Τα τελευταία χρόνια ολοένα και πιο συχνά δημοσιεύονται στην Ελλάδα και την Κύπρο βιβλία και άρθρα που αναφέρονται στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα της ΕΟΚΑ για την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα (1955-1959). Κοινό τους χαρακτηριστικό ότι αποτελούν μία νέα, «αριστερή», ερμηνεία του φαινομένου που, ξεπερνώντας τις εθνικές «προκαταλήψεις» και τα στερεότυπα, «αποκαλύπτει» τη «σκοτεινή όψη» της ΕΟΚΑ. Το συμπέρασμα είναι ότι ο αγώνας της ΕΟΚΑ ούτε «προοδευτικός» ούτε «ηρωικός» ήταν, αλλά αντίθετα η ιδεολογία του ήταν «υπερσυντηρητική», «εθνικιστική» και η πρακτική του καθαρά «τρομοκρατική» και «φασιστική». Το δε αίτημα των Κυπρίων για Ένωση με την Ελλάδα απορρίπτεται μετά βδελυγμίας ως «άκαιρο», «ανέφικτο», αλλά ακόμη και ως «διχοτομικό», «σοβινιστικό» κ.ά.. Τελευταίως μάλιστα αυτή η ερμηνεία προτάθηκε και ως επίσημη «εθνική» πια άποψη για την ΕΟΚΑ στο νέο σχολικό εγχειρίδιο της Γ΄ Λυκείου.
Ιδεολογικό προκάλυμμα αυτής της ερμηνείας είναι η υποτιθέμενη «επιστημονική» της τεκμηρίωση καθώς οι υποστηρικτές της, στην Ελλάδα τουλάχιστον, είναι διδάσκοντες στα ελληνικά πανεπιστήμια. Στο όνομα της επιστήμης λοιπόν στο οποίο ομνύουν όλοι αυτοί, ο εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας της Κύπρου, και ιδιαίτερα η ένοπλη φάση του, ο αγώνας της ΕΟΚΑ (1955-1959), θα πρέπει πρακτικά να καταδικαστεί και να καταχωρισθεί στη συλλογική μας μνήμη ως μία «μαύρη σελίδα» ακραίου σοβινισμού.
Με αυτό το σημείωμα υποστηρίζουμε ότι η προσέγγιση αυτή ούτε «επιστημονική» είναι ούτε ιδεολογικά ουδέτερη. Αντίθετα, πρόκειται για την ερμηνεία των απολογητών του συστήματος, των κυρίαρχων ελίτ στην Ελλάδα, αλλά και της Νέας Τάξης Πραγμάτων στην οποία ηγεμονεύουν οι ΗΠΑ, με δορυφόρους τα δυτικοευρωπαϊκά κράτη και την Τουρκία με το Ισραήλ σε θέσεις περιφερειακών δυνάμεων. Η ερμηνεία αυτή επομένως εξυπηρετεί συγκεκριμένους πολιτικούς σκοπούς.
Πρώτα πρώτα δεν υπάρχει κάποιο «επιστημονικό» κριτήριο που να υπαγορεύει την υποστήριξή μας ή όχι σε μία πολιτική ιδεολογία ή ένα κίνημα. Δεν υπάρχει «επιστημονική» θεωρία που να καθορίζει το αν, για παράδειγμα, το κίνημα των Κούρδων ή των Παλαιστινίων είναι «προοδευτικό» ή «συντηρητικό» με την αξιολογική έννοια που δίνουμε συνήθως στους όρους αυτούς όπου το «καλό» ταυτίζεται με την πρόοδο και το «κακό» με τη συντήρηση. Η υποστήριξη ενός αγώνα αφορά την ελεύθερη πολιτική μας επιλογή. Αφορά το ατομικό ή συλλογικό μας σύστημα αξιών, την ιδεολογία μας επομένως, για να αποφασίσουμε εάν ο αγώνας των Ινδιάνων ή των ομοφυλοφίλων είναι δίκαιος ή όχι. Εάν ένας αγώνας ικανοποιεί το αίσθημά μας για δικαιοσύνη, τότε για μας είναι δίκαιος και τον υποστηρίζουμε.
