Αρχική » Των Ελλήνων οι Κοινότητες (Β’ Μέρος)

Των Ελλήνων οι Κοινότητες (Β’ Μέρος)

από Άρδην - Ρήξη

γράφουν οι: Δημήτρης Κ. Γερούκαλης, Έλενα Σεργεντάνη, Λύβια Κουτσάκη*

από το Άρδην τ. 63, Φεβρουάριος – Μάρτιος 2007

Το πραγματιστικό πολιτιστικό ρεύμα των δυτικών κοινωνιών
Οι δυτικές κοινωνίες οικοδομήθηκαν και οργανώθηκαν στη βάση του ιουδαϊκού-αριστοτελικού υλισμού της Δυτικής Καθολικής Εκκλησίας (και των μετέπειτα παραφυάδων και εκφάνσεων).
Η επικράτηση του “εκλεκτικού” αριστοτελισμού, ως εσωτερικής φιλοσοφίας από μέρους του πολιτισμικού αυτού ρεύματος, είχε ως αποτέλεσμα ο δεύτερος πυλώνας αυτού του ρεύματος, η επιστημονική κοσμοθεωρία, να ταυτιστεί με το περιεχόμενο της αριστοτελικής μελέτης του αισθητού μόνον κόσμου. Σ΄ αυτή την επιστημονική κοσμοθεωρία στηρίχτηκε η γέννηση και η ανάπτυξη της δυτικής επιστήμης, η οποία, στο υπόβαθρό της, έκρυβε δύο αξιωματικές παραδοχές: την αποδοχή ως αληθών αφενός μεν της κλασικής νευτώνειας φυσικής, αφετέρου δε της ευκλείδειας γεωμετρίας. Σ΄ αυτά τα θεμέλια δομήθηκε η επιστήμη του πολιτισμικού μας ρεύματος, η οποία, στην εφαρμοσμένη μορφή της, γέννησε τη δυτική τεχνολογία.
Ως τρίτο πυλώνα, αυτόν της κοινωνικής φιλοσοφίας, το πολιτισμικό αυτό ρεύμα υιοθέτησε την αριστοτελική αριστοκρατική ολιγαρχία, η οποία στη συνέχεια γέννησε τον δυτικό καπιταλισμό, σαν ένα γενικό σύστημα κοινωνικών αξιών. Αυτός, κατά τόπους, έδωσε διάφορα καπιταλιστικά πολιτικά συστήματα.
Σ΄ αυτό το πολιτισμικό μοντέλο, μπορούμε να ταυτίσουμε την παγκόσμια εξουσία με την έννοια της παγκόσμιας αγοράς. Η ταύτιση αυτή μπορεί να γίνει εφόσον είναι σε όλους γνωστό ότι η παγκόσμια οικονομία είναι εκείνη την οποία όλοι υπηρετούν σήμερα και η οποία έχει υπό τον έλεγχό της τον δυτικό χριστιανισμό, τη δυτική τεχνολογία και τις κατά τόπους πολιτικές εκφράσεις. Ως εκ τούτου, αυτή είναι στην ουσία η πραγματική παγκόσμια εξουσία.
Σήμερα πλέον, αναγνωρίζοντας στο πλαίσιο αυτού του πολιτισμικού ρεύματος πάμπολλα κοινωνικά και πολιτισμικά φαινόμενα σήψης, πολλοί αισιόδοξοι πιστεύουν ότι αυτά έχουν περιορισμένο και τοπικό χαρακτήρα, είναι π.χ. αμερικανικά ή αγγλικά ή ελληνικά φαινόμενα. Κάτι τέτοιο δεν είναι αληθινό, εφόσον τα φαινόμενα αυτά είναι παγκόσμιας εμβέλειας και ως εκ τούτου προαναγγέλλουν την κατάρρευση του ίδιου του πολιτισμού μας και όχι των επιμέρους τοπικών κοινωνιών που αυτός διαμόρφωσε.
Το ενδιαφέρον όμως είναι να μελετήσουμε το γιατί ο δυτικός αυτός πολιτισμός μας καταρρέει. Ως βασικό αίτιο μπορούμε να αναφέρουμε, εκτός των άλλων, την κατάρρευση του πυλώνα της πραγματιστικής επιστήμης κάτω από το βάρος των θέσεων και απόψεων της σύγχρονης φυσικής και των μαθηματικών.
