαστικό και μιλιταριστικό χαρακτήρα του στρατού…,κλπ.
Παρέμβαση στη συγκυρία σημαίνει παρέμβαση εκεί που γνωρίζεις ότι μπορεί να φανεί το διακριτό του στίγμα χωρίς να αλλοιωθεί ή να παρεξηγηθεί. Και συσσωματώσεις, επί του παρόντος, μόνο με κινηματικά -έστω και μερικώς δρώντα- υποκείμενα (π.χ. κυπριακή νεολαία, αντι-καποδιστριακές κοινότητες, απολυμένοι εργάτες, κάτοικοι εναντίον ρυπογόνων βιομηχανιών, κ.λπ.) κι όχι με ετερόκλητες κι αμφιλεγόμενες ομαδοποιήσεις ή πρόσωπα (έφεδροι, νεοορθόδοξοι, «σαββοπουλίζοντες», κλπ)….
….Είτε θα θαλασσοδέρνει ανάμεσα στην αναγκαιότητα της δράσης και την πρακτική της αδυναμία, ελαστικοποιώντας αρχές και όρους συνεργασίας μόνο και μόνο για να «γίνεται κάτι», παραδίνοντας ένα αφυπνιζόμενο αριστερό δυναμικό στα χέρια της Παπαρήγα, η οποία δε δίστασε να μιλήσει στη Βουλή για το ψευτοδίλημμα του Σημίτη, ειρήνη ή πόλεμος», για «επαίσχυντη ειρήνη», για το «πραγματικό δίλημμα αντίσταση ή υποταγή» (!) κλπ. Μια πιθανά λάθος τακτική θα ωφελήσει, τουλάχιστον εκλογικά, αριστερά κόμματα ρητορείας την ίδια στιγμή που κάποιοι άλλοι θα αγωνίζονται να αποδείξουν ότι δεν είναι ελέφαντες.
Θόδωρος Ντρίνιας
1.322
ΤΑ ΕΠΕΙΣΟΔΙΑ ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΚΑΙ ΤΑ ΟΡΙΑ ΤΟΥ «ΕΘΝΙΚΟΥ ΧΩΡΟΥ»
Κατ’ αρχήν, ο γράφων οφείλει να τονίσει τη διαφωνία του με τη χρήση του όρου «εθνικός» χώρος ή «εθνική» ιδεολογία, ακόμα κι όταν χρησιμοποιούνται εντός εισαγωγικών για να διευκολύνουν την πολιτική επικοινωνία. Αν με τους όρους αυτούς χαρακτηρίζουμε όσους ανησυχούν για τον υποβιβασμό και τους κινδύνους που απειλούν την Ελλάδα στη μετά το ’89 περίοδο και παράλληλα χρεώνουν στις ελληνικές κυβερνήσεις υποχωρητικότητα, ενδοτισμό και υπακοή στα κελεύσματα της Νέας Τάξης Πραγμάτων στην περιοχή, τότε τα πράγματα γίνονται ιδιαίτερα πολύπλοκα. Στο μεν πολιτικό επίπεδο κάτι τέτοιο θα μπορούσε να χωρέσει από το «Στόχο» και τον Παπαθεμελή μέχρι το ΚΚΕ και την αντιιμπεριαλιστική άκρα αριστερά! Στο δε κοινωνικό επίπεδο από πυρήνες μιας κυριολεκτικά εθνικής αστικής τάξης μέχρι υπό παρακμή μικρομεσαίους και πλειοψηφικά εργατικά κι αγροτικά στρώματα (όπως εξάλλου φαίνεται σ’ όλες τις δημοσκοπήσεις). Γίνεται εύκολα κατανοητό ότι μια τέτοια αντιμετώπιση της πολιτικής ή ιδεολογικής έννοιας του «χώρου» που ενσωματώνει τόσο ανταγωνιστικές τάσεις, καθιστά τον ίδιο τον όρο τόσο…ευρύχωρο που καταντά αδόκιμος: ο «πατριώτης» βιομήχανος που ανησυχεί για τον υποβιβασμό του ελληνικού καπιταλισμού, αλλά παράλληλα αποδέχεται πλήρως τις πολιτικές που συμπιέζουν το εργατικό κόστος και ο άνεργος* ο ρατσιστής «Ελληναράς» που ονειρεύεται τη νέα τάξη του Χίτλερ και ο αντιιμπεριαλιστής αριστερός, όσο κι αν είναι «ανησυχούντες εθνικά» δεν μπορούν να βρεθούν μαζί παρά σε μια κακομαγειρεμένη μεταμοντέρνα «σούπα». Αν πάλι αρχίσουν οι εξαιρέσεις του τάδε ή του δείνα από τον «εθνικό χώρο» στο τέλος θα χρησιμοποιείται σαν όρος ενδοσυνεννόησης μεταξύ κάποιων ομάδων ή συλλογικοτήτων, αλλά δεν θα μπορεί να παραπέμπει πουθενά συγκεκριμένα τους υπολοίπους.
