του Θανάση Τζιούμπα, από το Άρδην τ.99, Ιανουάριος-Μάρτιος 2015
Όσα ακολουθούν είναι ένα απόσταγμα της συμμετοχής μου στην αποστολή ανθρωπιστικής βοήθειας στους Κούρδους του Κομπάνι, που οργανώθηκε από τον ραδιοσταθμό «στο Κόκκινο», το ΚΕΘΕΑ, την «Αλληλεγγύη για όλους», τα κοινωνικά ιατρεία και φαρμακεία και την ΑΔΕΔΥ. Η αποστολή που παρέδωσε την βοήθεια διήρκεσε από 23/2 ως 27/2. Κατά τη διάρκεια της έγιναν παράλληλα επισκέψεις σε καταυλισμούς και συναντήσεις με πρόσφυγες, με οργανώσεις κοινωνικές, αυτοδιοικητικές και πολιτικές, όπως και πολλές παράλληλες επαφές και συζητήσεις.
Υπάρχουν πολλοί λόγοι να είναι κανείς έμπρακτα αλληλέγγυος με τον αγώνα των Κούρδων, λόγοι όχι μόνο ανθρωπιστικοί αλλά και λόγοι που αναφέρονται στα χαρακτηριστικά του αγώνα αυτού και στα κοινωνικά σημαινόμενα που κουβαλάει. Ένας αγώνας που προτείνει τρόπους χρήσιμους όχι μόνο ως εναλλακτική πρόταση για το στενό του χαοτικό και βάρβαρο περιβάλλον, αλλά και χρήσιμους οικουμενικά. Ο αγώνας αυτός έρχεται από μακριά και έχει άλλο τόσο δρόμο μπροστά του.
Η νίκη των Κούρδων της Συρίας επί του «τρομερού» ISIS δεν αποτελεί έκπληξη για όσους γνωρίζουν τι προηγήθηκε. Το Κομπάνι είναι καρπός ενός δέντρου με ρίζες στους μακρόχρονους αγώνες και τις αμέτρητες θυσίες του λαού αυτού, στα βουνά και τις πόλεις, στο απόρθητο όρος Καντίλ, στον καθημερινό αγώνα για ελευθερία.
Το ευρύτερο πλαίσιο της περιοχής
Ο ι κατακλυσμιαίες αλλαγές που πυροδότησε η πολιτική της Δύσης στον χώρο της Μέσης Ανατολής, με την εισβολή στο Ιράκ αρχικά και στην συνέχεια με την προσπάθεια εκμετάλλευσης των αναταράξεων της «αραβικής άνοιξης» στην κατεύθυνση της ανατροπής των μη αρεστών στους δυτικούς (του Ισραήλ περιλαμβανόμενου) κοσμικών αραβικών καθεστώτων, έφεραν το χάος.
Η πολιτική των ΗΠΑ, καθοριζόμενη σε μεγάλο βαθμό από τις «ανάγκες ασφάλειας» του Ισραήλ, επιχείρησε μια επανάληψη του βαλκανικού σεναρίου, με την κονιορτοποίηση των χωρών της περιοχής σε φέουδα. Σε μια περιοχή όπου από την αυγή του πολιτισμού όλοι πολεμούν εναντίον όλων, η απώλεια ελέγχου ήταν κάτι παραπάνω από βέβαιη, κι όσοι στοιχημάτισαν στο άλογο της διαχειρίσιμης αστάθειας ήταν χαμένοι πριν ξεκινήσει η κούρσα. Το ίδιο ισχύει και για την νεοθωμανικής έμπνευσης πολιτική των «μηδενικών προβλημάτων» του Νταβούτογλου, που μέσα σε λίγο χρονικό διάστημα, αντί να πανηγυρίζει την ανατροπή του Άσαντ και το πέρασμα της περιοχής υπό τουρκικό έλεγχο βλέπει τώρα εχθρικές σημαίες να εφάπτονται των συνόρων του.
Στον χώρο του ιστορικού Κουρδιστάν, που το 1923 με την συμφωνία Σάικς-Πικό αποφασίστηκε η κατάτμηση του σε τέσσερα κράτη (Τουρκία, Συρία, Ιράκ, Ιράν), οι συνέπειες των γεωπολιτικών ανακατατάξεων έσπασαν παγιωμένες καταστάσεις και δημιουργούν νέες ευκαιρίες και κινδύνους για την υπόθεση της απελευθέρωσης του κουρδικού έθνους. Οι διαδρομές των τεσσάρων κομματιών του, που για δεκαετίες ήταν αποκλίνουσες και μοναχικές, μοιάζουν να συγκλίνουν και πάλι σε αλληλεπίδραση με την χαοτική πραγματικότητα.