Το βέβαιο είναι ότι, στο πλαίσιο του κρατούντος πραγματιστικού πολιτισμικού ρεύματος, οι προηγούμενοι πυλώνες που θα έπρεπε να συντηρούν τον δυτικό πολιτισμό, αντί να ομονοούν και να συμφωνούν επί της ουσίας, βρίσκονται σε σύγκρουση και αντιπαράθεση. Έτσι, σήμερα πλέον, αντιμετωπίζουμε το φαινόμενο, οι πολιτικές εκφράσεις να αντιμάχονται τη χριστιανική εκκλησιαστική δομή, η επιστήμη και η τεχνολογία τις πολιτικές εκφράσεις και τις εκκλησιαστικές δομές, η χριστιανική διοικητική δομή το πολιτικό σύστημα και την επιστήμη κ.ο.κ.
Η προαναφερόμενη σύγκρουση οδηγεί στη διάλυση και την πολιτισμική κατάρρευση. Αυτό αναμενόταν από τους μελετητές των πολιτισμών εδώ και πολλά χρόνια. Λόγω αυτού του γεγονότος έχει αρχίσει να σχηματοποιείται, ήδη από την προηγούμενη δεκαετία, μια πρώτη βάση ενός πολιτιστικού ρεύματος. Το νέο πολιτισμικό ρεύμα θα το δούμε πολύ σύντομα να ανατέλλει με όλα τα θετικά ή αρνητικά χαρακτηριστικά του.


Σύγχρονη φυσική και μαθηματικά
Από την κβαντική φυσική και τη μη γραμμική δυναμική (θεωρία του χάους) μαθαίνουμε ότι «βλέπουμε το περιβάλλον μας όχι όπως είναι στην πραγματικότητα, αλλά όπως και οι αισθήσεις μας επιτρέπουν να το αντιληφθούμε». Η ύλη δεν είναι πλέον το αναλλοίωτο σύμπλεγμα μορίων του Νεύτωνα, αλλά το πύκνωμα ενός ενεργειακού ρεύματος. Στο πλαίσιο του χωροχρόνου του Αϊνστάιν, η ύλη δεν αποτελεί μια ξεχωριστή οντότητα, αλλά μια ιδιομορφία πεδίου.
Μέσω του συνόλου των αισθήσεών μας, δεν είναι δυνατόν να αντιληφθούμε παρά μόνον ένα απειροελάχιστο κομμάτι του συμπαντικού χώρου που μας περιβάλλει. Η αδυναμία αυτή των ανθρώπινων αισθήσεων μάς αναγκάζει να περιορίζουμε τον κόσμο των αισθητών εντυπώσεών μας σε ένα πολύ μικρό υποσύνολο του συμπαντικού χώρου. Να σχηματίζουμε δηλαδή αυθαίρετα, μέσω των αισθήσεών μας, μια ελαχιστότατη ευκλείδεια υποκειμενική τομή στο συνεχές μη ευκλείδειο χωροχρονικό γίγνεσθαι, εντός της οποίας δημιουργούμε ό,τι ονομάζουμε «κόσμο των αισθήσεων μας».
Οι ανθρώπινες λοιπόν αισθήσεις δεν αποτελούν το αδιάψευστο κριτήριο της αλήθειας των συμπαντικών μορφών και φαινομένων. Ό,τι αυτάρεσκα ονομάζουμε «εξατομικευμένο υλικό αντικείμενο» αποτελεί μια σκιά αυτού που πραγματικά είναι στο πλαίσιο της μη αισθητής πραγματικότητας. Με βάση τα προηγούμενα, μπορούμε πλέον να πούμε ότι: μέσω των διαφόρων οργάνων μας που τις ενισχύουν, δεν αντιλαμβανόμαστε το Σύμπαν όπως αυτό είναι στην πραγματικότητα, αλλά όπως έχει τη δυνατότητα να το αντιληφθεί ο εγκέφαλός μας μέσω των ατελέστατων ανθρώπινων αισθήσεων. Η πραγματική φύση του τετραδιάστατου μη ευκλείδειου Σύμπαντος είναι μη αισθητή και περιγράφεται μόνο μέσω μαθηματικών σχέσεων.