Αν ο «εθνικός χώρος» στην πολιτική γλώσσα συναντάει εξ αρχής τα όριά του, τότε στη Θεσσαλονίκη συνάντησε τα περιορισμένα όριά του και στην πολιτική πρακτική. Έδειξε τις αδυναμίες του αλλά και το πόσο προβλέψιμος και «χειραγωγίσιμος» είναι. Ευαίσθητοι Πόντιοι και πρόσφυγες (κατά κανόνα δημοκρατικών πεποιθήσεων) που δεν χώνεψαν τη συνάντηση προς τιμήν του σφαγέα των εθνοτήτων της Μ. Ασίας Κ. Ατατούρκ, Κύπριοι φοιτητές που βιώνουν καθημερινά τη διχοτόμηση του «Αττίλα» βρέθηκαν μαζί με νεοναζιστές της «Χρυσής Αυγής» και του «Στόχου», φασιστοειδείς παράγοντες της Θεσσαλονίκης και απολιθώματα του ελληνορθόδοξου ευσεβισμού. Νοερά στη συγκέντρωση ίσως να βρίσκονταν και κάποιοι της πατριωτικής αριστεράς αφού έτσι «υπήρξε έστω αντίδραση στις μεθοδεύσεις των Αμερικάνων και του Σημίτη». Τα αποτελέσματα της συνεύρεσης αυτής ήταν να δώσουν φυσικά τον τόνο τα φασιστικά στοιχεία, να προκληθούν τα επεισόδια και να βρει την ευκαιρία η κυβέρνηση (που κατά κάποιους αφελείς είχε τάχα τρομοκρατηθεί) να χρησιμοποιήσει περίτεχνα στοιχεία που είχε από καιρό στα χέρια της(βίντεο με χουντικούς ΕΚΑΜίτες) και να επιδιώξει τη διασύνδεση των επεισοδίων με «ηθικούς αυτουργούς» που πέραν των άλλων «κινούνται στο κλίμα Χαραλαμπίδη – Κηπουρού». Δόθηκε η ευκαιρία στους «εκσυγχρονιστές» του ΠΑΣΟΚ να εξοντώσουν πολιτικά, με τις βαριές κατηγορίες της υπόθαλψης ή αντοχής φασιστικών στοιχείων, την εσωκομματική αντιπολίτευση που είχε ιδιαίτερη επιρροή στη Βόρεια Ελλάδα. Παράλληλα έστειλαν ένα σαφές μήνυμα ισχύος σε όσους από το ΠΑΣΟΚ ή και την αριστερά θελήσουν ν’ αντιδράσουν σε επερχόμενες υποχωρήσεις στο Αιγαίο και την Κύπρο.
Βέβαια οι σκινς και το βίντεο με τους χουντο-ΕΚΑΜίτες δεν ήταν τα μόνα ενοχλητικά που είδαμε από εκείνη την περίοδο. Διαπιστώσαμε ότι καμιά αριστερή φωνή δεν ακούστηκε για τις συναντήσεις Ελλήνων και Τούρκων επιχειρηματιών που πραγματοποιούνται υπό αμερικανική εποπτεία και στόχο έχουν το μοίρασμα του Αιγαίου και κομματιών από τις βαλκανικές ή παραευξείνιες αγορές μεταξύ των δύο πιο «δυνατών» καπιταλισμών της περιοχής. Διαβάσαμε τον Θέμο Αναστασιάδη των ρατσιστικών ανεκδότων και της τουρκοφαγίας να πανηγυρίζει για τη δημοσιογραφική επιτυχία της «Ελευθεροτυπίας» και ειδικά του «ΙΟΥ»! Είδαμε τον «ΙΟ» που εγκαλούσε τους Κούρδους του PKK για συνεργασία με τις Αρχές, να χρησιμοποιεί στοιχεία που του διοχετεύτηκαν από το ίδιο το Υπουργείο Δημόσιας Τάξης ή ενδιάμεσους! Τον Γ. Α. Μαγκάκη να υποστηρίζει ότι η ύπαρξη ακροδεξιών στην αστυνομία εξηγεί την ανοχή ή και την υπόθαλψη των επεισοδίων σε μαζικές εκδηλώσεις, όπως η πορεία του Πολυτεχνείου! (Άρα ξύλο στους πιτσιρικάδες;) κ.ο.κ.
