Στη Δύση η καταπίεση των γυναικών γίνεται… μόδα
της Inna Shevchenko
Δημοσιεύτηκε στις 14 Ιανουαρίου 2022 (Charlie Hebdo)
Πρόκειται για το #MeToo της ενδυματολογικής παρενόχλησης. Φωνές γυναικών της Μέσης Ανατολής υψώνονται, γυναικών που ζουν –ή όχι– στη Δύση και οι οποίες αναγκάστηκαν να φορέσουν τη μαντίλα – ή εξακολουθούν να την φορούν. Φωνάζουν ότι η ισλαμική μαντίλα δεν είναι ένα αθώο ένδυμα και ακόμη λιγότερο μια ελευθερία για τις γυναίκες. Ελπίζοντας ότι κάποτε θα εισακουστούν από κάποιες φεμινίστριες που επαναλαμβάνουν στερεότυπα ότι η μαντίλα είναι μια επιλογή.
Όλα ξεκίνησαν ως άλλο ένα επεισόδιο διανοητικής δειλίας και συνθηκολόγησης μπροστά στις κατηγορίες περί ισλαμοφοβίας. Όταν το περιοδικό του καναδικού Ιατρικού Συλλόγου δημοσίευσε στο εξώφυλλό του μια φωτογραφία παιδιών όπου ένα κοριτσάκι φορούσε μαντίλα, ο παιδοχειρουργός δρ Sherif Emil, έστειλε επιστολή προς τη συντακτική ομάδα με τίτλο «Μην χρησιμοποιείτε ένα όργανο καταπίεσης ως σύμβολο διαφορετικότητας και συμπερίληψης». Ο γιατρός διαμαρτυρήθηκε για την καθημερινή χρήση τέτοιων εικόνων στο μεγαλύτερο ιατρικό περιοδικό του Καναδά: «Θεωρείται “φιλελεύθερο” το να βλέπουμε το χιτζάμπ ως σύμβολο διαφορετικότητας και συμπερίληψης… Το χιτζάμπ, το νικάμπ και η μπούρκα είναι όργανα καταπίεσης για εκατομμύρια κορίτσια και γυναίκες σε όλο τον κόσμο που δεν τους επιτρέπεται να επιλέξουν». Η επιστολή αποσύρθηκε αμέσως και η αρχισυντάκτρια ζήτησε συγγνώμη για τη δημοσιοποίηση των «λανθασμένων, οδυνηρών και προσβλητικών» λόγων του γιατρού.
Αυτή τη φορά, ωστόσο, η δειλία ορισμένων αποκάλυψε εκ του αντιθέτου τη γενναιότητα πολλών άλλων. Πολλές γυναίκες, καταγόμενες από τη Μέση Ανατολή, που ζουν στη Δύση, αντέδρασαν στο περιστατικό, ξεκινώντας μια μεγάλη καμπάνια στα κοινωνικά δίκτυα και απαιτώντας να εισακουστούν σε ζητήματα που επηρεάζουν τη ζωή τους, όπως οι θρησκευτικοί ενδυματολογικοί κώδικες. Η εκστρατεία #LetUsTalk έγινε viral μέσα σε λίγες ημέρες.
«Στο Ιράν, μου είπαν ότι, αν δεν φορούσα το χιτζάμπ, θα με απέβαλλαν από το σχολείο, θα με φυλάκιζαν, θα με μαστίγωναν, θα με χτυπούσαν και θα με απέλαυναν από τη χώρα μου. Στη Δύση, μου λένε ότι αν διηγηθώ την ιστορία μου θα προκαλέσω ισλαμοφοβία. Είμαι μια γυναίκα από τη Μέση Ανατολή και φοβάμαι την ισλαμική ιδεολογία. Αφήστε μας να μιλήσουμε». Με αυτό το tweet, η γνωστή Ιρανή ακτιβίστρια κατά της υποχρεωτικής μαντίλας, Masih Alinejad, αντέδρασε στη λογοκρισία της επιστολής του γιατρού. Με αυτά τα λόγια, συνοδευόμενα από μια παιδική φωτογραφία της με μαντίλα, ενέπνευσε μια χιονοστιβάδα από παρόμοιες εξομολογήσεις. Το tweet της δέχτηκε likes από περισσότερα από 30.000 άτομα και το hashtag #LetUsTalk άρχισε να διαδίδεται.