Δεδομένου δε ότι ο ευκλείδειος αισθητός χώρος είναι ουσιαστικά μια ειδική περίπτωση ενός χώρου Riemann, αλλάζει και η γεωμετρία. Έχουμε λοιπόν τη ρωμάνεια γεωμετρία, η οποία αποτελεί μια γενίκευση της γεωμετρίας του Lobatschewski, ενώ η ευκλείδεια γεωμετρία είναι ένας περιορισμός της γεωμετρίας του Lobatschewski για απειροστά κομμάτια του χώρου.

Το ιδεαλιστικό πολιτιστικό ρεύμα
Σε σχέση με το επικρατήσαν, και ήδη υπό κατάρρευση, μοντέλο του δυτικού πολιτισμού, το αντίστοιχο της καθ’ ημάς Ανατολής δεν μπόρεσε να εξελιχθεί και να επιβληθεί.
Οι πυλώνες του ήταν: 1) η Ανατολική Ορθόδοξη Καθολική Εκκλησία (με βάση την Ορθόδοξη Πατερική Γραμματεία και την προσωποκεντρική οντολογία), 2) η προσωκρατική θετική ελληνική σκέψη, 3) η κοινωνική φιλοσοφία της Άμεσης Δημοκρατίας.
Το σύστημα αυτό κατέρρευσε γιατί δεν κατέστη δυνατή η μετεξέλιξη της επιστημονικής κοσμοθεωρίας, της προσωκρατικής θετικής ελληνικής σκέψης, σε επιστήμη και στη συνέχεια σε τεχνολογία. Αυτό ανάγκασε τους άλλους δύο πυλώνες να εξελιχθούν αυτόνομα, να στηριχθούν για κάποιο διάστημα στο επικρατήσαν δυτικό μοντέλο και, λόγω των αντιφάσεων και αλληλοαναιρέσεων, να καταρρεύσουν.


Η ανασύσταση του ιδεαλιστικού πολιτισμικού μοντέλου
ΤΟ ΚΥΡΙΑΡΧΟ ΟΜΩΣ ΠΡΑΓΜΑΤΙΣΤΙΚΟ ΡΕΥΜΑ του δυτικού κόσμου βρίσκεται σήμερα υπό κατάρρευση και ο λόγος είναι απλός: O ένας πυλώνας του, αυτός της κλασικής επιστήμης, καταπίπτει, παρασύροντας ολόκληρο το πολιτισμικό οικοδόμημα. Αυτό συμβαίνει από τη στιγμή που η σύγχρονη επιστήμη διαπίστωσε ότι τα οικοδομήματα της νευτώνειας φυσικής, καθώς και της ευκλείδειας γεωμετρίας, πάνω στα οποία στηρίχτηκε ο πυλώνας της επιστήμης στο πραγματιστικό πολιτισμικό ρεύμα, αδυνατούν να ερμηνεύσουν τη συμπαντική πραγματικότητα.
Συγχρόνως όμως με την κατάρρευση του επιστημονικού πυλώνα του πραγματιστικού ρεύματος, με βάση τη σύγχρονη φυσική και τα μοντέρνα μαθηματικά, άρχισε να αναπτύσσεται ο επιστημονικός πυλώνας του λησμονημένου ιδεαλιστικού πολιτισμικού ρεύματος. Έτσι, από τη στιγμή που η νέα φυσική και τα σύγχρονα μαθηματικά είναι συνέχεια της προσωκρατικής θετικής σκέψης και ενισχύουν τον πλατωνικό ιδεαλισμό, ξαναγεννιέται, στα ερείπια του καταρρέοντος δυτικού πραγματιστικού πολιτισμικού ρεύματος, το νέο πολιτισμικό ρεύμα της επόμενης χιλιετίας. Το ξεχασμένο, αλλά τόσο σύγχρονο πλέον αυτό πολιτισμικό ρεύμα, είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι αναγεννάται αυθόρμητα, χωρίς σχεδιασμούς ισχυρών δυνάμεων, πολιτικά παρασκήνια, ίντριγκες και οικονομικούς εκβιασμούς. Ο δρόμος βέβαια θα είναι μακρύς, τραχύς και γεμάτος συγκρούσεις. Το σίγουρο όμως είναι ότι, στο άμεσο μέλλον, θα πρέπει η δυτική τεχνολογία, με βήματα σταθερά, κάνοντας την αυτοκριτική της, να βρει τη σχέση και τη σύνδεσή της με τα νέα επιστημονικά αλλά και κοινωνικά δεδομένα. Οι θρησκευτικές, διοικητικές και δογματικές δομές του ορθόδοξου χριστιανισμού θα πρέπει να επιστρέψουν στις βασικές μεταφυσικές και θεολογικές καταβολές του χριστιανισμού. Η επιστροφή αυτή είναι αναγκαίο να συνδυαστεί με μια αναζήτηση νέων βάσεων εκκίνησης και εξέλιξης, στο πλαίσιο των νέων επιστημονικών και κοινωνικών αναζητήσεων.