Τα συμπεράσματα, λοιπόν, που προκύπτουν από τα γεγονότα και τις αποκαλύψεις της Θεσ/νίκης είναι ιδιαίτερα σημαντικά:
– Το μπλοκ εξουσίας που στηρίζει το Σημίτη – Νέοι Βιομήχανοι, Εξαγωγείς, Εργολάβοι των ΜΜΕ και διανοούμενοι, Ευρωπαϊκό Διευθυντήριο και Αμερικάνικη Πρεσβεία- έχει φτάσει σε τέτοιο επίπεδο ισχύος που είναι το ανώτερο από το 1974 και μετά και μπορεί ν’ αντιμετωπίσει με σχετική ευκολία τους όποιους πολιτικούς του αντιπάλους.
– Επιβεβαιώνεται η ουσιαστική ανυπαρξία και το ετερόκλητο του λεγόμενου «εθνικού χώρου» και ακόμα περισσότερο η αδυναμία του «δημοκρατικού εθνικού χώρου» να κατανοήσει τις πολιτικές εξελίξεις, να περιφρουρήσει τη δράση του και τα μέλη του και να αποτελέσει το συνεκτικό χώρο έκφρασης της λαϊκής αντίστασης, όπως τουλάχιστον επιθυμεί.
– Οι ειδικές δυνάμεις της Αστυνομίας (ΜΑΤ-ΕΚΑΜ) αποτελούν ανέκαθεν προνομιακό χώρο ανάπτυξης φασιστικών ή ρατσιστικών συμπεριφορών, όχι μόνο επειδή δρουν εκεί ακροδεξιοί πυρήνες όπως αγωνίζονται να μας πείσουν ακόμα και πατεντάτοι αριστεροί, αλλά εξαιτίας του ίδιου του ρόλου τους σαν την αιχμή της κατασταλτικής πολιτικής της εκάστοτε κρατικής ελίτ. Το παλιό αίτημα για κατάργησή τους δεν δείχνει να χάνει τίποτα από την επικαιρότητά του.
– Οι ακροδεξιές και φασιστικές οργανώσεις δεν έχουν λαϊκό έρεισμα και μάλιστα σε επίπεδο μελών μάλλον ακολουθούν φθίνουσα πορεία, ιδίως σε συγκεκριμένους κοινωνικούς χώρους (π.χ. σχολεία). Παρ’ όλα αυτά αποτελούν πάντα το κατάλληλο μέσο για τη δημιουργία επεισοδίων ή το στήσιμο προβοκάτσιας (βλ. Επεισόδιο Επισκοπής κλπ).
Τα γεγονότα της Θεσ/νίκης ήρθαν σε μια περίοδο όπου μεγεθύνεται ένα ρεύμα παράλληλης αντίστασης στις κυβερνητικές επιλογές στην οικονομία και τις επιταγές της Νέας Τάξης Πραγμάτων, το οποίο συσπειρώνει αριστερούς που είναι «ανένταχτοι» ή στηρίζουν κριτικά υπαρκτά αριστερά κόμματα. Ταυτόχρονα μεγεθύνονται και οι ευθύνες εκείνου του κομματιού της αριστεράς που εδώ και χρόνια τόνιζε την αξεδιάλυτη πλοκή μεταξύ κοινωνικής απελευθέρωσης και εθνικής ανεξαρτησίας στην Ελλάδα. Θα λέγαμε ότι αυτό το κομμάτι βρίσκεται προ οριακών επιλογών.