Μπορεί φυσικά να διαφωνούμε με τη στρατηγική ή την τακτική ενός κινήματος. Έχουμε επομένως το δικαίωμα της κριτικής και ακόμη και της απόρριψης ενός κινήματος που θεωρούμε ότι έχει μεν το δίκιο με το μέρος του (είναι π.χ. ένα κίνημα αντιαποικιακό) εξυπηρετεί ωστόσο ιδιοτελή συμφέροντα (της «διεφθαρμένης» ηγεσίας) ή χρησιμοποιεί μέσα που δεν αγιάζονται, κατά τη γνώμη μας, από το σκοπό (π.χ. ασκεί τρομοκρατία σε βάρος αθώων πολιτών). Κανείς δεν αρνείται σε κανέναν αυτό το δικαίωμα. Και πάλι ωστόσο τα κριτήριά μας είναι «αξιακά», συνήθως δε ανθρωπιστικά, και πάλι ιδεολογικά δηλαδή, και σε καμία περίπτωση «επιστημονικά». Εξ όσων γνωρίζω δεν υπάρχει κάποια επιστημονική θεωρία αποδοχής ή απόρριψης της βίας για παράδειγμα.
Πρώτα πρώτα, πρέπει να ξεκαθαρίσουμε κάτι: είναι μάταιος κόπος, και συνήθως συμβαίνει εκ του πονηρού, να επιχειρούμε να ανακαλύψουμε ή να «αποκαλύψουμε» αυτονόητα πράγματα: ότι κανένα κίνημα στην ιστορία και μάλιστα ένοπλο δεν υπήρξε απολύτως πολιτικά ορθό. Τέτοια κινήματα, ρομαντικών επαναστατών, μπορεί να ονειρευόμασταν στην τρυφερή εφηβεία μας, δεν υπάρχουν ωστόσο στην πραγματικότητα, έως αν η αυτή φύσις των ανθρώπων ή1. Γιατί εάν κατηγορείται η ΕΟΚΑ ως τρομοκρατική και δολοφονική οργάνωση, τότε τι να πούμε για το ΕΑΜ/ΕΛΑΣ που απ’ ό,τι βλέπω έρχεται και αυτού η ώρα του, των αποκαλύψεων των «σκοτεινών πλευρών» του. Ή τι να πούμε για άλλα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα αλλού; Για τους Βάσκους να μιλήσουμε; για τον ΙΡΑ; τους Κούρδους; ή για τους Αλβανούς του Κοσόβου; Ακόμη και για το κίνημα των Ζαπατίστας οι εγχώριοι «επαναστάτες» κυκλοφόρησαν βιβλίο όπου καταδικάζονται οι εθνικιστικές και υπερσυντηρητικές τους επιδιώξεις να είναι αφέντες στη γη τους. Ακόμη και για το ειρηνικότατο κίνημα των χίπις θα μπορούσε να ειπωθεί ότι, αφού στηριζόταν στη διακίνηση και τον «πειραματισμό» παραισθησιογόνων ουσιών, εξυπηρετούσε επομένως τους εμπόρους ναρκωτικών που είχαν συμφέρον από την εξάπλωση ενός τέτοιου κινήματος.
Στα συγκεκριμένα τώρα που αφορούν την ΕΟΚΑ. Ουδείς αρνείται το γεγονός ότι ο Γρίβας υπήρξε ακροδεξιός, πρόκειται άλλωστε για τον γνωστό ηγέτη της φασιστικής «Χ». Αλλά ο αγώνας της ΕΟΚΑ υπήρξε μια παλλαϊκή υπόθεση και για όσους έχουν μελετήσει την ιστορία της, γνωρίζουν ότι τύγχανε της υποστήριξης της πλειοψηφίας του κυπριακού και ελλαδικού λαού, ιδιαίτερα δε της ελλαδικής αριστεράς. Δεν ήταν επομένως προσωπική υπόθεση ούτε του Γρίβα ούτε των επίσης γνωστών ακροδεξιών συνεργατών του στην Αθήνα. Τώρα το γιατί η κυπριακή αριστερά δεν συμμετείχε στον ένοπλο αγώνα, αυτό πρέπει μάλλον να αναζητηθεί στις διεθνείς εξαρτήσεις τις ίδιας και τις ιδεολογικές αγκυλώσεις της ηγεσίας του ΑΚΕΛ και όχι στη δήθεν εσφαλμένη τακτική ή στρατηγική του κινήματος.