Στο Ιράκ, η ουσιαστική τριχοτόμηση μετά την εισβολή του, δημιούργησε στα βόρεια ένα ντε φάκτο κρατικό μόρφωμα, συνέχεια των απελευθερωμένων περιοχών που είχαν δημιουργηθεί από το αντάρτικο, που πέρα από την συμμετοχή του στην χαλαρή κεντρική διοίκηση οργάνωσε πολιτικά και στρατιωτικά την περιοχή του. Η εγκατάσταση μιας μεγάλης αμερικάνικης αεροπορικής βάσης στο Αρμπίλ μοιάζει να κλειδώνει την τροχιά προς την ανεξαρτησία.
Στην Συρία, οι Κούρδοι συμμετείχαν αρχικά στο μέτωπο ενάντια στον Άσαντ, μέχρι να απελευθερώσουν και να καταστήσουν αυτόνομη την δική τους περιοχή, το 2012. Στην συνέχεια ασχολήθηκαν με την υπεράσπιση της από τους πρώην «συμμάχους», συνιστώσες της λεγόμενης συριακής αντιπολίτευσης.
Οι ιδεολογικές ταυτότητες
Η ιδεολογική ταυτότητα των οργανώσεων και των κινημάτων που έδρασαν όλα αυτά τα χρόνια στο ευρύτερο Κουρδιστάν αποτέλεσε σε σημαντικό βαθμό συνέπεια των σχέσεων που είχε αναπτύξει ο ιμπεριαλισμός με τα κράτη που είχαν Κούρδους στο έδαφος τους.
Έτσι, στην περίπτωση του Ιράκ, μέχρι την ανάδειξη στην εξουσία του καθεστώτος Σαντάμ, το κουρδικό αντάρτικο πολεμήθηκε από τους δυτικούς και υποστηρίχθηκε από την Σοβιετική Ένωση. Στην συνέχεια, οι ρόλοι αντιστράφηκαν κι ο αγώνας των Κούρδων του Ιράκ έγινε δημοφιλής ως αντίπαλο δέος, αναπτύχθηκαν σχέσεις με τις ΗΠΑ και το Ισραήλ, ενώ ακόμη και η Τουρκία απέκτησε επαφή, σε μια προσπάθεια να αποκόψει το ενοχλητικό ΡΚΚ. Έτσι, οι δύο σημαντικότερες οργανώσεις του κομματιού αυτού (PDK-Iraq και PUK-Iraq) εμφανίζονται δυτικόφιλες και έφτασαν μέχρι και την ένοπλη ρήξη με το ΡΚΚ. Η επέλαση του ISIS προς την Μοσούλη αλλά και προς το Αρμπίλ δημιούργησε την ανάγκη υπεράσπισης των περιοχών τους. Το ΡΚΚ πρόσφερε την στρατιωτική του υποστήριξη και ήταν οι εμπειροπόλεμες μονάδες του που έκαναν την διαφορά. Οι Κούρδοι, παρά τις εδαφικές και ανθρώπινες απώλειες, κράτησαν, παίρνοντας υπό την προστασία τους όλες τις θρησκευτικές και εθνοτικές ομάδες της περιοχής.