Τα πολιτικά κόμματα θα πρέπει να επαναπροσανατολίσουν τη φιλοσοφία αλλά και την πρακτική τους. Αυτό σημαίνει ότι είναι αναγκαίο να λάβουν σοβαρά υπόψη τους τα επιτεύγματα της σύγχρονης επιστήμης όσο και τις πρωτογενείς αξίες του χριστιανισμού και της δημοκρατίας.
Ο δρόμος, φυσικά, δεν θα είναι εύκολος μέχρι τη στιγμή της κυριαρχίας του νέου πολιτισμικού ρεύματος, και ίσως χρειαστούν δεκάδες ή και εκατοντάδες χρόνια προσπάθειας. Το πρώτο βήμα όμως πρέπει να γίνει άμεσα και χωρίς δισταγμό.
Αναγκαία προϋπόθεση της ανάπτυξης του ιδεαλιστικού πολιτισμικού ρεύματος είναι η αφομοίωση, εκ μέρους του συνόλου της κοινωνίας, της αναπτυσσόμενης νέας επιστημονικής σκέψης και του εφαρμοσμένου χαρακτήρα της. Το γεγονός αυτό θα πείσει την κοινωνία ότι τα νέα επιστημονικά ρεύματα έχουν τη δυνατότητα, αν υποστηριχθούν, να αναπτύξουν μια νέα τεχνολογία, εναρμονισμένη στις ανάγκες του νέου ιδεαλιστικού πολιτισμικού ρεύματος, που τόση ανάγκη έχει ολόκληρος ο κόσμος.


Οι Έλληνες στην Τουρκοκρατία
Έχει σημασία να σχολιαστεί η περίοδος της Τουρκοκρατίας. Γιατί, τότε, η αυτόνομη κοινότητα ήταν η βάση για την ουσιαστική ανθρώπινη ελευθερία. Γιατί επιβεβαιώθηκε ακόμα μια φορά το γιατί η Δύση παράγει άτομα και η Ανατολή πρόσωπα.
Η νεοελληνική κοινότητα αποτέλεσε διοικητικό κύτταρο που διέσωσε στο νεοελληνικό ήθος τον πόθο της ελευθερίας. Ασφαλώς, το ιδεότυπο της κοινοτικής ελευθερίας δεν έχει σχέση με την έννοια του φιλελευθερισμού, που προβλήθηκε στις αστικές δημοκρατίες. Σημαντικότερη διαφορά είναι η εξής: η κοινοτική ελευθερία αποτελεί ιδιότητα που κάποιος απολαμβάνει, εφόσον αποδέχεται έναν κώδικα ετερότητας / ετερονομίας που τον διαφοροποιεί οριστικά και αμετάκλητα από τον μουσουλμάνο. Επομένως, δεν πρόκειται για κοινωνική ελευθερία, αλλά για προσωπική ελευθερία, που καθορίζεται στη βάση νόμων που διαιρούν το κοινωνικό σύνολο σε ομάδες.
Στα πλαίσια αυτής της διαφοροποίησης, ο άνθρωπος δεν συλλαμβάνεται ως άτομο αλλά ως πρόσωπο. Στην εξατομικευμένη μονάδα (άτομο), κανένας συνειδησιακός νόμος δεν έχει ισχύ. Αυτοί οι νόμοι αφορούν τα ανθρώπινα πρόσωπα που δρουν με επιταγές ηθικές. Εφόσον, λοιπόν, η διάκριση χριστιανού-μουσουλμάνου βασιζόταν στην επιλογή πίστεως (συνειδησιακή δηλαδή επιλογή), ολόκληρη η θήτευση ενός χριστιανού στην κοινοτική πραγματικότητα ήταν θητεία συνειδήσεως.
