του Δημήτρη Μπούσμπουρα
Αισθάνθηκα ότι αυτός ο βήχας που με έπιασε ξαφνικά, έντονος, σαν γδάρσιμο στο λαιμό, μπορεί να ήταν κορωνοϊός. Όταν το βράδυ ξύπνησα με παρόμοιο σύμπτωμα, τα χρειάστηκα. Ένας φίλος, ορειβάτης και σε καλή φυσική κατάσταση, ήταν εδώ και μερικές ημέρες στο νοσοκομείο με συμπτώματα πνευμονίας. Πήγα λοιπόν την επόμενη μέρα στη Βίλα Πετρίδη, όπου όπως είχα διαβάσει γίνονται τεστ. Εκεί με ρώτησαν αν είχα παραπεμπτικό. Αλλιώς θα έπρεπε να πάω σε κάποιο νοσοκομείο ή Κέντρο Υγείας για να μου το γράψουν. Προφανώς μέσα σε αυτή την κρίση είναι αδιανόητο να πας σε ένα τέτοιο χώρο. Πήρα τηλέφωνο την γιατρό μου και μου έγραψε το παραπεμπτικό, αφού περιέγραψα τα συμπτώματα. Με αυτό το παραπεμπτικό έκανα μία εξέταση σε δημόσιο εξεταστικό κέντρο. Διαφορετικά θα έπρεπε να πληρώσω από 70 έως 120 ευρώ σε κάποια από τα διαγνωστικά κέντρα.
Την άλλη ημέρα, μου τηλεφώνησαν ότι είμαι θετικός στον ιό και ότι θα έπρεπε να μείνω σε απομόνωση και να μην έρθω σε επαφή με κανέναν άνθρωπο για σύνολο δεκατεσσάρων ημερών και να βγω μόνο αν δεν έχω συμπτώματα επί τρεις ημέρες. Δέχτηκα ένα ακόμα τηλεφώνημα από τον ΕΟΔΥ, για να με ρωτήσουν μερικά πράγματα πάνω στα συμπτώματα και για τις επαφές μου.
Δεν είχα όμως καμία επίσημη οδηγία για το τι έπρεπε να κάνω. Δεν υπάρχει κανένα επίσημο κείμενο για την αντιμετώπιση των συμπτωμάτων στο σπίτι. Δεν μου είπαν τίποτα από τον ΕΟΔΥ και δεν επικοινώνησε κανένας γιατρός μαζί μου, εκτός από μία φίλη γιατρό. Αντιθέτως, όπως μαθαίνουμε, σε άλλες χώρες υπάρχουν επισκέψεις ιατρών κατ’ οίκον, ώστε να δοθούν οι κατάλληλες οδηγίες. Δέχτηκα πολλά μηνύματα από φίλους για βιταμίνες και διάφορα μαντζούνια ή και προληπτική χρήση αντιβιοτικού και πολλοί φίλοι μού έφεραν φρούτα και σούπες. Το πιο αστείο βέβαια ήταν η απάντηση φίλου, αρνητή του ιού, όταν έμαθα τα αποτελέσματα: «Έλα, ρε… Και τους πιστεύεις;» Τους πίστεψα όμως και, παρά τα μάλλον ελαφρά συμπτώματα, ακολούθησα έναν τρόπο ζωής σαν να είχα βαριά γρίπη. Δεν ξέρω αν η θετική έκβαση είναι αποτέλεσμα της προσοχής μου, ή αν απλώς είχα δεχτεί χαμηλό ιικό φορτίο.
Μαθαίνουμε όμως ότι πολλοί άνθρωποι, μετά από πολλές μέρες από την εμφάνιση σχετικά ήπιων συμπτωμάτων, ανέπτυσσαν βαριά συμπτώματα και κατέληγαν με υψηλό πυρετό και δύσπνοια στα νοσοκομεία. Πολλοί από αυτούς δεν έλαβαν μέτρα αντιμετώπισης των συμπτωμάτων. Πολλοί μπορεί και να μην έκαναν καν το τεστ, αφού θα έπρεπε να δώσει όλη η οικογένεια ένα μεγάλο ποσό. Σ’ αυτήν την περίπτωση μπορεί και να συνέχισαν την εργασία τους σε εξωτερικό χώρο και σε επαφή με άλλους ανθρώπους.
