Αρχική » «Στάσις», η προαιώνια, ειδοποιός διαφορά «Ανατολής» – «Δύσης»

«Στάσις», η προαιώνια, ειδοποιός διαφορά «Ανατολής» – «Δύσης»

από Ιωάννης Σαΐνης

του Ιωάννη Σαΐνη

Κάθε επιδρομή, επίθεση, διαγούμισμα, πειρατεία, απαιτεί νομιμοποίηση. Είναι χαρακτηριστικό της ανθρώπινης φύσης, η δικαιολόγηση κάθε πράξης. Από την αυγή της ανθρώπινης Ιστορίας.

Η πειρατική επιδρομή της Αργοναυτικής εκστρατείας, για την αρπαγή του Χρυσόμαλλου δέρατος, είχε τη δικαιολόγησή της στην προέλευση του ίδιου του δέρατος. Αφού το δέρας είχε προέλευση Ελληνική, όπως μας βεβαιώνει ο μύθος του Φρίξου και της Έλλης, δεν νομιμοποιούνταν οι Έλληνες να το οικειοποιηθούν, είτε με το καλό, είτε με το στανιό;

Μήπως η εκστρατεία στην Τροία βρίσκει την νομιμοποίησή της μόνο στην αρπαγή της ωραίας Ελένης; Δεν είχε προηγηθεί, σύμφωνα πάντα με το μυθολογικό κύκλο της Αργοναυτικής εκστρατείας, η αθέτηση από μεριάς του βασιλιά της Τροίας, της υπόσχεσης στον Ηρακλή πως θα του δώσει γυναίκα την ίδια του την κόρη, αν έσωζε τη ζωή της από το φοβερό τέρας που είχε στείλει στα νερά της Τροίας ο Ποσειδώνας; Δεν ήταν επαρκής λόγος, αυτή η αθέτηση του βασιλικού λόγου στον μεγαλύτερο ήρωα της Ελλάδας, στον Ηρακλή, αναγκαία και ικανή συνθήκη για μια εκστρατεία εκδίκησης και διαγουμίσματος;

Τα χρόνια κύλησαν, οι μύθοι απέκτησαν και άλλες διαστάσεις. Μία από αυτές, ιδιαίτερα σημαντική για την Αρχαιότητα των κλασσικών χρόνων, αλλά και μέχρι το τέλος του Μεσαίωνα και την αρχή των Νέων χρόνων, ήταν η αντίληψη της διάστασης, της αντίθεσης, μεταξύ Ανατολής και Δύσης. Ιδιαίτερα μετά τους Περσικούς πολέμους, η ανάγνωση της Ιλιάδας υπενθυμίζει έντονα αυτή τη διάσταση και νοηματοδοτεί την αντιπαλότητα.

Ο Μέγας Αλέξανδρος, περνώντας στην Ασία, το πρώτο που κάνει είναι να θυσιάσει στον υποτιθέμενο τάφο του Αχιλλέα στην Τροία. Η τιμή δεν αφορά μόνο στον Ήρωα που θαύμαζε για τη γενναιότητά του, αλλά και στον Ήρωα με τη μεγαλύτερη συμβολή στη νίκη των Ελλήνων, ενάντια στους λαούς της Ασίας. Με την πράξη του αυτή έπαιρνε δύναμη για να ‘’εκδικηθεί΄, ως άλλος Αχιλλεύς, τα δεινά που είχαν προκαλέσει οι Πέρσες (άλλος Λαός της Ασίας αυτός), στον Ελληνικό Κόσμο, ενάμιση αιώνα πριν.

Έκτοτε, βασιλείς, στρατηγοί και πολέμαρχοι, συνήθιζαν να προσκυνούν στα ΄΄ιερά χώματα της Τροίας΄΄, του πρώτου στην ΄΄Ιστορία΄΄ πολεμικού πεδίου αντιπαράθεσης Ανατολής και Δύσης.

Το ίδιο έκανε και ο Μωάμεθ ο Β, ο πορθητής της Πόλης περίπου 1800 χρόνια μετά τον Μ. Αλέξανδρο. Και αυτός αναζήτησε να προσκυνήσει τον τάφο του Αχιλλέα και των άλλων ηρώων του Τρωικού πολέμου. Όμως, η νοηματοδότηση του μύθου ως αντιπαράθεσης Ανατολής-Δύσης του ήταν γνωστή και, όπως ήταν ‘’λογικό’’, αυτός επέλεξε να σηκώσει στους ώμους του όλη την Ανατολή και να πάρει εκδίκηση τιμωρώντας τους Έλληνες. Ένας Μέγας Αλέξανδρος από την ανάποδη δηλαδή. Αλλά ας αφήσουμε τον Έλληνα Κριτόβουλο από την Ίμβρο, τον σπουδαιότερο βιογράφο του Μωάμεθ του Β, να μας διηγηθεί το περιστατικό.