Στην Συρία, η μοίρα των Κούρδων συνδέθηκε με εκείνη των ομόφυλών τους της Τουρκίας και του κινήματος του ΡΚΚ. Ιστορικά η Συρία, διοικούμενη από μια μειονότητα (των Αλαουιτών), υπήρξε ανεκτική απέναντι στις άλλες ομάδες, σε μια χώρα πλειοψηφικά σουνιτική. Η συριακή κυβέρνηση των Άσαντ, νιώθοντας επιπλέον την απειλή της Τουρκίας, άφησε το ΡΚΚ να εγκατασταθεί στο έδαφος της Συρίας που κατοικείται από Κούρδους, άρα και την επιρροή του να γιγαντωθεί. Η κατάσταση αυτή άλλαξε την εποχή των ερώτων με την Τουρκία, το 1998, οπότε εκπαραθυρώνεται ο Οτσαλάν. Έκτοτε, και με δεδομένη την σκλήρυνση της κατάστασης από την Δαμασκό (που αντέδρασε σπασμωδικά στην επέκταση της «Αραβικής Άνοιξης» στην Συρία), οι Κούρδοι περνούν στην αντιπολίτευση και, στο χάος που ξέσπασε, οργανώνονται πολιτικά (αυτοδιοίκηση σε πλουραλιστική κατεύθυνση με αρκετά αμεσοδημοκρατικά στοιχεία) και στρατιωτικά (πολιτοφυλακές του YPG) και παίρνουν τον έλεγχο της Β. Συρίας. Η Ροτζάβα (η επανάσταση στο Δυτικό Κουρδιστάν) είναι γεγονός. Η διολίσθηση της συριακής αντιπολίτευσης σε ακραίες ισλαμιστικές θέσεις, η ανάληψη της ηγεμονίας από την Αλ Νούσρα και τον ISIS, με τις ευλογίες και την υλική στήριξη της Τουρκίας και του Κατάρ, το παιχνίδι του ελέγχου των διαδρομών φυσικού αερίου, έφεραν την περιοχή αυτή στο επίκεντρο των εξελίξεων. Οι Κούρδοι του YPG χρειάστηκε να πολεμήσουν για την επιβίωσή τους και πέτυχαν μια λαμπρή νίκη στο Κομπάνι, αναχαιτίζοντας για πρώτη φορά τις «ανίκητες» ορδές του ISIS.
Όσο για το Κουρδιστάν της Τουρκίας, η μεταμόρφωση του ΡΚΚ από μια κλασική σκληροπυρηνική οργάνωση του βουνού σε μοχλό ανάπτυξης μαζικών κοινωνικών κινημάτων, αποτελεί μια καταπληκτική επίδοση για ένα πολιτικό υποκείμενο που έφερε έντονα τα χαρακτηριστικά της μ-λ ιδεολογίας και του ένοπλου αγώνα των βουνών. Ίσως να είναι η μοναδική περίπτωση που ένα σχήμα δημιουργημένο με τα συστατικά του ’70 και του ’80 μπόρεσε όχι μόνο να επιζήσει της συντριβής του σοσιαλιστικού ονείρου και της φθοράς του μακρόχρονου αντάρτικου, αλλά να «εκσυγχρονίσει την παράδοση του» και να συνθέσει μια πρόταση για το σήμερα και το αύριο. Οι αυθεντικοί δεσμοί του με τον κουρδικό λαό αποτελούν ίσως ένα κλειδί για την ερμηνεία.
Το μετέωρο βήμα του Κουρδιστάν της Τουρκίας
Ε χουμε μια εικόνα που ερχόταν από το χθες, μιας Τουρκίας όπου η «ευτυχία να είσαι Τούρκος» ήταν η κατηγορική προσταγή όλης της κοινωνικής και πολιτικής ζωής, όπου η κουρδική ταυτότητα είχε διά νόμου απαλειφθεί κι από τα λεξικά. Αλήθεια, πόσοι από μας δεν νόμιζαν ότι προσωπικότητες όπως ο Γιλμάζ Γκιουνέι ή ο Γιασάρ Κεμάλ ήταν … Τούρκοι κι όχι Κούρδοι; Στο τουρκικό κοινοβούλιο ακούγονται ακόμη προτάσεις για αλλαγή των χρωμάτων στους σηματοδότες γιατί το κόκκινο / κίτρινο /πράσινο είναι το χρώματα της κουρδικής σημαίας! Με αυτές τις αποσκευές, αυτό που αντικρίζει κάποιος αν επισκεφτεί την Νότια και Ανατολική Ανατολία είναι μια έκπληξη.
Η εξουσία της κυβέρνησης επιβιώνει περιχαρακωμένη σε κυβερνητικά κτήρια, προστατευμένη με συρματοπλέγματα και εγκαταστάσεις της στρατοχωροφυλακής και του στρατού, τεθωρακισμένα και στρατιές ενόπλων. Υπάρχει παρουσία των δυνάμεων της «τάξης» σε σημεία ελέγχου από πολυάριθμες ομάδες, συνήθως με υποστήριξη τεθωρακισμένων.
