Από το Άρδην τ. 67, Νοέμβριος-Δεκέμβριος 2007
Όπως αναγράφει και ο τίτλος του βιβλίου, επιχειρώ μια γενική εξιστόρηση της θεωρητικής και πολιτικής διαδρομής του Ανδρέα Παπανδρέου από τη δεκαετία του ’60, που εμφανίστηκε στην πολιτική σκηνή, έως την έξοδό του απ’ αυτήν στα τέλη της ζωής του και μια καταγραφή των ιδεολογικών και πολιτικών αρχών και αξιών, καθώς και της οργανωτικής δομής των πολιτικών φορέων της Ένωσης Κέντρου, του ΠΑΚ και του ΠΑΣΟΚ και της δράσης τους, όπου έπαιξε πρωταγωνιστικό και καθοριστικό ρόλο.
Και γνώσεσθε την αλήθειαν και η
αλήθεια ελευθερώσει υμάς
(Ιωάνν. 8.32 -33)
Είναι ένα δύσκολο εγχείρημα ομολογουμένως, γιατί ασχολείται κυρίως με θέματα που αφορούν θεωρητικές αναζητήσεις και προβληματισμούς, που απαιτούν επακριβή γνώση, δυνατότητα επισταμένης ανάλυσης και αντικειμενικής αξιολόγησης. Επιπλέον έχουν σχέση και με την πολιτική πρακτική, που απορρέει από την εφαρμογή ή μη εφαρμογή των αρχών αυτών στην κοινωνική πραγματικότητα.
Μιλάμε για μια διαλεκτική ή αντιδιαλεκτική σχέση του Ανδρέα Παπανδρέου με τη θεωρία και την πράξη.
Πρόκειται για μια πορεία που πέρασε από διάφορες φάσεις εξέλιξης, οι οποίες σφράγισαν τα πολιτικά δρώμενα για μακρά χρονική περίοδο και είχαν καθοριστικές έως καταλυτικές συνέπειες για τον τόπο.
Η αποκατάσταση της αντικειμενικής πραγματικότητας είναι μια παράτολμη προσπάθεια, γιατί ο μύθος του Ανδρέα έχει δημιουργήσει μια εικονική πραγματικότητα, θετική ή αρνητική, δεν έχει σημασία, που απαιτεί προ πάντων ηθικό σθένος για την αποκάλυψη της πραγματικής αλήθειας.
Μεγάλους σταθμούς στην καταγραφή της πορείας του Ανδρέα Παπανδρέου αποτελούν η προδικτατορική, η δικτατορική και η μεταδικτατορική Ελλάδα. Σ’ αυτά τα χρονικά πλαίσια ο Ανδρέας Παπανδρέου με τις διακηρύξεις, τα κείμενα και τις πράξεις του, θετικές ή αρνητικές, καθόρισε σε σημαντικό βαθμό την ιστορική περίοδο με την οποία θα ασχοληθώ.
Τυχαίνει να έχω ζήσει όλα τα πολιτικά γεγονότα, αρχής γενομένης από την Κατοχή και την Εθνική Αντίσταση και να έχω διαδραματίσει από το πραξικόπημα των συνταγματαρχών και μετέπειτα πρωταγωνιστικό ρόλο σε καίριες και καθοριστικές για τη φυσιογνωμία του Κινήματος θέσεις.
Βίωσα μέσα από τις γραμμές του ΠΑΚ και του ΠΑΣΟΚ όλη την εξελικτική πορεία του Κινήματος και μπορώ να ισχυριστώ, χωρίς υποκριτική ταπεινοφροσύνη, ότι σε έναν μικρό ή μεγάλο βαθμό συνέβαλα κι εγώ στη συγκρότησή του. Ιδιαίτερα με απασχόλησαν τα θεωρητικά θέματα, με τη διαδοχική διαμόρφωση των ιδεολογικών και πολιτικών αρχών του Κινήματος, και την πρακτική εφαρμογή τους.