Είτε θα εγκαταλείψει οριστικά την παραμυθία περί «εθνικού χώρου» στον οποίο «παρεμβαίνει για να επηρεάσει την εξέλιξή του» και θα επιχειρήσει να αρθρώσει έναν αυτόνομο συνεκτικό πολιτικό λόγο εμπλουτίζοντας τις αντιλήψεις του περί κοινωνικής και εθνικής απελευθέρωσης με την οικολογική, αντιρατσιστική, αντιαυταρχική κ.λπ. προβληματική. Και για να το πραγματοποιήσει χρειάζεται πράγματι «…έναν ορίζοντα μακράς διάρκειας…ιδεολογική διαμόρφωση και συνάρθρωση των επιπέδων, παρουσία κι επέμβαση στη συγκυρία με ad hoc συσσωματώσεις…» όπως αναφέρθηκε στο προηγούμενο τεύχος του περιοδικού, μόνο που αυτό οφείλει να γίνει με αυστηρότητα ως προς την τήρηση βασικών αρχών και κυρίως ως προς την εφαρμογή τους στην πράξη. Στην εποχή του μεταμοντέρνου μηδενισμού μια «επανηθικοποίηση» της πολιτικής θεωρίας και πρακτικής μπορεί να λειτουργήσει παραδειγματικά για αφυπνιζόμενα τμήματα του πληθυσμού. Έτσι: «ΟΧΙ στην Ολυμπιάδα» σημαίνει «ΟΧΙ» κι όχι «ΝΑΙ» υπό προϋποθέσεις» (π.χ. Ολυμπιάδα στη Θεσσαλονίκη)* «ΟΧΙ στα οικοκαταστροφικά Διευρωπαϊκά Δίκτυα Δρόμων» σημαίνει «ΟΧΙ» κι όχι «ΝΑΙ» σε όσα ικανοποιούν τον ελληνικό μεταπρατισμό». Στήριξη των εθνικών απαιτήσεων των Κούρδων σημαίνει και στήριξη των διεκδικήσεων των Αλβανών του Κοσσυφοπεδίου…κ.ο.κ.
Συνάρθρωση διαφορετικών επιπέδων σημαίνει: αντίσταση στο ξεπούλημα της Κύπρου και παράλληλα αντιρατσιστική δράση* αντίσταση στην πολιτική λιτότητα και προώθηση ενός εναλλακτικού μοντέλου ανάπτυξης* σημαίνει ν’ ανοίγεις για παράδειγμα την προβληματική της παλλαϊκής άμυνας όχι για να συζητήσεις τη λειτουργία της ως προς παραστρατιωτικού ή επικουρικού μηχανισμού, αλλά για το πως μπορούν να περάσουν ευθύνες και δραστηριότητες της εθνικής άμυνας στο λαό, αποδυναμώνοντας τον ιεραρχικό, εξουσιαστικό και μιλιταριστικό χαρακτήρα του στρατού…,κλπ.
Παρέμβαση στη συγκυρία σημαίνει παρέμβαση εκεί που γνωρίζεις ότι μπορεί να φανεί το διακριτό του στίγμα χωρίς να αλλοιωθεί ή να παρεξηγηθεί. Και συσσωματώσεις, επί του παρόντος, μόνο με κινηματικά -έστω και μερικώς δρώντα- υποκείμενα (π.χ. κυπριακή νεολαία, αντι-καποδιστριακές κοινότητες, απολυμένοι εργάτες, κάτοικοι εναντίον ρυπογόνων βιομηχανιών, κ.λπ.) κι όχι με ετερόκλητες κι αμφιλεγόμενες ομαδοποιήσεις ή πρόσωπα (έφεδροι, νεοορθόδοξοι, «σαββοπουλίζοντες», κλπ)….
….Είτε θα θαλασσοδέρνει ανάμεσα στην αναγκαιότητα της δράσης και την πρακτική της αδυναμία, ελαστικοποιώντας αρχές και όρους συνεργασίας μόνο και μόνο για να «γίνεται κάτι», παραδίνοντας ένα αφυπνιζόμενο αριστερό δυναμικό στα χέρια της Παπαρήγα, η οποία δε δίστασε να μιλήσει στη Βουλή για το ψευτοδίλημμα του Σημίτη, ειρήνη ή πόλεμος», για «επαίσχυντη ειρήνη», για το «πραγματικό δίλημμα αντίσταση ή υποταγή» (!) κλπ. Μια πιθανά λάθος τακτική θα ωφελήσει, τουλάχιστον εκλογικά, αριστερά κόμματα ρητορείας την ίδια στιγμή που κάποιοι άλλοι θα αγωνίζονται να αποδείξουν ότι δεν είναι ελέφαντες.
Θόδωρος Ντρίνιας
1.322