Με άλλα λόγια, οι κοινότητες εξασφάλιζαν την αυτονομία στα μέλη τους όχι με τη διαδικασία της ταύτισης προς την κρατούσα μουσουλμανική πλειοψηφία, αλλά της ετερότητας. Δηλαδή, δεν επιδίωκαν να γίνουν μουσουλμάνοι για να έχουν προνόμια, αλλά αντίθετα συντηρούσαν τη χριστιανική ιδιότητα, η οποία τους διαχώριζε συνειδησιακά από τους μουσουλμάνους, άρα τους καθιστούσε πρόσωπα με ηθικές και συνειδησιακές επιλογές. Η νομική ομοιομορφία και ισονομία θεμελιώδεις αρχές της αστικής δημοκρατίας, στις κοινότητες, συνιστούσαν προσχώρηση προς τη μουσουλμανική μάζα και άρα αναίρεση της ιδιαιτερότητας του προσώπου (χριστιανού), που αποτελούσε και την κυρίαρχη πηγή της κοινοτικής εξουσίας.
Είναι χαρακτηριστικό ότι, σε πολλές χριστιανικές κοινότητες της Μ. Ασίας κυρίως, το δικαίωμα της ψήφου δεν εξαρτιόταν μόνο από την περιουσιακή κατάσταση, τον μόνιμο τόπο εγκατάστασης κ.λ.π., αλλά από τον αριθμό των ψυχών κάθε κοινοτικής οικογένειας, με αποτέλεσμα πολύτεκνοι ψηφοφόροι ή πολυμελείς οικογένειες, «επειδή σώζουσι και προστατεύουσι πολλάς ψυχάς», να κυβερνούν αυτοδικαίως τη μοίρα των κοινοτήτων τους.
Είναι περιττό να τονιστεί ότι η εξωμοσία ή η υιοθέτηση αποκλινόντων κωδίκων συμπεριφοράς και πρακτικής από τα κοινοτικά μέλη (κεπήνιο, γάμος με αλλόδοξους κ.λπ.) αποδοκιμαζόταν ρητά με αποκοπή, ακόμα και όταν δεν επέσειαν εκκλησιαστική ποινή, επειδή συνιστούσαν περιφρόνηση προς τις ετερονομικές αρχές της ομάδας. Συμβαίνει, μάλιστα, συχνά οι κοινότητες να επιβάλλουν στις εκκλησιαστικές αρχές τη λήψη αυστηρών μέτρων, ακόμη και για πράξεις που δεν είναι στην πραγματικότητα εκκλησιαστικά κολάσιμες (π.χ. γάμος με αλλοδόξους).
Αυτός ο συντηρητικός μηχανισμός λειτουργίας, στα πλαίσια του οποίου απουσιάζει βεβαίως η (αστική) έννοια των «ατομικών δικαιωμάτων», προέρχεται από βαθιά επίγνωση της προγονικής κληρονομιάς, που επιχειρούν οι κατά τόπους κοινοτικοί άρχοντες να διασώσουν.
Η εφαρμογή των αρχών του δυτικού φιλελευθερισμού, γοητευτική απαίτηση πολλών μελετητών, a posteriori θα οδηγούσε σε απορρόφηση του ελληνισμού από τους μουσουλμάνους.
Αυτή, άλλωστε, ήταν και η πρακτική που υιοθέτησε, από τα μέσα του 18ου αιώνα και εξής, η Οθωμανική Αυτοκρατορία και οδήγησε ουσιαστικά στη διάλυση της οργάνωσης του ελληνικού ομογενειακού πληθυσμού, πολύ πριν το 1922, όταν ο Κεμάλ Ατατούρκ τον κατέστρεψε πολεμικά.
