Όταν οι Αμερικανοί νεοσυντηρητικοί έκαναν μπίζνες με τους Ιρανούς μουλάδες
Του Κωνσταντίνου Μαυρίδη από την Ρήξη φ. 128
Στην εκλογική ιστορία των ΗΠΑ, με τον όρο «έκπληξη του Οκτωβρίου» περιγράφεται κάθε γεγονός που μπορεί να αντιστρέψει το πολιτικό σκηνικό και να εξασφαλίσει την εκλογή κάποιου υποψηφίου για την προεδρία της χώρας. Με δεδομένο το γεγονός ότι παραδοσιακά οι εκλογές λαμβάνουν χώρα την Τρίτη μετά την πρώτη Δευτέρα του Νοεμβρίου, μια έκπληξη στα μέσα με τέλη Οκτωβρίου στερεί από τον αντίπαλο τον απαιτούμενο χρόνο αντίδρασης και συνήθως «κλειδώνει» την προεδρία.
Το 1980 ήταν εκλογική χρονιά για τις ΗΠΑ με τον απερχόμενο δημοκρατικό πρόεδρο Τζίμη Κάρτερ να βρίσκεται αντιμέτωπος με τον ρεπουμπλικάνο υποψήφιο για την προεδρία, Ρόναλντ Ρέιγκαν. Το κυρίαρχο θέμα για την Αμερική της εποχής ήταν οι πενήντα έξι όμηροι που κρατούνταν από τους φρουρούς της επανάστασης στο Ιράν μετά την κατάληψη της εκεί αμερικανικής πρεσβείας, στις 4 Νοεμβρίου του 1979. Η κυβέρνηση Κάρτερ βρισκόταν επί μήνες σε διαπραγματεύσεις με τους Ιρανούς για την απελευθέρωση των Αμερικανών ομήρων και γνώριζε πολύ καλά πως η κοινή γνώμη στις ΗΠΑ παρακολουθούσε στενά την υπόθεση και μια ευνοϊκή έκβασή της θα έδινε στον Κάρτερ άλλα τέσσερα χρόνια στον Λευκό Οίκο.
Το πρόβλημα, βέβαια, ήταν ότι οι Ιρανοί έκαναν σκληρά παζάρια και οι διαπραγματεύσεις τραβούσαν σε μάκρος, με αποτέλεσμα το γόητρο του προέδρου να πλήττεται και οι δημοσκοπήσεις να δείχνουν ξεκάθαρη πτώση των ποσοστών του Δημοκρατικού Κόμματος. Μόνο όταν το Ιράκ του Σαντάμ Χουσεΐν εισέβαλε στο Ιράν, τον Σεπτέμβριο του ’80, φάνηκε κάποιο φως στην άκρη του τούνελ κι αυτό διότι οι Ιρανοί, εξοπλισμένοι εξ ολοκλήρου με αμερικανικό στρατιωτικό υλικό από την εποχή του Σάχη, χρειάζονταν επειγόντως ανταλλακτικά από τις ΗΠΑ για τις πολεμικές τους επιχειρήσεις.
Το παράξενο είναι, ότι ενώ όλα έδειχναν ότι οι δύο πλευρές βρίσκονταν κοντά στη συμφωνία μέσα στον Οκτώβριο, με τον Κάρτερ να έχει δεχτεί όλες τις απαιτήσεις της Τεχεράνης, οι Ιρανοί διέκοψαν αιφνιδίως τις συνομιλίες και επέβαλαν σιγή ασυρμάτου μέχρι το πέρας των αμερικανικών εκλογών. Το αποτέλεσμα ήταν ο Κάρτερ να χάσει κατά κράτος στις εκλογές και οι Ρέιγκαν και Μπους ο πρεσβύτερος να καρπωθούν τα εκλογικά οφέλη της αποτυχημένης παρ’ ολίγον έκπληξης των Δημοκρατικών. Τον Ιανουάριο του ’81 οι Αμερικανοί θα είχαν επιτέλους μια κυβέρνηση που δεν μασούσε τα λόγια της και φαίνεται ότι ακόμη και οι μουλάδες στο Ιράν είχαν πάρει το μήνυμα. Είκοσι λεπτά αφότου ορκίστηκε ο Ρέιγκαν, οι Ιρανοί απελευθέρωσαν όλους τους ομήρους. Προφανώς τα είχαν κάνει πάνω τους με έναν τέτοιο καουμπόη του σελουλόιντ στον Λευκό Οίκο!
