Του Παναγιώτη Κόρπα
Η ιστορία της οικογένειας Δουρούτη, ξεκινά από τους Καλαρρύτες της Ηπείρου, βλάχικο χωριό που παράγει χοντρό μάλλινο ύφασμα που φτιάχνουν τις καπότες για τους ναυτικούς και τους βοσκούς.
Η οικονομική δραστηριότητά τους είναι με τα Ιωάννινα, κυρίως, αλλά και με τη Θεσσαλία. Οι οικοτεχνίες παράγουν αυτό το χοντρό ύφασμα και έχουν εμπορικές δραστηριότητες σε πολλές χώρες του κόσμου. Η συνήθης διαδρομή είναι Καλαρρύτες-Ιωάννινα-Κέρκυρα-Αγκώνα. Μέσα από την ανάπτυξη αυτών των δραστηριοτήτων φεύγουν από το χωριό και πηγαίνουν σε ενδιάμεσους σταθμούς, την Κέρκυρα και την Αγκώνα ή την Τεργέστη, που από τα μέσα περίπου του 18ου αιώνα υπάρχει δυνατός παροικιακός Ελληνισμός.
Μια από αυτές τις οικογένειες, συγκεκριμένα οι αδελφοί Γεώργιος (1770-1836) και Χριστόδουλος (1777-1807) Δουρούτης εγκαθίστανται ο μεν πρώτος στην Αγκώνα ο δε δεύτερος στην Τεργέστη. Έχουν συνεργάτες στη Βενετία, το Λιβόρνο και την Τεργέστη. Ο Γεώργιος παντρεύεται το 1798 την κόρη του Θεοδώρου Παράσχη που ήταν στο Λιβόρνο από το 1760 και αποχτάει τρεις γιούς: Τον Ιωάννη (1798-1852), τον Κωνσταντίνο (1809-1878) και τον Αθανάσιο (1816-1901).
Η οικογένεια Δουρούτη, πέρα από την οικονομική της δύναμη, αποκτάει και πολιτική και κοινωνική επιρροή μέσα από τη βοήθεια των προσφύγων που κατέφευγαν εκεί κατά την Επανάσταση του 1821 και διαφόρων προσωπικοτήτων που περνούσαν από εκεί υποχρεωτικά για να μεταβούν σε κάποιο άλλο μέρος. Έτσι πέρασαν από εκεί και κάποιοι φιλοξενήθηκαν, όπως ο Καποδίστριας, ο Μαυρομιχάλης, ο Όθωνας και πολλοί άλλοι.
Στο μεταξύ ο Κώστας Δουρούτης έχει πάρει τη σκυτάλη από την οικογένεια και με ενέργειές του διορίζεται ο πατέρας του πρώτος πρόξενος (1833) του Ελληνικού Βασιλείου στην Αγκώνα.
Το 1836 που φιλοξένησαν τον Όθωνα, ο Κώστας Δουρούτης σκέφτηκε πως θα ’χει την εύνοιά του με τη σκέψη που είχε ήδη να ανοίξει μεταξουργείο στην Πελοπόννησο (1837). Να επιμείνουμε λίγο σε αυτό. Ο ανταγωνισμός θα φέρει κρίση στον τομέα του μάλλινου υφάσματος, κρίση γιατί το ελληνικό ήταν φθηνότερο και καλύτερο και ήδη είχαν αρχίσει πολλοί να πηγαίνουν προς τη μεταξουργία μεταξύ αυτών και ο Κώστας Δουρούτης, ο οποίος στην Καλαμάτα και τη Σπάρτη έφερε ειδικευμένες εργάτριες από εκεί.
Να δούμε όμως πώς ο Δουρούτης άρχισε να κάνει εμπορικές δουλειές με την Πελοπόννησο και να προσεγγίζει το μετάξι. Το 1825 φεύγει από την Αγκώνα για την Κέρκυρα και τον ακολουθεί ο αδελφός του Αθανάσιος. Από την Πελοπόννησο και συγκεκριμένα από το Γύθειο και την Αρεόπολη έκανε εξαγωγές στην Αγκώνα.
