Αρχική » Μεταλλαγμένα

Μεταλλαγμένα

από Άρδην - Ρήξη

του Γ. Κολέμπα, από το Άρδην τ. 47, Ιούνιος 2004

0Ι ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ των “μεταλλαγμένων” (Γ.Τ.Ο.) δεν έχουν να κάνουν μόνο με την ανθρώπινη υγεία, την βιοποικιλότητα και το περιβάλλον. Οι οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις είναι εξίσου σημαντικές. Το πρώτο βασικό επακόλουθο της εξάπλωσης των γενετικά τροποποιημένων φυτών και ζώων είναι η εξάρτηση των παραγωγών γεωργικών προϊόντων και ειδών διατροφής, καθώς και των καταναλωτών τους, απ’ αυτούς που κατέχουν την τεχνογνωσία τους, δηλαδή τις 3-4 πολυεθνικές εταιρίες των “μεταλλαγμένων”. Αυτή η εξάρτηση θα είναι πρωτόγνωρη, ιδίως για τους αγρότες. Και τώρα υπάρχει εξάρτηση των συμβατικών καλλιεργητών υβριδίων από τις αγροχημικές εταιρίες είτε μέσα από την εμπορία των σπόρων, είτε την εμπορία των λιπασμάτων-φυτοφαρμάκων. Όμως η εξάρτηση μέσα από τα γενετικά τροποποιημένα φυτά-ζώα θα προχωρήσει στο έπακρο. Πρώτα, γιατί η παραγωγή τους είναι πολύ συγκεντροποιημένη, μετά, γιατί υπάρχει το καθεστώς της πατέντας που τα διέπει και στη συνέχεια γιατί θα προωθούνται στους αγρότες με ατομικά συμβόλαια. Μέσω των συμβολαίων ο αγρότης υποχρεώνεται να “νοικιάζει” το πολλαπλασιαστικό υλικό μαζί με όλη τη χημική υποστήριξη από την ίδια εταιρία (κάθε εταιρία παράγει η ίδια τα συμπληρωματικά χημικά λιπάσματα ή φυτοφάρμακα τα οποία αυτά και μόνο ταιριάζουν στο αντίστοιχο γενετικά τροποποιημένο φυτό). 0α δεσμεύεται απ’ αυτήν για το τι πρέπει να κάνει, για το τι διαδικασία καλλιέργειας θα ακολουθήσει, για το ποιες παρεμβάσεις και πότε θα κάνει κ.λπ., και αυτό θα γίνεται σε κάθε καλλιεργητική περίοδο. Δεν θα μπορεί να κρατήσει ο ίδιος πολλαπλασιαστικό υλικό για την επόμενη χρονιά (πατέντα). Η δική του γνώμη και εμπειρία δεν θα παίζει κανένα ρόλο. Από αγρό-της-παραγωγός γεωργικών προϊόντων θα μετατραπεί σε παραγωγό πρώτων υλών για τις εταιρίες διατροφής. Η δική του συνεισφορά στη διαδικασία παραγωγής της τροφής όλο και θα λιγοστεύει. Θα περιορίζεται η αξία που θα προσθέτει ο ίδιος στο τελικό προϊόν και αυτό σημαίνει, για την πολιτική οικονομία, ότι θα του αντιστοιχεί όλο και λιγότερη αμοιβή. (Αυτό το λένε: περιορισμός της προστιθέμενης αξίας).

Πράγματι τα γ.τ. προϊόντα που θα διατίθενται για καλλιέργεια-εκτροφή έχουν ενσωματωμένο μέσα τους μεγάλο κόστος, που προέρχεται απ’ την ίδια τη διαδικασία ανάπτυξής τους: μεγάλο κόστος της έρευνας στα εργαστήρια, της τεχνογνωσίας, καθώς και τα τέλη ευρεσιτεχνίας που τα καλύπτουν. Έτσι το μεγαλύτερο ποσοστό της τελικής τιμής τους θα πηγαίνει στις πολυεθνικές των οποίων είναι ιδιοκτησία, ενώ για τους αγρότες θα μένει ένα μικρό ποσοστό.