Το ενδιαφέρον είναι ότι οι επικριτές της ΕΟΚΑ τονίζουν ιδιαίτερα το γεγονός ότι στρατιωτικός της ηγέτης υπήρξε ο Γρίβας, ξεχνάνε ωστόσο να αναφέρουν τη συμμετοχή αριστερών στον αγώνα με πιο γνωστό παράδειγμα αυτό του Βάσου Λυσσαρίδη. Υποβαθμίζουν δε τη συναρχηγία του Μακαρίου ή την εμφανίζουν ως αποτέλεσμα… εκβιασμού. Ξεχνάνε επίσης τις παλλαϊκές διαδηλώσεις του ελληνικού λαού για την Κύπρο υπέρ της ΕΟΚΑ και τα ενθουσιώδη πρωτοσέλιδα της Αυγής για την έναρξη του ένοπλου αγώνα. Ξεχνάνε τη βία σε βάρος των διαδηλωτών και τους νεκρούς από τα πυρά της αστυνομίας του Καραμανλή. Πολύ περισσότερο ξεχνάνε την αυτοθυσία των μελών της ΕΟΚΑ που ενέπνευσε μια ολόκληρη γενιά.
Οι επικριτές της ΕΟΚΑ ξοδεύουν πολύ μελάνι για να αμαυρώσουν την ηθική πλευρά του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα. Οι αγωνιστές της εμφανίζονται ούτε λίγο ούτε πολύ ως ψυχροί δολοφόνοι ακόμη και μικρών παιδιών. Όπως άλλωστε τους εμφάνιζαν τότε οι αποικιοκράτες και σήμερα εμφανίζουν οι ιμπεριαλιστές τους Παλαιστίνιους. Στην πραγματικότητα συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο: ο αγώνας της ΕΟΚΑ ήταν από τους αγνότερους που γνώρισε ο 20ος αιώνας. Η χρήση βίας, αντίθετα με τα όσα πολύ εύκολα αναπαράγουν ορισμένοι και χωρίς να έχει γίνει σχετική έρευνα στα βρετανικά αρχεία, ήταν απολύτως μέσα στα όρια του αντάρτικου αγώνα και μάλιστα ενός αντάρτικου από τους πλέον δυσχερείς, σ’ ένα μικρό νησί χωρίς πολλά και πυκνοφυτεμένα βουνά. Κι όμως, αυτός ο αγώνας αντιστάθηκε στις δυνάμεις μιας αυτοκρατορίας για τέσσερα χρόνια. Είναι ψέμα λοιπόν το ότι η ΕΟΚΑ δολοφόνησε εκατοντάδες αθώους ανάμεσα στους οποίους γυναίκες, παιδιά, αριστερούς και Τουρκοκύπριους. Η ΕΟΚΑ προφανώς και διέπραξε φόνους. Στόχοι της ήταν κυρίως αστυνομικοί και άλλα όργανα του καθεστώτος ανάμεσα στους οποίους και Τουρκοκύπριοι. Αλλά κανείς από τους επικριτές της ΕΟΚΑ δεν αναφέρεται στο γεγονός ότι οι Τουρκοκύπριοι επάνδρωσαν τα επικουρικά σώματα της αστυνομίας των Βρετανών και μάλλον δεν γνωρίζουν ότι η μόνη μαζική σφαγή αθώων πολιτών κατά τη διάρκεια του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα διεπράχθη από Τουρκοκύπριους σε βάρος Ελληνοκυπρίων. Πρόκειται για τη σφαγή των κατοίκων του χωριού Κοντεμένος στο Κιόνελλι το 1957. Κι όμως υπήρχε αυστηρότατη εντολή της ηγεσίας της ΕΟΚΑ να μη θιγούν οι Τουρκοκύπριοι. Περιττό να προσθέσω ότι οι εντολές της ηγεσίας ετηρούντο με θρησκευτική ευλάβεια και ότι οι προδότες τιμωρούνταν αυστηρότατα. Τις εκτελέσεις της ΕΟΚΑ τις αναλάμβαναν άνθρωποι αδίστακτοι και σκληροί, ο πιο γνωστός εκτελεστής ήταν ο Νίκος Σαμψών, αλλά σε γενικές γραμμές, και μάλιστα συγκρινόμενο με την πρακτική άλλων κινημάτων (π.χ. την ΟΠΛΑ), το «εκτελεστικό» της ΕΟΚΑ ήταν… κατηχητικό σχολείο.