Το 1834 αποτελεί τη δεύτερη τομή στους οικονομικούς προσανατολισμούς του Κ. Δουρούτη. Το προϊόν που θα ξεχωρίσει σιγά-σιγά με τη δυναμικότητά του είναι το μετάξι. Μετακινείται μεταξύ Αθήνας, Αγκώνας και Πελοποννήσου το διάστημα από το 1834-1836 και το1837 εγκαθίσταται για λίγο στη Σπάρτη.
Από το 1830 έως το 1850 περίπου ο εμπορικός οίκος Δουρούτη εξάγει κυρίως μαλλί, βελανίδι και μετάξι. Μέσα από αυτή την εμπειρία με το μετάξι αποφασίζει και κάνει δύο παραγωγικές μονάδες στη Σπάρτη και στη Μεσσήνη, που του παραχωρούν δωρεάν έκταση και αποκλειστικό δικαίωμα να παράγουν μετάξι ιταλικού τύπου. Ιταλοί τεχνίτες κάθισαν στις μονάδες μέχρι το 1845.
Το 1837 άρχισαν να λειτουργούν τα μεταξουργεία Δουρούτη, μαζί με δύο νέους συνεργάτες τον Εμμ. Τσούχλο και τον Μ. Ιατρού, ο αδελφός του οποίου Αθανάσιος παντρεύτηκε την κόρη του. Οι δύο μονάδες σε Σπάρτη και Μεσσήνη λειτούργησαν με πολλά προβλήματα μέχρι το 1849 και το 1855 εξαγγέλλει μαζί με τον Ιατρού τη Σηρική Εταιρεία ζητώντας από την κυβέρνηση προστατευτικά μέτρα για τον κλάδο του μεταξιού.
O Κώστας Δουρούτης βρήκε έτοιμη τη βιομηχανία, γιατί στον ίδιο χώρο είχε ξεκινήσει το 1847 μια άλλη μεταξοβιομηχανία από Άγγλους επιχειρηματίες που ίδρυσαν την εταιρεία A. Wrampe and Co, αγόρασαν μηχανολογικό εξοπλισμό, αφού πρώτα ολοκλήρωσαν τις εγκαταστάσεις, αλλά η επιχείρηση πτώχευσε. Το ακίνητο και τα μηχανήματα βγήκαν σε πλειστηριασμό. Τελικά το μεταξουργείο αγοράστηκε από τον Αθανάσιο Δουρούτη και τον Μιχαήλ Ιατρού.
Στα τέλη του 1847 ο Αθανάσιος Δουρούτης παντρεύτηκε την κόρη του Μιχαήλ Ιατρού και το 1854 δημιούργησαν την εταιρεία «Σηρική Εταιρεία της Ελλάδος Α. Γ. Δουρούτης και Σία».
Έτσι γεννήθηκε το Μεταξουργείο, μια βιομηχανία που για 20 χρόνια ευημερούσε.
Γενικός διευθυντής ανέλαβε ο Αθανάσιος Δουρούτης, ο οποίος εγκατέστησε το σπίτι του μέσα στο εργοστάσιο, όπως έκαναν πολλοί παλαιοί βιομήχανοι.
Να σημειώσουμε εδώ πως ο Αθανάσιος Δουρούτης σπούδασε νομικά στη Γαλλία και γι’ αυτό τον λόγο είχε πολλές διασυνδέσεις με επιφανείς των Αθηνών.
Στα μέσα της δεκαετίας του 1850, το εργοστάσιο απασχολούσε το πρωτοφανές για την εποχή πλήθος των 200 εργατών με καθεστώς προστατευτισμού, αλλά μετά από πιέσεις ο προστατευτισμός σταμάτησε.
Το 1871 οι εξαγωγές μεταξιού κατρακύλησαν. Το μεταξουργείο των αδερφών Δουρούτη διέκοψε τη λειτουργία του το 1875, όταν άρχισε η εισαγωγή μεταξιού από την Κίνα, παρά τις προσπάθειες του Α. Δουρούτη να το επαναλειτουργήσει. Το εργοστάσιο στεγάζει σήμερα την πινακοθήκη του Δήμου Αθηναίων.