‘’Ο σουλτάνος Μωάμεθ περπάτησε στα περίχωρα της Τροίας, επιθεώρησε τα ερείπιά της, είδε τα τοπογραφικά της προτερήματα….Έπειτα ζήτησε να του δείξουν τους τάφους των ηρώων Αχιλλέα, Έκτορα και Αίαντα και άλλων μεγάλων κατακτητών πριν από τον ίδιο….. Ύστερα, όπως λέγεται, είπε τούτα τα λόγια:

« Σ’ εμένα ανέθεσε ο Αλλάχ να εκδικηθώ αυτή την πόλη και τους κατοίκους της… Πράγματι ήταν οι Έλληνες εκείνοι που κατέστρεψαν αυτή την πόλη και είναι οι απόγονοί τους εκείνοι που ύστερα από τόσα χρόνια μου ξεπλήρωσαν το χρέος που η τρομερή υπεροψία τους δημιούργησε προς το λαό της Ασίας-κι έπειτα προς εμάς»’’!!!

Το γεγονός τοποθετείται στα 1462. Η Κωνσταντινούπολη έχει καταληφθεί, έχει διαγουμιστεί, και οι Έλληνες των Nέων χρόνων «ξεπλήρωσαν το χρέος που είχαν οι Έλληνες του Τρωικού πολέμου απέναντι στους λαούς της Ασίας». Τάδε έφη ο Μωάμεθ ο Β, ο πορθητής της Πόλης!!!

Τα συμπεράσματα πολλαπλά. Ο Μωάμεθ για παράδειγμα, άμεσα και χωρίς περιστροφές, τονίζει τη συνέχεια του Ελληνισμού, δεν μπερδεύεται με ποιους έχει να κάνει. Άλλο τώρα που κάποιοι σύγχρονοι Έλληνες κάνουν πως δεν καταλαβαίνουν τι σημαίνει συνέχεια του Έθνους και μετέρχονται παντοειδών επιχειρημάτων για να την πολεμήσουν. Το θέμα μας όμως δεν είναι αυτό.

Αυτό που κυρίως ενδιαφέρει, είναι το πώς κατανοείται η αντίθεση Ανατολής-Δύσης στην Ιλιάδα και γιατί η αντίθεση αυτή υποβόσκει χιλιάδες χρόνια μετά την καταγραφή του έπους.

Με άλλα λόγια, ποιές είναι οι διαφορές Ελλήνων και Τρώων, οι οποίες εξακολουθούν να υφίστανται μεταξύ Ανατολής και Δύσης ακόμη και σήμερα, νοηματοδοτώντας την αντιπαράθεση;

Αν θέλουμε να απαντήσουμε στο ερώτημα, πρέπει να σκύψουμε προσεκτικότερα στην Ιλιάδα. Ο παππούς Όμηρος είναι (ευτυχώς) λαλίστατος.

Σε τι διαφέρει λοιπόν το στρατόπεδο των Τρώων από το στρατόπεδο των Αχαιών; Σίγουρα δεν διαφέρει ως προς τη λατρεία άλλων θεών. Τρώες και Έλληνες λατρεύουν τους ίδιους θεούς. Ούτε στις συνήθειες ζευγαρώματος υπάρχει επι της ουσίας διαφορά. Μπορεί ο βασιλιάς της Τροίας Πρίαμος να έχει πολλές συζύγους και οι Αχαιοί βασιλιάδες να είναι νομικώς μονογαμικοί, πρακτικά όμως και ανερυθρίαστα είναι πολυγαμικοί επίσης.

Αλλά, στα μάτια του Ομήρου, η Tροία έχει κάποια διαχρονικά Ανατολίτικα χαρακτηριστικά. Όπως η άφθονη παρουσία του χρυσού στην πόλη, καθώς και στην πολεμική εξάρτηση Τρώων και συμμάχων. Οι συλλογικές παρομοιώσεις που χρησιμοποιεί ο Όμηρος δίνουν επίσης έμφαση στη διαφορά. Οι Αχαιοί είναι ‘’μέλισσες’’ και οι Τρώες ‘’ακρίδες’’. Μάταια επίσης θα αναζητούσαμε στο έπος μια παρομοίωση των Αχαιών με πρόβατα που βελάζουν, σαν αυτή που βρίσκουμε στη ραψωδία Δ για τους Τρώες. Θα μπορούσαμε να προσθέσουμε ακόμη ότι αρκετοί Τρώες πέφτουν στα γόνατα των Ελλήνων αντιπάλων τους ως ικέτες, όπως ο Έκτορας στον Αχιλλέα ή ο Πρίαμος όταν έρχεται να του ζητήσει το νεκρό σώμα του γιού του.