Όσον αφορά την τακτική του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα, την επιλογή της ένοπλης πάλης, αυτή κρίνεται λανθασμένη ακόμη και σε μια συγκυρία όπου όλοι οι λαοί ξεσηκώνονταν για τη λευτεριά τους. «Δεν ήταν ώριμες οι συνθήκες», γράφουν συνήθως. «Όλες οι ενδιαφερόμενες πλευρές ήταν αντίθετες», επιμένουν. Από πότε όμως τα κινήματα ξεσπούν με γνώμονα τις αρχές της… συστημικής ή της κυβερνητικής επιστήμης, ακόμη δε χειρότερα της ιμπεριαλιστικής έμπνευσης νέας «επιστημονικής» θεωρίας της «επίλυσης κρίσεων»; Αυτές όλες οι ανοησίες μπορεί να συζητιούνται σε μεταπτυχιακά σεμινάρια των πανεπιστημίων στην Ελλάδα και τις άλλες δυτικές χώρες. Δεν αφορούν ωστόσο τους αγώνες των λαών για ελευθερία. Με αυτή τη λογική η αντίσταση στις Θερμοπύλες ήταν καθαρή αυτοκτονία, η Ελληνική Επανάσταση εκτός τόπου και χρόνου και η υπεράσπιση των συνόρων κατά την ιταλική, το 1940, και στη συνέχεια τη γερμανική επίθεση το 1941… οικονομικά ασύμφορη. Σωστές επιλογές ένοπλης δράσης είναι μόνο οι εκ των υστέρων κρινόμενες νικηφόρες επιλογές. Η σοβαρότητα αυτών των επικρίσεων φαίνεται και από την αξιολογική – επιστημονική κατά τα άλλα – κρίση που εμφανίζεται στο νέο σχολικό βιβλίο. Κατά τον μεγάλο αυτό επιστήμονα αφήνεται να εννοηθεί ότι άνθρωποι όπως για παράδειγμα ο Νάσερ και ο Γκάντι ήταν «προοδευτικοί» ενώ ο Γρίβας και ο Μακάριος οι μόνοι «υπερσυντηρητικοί» και γι’ αυτό δεν επιτρεπόταν να διεξάγουν ένοπλο αντιαποικιακό αγώνα. Υπάρχει βέβαια και πρόβλημα γνώσης όλων αυτών της κυπριακής ιστορίας. Ειδικά οι Ελλαδίτες ιστορικοί καλό θα ήταν αντί να διαβάζουν μόνο τον Δρουσιώτη, να διαβάσουν και τον Τζερμιά, τον Κύρου, τον Παπαπολυβίου, γιατί οι τελευταίοι, μαζί με αρκετούς άλλους ευτυχώς, είναι επιστήμονες ιστορικοί.
Η μεγαλύτερη διαφωνία ωστόσο των αριστερών διανοουμένων με την ΕΟΚΑ αφορά στη στρατηγική της: διαφωνούν με το αίτημα της ένωσης της Κύπρου με την Ελλάδα επειδή είναι αίτημα «σοβινιστικό»! Μόνο οι Κύπριοι δεν έχουν το δικαίωμα να αποφασίσουν για την τύχη τους και να ασκήσουν ελεύθερα και δημοκρατικά το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης, κι αυτό μόνο και μόνο επειδή είναι Έλληνες που σ’ αυτή τη μακρινή γωνιά της γης παραμένουν αδικαίωτοι και αχειροκρότητοι2. Προφανώς ουδείς θα ενοχλείτο εάν η Κύπρος κατοικούνταν από… Φοίνικες ή Μαλτέζους. Η ελληνικότητα της Κύπρου είναι στην ουσία και το πρόβλημά της. Άλλα μέτρα και σταθμά ισχύουν ωστόσο για το προοδευτικό αίτημα της… ένταξης της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, κι απέναντι σ’ αυτό κανείς αριστερός επιστήμονας δεν έχει την παραμικρή ένσταση. Άλλωστε η Ε.Ε. θα μας λύσει όλα τα προβλήματα: ιδιαίτερα δε η εθνική καταπίεση και η κατοχή θα εξαφανιστούν ως δια μαγείας, όχι βέβαια στην κομμουνιστική ουτοπία όπου δε θα υπάρχουν κράτη και έθνη αλλά στον επίγειο καταναλωτικό παράδεισο της παγκόσμιας αμερικανικής αγοράς.