Αυτό έχει συμβεί με τους Αμερικάνους αγρότες των “μεταλλαγμένων” (έχουν ξεκινήσει από το 1996). Δεν έχουν ακόμα καταρρεύσει επειδή η κυβέρνηση τους χρηματοδοτεί με τεράστια ποσά και το κράτος εξαγοράζει τα αδιάθετα γενετικά τροποποιημένα προϊόντα και τα στέλνει σαν “επισιτιστική βοήθεια” στις χώρες του Τρίτου Κόσμου (Αφρική).

Η τεχνολογία των γενετικά τροποποιημένων οργανισμών, λεηλατώντας την παγκόσμια κοινή κληρονομιά των σπόρων, ποικιλιών και ράτσων και τροποποιώντας τα γενετικά, τα μετατρέπει σε ιδιοκτησία 3-4 κολοσσών μέσω της νομοθεσίας για την “πνευματική ιδιοκτησία”. Αυτό έχει ονομασθεί “Βιοπειρατεία” και στερεί από κάθε γενιά καλλιεργητών την κληρονομιά του γενετικού υλικού απ’ την προηγούμενη καθώς και την κληροδότηση στην επόμενη. Μ’ αυτή την έννοια προωθεί την εξάρτηση των παραγωγών στο μέγιστο βαθμό. Στη συνέχεια, βέβαια, η εξάρτηση επεκτείνεται και στον περιορισμό των επιλογών των καλλιεργητών, αφού δεν θα τους επιτρέπεται να διαφοροποιήσουν το προϊόν τους. Και αν το θελήσουν, τα χωράφια τους θα είναι σε τέτοιο βαθμό “επιμολυσμένα” απ’ τα γ.τ. που δεν θα μπορέσουν, γιατί το χειρότερο μ’ αυτά τα προϊόντα είναι ότι δεν “αποσύρονται”. Προκαλούν “γενετική ρύπανση” και τα “εισαγόμενα” σ’ αυτά ξένα γονίδια, απ’ τον τρόπο “εισαγωγής” τους, είναι πολύ επιθετικά και περνάνε σ’ όλα τα άλλα είδη, από τα άγρια φυτά μέχρι τους μικροοργανισμούς του εδάφους.

Στα ελληνικά χωράφια, μέχρι τώρα, δεν καλλιεργούνταν γ.τ. φυτά, τουλάχιστον επίσημα. Στο παρελθόν έγιναν κάποιες προσπάθειες για πειραματικές καλλιέργειες (π.χ. μεταλλαγμένη ντομάτα της Zeneca το 1997 στους νομούς Ημαθίας, Βοιωτίας και Ηλείας, όπου στους 2 τελευταίους νομούς οι φυτείες καταστράφηκαν απ’ τους γειτονικούς αγρότες, ενώ στην Ημαθία η παραγωγή δεν έγινε δεκτή από τις εταιρίες επεξεργασίας ντομάτας, επειδή δεν τη θέλανε οι πελάτες τους. Επίσης στο νομό Λάρισας, το 1998, είχε εγκριθεί η καλλιέργεια βαμβακιού Μονσάντο, όμως μετά από διαμαρτυρίες η έγκριση αποσύρθηκε. Τον ίδιο χρόνο απορρίφθηκε αίτηση της εταιρίας Χελασίντ για καλλιέργεια μεταλλαγμένου καλαμποκιού στους νομούς Σερρών και Ημαθίας απ’ τα αντίστοιχα Νομαρχιακά Συμβούλια. Το ίδιο έγινε στη συνέχεια με τις αιτήσεις της Νοβάρτις – Αγκρέβο για καλλιέργεια γ.τ. ζαχαρότευτλων).