Όλα αυτά, βέβαια, μέχρι το 1986 που ξέσπασε το σκάνδαλο «Ιράν-Κόντρα» και φάνηκε ότι ο πολεμοχαρής πρόεδρος και η κυβέρνησή του δεν είχαν τον παραμικρό ενδοιασμό να εφοδιάζουν μυστικά τους «βάρβαρους τρομοκράτες» Ιρανούς με πολεμικό υλικό μέσω του Ισραήλ, παραβιάζοντας το επίσημο εμπάργκο των ΗΠΑ κατά του Ιράν. Περίπου ένα χρόνο μετά, ο δημοσιογράφος Ρόμπερτ Πάρι του Α.Π. έκανε τις πρώτες νύξεις ότι το αλισβερίσι ρεπουμπλικάνων-Ιρανών πήγαινε μάλλον αρκετά χρόνια πίσω και πιθανώς πριν ακόμη έρθουν στην εξουσία το ’81.
Τα άρθρα του Πάρυ προφανώς λειτούργησαν ως αφορμή για την εμφάνιση και άλλων δημοσιευμάτων και βιβλίων επί του θέματος. Ο σύμβουλος επί θεμάτων Μέσης Ανατολής της κυβέρνησης Κάρτερ, Γκάρυ Σικ, και η ρεπόρτερ του CBS, Λέσλυ Κόκμπερν, ανέφεραν στοιχεία για ανεπίσημες επαφές του εκλογικού επιτελείου των Ρέιγκαν-Μπους με απεσταλμένους των Ιρανών το καλοκαίρι του ’80 στη Μαδρίτη και τον Οκτώβριο του ’80 στο Παρίσι, με σκοπό την παράταση της κράτησης των ομήρων στο Ιράν μέχρι τις εκλογές του Νοεμβρίου, με αντάλλαγμα ισραηλινά ανταλλακτικά για τα F-4 της ιρανικής αεροπορίας. Το θέμα δεν ήταν καθόλου απλό. Στην περίπτωση που τα δημοσιεύματα ευσταθούσαν, επρόκειτο για μια συνωμοσία πρώτου μεγέθους που υπονόμευε τις προσπάθειες της επίσημης κυβέρνησης των ΗΠΑ για την απελευθέρωση Αμερικανών πολιτών. Τα άρθρα έκαναν ξεκάθαρη μνεία του όρου «εσχάτη προδοσία».