Ταυτόχρονα όμως, στην κοινωνία και στις τοπικές αρχές, ένας διαφορετικός αέρας φυσά. Εκλεγμένες από τις κουρδικές πλειοψηφίες, ελεγχόμενες πολιτικά από τις φιλικές προς το ΡΚΚ δυνάμεις κι οργανώσεις δίνουν στην έννοια της αυτοδιοίκησης ένα επιπρόσθετο, εθνοτικό χαρακτηριστικό. Οι φωτογραφίες του Αμπντουλάχ Οτσαλάν είναι παρούσες, τα στελέχη κι ο κόσμος μιλά ανοιχτά για το κουρδικό ζήτημα, μια αύρα ελευθερίας κερδίζει διαρκώς έδαφος.
Στην Τουρκία η αλλαγή σκυτάλης, που από τα χέρια των στρατοκρατών κεμαλιστών πέρασε στα χέρια των νεοθωμανών του ΑΚΡ, σηματοδότησε μια αλλαγή στάσης απέναντι στο κουρδικό ζήτημα, που εξάλλου συνέβαλε σε σημαντικό βαθμό στην φθορά και την απώλεια γοήτρου του στρατού. Πλέον, το κέντρο βάρους της διαχείρισης του κουρδικού μετατέθηκε στην απόπειρα ενσωμάτωσης των Κούρδων σε ένα έθνος που ορίζεται από την θρησκευτική (σουνιτική) και όχι την εθνοτική, γλωσσική ή άλλη ταυτότητα, αναβιώνοντας τα «μιλιέτ» της αυτοκρατορίας. Αναπόφευκτα η τρομοκρατία χαλάρωσε και επιτράπηκε ένας σημαντικός για τα ως τώρα δεδομένα βαθμός ελευθερίας της έκφρασης, που οδήγησε στην κυριαρχία σε τοπικό επίπεδο κουρδικών οργανώσεων. Ακόμη, η σχετική αυτονόμηση της Άγκυρας από τις δυτικές επιλογές και η αντιπαράθεσή της με το Ισραήλ άρχισε να αλλάζει την αντιμετώπιση από τους δυτικούς του κουρδικού κινήματος και των οργανώσεών του ως τρομοκρατικού.
Ταυτόχρονα ο ένοπλος απελευθερωτικός αγώνας, παρά τα σκληρά χτυπήματα στον τουρκικό στρατό και το γόητρό του, έδειξε ότι δεν μπορεί μεν να ηττηθεί, αλλά δεν μπορεί και να πετύχει από μόνος του το επιθυμητό αποτέλεσμα, την αυτονομία και την δημιουργία κουρδικής πατρίδας.
Η επιλογή από το ΡΚΚ, βοηθούντος και του δεσμώτη του Ιμραλί Α. Οτσαλάν, του δρόμου της νόμιμης έκφρασης ως κύριου (ή και αποκλειστικού συν τω χρόνω) πεδίου πολιτικής δράσης, μοιάζει να έχει αποτελέσματα. Οι ιδέες του κατέβηκαν από το βουνό στην πόλη, η πρόσβαση στις πολύ πλατύτερες μάζες των αστικών περιοχών επιτεύχθηκε, η τρομοκρατία αμβλύνθηκε. Με τον τρόπο αυτό η πολιτική του ισχύς, που περιοριζόταν από το ειδικό βάρος των περιοχών που έλεγχε ως ένοπλο κίνημα, διευρύνθηκε. Ταυτόχρονα μπόρεσε να επιχειρηθεί μια καλύτερη αξιοποίηση του συνόλου των πολιτικών χαρακτηριστικών του κινήματος, των κοινωνικών / απελευθερωτικών του αντιλήψεων, της πρότασης για το γυναικείο ζήτημα που επέβαλε η ισότιμη συμμετοχή των γυναικών στις αντάρτικες ομάδες, των οικολογικών συνθημάτων. Αυτό αποτελεί ένα ελκυστικό μείγμα και για αυτούς που δεν συμμερίζονται κατ’ ανάγκη το όραμα για ελεύθερο Κουρδιστάν ή την επιλογή του αντάρτικου ως δρόμου για την πραγμάτωση του.