Μέχρι σήμερα είχαν υποβληθεί και απορριφθεί 30 περίπου αιτήσεις για καλλιέργεια γ.τ. φυτών, επειδή στην Ευρώπη είχαμε το λεγόμενο “Μορατόριουμ”. Οι εταιρίες όμως ακολούθησαν την τακτική της παράνομης επιμόλυνσης των σπόρων στις σπορομερίδες εισαγωγής, όπως του βαμβακόσπορου. Έτσι κάποιοι Έλληνες αγρότες έχουν καλλιεργήσει και γ.τ. βαμβάκι χωρίς να το ξέρουν. Αυτό αποδείχθηκε την περίοδο του 2000 καθώς και του 2003. Το υπουργείο Γεωργίας είτε δεν μπορούσε, είτε δεν επιδίωξε τον έλεγχο των εισαγόμενων σπορομερίδων.

Το μεγαλύτερο βέβαια πρόβλημα στη χώρα μας, σε σχέση με τα μεταλλαγμένα, όλα αυτά τα χρόνια, ήταν οι ζωοτροφές. Μεγάλο ποσοστό της εισαγόμενης για ζωοτροφές σόγιας και καλαμποκιού ήταν γ.τ. Έτσι έχουν περάσει μέσα απ’ το γάλα και τα παράγωγά του στην τροφική μας αλυσίδα, χωρίς να το ξέρουμε, γιατί ούτε οι ζωοτρόφοι το ήξεραν.

Αν τελικά επιτραπεί η καλλιέργειά τους στην Ευρώπη, οι εταιρίες των “μεταλλαγμένων” θα τα προωθήσουν νόμιμα και στην αρχή θα ακολουθήσουν σίγουρα την τακτική των χαμηλότερων τιμών, μιας και υπάρχει αρνητικό κλίμα. Στη συνέχεια, αφού εξαρτήσουν πολλούς γεωργούς, αναγκαστικά θα ανεβάσουν τις τιμές, όπως αναφέρθηκε πιο πάνω. Εδώ όμως οι επιδοτήσεις τελειώνουν γενικά και προφανώς τα γ.τ. δεν νομίζω ότι θα επιδοτηθούν από την Κ.Α.Π. Έτσι οι μικροί αγρότες δεν θα αντέξουν και θα καταρρεύσουν γρήγορα, σε περίπτωση που καλλιεργήσουν γ.τ. Η γη τους θα περάσει σε εξευτελιστικές τιμές στους επιχειρηματίες του αγροτικού τομέα και τις εταιρίες.

Ερχόμαστε λοιπόν στο δεύτερο βασικό επακόλουθο: στο δυσοίωνο μέλλον της υπαίθρου. Η ελληνική ύπαιθρος θα ερημωθεί ακόμα περισσότερο από ό,τι έχει ερημωθεί. Η ζωή στην επαρχία θα συρρικνωθεί ακόμα χειρότερα, γιατί η βιωσιμότητα της επαρχιακής κοινωνίας θα διακυβευθεί στο έπακρο, αφού θα υπάρχει ο κίνδυνος να μαραζώσουν και οι μεταποιητικές δραστηριότητες που αναπτύσσονται κοντά στον πρωτογενή τομέα των ντόπιων, ποιοτικών προϊόντων.

Αν επικρατήσουν τα γ.τ. είδη, η επιμόλυνση που θα προκαλέσουν θα ομογενοποιήσει τις ποικιλίες. 0α έχουμε απώλεια των τοπικών, ποιοτικών προϊόντων, πράγμα που θα αποτελέσει πλήγμα, όχι μόνο στην ποιότητα της τροφής και το διατροφικό μας μοντέλο, αλλά και στον τουριστικό προορισμό, αφού οι αγροτικές περιοχές βασίζουν τον τουρισμό τους σε μεγάλο βαθμό στην μοναδικότητα και την αυθεντικότητα των τοπικών, ονομασίας προέλευσης ή βιολογικών, προϊόντων.