Η ελληνική ταυτότητα μπορεί να αποτελέσει πρόταση πολιτισμού
Η κοινωνία είναι ένα απελευθερωμένο κοινωνικό σύστημα και η αληθινή ελευθερία ορίζεται από την απροσδιοριστία. Η προσαρμογή των ατόμων στις εξελίξεις δεν είναι ζήτημα χρόνου, αλλά ζήτημα πολιτικό. Ο ρόλος του ανθρώπου στις κοινωνικές εξελίξεις είναι ζήτημα οντολογικής μεταμόρφωσης του ανθρώπου, όταν ο ίδιος συντελεί στη μεταβολή της κοινωνίας του. Αυτό φοβούμενη η δυτική κοινωνία, και προκειμένου να μαθαίνει τα άτομα να μην αποδέχονται ότι τα ίδια είναι οι δημιουργοί της κοινωνίας τους, όρισε τη λογική της σκέψης ως την εξω-κοινωνική πηγή προέλευσης των θεσμών, τοποθετώντας τη στη θέση που καταλαμβάνουν σε άλλες κοινωνίες οι θεοί ή οι πρόγονοι. Έτσι δημιουργήθηκε η ετερόνομη Πολιτεία του δυτικού πολιτισμού (ανελεύθερη, κλειστή). Στη δυτική κοινωνία, οι κοινωνικές εξελίξεις είναι δημιούργημα δυνάμεων εκτός κοινωνίας (π.χ. νόμοι, ιστορία, αγορά). Η νέα κοινωνία οφείλει να είναι αυτόνομη γιατί η κοινωνική εξέλιξη είναι δημιούργημα των ατόμων και είναι θέμα παιδείας και εκπαίδευσης των ατόμων το να αποδέχονται πως αυτά τα ίδια ορίζουν τους κανόνες, τις αξίες, τις σημασίες που δίνουν νόημα στην ατομική και κοινωνική ζωή. Μόνον έτσι επιτυγχάνεται η σύγκλιση του “θεωρείν” με το “ζην”.
H αυτόνομη κοινωνία έχει ρητή επίγνωση ότι κανόνες και σημασίες δεν είναι αδιαμφισβήτητοι θεσμοί. Ο άνθρωπος είναι ον που αποτελεί έργο του εαυτού του. Η μορφή του είναι ουσία, επειδή είναι δημιούργημα.
Προτάσσοντας τον Λόγο, τέτοια κίνητρα εντοπίζουν την ασυμβατότητα της δυτικής ετερονομίας με συνθήκες απροσδιοριστίας. Η δημοκρατία είναι το μόνο πολίτευμα που αντιμετωπίζει ανοικτά την πιθανότητα αυτοκαταστροφής ως πρόβλημα που δεν επιδέχεται προκαταβολικές λύσεις. Η ελληνική αυτονομία εδράζεται στον Λόγο και έτσι προσδιορίζεται η σχέση του ανθρώπου με τον κόσμο, τον εαυτό του, την κοινωνία. Η αυτόνομη κοινωνία έχει ρητή επίγνωση ότι κανόνες και σημασίες δεν είναι αδιαμφισβήτητοι θεσμοί. Ο άνθρωπος είναι ον που αποτελεί έργο του εαυτού του. Η μορφή του είναι ουσία, επειδή είναι δημιούργημα. Ο δυτικός πολιτισμός απαιτεί παγιωμένες νοητικές λειτουργίες ως προς την ικανότητα του λογικού υπολογισμού (προσαρμογή σε κοινωνικές απαιτήσεις με αποκρυσταλλωμένες ιδέες). Αυτό σημαίνει μειωμένες νοητικές ικανότητες παιγνιώδους νοημοσύνης και υστέρηση “ρεουσών” ικανοτήτων (λειτουργίες και ικανότητες, που απαιτούν ενεργοποίηση του αισθησιοκινητικού συντονισμού, συν – κίνηση με φαντασία, σε αντιδιαστολή με τη λογική). Η λογική είναι δομή γενική κατασκευαστική, νοοτροπία πολιτισμού με συγκλίνουσα λογική. Η ετερονομία της δυτικής κοινωνίας δεν δέχεται την αποκλίνουσα νοητική λειτουργία, γιατί αποτελεί το καθεστώς συμμόρφωσης στην κοινωνική λογική, προσφέροντας συνθετική ικανότητα. Ο ελληνικός τρόπος περικλείει την ποιητική ικανότητα ανα-σύνθεσης νοημάτων (ρέουσα νοημοσύνη, αμφισβήτηση κοινωνικής νοηματοδότησης, αναλογικοί συσχετισμοί). Η πραγματικότητα για τους Έλληνες είναι αυτή που επιβεβαιώνεται με το κοινωνείν.
Η πόλη δεν είναι ο φυσικός χώρος, είναι η οργάνωση των ανθρώπων όπως προκύπτει από τη σύμπραξη και τη συνομιλία και ο πραγματικός χώρος βρίσκεται ανάμεσα στους ανθρώπους. Η ελληνική ταυτότητα αποτελεί κατ΄ αντίθεση προσδιορισμό, ώστε να είναι αυτό που δεν είναι. Η ελευθερία του προσώπου ως ολότητας σημαίνει ότι, ενώ η ανθρώπινη μορφή είναι ένα μορφοκλασματικό (φράκταλ) της φυσικής ύπαρξης (υπάρχει μέσα στην αυτοομοιότητα, ομοείδεια των κοινών φυσικών ενεργειών), διαθέτει τη δυνατότητα αποδέσμευσης από το πεδίο ανάγκης που επιβάλλει η ταυτότητα αυτή (υπαρκτική ετερότητα). (Η μορφή του ανθρώπου είναι φράκταλ της φύσης του δημιουργού και γι΄ αυτό ο άνθρωπος είναι ταυτόχρονα το ενικότερον και το καθολικότερον.)