Οι κουρδικές οργανώσεις δημιουργούν συνεχώς μετωπικά σχήματα. Με αφορμή την υποστήριξη στην Ροτζάβα, το Κομπάνι και το προσφυγικό, δημιουργήθηκε μια ένωση 120 αυτοδιοικητικών δομών (οι 103 ελέγχονται άμεσα ή έμμεσα από το BDP, την «νόμιμη» έκφραση του Κουρδικού αγώνα). Στο πολιτικό επίπεδο δημιουργήθηκε, το 2013, το HDP, σε μια προσπάθεια ενοποίησης κάτω από μια ομπρέλα, κουρδικών και μη, αντιπολιτευτικών δυνάμεων ώστε να ξεπεραστεί το πλαφόν του 10% που θέτει ο τουρκικός εκλογικός νόμος και να υπάρξει σημαντική κοινοβουλευτική εκπροσώπηση αντί της ισχνής παρουσίας «ανεξάρτητων» βουλευτών. Μια τέτοια εκπροσώπηση, εκτός από την συμβολική ή την διαπραγματευτική της αξία, θα μπορούσε, σε συνθήκες ασταθούς ισορροπίας κεμαλιστών – ισλαμιστών, να αναδείξει το HDP σε ρυθμιστικό παράγοντα. Οι Κούρδοι δηλώνουν αισιόδοξοι, επικαλούμενοι δημοσκοπικά ευρήματα. Βέβαια η προεκλογική περίοδος έχει μόλις ανοίξει και η αναμενόμενη πόλωση δεν προσφέρει ασφαλείς προβλέψεις.
Σήμερα, η ιδέα της δημιουργίας κρατικής οντότητας για τους Κούρδους μοιάζει να περνά σε δεύτερη μοίρα, και να προάγεται η πρόταση μιας «ομοσπονδιακής» ή «συνομοσπονδιακής» Τουρκίας με διασφάλιση των δικαιωμάτων όλων των εθνοτήτων και των θρησκειών / δογμάτων. Αυτή η πρόταση θα αναμετρηθεί με τα όρια αντοχής του τουρκικού κατεστημένου (η πανουργία της ιστορίας ενδέχεται να φέρει την Τουρκία αντιμέτωπη με ένα αντίστοιχο του σχεδίου Ανάν), αλλά και με τα ζητήματα που θέτει η εθνική παρουσία των Κούρδων σε τέσσερα κράτη, άρα την τάση ενοποίησής τους κάτω από μια κρατική οντότητα.
Η θέση της γυναίκας στα κουρδικά κινήματα
Σ ε μια περιοχή όπου οι δομές της πιο βαθιάς πατριαρχίας δεν έχασαν ποτέ έδαφος (ακόμα και με την ακραία μορφή της πολυγαμίας), η θέση της γυναίκας στους αγώνες και την κοινωνία αποτελεί μια έκπληξη.
Η συμμετοχή των γυναικών όχι μόνο στην υποστήριξη αλλά και στην πρώτη γραμμή του ένοπλου αγώνα του ΡΚΚ υπήρξε το κλειδί για την επέκταση του απελευθερωτικού κοινωνικού προτάγματος και στο ζήτημα της διάκρισης φύλου. Η ισοτιμία και ο σεβασμός κερδήθηκαν μέσα από την ισότιμη συμμετοχή στον αγώνα και τις θυσίες του αντάρτικου. Οι γυναικείες φιγούρες στο μαρτυρολόγιο των Κούρδων το δείχνουν με τον πιο καθαρό τρόπο. Εξάλλου, στα πολυάριθμα επίσημα κείμενα στην ιστοσελίδα του ΡΚΚ που αναφέρονται στο γυναικείο ζήτημα, η οπτική είναι σαφής: η διάκριση φύλου είναι η πρώτη κοινωνική διάκριση οπότε η απελευθέρωση της γυναίκας είναι το μέτρο της απελευθέρωσης της κοινωνίας.
Η οργάνωση της κουρδικής εξουσίας στην Ροτζάβα της Συρίας έφερε από την αρχή την σφραγίδα της ισότιμης συμμετοχής. Σε όλα τα αντιπροσωπευτικά όργανα η υποχρεωτική ποσόστωση είναι 50%. Ακόμη πιο χαρακτηριστικό είναι το γεγονός της δυαδικής φυλετικής αντιπροσώπευσης σε όλα τα πολιτικά και στρατιωτικά αξιώματα. Η εμβληματική φιγούρα της Ναρίν Αφρίν, της συν-αρχηγού των πολιτοφυλακών στο Κομπάνι, είναι ο κανόνας κι όχι η εξαίρεση.
Αυτό το παράδειγμα υιοθετείται σταδιακά και σε όλες τις δομές της κουρδικής εξουσίας, θεσμισμένο όπου είναι δυνατό ή στην πράξη, όπου αυτό δεν γίνεται νομικά (π.χ. στους κουρδικούς δήμους της Τουρκίας).