«Συνήθιζα να βγάζω κρυφά το χιτζάμπ μου μόνο και μόνο για να νιώσω τον αέρα στα μαλλιά μου. Αυτή η ιδεολογία μου έκλεψε τη ζωή», έγραψε στο Twitter μια εξόριστη γυναίκα από τη Σαουδική Αραβία, η Rana Ahmad. «Μια άλλη μέρα, στη Γερμανία, όπου περπατούσα κάτω από τον ήλιο χωρίς αυτό το χιτζάμπ, που με κάνει να νιώθω πολίτης δεύτερης κατηγορίας, όπως ήμουν όταν ζούσα στη Σαουδική Αραβία…», γράφει μια άλλη εξόριστη, η Λουτζαΐν. «Στην Υεμένη, υποχρεώθηκα να φορέσω το χιτζάμπ σε ηλικία έξι ετών και το νικάμπ σε ηλικία δεκατριών ετών, και όταν αποφάσισα να το βγάλω, η μισή οικογένειά μου με εγκατέλειψε, και στη συνέχεια, όταν έβγαλα το χιτζάμπ και την αμπάγια, έχασα τα πάντα», εξομολογείται η Basma Nasser, η οποία ζει τώρα στη Γαλλία.
Εκατοντάδες παρόμοιες ιστορίες αναρτώνται τώρα και μοιράζονται στο Twitter, διαψεύδοντας τόσο τους υπερασπιστές του ισλαμισμού, οι οποίοι στήνουν δίκες για ισλαμοφοβία, όσο και ορισμένες δυτικές φεμινίστριες, οι οποίες έχουν υιοθετήσει τυφλά το μάντρα «το χιτζάμπ είναι επιλογή».
«Για να είμαι ειλικρινής, δεν περίμενα ότι το μήνυμά μου θα ξεσήκωνε τέτοιο κύμα σε όλο τον κόσμο», εξομολογήθηκε η Masih Alinejad στο Charlie Hebdo. «Αυτή τη φορά δεν είναι μόνο οι Ιρανές γυναίκες που μιλούν. Βλέπω πόσο αυτή η καμπάνια ένωσε πολλές γυναίκες από μουσουλμανικές χώρες ή μουσουλμανικές κοινότητες στη Δύση. Όλες αυτές οι ιστορίες είναι γεμάτες πόνο. Προσπαθούμε να κάνουμε τον υπόλοιπο κόσμο να καταλάβει ότι εμείς, οι γυναίκες που έχουμε ζήσει κάτω από τον νόμο της σαρία, είμαστε αυτές που γνωρίζουμε καλύτερα τις ισλαμικές ιδεολογίες και ότι έχουμε το δικαίωμα να φοβόμαστε με όλες αυτές τις βαρβαρότητες που έχουμε υποστεί. Έχω δικαίωμα να διηγηθώ την ιστορία μου!»
Θέλουν να μπορούν να διηγούνται την ιστορία τους χωρίς να κατηγορούνται για ισλαμοφοβία. Αλλά θέλουν επίσης να ακουστούν από τις δυτικές φεμινίστριες, πολλές από τις οποίες έχουν υιοθετήσει τους σεξιστικούς θρησκευτικούς κανόνες σεμνότητας και τους έχουν μεταβάλει σε σύμβολα «ενδυνάμωσης». «Το #LetUsTalk απευθύνεται στους Δυτικούς, ιδίως στις φεμινίστριες, ζητώντας τους να σταθούν αλληλέγγυες στις γυναίκες που καταπιέζονται από τον ισλαμικό νόμο», λέει στο Charlie μια άλλη Ιρανή που ζει στη Γαλλία, η Aghdas Khanoom (ψευδώνυμο). «Έχω φιμωθεί στη χώρα μου και τώρα φιμώνομαι και στον ελεύθερο κόσμο. Και αυτό είναι ακόμα πιο οδυνηρό». Ένα συναίσθημα που μοιράζεται και η Shammi Haque, μια δημοσιογράφος από το Μπαγκλαντές που ζει εξόριστη στη Γερμανία: «Αποφάσισα να συμμετάσχω σε αυτή την καμπάνια με την ελπίδα ότι οι φεμινίστριες της Δύσης θα κατανοήσουν τον πόνο και τα βάσανά μας, θα καταλάβουν τι σημαίνει πραγματικά η μαντίλα/χιτζάμπ και θα σταματήσουν να την προωθούν. Στο όνομα της διαφορετικότητας ή της προστασίας των μειονοτήτων, οι Γερμανίδες φεμινίστριες τυφλώνονται από τα προνόμιά τους». Η Basma Nasser, φοιτήτρια από την Υεμένη, εξόριστη στη Γαλλία, επιμένει επίσης στο γεγονός ότι «υπάρχουν ορισμένα πολιτικά ρεύματα στη Γαλλία που θεωρούν το χιτζάμπ ως επιλογή και το βλέπουν ως μια αραβική κουλτούρα, κάτι που δεν είναι αλήθεια· πώς μπορούμε να πούμε ότι το χιτζάμπ είναι “προσωπική επιλογή”, όταν δεν υπάρχουν άλλες επιλογές, όταν η εξέγερση κατά του χιτζάμπ θεωρείται έγκλημα σε πολλές χώρες».