Το σημαντικότερο όμως στοιχείο που διαφοροποιεί τους Τρώες από τους Έλληνες, είναι αυτό που οι Έλληνες των κλασικών χρόνων συνήθιζαν να αποκαλούν «στάσις». Ο διχασμός δηλαδή της πόλεως σε αντιμαχόμενα στρατόπεδα. Ο Όμηρος βέβαια δε γνωρίζει τη λέξη «στάσις». Στην Ιλιάδα όμως, η Τροία δεν είναι μια διχασμένη πόλη.

Αντίθετα, το στρατόπεδο των Αχαιών, στο οποίο γίνονται συνελεύσεις και συμβούλια, η «Έρις», ο «Θυμός» και η «Διχόνοια» καραδοκούν. Άλλωστε, η ίδια η Ιλιάδα δεν ξεκινάει με τον «Θυμό», την οργή (μήνις) του Αχιλλέα, ενάντια στον Αγαμέμνονα;

Η «Έρις», ο «Θυμός» και η «Διχόνοια», δεν έχουν όμως μόνο προσωπικά χαρακτηριστικά. Στην Ιλιάδα επίσης, καταγράφεται και η πρώτη στα παγκόσμια χρονικά αναφορά σε ταξικά κίνητρα, υποδηλώνοντας ταξικές αντιθέσεις μέσα στο στρατόπεδο, ποιών άλλων, των Αχαιών. Ένας απλός πολεμιστής, ο Θερσίτης, τα βάζει με τον Αγαμέμνονα και τη βασιλική απληστία:

«Υγιέ του Ατρέα, τι πάλε σου ‘λειψε και τι παραπονιέσαι;

Χαλκό γεμάτα τα καλύβια σου και πλησμονή οι γυναίκες

οι διαλεχτές μες στα καράβια σου, που εσένα πρώτα απ όλους

οι Αργίτες δίνουμε, σαν πάρουμε κανένα κάστρο γύρα.

Μπας κι άλλο χρυσάφι ορέγεσαι, που κάποιος θα μας φέρει

από τους Tρώες τους αλογάρηδες για ξαγορά του γιού του,

που εγώ δεμένο εδώ τον έσυρα για από τους Αργίτες άλλος;

Μη και καμιά γυναίκα νιούτσικη, να σε κερνά τον πόθο

κι αλάργα μόνος να τη χαίρεσαι;’’

Η βασική λοιπόν αντίθεση Ανατολής-Δύσης, είναι η έλλειψη αυτού του πολιτικού χαρακτηριστικού της Δύσης από τις κοινωνίες της Ανατολής. Η «στάσις», η εναντίωση στις επιθυμίες, τα θέλω και τις αποφάσεις του εκάστοτε κυβερνήτη. Η «στάσις» μπορεί να είναι διαλυτική, αν μεταπέσει σε ανταρσία και εμφύλιο. Είναι όμως συχνά-πυκνά δημιουργική, όταν γεννά τη Δημοκρατία.

Η έννοια της Δημοκρατίας, όπως βιώθηκε τελικά μόνο στη Δύση, ψηλαφείται για πρώτη φορά στους στίχους του Ομηρικού έπους. Και βέβαια, αφορά μόνο στο στρατόπεδο των Αχαιών. Η Τροία είναι μονολιθική. Υπάρχουν διχογνωμίες, όχι όμως «στάσις».

Το χαρακτηριστικό αυτό εξακολουθεί να οριοθετεί ακόμη και σήμερα την Ανατολική δεσποτεία από την Δυτική Δημοκρατία.

Ας μη μεμψιμοιρούμε λοιπόν για το «διχασμό», τις «αντιπαραθέσεις» και τις «συγκρούσεις». Δεν αποτελούν αυτά χαρακτηριστικά διάλυσης, αλλά υγείας.

Στο κάτω – κάτω της γραφής ποτέ δεν ήμασταν μια μονολιθική και ομονοούσα κοινωνία, είτε στις καλές μας εποχές, είτε στις χειρότερες. Ούτε όταν νικούσαμε, ούτε όταν χάναμε. Ούτε όταν τραβούσαμε μπροστά, ούτε όταν βυθιζόμασταν.

Γι’ αυτό και η Δημοκρατία, ανέχεται και δε φοβάται τα «άκρα», ανέχεται και δε φοβάται τη «στάσι», αρκεί να μη μεταπέσει σε ανταρσία και εμφύλιο.

Γιατί η «στάσις» υπενθυμίζει (πάντα) και ενισχύει (πάντα) το φόβο της απώλειας του μεγαλύτερου συλλογικού αγαθού, της Δημοκρατίας. Και ο φόβος της απώλειας διορθώνει (πάντα) τα κακώς κείμενα στην ίδια τη Δημοκρατία. Απλά και Δημοκρατικά!!

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