Η επιμόλυνση των γειτονικών μη γ.τ. καλλιεργειών είναι σίγουρη, παρόλα τα μέτρα που πιθανά να προτείνουν (“φράγματα γύρης”, “ζώνες ασφάλειας” κλπ.). “Συνύπαρξη” δεν μπορεί να υπάρξει στην ουσία. Αυτό θα οδηγήσει σε “αθέμιτο ανταγωνισμό” και σε απώλεια του συγκριτικού πλεονεκτήματος για τους αγρότες των μη μεταλλαγμένων. Τα προϊόντα τους δεν θα μπορούν να χαρακτηρισθούν πια ούτε ντόπια, ούτε ονομασίας προέλευσης, ούτε ποιοτικά ούτε τέλος βιολογικά (τα οποία εξορισμού δεν πρέπει να περιέχουν γ.τ.ο.). 0α υποστούν μεγάλη οικονομική ζημία (εκτός των άλλων) γιατί θα χάσουν τις αγορές για τα προϊόντα τους.

Μπορούμε λοιπόν να φανταστούμε τι μπορεί να συμβεί σε μια κοινότητα, αν κάποιοι απ’ τους αγρότες καλλιεργήσουν γ.τ. προϊόντα. Οι άλλοι, που θα πάθουν μεγάλη ζημιά, μπορεί να στραφούν δυναμικά ενάντια στις γ.τ. καλλιέργειες και να τις καταστρέψουν. Ή μπορεί να στραφούν νομικά ενάντια στους καλλιεργητές γ.τ. και να απαιτήσουν να τους πληρώσουν τη ζημιά, εμπλεκόμενοι σε μια ατέλειωτη σειρά δικών. Σίγουρα θα αρχίσουν να παίζουν τους ντετέκτιβς, τους δικηγόρους κλπ. για να προστατέψουν την παραγωγή τους. Η τοπική κοινωνία θα χωρισθεί στα δύο και ο ένας θα υποβλέπει και θα υποψιάζεται τον άλλο. Κάθε ίχνος ποιότητας και κοινοτικής ζωής στο χωριό και την επαρχία θα εξαφανισθεί και οι νέοι θα θέλουν να φύγουν το γρηγορότερο.

Είναι φανερό, ότι όσοι προωθούν τα γ.τ. προϊόντα προωθούν τον έλεγχο όχι μόνο της παγκόσμιας διατροφής, αλλά και της κοινωνικής και πολιτικής ζωής. Οι προθέσεις τους φάνηκαν ήδη, αφού οι πολυεθνικές και η αμερικανική κυβέρνηση, που είναι ο μοχλός τους, κατέφυγαν στον Π.Ο.Ε. ενάντια στο “Μορατόριουμ” της Ε.Ε.

Ο στόχος τους πραγματικά είναι αυτός: να καθορίσουν τις εξελίξεις στην παγκόσμια γεωργία και διατροφή και εν συνεχεία την παγκόσμια πολιτική.

Τι μπορούμε να κάνουμε;

Σε πολλούς επικρατεί η άποψη ότι δεν μπορούμε να κάνουμε και πολλά. Και όμως!

Πρώτα – πρώτα να πεισθούμε ότι οι γ.τ.ο. δεν αποτελούν μονόδρομο.

–           Η αύξηση της παραγωγής που υποσχέθηκαν, σε πολλές περιπτώσεις, δεν ήρθε. Σαν παραγωγοί λοιπόν μπορούμε να δώσουμε την απάντηση σ’ αυτό, ακολουθώντας το δρόμο της πολυκαλλιέργειας και της διαφοροποιημένης δραστηριότητας. Μελέτες έχουν δείξει ότι μικρής και μεσαίας έκτασης αγροκτήματα με πολύπλευρες καλλιέργειες ολοκληρωμένης διαχείρισης ή βιολογικής ή φυσικής, είναι κατά 10% πιο αποδοτικές απ’ τις γ.τ.