Όλοι αυτοί οι προβληματισμοί αποτελούσαν και σημαντικό πεδίο δικών μου μελετών, τις οποίες δημοσίευα ως εισηγήσεις και άρθρα μέσα στο Κίνημα, στα συνέδρια και τα περίφημα σεμινάριά του.
Στάθηκα κριτικά, με συνέπεια και χωρίς εκπτώσεις, από την πρώτη στιγμή σε όλα τα θετικά και αρνητικά φαινόμενα των φορέων, όπου πήρα ενεργό μέρος.
Από τη θέση μου ως υπεύθυνος του ΚΕΜΕΔΙΑ (Κέντρο Μελετών και Διαφώτισης) πριν και μετά τη μεταπολίτευση, έπαιξα καθοριστικό ρόλο και στη συγγραφή της 3ης Σεπτέμβρη, ενώ έχω το ευτύχημα να κατέχω στο αρχείο μου όλες τις διακηρύξεις, τις εξαγγελίες και τα βασικά κείμενα του ΠΑΚ, τα οποία συστηματικά και μεθοδικά παραθέτω σ’ αυτό το έργο.
Είναι κατά βάση άγνωστα κείμενα, που για πρώτη φορά με ολοκληρωμένο και συστηματικό τρόπο βλέπουν το φως της δημοσιότητας. Υπήρχε ως τώρα αποσπασματική παρουσίαση αυτών των ντοκουμέντων, χωρίς συνοχή μεταξύ τους, μάλιστα πολλές φορές με ελλειμματικό και λανθασμένο τρόπο.
Όπως είναι φυσικό μόνο η καταγραφή ιστορικών γεγονότων –θετικών ή αρνητικών– δεν αρκεί για την απόδοση της ιστορικής αλήθειας. Δίνει θα λέγαμε την πρώτη ύλη. Χρειάζεται οπωσδήποτε και η θεωρητική επεξεργασία και αξιολόγηση, η οποία όμως προϋποθέτει ορισμένα κριτήρια, που να διεκδικούν το πειστήριο της αντικειμενικότητας κατά το ανθρωπίνως δυνατό. Το να πεις ότι κάποιος πολιτικός παρήγαγε έργο, μεγάλο ή μικρό –δεν έχει σημασία– δε λέει τίποτε. Σημασία έχει με ποιο μέτρο (έννοια -κριτήριο) κρίνεις το έργο αυτό.
Να γίνω πιο σαφής: Αν υποσχεθώ π.χ. ότι θα κατασκευάσω έναν δρόμο (προγραμματικός στόχος) και δεν τον φτιάξω, τότε δύο τινά συμβαίνουν: ή ότι εξαπατώ τον κόσμο, εξυπηρετώντας μια άνομη σκοπιμότητα ή ότι είμαι ανίκανος, γιατί δεν υπολόγισα όλες τις παραμέτρους που θα μου επέτρεπαν να επιτύχω τον στόχο μου, όπως λόγου χάρη να υπολογίσω τις υποκειμενικές και αντικειμενικές συνθήκες, τις προϋποθέσεις κ.λπ. ή και τα δύο μαζί.
Χωρίς τον καθορισμό λοιπόν των κριτηρίων είναι αδύνατο να γίνει αξιολόγηση. Οι κρίσεις και τα συμπεράσματα θα είναι το ολιγότερο αυθαίρετα.
Το βασικό κριτήριο, κατά την άποψή μου, όταν πρόκειται για τη δράση ανθρώπων, είναι η συνέπεια ή ασυνέπεια λόγων και έργων. Με πολιτικούς όρους: η διαλεκτική ή αντιδιαλεκτική σχέση θεωρίας-πράξης, όπου φυσικά η πράξη είναι σε τελευταία ανάλυση το καθοριστικό κριτήριο της θεωρίας. Στην πράξη επαληθεύεται η θεωρία. Η πράξη αποδεικνύει, αν η θεωρία χρησιμοποιείται ως άλλοθι ή πρόσχημα.