Και ενώ στη Δύση η εξέγερση κατά του χιτζάμπ δεν αποτελεί έγκλημα βάσει του νόμου, οι εξομολογήσεις που δημοσιεύονται μέσω του #LetUsTalk αποκαλύπτουν ότι πολλές γυναίκες δεν βιώνουν το χιτζάμπ ως «επιλογή» ούτε στις δυτικές χώρες. «Προσηλυτίστηκα στο ισλάμ σε ηλικία 28 ετών. Αποδέχτηκα πλήρως όλους τους κανόνες και τις πρακτικές. Το χιτζάμπ δεν υπήρξε ποτέ επιλογή. Δεν το αμφισβήτησα ποτέ παρά μόνο μετά τον γάμο μου, όταν άρχισα να το βγάζω μερικές φορές όταν ήμουν μόνη. Όταν το ανακάλυψε ο σύζυγός μου, μου είπε ότι αυτό ήταν λόγος διαζυγίου», γράφει η Deborah από το Ηνωμένο Βασίλειο. «Στον Καναδά, υποχρεώθηκα να φορέσω το χιτζάμπ σε ηλικία 9 ετών και το νικάμπ σε ηλικία 19 ετών. Με έχουν αποκηρύξει και με έχουν απειλήσει με θάνατο επειδή επιλέγω εγώ τι θα φοράω», λέει η Yasmine Mohammed, η οποία διέφυγε από έναν αναγκαστικό γάμο και έγινε ακτιβίστρια για τα δικαιώματα των γυναικών. Επισημαίνει ότι στη Δύση, οι γυναίκες στις μουσουλμανικές κοινότητες μπορεί να αναγκαστούν να καλυφθούν όχι με τον νόμο, αλλά με δόλιες μεθόδους, «όπως με το να τους λένε ότι μόνο οι πόρνες δεν καλύπτονται και να τις απειλούν ότι θα καούν στην κόλαση για πάντα».
Πράγματι, τη στιγμή που οι γυναίκες του Ιράν συνεχίζουν να φυλακίζονται επειδή βγάζουν το χιτζάμπ τους, τη στιγμή που οι γυναίκες του Αφγανιστάν αντιστέκονται στους Ταλιμπάν οι οποίοι, για άλλη μια φορά, εξαφανίζουν τις γυναίκες από τον δημόσιο χώρο, στη Δύση, ασχολούμαστε με το να προωθούμε τη χρήση του χιτζάμπ στη μόδα, στη διαφήμιση και στα μέσα ενημέρωσης, ενώ ταυτόχρονα συγχαίρουμε τους εαυτούς μας για την ανεκτικότητά μας… Και οι γυναίκες από τη Μέση Ανατολή που ζουν στη Δύση, όταν τολμούν να εκφραστούν ενάντια στον ενδυματολογικό κώδικα της σεμνότητας, φιμώνονται στα δεξιά μεν από τους ισλαμιστές και στα αριστερά από τους «προοδευτικούς». Αφήστε τες να μιλήσουν!
Μεταφραση Χριστίνα Σταματοπούλου