«Προοδευτικό» αίτημα για την Κύπρο παραμένει η «λύση» της ομοσπονδίας, της μόνης εγγύησης για την εξαφάνιση του κυπριακού ελληνισμού. Ουδείς ανησυχεί για το γεγονός ότι, εφόσον οι Τούρκοι θα μπορούν να εγκαθίστανται ελεύθερα στις ελεύθερες περιοχές, μέσα σε λίγα χρόνια και μάλιστα ειρηνικά, οι Έλληνες της Κύπρου θα μετατραπούν σε μειονότητα στην ίδια τους την πατρίδα. Αλλά ζητήματα όπως «ταυτότητα», «πατρίδα», «έθνος» και «παράδοση» είναι εξ ορισμού «αντιδραστικά», ας τα ξεφορτωθούμε λοιπόν μια ώρα αρχύτερα. Το πρόβλημα είναι βέβαια ότι καλά εμείς να τα ξεφορτωθούμε, ξυπνήσαμε άλλωστε με το μαρμάρινο τούτο κεφάλι στα χέρια που μας εξαντλεί τους αγκώνες3, ποιος όμως μας εγγυάται ότι αυτό θα το σεβαστεί ο υπαρκτός επεκτατισμός και φασισμός της γείτονος; Αλλά λαοί που δεν αντιστέκονται είναι ούτως ή άλλως καταδικασμένοι να σβήσουν.
Η διαφωνία λοιπόν της αριστερής «διανόησης» με τον αγώνα της ΕΟΚΑ δεν έχει να κάνει ούτε με το αν δολοφόνησε ή όχι αθώους πολίτες, ούτε με τον αν ήταν ή όχι επίκαιρη η έναρξη ένοπλου αγώνα το 1955. Η καταδίκη του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα στοχεύει ουσιαστικά στην αποδυνάμωση του σημερινού κινήματος αντίστασης του ελληνικού λαού στις μεθοδεύσεις των ιμπεριαλιστών στις ΗΠΑ και την Άγκυρα. Η σπίλωση της μνήμης των εθνικών αγωνιστών στοχεύει στην αποτροπή της ανάδειξης νέων Αυξεντίου, Παλληκαρίδη, Κουμή, Ισαάκ, Σολωμού.
Η εκσυγχρονιστική αριστερά αυτού του τύπου αποτελεί σήμερα την ηγεμονεύουσα δύναμη στα ελληνικά πανεπιστήμια. Πρόκειται για την κοινωνική ομάδα που ταυτίζεται τα τελευταία χρόνια με τις κυρίαρχες επιλογές της κυβέρνησης Σημίτη και της Νέας Τάξης Πραγμάτων υπό την ηγεσία των ΗΠΑ. Πρόκειται για μια αριστερά καθεστωτική και βαθύτατα εξουσιαστική. Ιδιαίτερα δε οι ιστορικές σπουδές στην Ελλάδα έχουν κυριολεκτικά αλωθεί από αυτού του είδους τις απόψεις, από ανθρώπους που σχεδόν ηδονίζονται με το να «αποκαλύπτουν» τις σκοτεινές όψεις της συλλογικής μας συνείδησης. Αλλά ευτυχώς οι Έλληνες δεν μάθαιναν ποτέ Ιστορία από τα σχολικά ή πανεπιστημιακά βιβλία. Οι Έλληνες, μέσα στη μακρά τους πορεία, διδάσκονταν Ιστορία στα ταξίδια μέσα στο χώρο και το χρόνο, ανακυκλώνοντας τον ίδιο πάνω κάτω τρόπο του βίου, γιατί δω πέρα η κάθε πόρτα έχει πελεκημένο ένα όνομα κάπου από τρεις χιλιάδες χρόνια4.
Σημειώσεις
1. Θουκυδίδης, αγνώστου εθνικότητος αρχαίος μιλιταριστής ιστορικός. 2. … όμως αντισταθμίζει που γράφουμε ελληνικά. Κώστας Μόντης, Νεοέλληνας εθνικιστής ποιητής από την Κύπρο. 3. Γιώργος Σεφέρης, Νεοέλληνας υπερσυντηρητικός ποιητής. 4. Γιάννης Ρίτσος, Νεοέλληνας σοβινιστής ποιητής.
*Ο Τάσος Χατζηαναστασίου είναι Δρ. Ιστορίας