Η πράξη τέλος πιστοποιεί σε ποια ιδεολογία ανταποκρίνονται οι θεωρητικές διακηρύξεις1,
Για να γίνει αυτό ποιο κατανοητό: Μπορεί κάποιος να διακηρύττει σοσιαλιστικά οράματα και προγράμματα, όμως στην πράξη να ενεργεί κατά τρόπο που αντιστοιχεί σε άλλη ιδεολογία απ’ αυτήν που διακηρύσσεται στα λόγια.
Θεωρητικά θα αποκαλούσαμε μια τέτοια σχέση αντιδιαλεκτική. Ψυχολογικά θα μιλούσαμε για ένα είδος σχιζοφρένιας.
Η μελέτη μου αυτή, όπως θα διαπιστώσει ο αναγνώστης, ξεφεύγει από όλα, τα καθιερωμένα για το θέμα, πλαίσια γραφής, καταγραφής, ανάλυσης και κριτικής.
Ο μελετητής για να μπορεί να έχει στο μέτρο του δυνατού αντικειμενική κρίση, πρέπει να θέτει στη ζυγαριά της ιστορίας τη θεωρία από τη μια και την πράξη από την άλλη, για να είναι σε θέση –αν η πρόθεσή του είναι αγαθή, αν έχει το ηθικό ανάστημα– να ανακαλύψει ή να αποκαλύψει την αλήθεια.
Άμα ωστόσο θέλει να μπει πιο βαθιά για να ξεσκεπάσει τα αίτια των πράξεων αυτών, τότε πρέπει να προσφύγει αναγκαστικά στην ψυχολογία. Τα ποικίλα κίνητρα των ανθρώπων μόνο με την ψυχολογία μπορoύν να αποκαλυφθούν, όπου πρέπει να σκαλίσεις στα ενδότερα της φύσης του ανθρώπου, για να γνωρίσεις –ει δυνατόν– την ιδιοσυγκρασία του, την ψυχοσύνθεσή του, τον χαρακτήρα του, τις υπόγειες διαδρομές της ύπαρξής του ως ξεχωριστού όντος. Εκεί η γνώση φτάνει στα όρια της:
Άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου, λέει η λαϊκή θυμοσοφία. Και έτσι πράγματι είναι.
Για τον Ανδρέα Παπανδρέου καθοριστικό κριτήριο της εν γένει συμπεριφοράς του, ως άνθρωπος, ως πολιτικός και ως επιστήμονας ήταν η μόνιμη και αχαλίνωτη τάση του για εξουσία.
Αν θέσουμε ως οδηγό της αξιολόγησής μας τη φύση και τη δυναμική του όρου «εξουσία», τότε μπορούμε να κατανοήσουμε και ερμηνεύσουμε όλη την ιστορική του παρουσία στην πολιτική σκηνή της Ελλάδας. Το ασίγαστο πάθος του για εξουσία καθόριζε τη διαλεκτική του σχέση θεωρίας και πράξης.
Η δική μου ερευνητική προσέγγιση και αντικειμενική αξιολόγηση των ιστορικών γεγονότων έχει ως ερευνητικό εργαλείο αυτό το πλαίσιο. Έτσι ο μελετητής είναι σε θέση να τοποθετηθεί με τα δικά του κριτήρια και να αντιπαρατεθεί στη δική μου θέση.
Το ήθος προέχει. Η ιστορία θα κρίνει. Χωρίς ήθος αλήθεια δεν υπάρχει και χωρίς αλήθεια ούτε ιστορία.
Για τον Ανδρέα Παπανδρέου η θεωρία και πράξη κρίνονταν σχεδόν πάντοτε με μέτρο την εξουσία. Η εξουσία ήταν η αφετηρία, το κίνητρο και ο στρατηγικός στόχος. Τα μέσα ήταν η θεωρία και πράξη, που εφαρμόζονταν ανάλογα με το κατά πόσο εξυπηρετούσαν κατά την κρίση του αποτελεσματικά την εξουσία.