–           Η μείωση των αγροχημικών και η φιλικότητα στο περιβάλλον που υποσχέθηκαν δεν ήρθε, αντίθετα σε πολλές περιπτώσεις αυξήθηκε η χρήση τους και αποδεικνύονται πολύ πιο καταστροφικά για την βιοποικιλότητα. Σ’ αυτό το πεδίο η βιοκαλλιέργεια και η φυσική καλλιέργεια είναι η απάντηση.

Στην επικινδυνότητα τους, για την οποία συσσωρεύονται όλο και περισσότερα στοιχεία (αλλεργίες, τοξικότητα, κλπ.), έχουμε να αντιτάξουμε την ασφάλεια και την ποιότητα των τοπικών, ποιοτικών και βιολογικών προϊόντων.

Για να έχουμε τις παραπάνω επιλογές, όλοι οι αγρότες θα πρέπει να απαντήσουμε: Δεν τα θέλουμε στο χωράφι! Δεν τα θέλουμε στις ζωοτροφές μας! Μπορούμε βέβαια να απαντήσουμε και δυναμικά, αν χρειασθεί. Σαν καταναλωτές έχουμε περισσότερη δύναμη. Μέχρι τώρα πιθανόν να καταναλώναμε κάποια απ’ αυτά χωρίς να το ξέρουμε. Από τον Απρίλιο, τουλάχιστον για την Ευρώπη, είναι υποχρεωμένοι να το γράφουν στις ετικέτες. Δεν θα χάσουμε τίποτα αν τα μποϋκοτάρουμε. Μπορούμε μάλιστα και οργανωμένα (π.χ. Ενώσεις Καταναλωτών) να απαιτήσουμε από τα Σούπερ – Μάρκετ και τα μαγαζιά να μην τα βάλουν

στα ράφια τους. Να τους δώσουμε να καταλάβουν ότι δεν τα θέλουμε ούτε στο ράφι (γιατί με τα μικρά γράμματα στις ετικέτες, λίγοι θα είμαστε σε θέση να τα διαβάζουμε).

Σαν ενδιαφερόμενοι πολίτες και κοινωνικοί, πολιτιστικοί, συνδικαλιστικοί, παραγωγικοί, επιστημονικοί, αυτοδιοικητικοί φορείς, μπορούμε να δραστηριοποιηθούμε προς την κατεύθυνση να ζητήσουμε από τα Νομαρχιακά Συμβούλια να κηρύξουν τις περιοχές τους “ελεύθερες από γ.τ.ο.”, ώστε στη συνέχεια, με την πολιτική πίεση που θα έχει αναπτυχθεί, να πιεσθεί η κυβέρνηση να κηρύξει όλη τη χώρα (ήδη 24 νομοί μέχρι 25-2-04) Το κίνημα των “ελεύθερων περιοχών” μπορεί να συναντηθεί με το αντίστοιχο κίνημα των άλλων χωρών (πολλές ευρωπαϊκές περιφέρειες έχουν κηρυχθεί) και να απαιτήσει να απαγορευθούν σ’ όλη την Ευρώπη και στη συνέχεια σ’ όλο τον κόσμο.

Εξάλλου και στον Π.Ο.Ε. τα πράγματα δεν έχουν κριθεί. Σ’ αυτόν έχουν καταφύγει και παγκόσμιες οργανώσεις (π.χ. Φίλοι της Γης, Green Peace κλπ.) με υπογραφές εκατομμυρίων πολιτών κα ζητούν να υπερισχύσει η αρχή της Προφύλαξης του Διεθνούς Πρωτοκόλλου για τη Βιοασφάλεια απέναντι στο επιχείρημα του ελεύθερου εμπορίου των εταιριών. Σ αυτή τη διαμαρτυρία μπορεί να συμμετάσχει ο καθένας.

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