Σαν να μην έφταναν αυτά, το 1991 εκδόθηκε η αυτοβιογραφία του πρώην προέδρου του Ιράν Αμπολχασάν Μπανί Σαντρ, στην οποία ανέφερε ότι οι ισλαμιστές φανατικοί περί τον Χομεϊνί συνομιλούσαν μυστικά με την ομάδα του Ρέιγκαν το ’80, σαμποτάροντας τις προσωπικές του προσπάθειες λύσης του θέματος των ομήρων με την κυβέρνηση Κάρτερ. Ταυτόχρονα εμφανίστηκε ένας αριθμός από μάρτυρες με άκρως ενδιαφέροντα στοιχεία που δημιουργούσαν περαιτέρω ερωτηματικά, απαιτώντας ταυτόχρονα απαντήσεις από μια κυβέρνηση που αρνιόταν τα πάντα. Μάλιστα, δύο από τους μάρτυρες ανήκαν στο ρεπουμπλικανικό στρατόπεδο και μάλιστα στον στενό κύκλο της ηγεσίας του. Ο ένας ήταν ο Ελληνοαμερικανός διπλωμάτης και σύμβουλος για θέματα Μέσης Ανατολής του Στέιτ Ντιπάρτμεντ (1981-84) Νίκολας Βελιώτης, ο οποίος έκανε λόγο για έναρξη των μυστικών φορτίων προς το Ιράν μέσω Ισραήλ τον πρώτο μήνα της κυβέρνησης Ρέιγκαν. Επίσης ανέφερε τη συντριβή ενός αργεντινού αεροσκάφους η οποία συνέβη τον Ιούλιο του ’81, μεταφέροντας όπλα προς το Ιράν, γεγονός που κλήθηκε από τους προϊσταμένους του στο υπουργείο να αποκρύψει. Η άλλη ήταν η Μπάρμπαρα Χόνεγκερ, πολιτική σύμβουλος του Λευκού Οίκου (1981-83), η οποία επίσης ανέφερε ότι οι παραδόσεις οπλισμού στο Ιράν άρχισαν με την ανάληψη καθηκόντων από την κυβέρνηση Ρέιγκαν.
Κάπου εκεί ξεκίνησε και η επίσημη συγκάλυψη της υπόθεσης με τη μορφή της επιτροπής Χάμιλτον του κογκρέσου που, τι έκπληξη, συμπέρανε τον Ιανουάριο του ’93 πως «δεν υπήρχε καμία πειστική απόδειξη για μυστικές επαφές του εκλογικού επιτελείου του Ρέιγκαν με το Ιράν». Παρ’ όλα αυτά, μια σειρά από στοιχεία που βγήκαν στην επιφάνεια μετά την έρευνα Χάμιλτον, δείχνουν ότι τα πράγματα μακράν απέχουν από τα ευρήματα της επιτροπής.
Το πρώτο στοιχείο είναι η μαρτυρία του υπουργού Αμύνης του Ιράν το ’79 και αντιπάλου του Μπανί Σαντρ στις εκλογές του ’80, Αχμάντ Μαντανί, ότι ο αξιωματούχος των ρεπουμπλικάνων που έκανε τις επαφές με τους Ιρανούς το ‘80 δεν ήταν άλλος από τον τότε επικεφαλής της εκλογικής εκστρατείας του Ρέιγκαν και μετέπειτα αρχηγό της ΣΙΑ, Ουίλιαμ Κέισυ. Το δεύτερο στοιχείο είναι μια έκθεση των ρωσικών μυστικών υπηρεσιών που παραδόθηκε στις 11/1/93 στην αμερικανική πρεσβεία της Μόσχας απευθυνόμενη στην επιτροπή Χάμιλτον, δύο μέρες πριν την ανακοίνωση του πορίσματός της, η οποία επιβεβαιώνει τις μυστικές επαφές ρεπουμπλικάνων-Ιρανών. Περιττό να πούμε ότι η εν λόγω επιστολή δεν παραδόθηκε ποτέ στον Χάμιλτον και ανακαλύφθηκε χρόνια αργότερα. Το τρίτο ήταν ένα σήμα της αμερικανικής πρεσβείας στη Μαδρίτη, τον Ιούλιο του ’80, που ενημέρωνε το Στέιτ Ντιπάρτμεντ ότι «ο Ο. Κέισυ βρίσκεται στην πόλη για άγνωστους λόγους», το οποίο επίσης καταχωνιάστηκε στο αρχείο του υπουργείου.
Ο ασκός του Αιόλου είχε ανοίξει και όλα έδειχναν ότι το μεγαλύτερο σκάνδαλο της δεκαετίας του ’80 είχε πολύ μεγαλύτερο βάθος από ό,τι είχε αρχικά θεωρηθεί και άγγιζε τα υψηλότερα κλιμάκια της κυβέρνησης Ρέιγκαν και συγκεκριμένα τον ίδιο τον πρόεδρο και τον αντιπρόεδρο Μπους.
Η συνέχεια στο επόμενο φύλλο της Ρήξης