Ελπίζω ότι με το έργο μου αυτό συμπληρώνω ένα σημαντικό κενό που υπάρχει στην ιστορία αυτού του Κινήματος, ως ΠΑΚ και ΠΑΣΟΚ και εν μέρει και της Ένωσης Κέντρου-ΕΔΗΝ, σε ότι έχει σχέση με το ΠΑΚ και το ΠΑΣΟΚ, με την καταγραφή και επεξεργασία των θεωρητικών αρχών και της πρακτικής τους εφαρμογής από τον Ανδρέα Παπανδρέου και το Κίνημα γενικότερα.
Εκείνο που πρωταρχικά με απασχολεί δεν είναι τόσο η παρουσίαση των γνωστών και άγνωστων ντοκουμέντων σε μια λογική ακολουθία, επιλέγοντας από το αρχείο μου αυτά που θεωρώ σημαντικά, αλλά η ερμηνεία και η αξιολόγηση της σημασίας και των επιπτώσεών τους στη σημερινή ελληνική πραγματικότητα με το ερμηνευτικό σχήμα που προανέφερα.
Με ενδιαφέρει καίρια και κύρια ο παιδευτικός τους ρόλος. Πιστεύω βαθιά μέσα μου, με βάση την κοσμοθεωρία μου2 ότι ένας πολιτικός φορέας πρέπει, πριν απ’ όλα, να διαμορφώνει πολιτικό ήθος, όταν μάλιστα το πολιτικό ήθος δεν είναι ιδιοκτησία και προνόμιο (πια!) ενός συγκεκριμένου πολιτικού φορέα! Το ήθος μάλιστα είναι υπεράνω ιδεολογίας. Όλα τα άλλα έπονται.
Φιλοδοξία του έργου αυτού είναι να προσεγγίσει τον στόχο αυτόν και να διαμορφώσει –ει δυνατόν– προϋποθέσεις μιας εναλλακτικής πολιτικής πρότασης.
Κατά πόσο κατάφερα να ανταποκριθώ σ’ αυτή την πρόκληση και σ’ αυτό το δύσκολο καθήκον θα το κρίνει ο αναγνώστης.
Μεθοδολογικά, για την καλύτερη κατανόηση της εξελικτικής πορείας του Ανδρέα Παπανδρέου στην πολιτική ζωή της χώρας μας, ξεκινάω από την τελική συγκρότηση και διαμόρφωση της θεωρητικής του φυσιογνωμίας, παραθέτοντας όλα τα χαρακτηριστικά που την οριοθετούν. Στη συνέχεια εξιστορώ τις φάσεις της πολιτικής του διαδρομής, καταγράφοντας την ιδεολογική και πολιτική μετεξέλιξή του από «αστό πολιτικό» σε «σοσιαλιστή ριζοσπάστη», με τελική αναφορά στην ολοκληρωμένη θεωρητική του ταυτότητα. Η πορεία αυτή αποτυπώνεται στα ιδεολογικά, πολιτικά και οργανωτικά κείμενα των πολιτικών φορέων στους οποίους έπαιξε ηγετικό ρόλο (Ένωση Κέντρου, ΠΑΚ και ΠΑΣΟΚ). Τέλος αναλύω και ερμηνεύω τη διαλεκτική ή αντιδιαλεκτική πολιτική πρακτική που εφάρμοσε σε όλη αυτή την πολιτική διαδρομή.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο, εσύ αναγνώστη, θα έχεις μια ανάγλυφη εικόνα του φαινομένου «Ανδρέας Παπανδρέου» και ένα αναλυτικό πλαίσιο ερμηνείας όλων των πολιτικών εξελίξεων, τις ο-ποίες ο ίδιος σφράγισε με τη δράση του.