Συζητώντας κάποιος με τις γυναίκες αυτές θα ανακαλύψει ότι η αντίληψή τους για την θέση της γυναίκας δεν περιορίζεται μόνο στην θεσμική ισότητα, υπάρχει παράλληλα μια αναζήτηση για το τι σημαίνει ένας γυναικείος τρόπος κοινωνικής οργάνωσης ή μια γυναικεία ταυτότητα.
Ο τρόπος που έχουν επιλέξει, πέρα από τις γυναικείες οργανώσεις και την συζήτηση που διεξάγεται εκεί, είναι η ύπαρξη κοινωνικών και οικονομικών δομών που στελεχώνονται αποκλειστικά από γυναίκες, συνεταιρισμοί, μικρές οικονομικές μονάδες κ.λπ.
Αποκορύφωμα της τακτικής αυτής ήταν η ύπαρξη αμιγώς γυναικείων μάχιμων μονάδων στον αγώνα για το Κομπάνι. Γυναίκες έχουν συμμετάσχει σε επαναστατικούς στρατούς και συμμετέχουν και σε αρκετούς σύγχρονους στρατούς, σε μικτούς όμως σχηματισμούς. Αυτό το «πείραμα» που συντελέστηκε εκεί και φάνηκε να είναι αποτελεσματικό επιχειρησιακά, αποτελεί μια (ακόμη) κουρδική πρωτοτυπία.
Σε κάθε περίπτωση, οι γυναίκες που κέρδισαν τον σεβασμό και την ισοτιμία μέσα από τέτοιους δρόμους είναι αδύνατο να ξαναγυρίσουν πίσω.
Η σημασία της νίκης στο Κομπάνι
Η νίκη στο Κομπάνι ενδέχεται να παίξει τον ρόλο του καταλύτη στην κουρδική υπόθεση. Ο τρόπος που δόθηκε η μάχη και η συντριβή του ISIS έχουν μια ευρύτερη σημασία, όχι μόνο για το πώς η Δύση υποχρεώθηκε να αντιμετωπίσει τους Κούρδους μαχητές, αλλά και ως σύμβολο ενότητας για τους ίδιους τους κουρδικούς πληθυσμούς.
Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι οι ΗΠΑ αναγκάστηκαν να ανακρούσουν πρύμναν και να δώσουν στους κατά τα άλλα τρομοκράτες του YPG αεροπορική υποστήριξη και ανεφοδιασμό, ώστε να αντέξουν και να νικήσουν. Κι αυτό σε πείσμα του «ιστορικού τους συμμάχου», των Τούρκων, που εξάντλησαν όλα τα περιθώρια αποκλεισμού των Κούρδων από κάθε ανεφοδιασμό, όταν δεν τους κανονιοβολούσαν ή άνοιγαν τα σύνορά τους στον ISIS.
Ταυτόχρονα, ο αγώνας στο Κομπάνι πήρε τον χαρακτήρα κουρδικής πανστρατιάς, που για πρώτη ίσως φορά ξεπέρασε τους φατριασμούς και τις ενδο-κουρδικές αντιθέσεις. Στα σοκάκια του πολέμησαν, μάτωσαν και νίκησαν άνδρες και γυναίκες, πολιτοφύλακες του YPG, εμπειροπόλεμοι μαχητές του ΡΚΚ από το όρος Καντίλ, πεσμεργκά Κούρδοι του Ιράκ. Η νίκη τους είναι νίκη του Κουρδιστάν, είναι μια υποθήκη για το αυριανό Κουρδιστάν. Η αντιμετώπιση του προσφυγικού και η κινητοποίηση για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης φέρει τα ίδια χαρακτηριστικά, έχει γίνει υπόθεση όλων των Κούρδων.
Η στρατιωτική προσπάθεια στρέφεται τώρα στην ανάκτηση του ελέγχου σε μια εδαφική ζώνη παράλληλα με τα τουρκικά σύνορα, ώστε να ανοίξει μια δίοδος επικοινωνίας και ανεφοδιασμού, μια ασφαλής οδός μέσω του Κουρδιστάν του Ιράκ. Αυτό θα φέρει και την εδαφική συνέχεια των δύο κομματιών του Κουρδιστάν που απελευθερώθηκαν με τα όπλα.