Ιστορικά και πολιτισμικά, διαθέτουμε την απάντηση στα αδιέξοδα και τις συγκρούσεις του νεωτερικού παραδείγματος. Η δική μας πρόταση για το μετα-νεωτερικό παράδειγμα είναι η επανασυνειδητοποίηση της κβαντικής μορφής του ανθρώπου, άτομο και σχέσεις, η εξέλιξη του ατόμου σε πρόσωπο και η ανάδυση του ενυπόστατου του προσώπου (αυτονομία, απόλυτη υπαρκτική ελευθερία, συμπληρωματική ετερότητα του καθενός προς τον άλλο άνθρωπο). Είναι η ανάδειξη του ΠΡΟΣΩΠΟΥ, του ανθρωπολογικού τύπου όπου η πόλωση ατομικισμού – κολεκτιβισμού, με την οποία πραγματώνεται η ατομικότητα, η αλληλεγγύη, η αυτονομία, η προσφορά, η ελευθερία και η δικαιοσύνη. Είναι η τριαδική οντολογία στην οποία αποτυπώνεται και από την οποία απορρέει η παραδοχή και της οντολογικής σημασίας και των ενεργειών – σχέσεων.


*Αστική Εταιρεία «Ιπποκράτης» / Κέντρο Πρόληψης κατά των Ναρκωτικών, Κως, Δωδεκάνησα


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Αντωνοπούλου – Τρέχλη Ζωή, Από την αρχαία ελληνική πόλιν στη Βυζαντινή Οικουμένην, εκδ. ΑΡΜΟΣ, Αθήνα 2004.
«Ο κοινοτικός συνεργατισμός και ο Κ. Καραβίδας», Άρδην, τ. 44, σελ. 39.
«Η τοπικοποίηση προϋποθέτει οικουμενική πρόταση», Άρδην, τ. 46, σελ. 58.
Γερούκαλης Δημήτριος, 2005, «Η ελληνική ταυτότητα στην εποχή της παγκοσμοιοποιήσεως μπορεί να αποτελέσει πρόταση πολιτισμού», ΑΝΤΙΒΑΡΟ.
Δανέζης Μάνος, Θεοδοσίου Στράτος, Η κοσμολογία της νόησης, εκδ. ΔΙΑΥΛΟΣ, Αθήνα 2003.
Ζιάκας Θεόδωρος, Η ελληνική ταυτότητα στη μεταμοντέρνα εποχή, ειδ. έκδοση ΑΒΑΤΟΝ, φθινόπωρο 1999.
Ζιάκας Θεόδωρος, Κοινοτισμός και δεσποτισμός στον ελληνικό χώρο, Άρδην, τ. 46, σελ. 55.
Ζιάκας Θεόδωρος, «Γιατί γίναμε Ρωμαίοι», Άρδην, τ. 57-58, σελ. 35.
Ζιάκας Θεόδωρος, Αυτοείδωλον εγενόμην, εκδ. ΑΡΜΟΣ, Αθήνα 2005.
Μπακούρος Βασίλειος, «Οι Έλληνες στην Τουρκοκρατία», ΤΡΙΤΟ ΜΑΤΙ, 2137, σ. 68.
Ντρίνιας Θεόδωρος, «Κοινοτισμός, βήμα χειραφέτησης ή συντηρητική αναδίπλωση;», Άρδην, τ. 44, σελ. 29.
Πανταζόπουλος Νικόλαος, «Ο ελληνικός κοινοτισμός και η νεοελληνική κοινοτική παράδοση», Άρδην, τ. 44, σελ. 32.
Τσιβάκου Ιωάννα, «Ο άνθρωπος απέναντι στη διττή λειτουργία του οργανώνειν, η ελληνική περίπτωση», ΕΡΟΥΡΕΜ, περ. β, τ. 24.


ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