Οι περισσότεροι Έλληνες δεν έχουν κάνει δήλωση οικογενειακού ιατρού καθώς, όταν συμβεί κάτι, παίρνουν τηλέφωνο τους φίλους τους για να μάθουν ποιος είναι ο καλύτερος γιατρός για το συγκεκριμένο σύμπτωμα ή ποια είναι η καλύτερη κλινική σε νοσοκομείο. Θέλουν να πάνε κατευθείαν στο νοσοκομείο. Εκεί μπορεί να περιμένουν ώρες στα εξωτερικά ιατρεία, μαζί με επείγοντα περιστατικά. Αυτό συνέβη και τώρα. Τα νοσοκομεία ήταν σε μεγάλη πίεση, ενώ τα ιδιωτικά ιατρεία μπορεί να ήταν κλειστά.
Αναρωτιέμαι, γιατί συμβαίνει αυτό; Μήπως γιατί η όλη έμφαση έχει δοθεί στον αριθμό των ΜΕΘ και στο τι γίνεται στα νοσοκομεία; Μήπως γιατί έχουμε δείξει μία μεγάλη περιφρόνηση στην πρόληψη και στην κατ’ οίκον νοσηλεία; Είναι μήπως η αντίδραση των ιδιωτών γιατρών και των εξεταστικών κέντρων ο λόγος για τον οποίο δεν εμπεδώθηκε και δεν προχώρησε το σύστημα πρωτοβάθμιας περίθαλψης, με τον οικογενειακό γιατρό και τα μικρά Κέντρα Υγείας; Ή μήπως είναι η δικιά μας δυσπιστία που μας κάνει να εμπιστευόμαστε μόνο τα ακριβά ιδιωτικά συστήματα ή τις μεγάλες κρατικές νοσοκομειακές δομές;
Έχω την αίσθηση ότι ένα από τα σημαντικότερα ζητήματα που ανέδειξε αυτή η κρίση είναι το πρόβλημα της πρόληψης και της πρωτοβάθμιας περίθαλψης.
2 ΣΧΟΛΙΑ
Πολύ σωστό το άρθρο. Δεν φροντίσαμε ποτέ την πρωτοβάθμια περίθαλψη. Έτσι όλα τα περιστατικά μικρά και μεγάλα καταλήγουν αφιλτραριστα στα νοσοκομεία και έτσι το βάρος είναι τεράστιο στα νοσοκομεία. Το βλέπουμε στην παρούσα περίοδο. Όσες και ΜΕΘ να έχεις χρειάζεσαι άλλες τόσες.
Δεν είναι μόνο τα περιστατικά που συνωστίζονται στα νοσοκομεία, είναι και το αντίθετο, ότι για κάποιους ανθρώπους είναι πολύ αργά! Μένοντας στο σπίτι όπως παροτρύνουν τα πρωτόκολλα του ΕΟΔΥ δίχως όμως ιατρική παρακολούθηση καθώς οι πρωτοβάθμιες δομές είναι ή ανύπαρκτες ή έγιναν ανύπαρκτες ΄ταν το προσωπικό τους πήγε στα νοσοκομεία που γονάτιζαν. Έτσι θεραπευτικές αγωγές που θα μπορούσαν να δοθούν (γιατί μπορεί να μην υπάρχει ακόμη ΤΟ φάρμακο, υπάρχουν όμως κάποιες θεραπείες που μπορούν να προλάβουν τις βαριές συνέπειες) δεν δόθηκαν ποτέ. Αυτό μαζί με τον δισταγμό που προκαλούσε η αποκρουστική εικόνα των νοσοκομείων οδηγεί πολλούς να φτάνουν εκεί πολύ αργά.