Ένα νέο Ιράν γεννιέται – ένα παγκόσμιο Ιράν
Αναδημοσίευση από το New Line Magazine, 26 Οκτωβρίου 2022.
Η ακόλουθη συνέντευξη με τον Asef Bayat πρωτοδημοσιεύθηκε στα περσικά, στις 10 Οκτωβρίου από την εφημερίδα Etemaad της Τεχεράνης. Λίγο μετά, οι ιρανικές αρχές διέταξαν την εφημερίδα να αφαιρέσει τη συνέντευξη από τον ιστότοπό της. Η συνέντευξη είχε ήδη γίνει viral στο Ιράν και στο εξωτερικό και πολλά άλλα μέσα που την είχαν αναδημοσιεύσει αναγκάστηκαν επίσης να την κατεβάσουν. Δεν γνωρίζουμε τι εξηγήσεις έδωσαν οι αρχές για την απαγόρευση –αν έδωσαν βέβαια. Ίσως να φταίει η οπτική του Μπαγιάτ, ενός αξιοσέβαστου αναλυτή των κοινωνικών κινημάτων και των επαναστάσεων με σημαντική επιρροή στους πνευματικούς και πολιτικούς κύκλους του Ιράν. Η είδηση της απαγόρευσης, έγινε γνωστή από το διαδικτυακό ραδιόφωνο Radio Farda. Τις επόμενες ημέρες, η συνέντευξη κοινοποιήθηκε με δεκάδες χιλιάδες αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, μεταξύ των Ιρανών σε παγκόσμια κλίμακα.
Παρακολουθείτε τι συμβαίνει στο εσωτερικό του Ιράν;
Πώς θα μπορούσα να μην το κάνω; Ναι, παρακολουθώ πολύ στενά τα γεγονότα, τόσο ως Ιρανός που ανησυχεί πολύ για την τρέχουσα κατάσταση της χώρας του, αλλά και ως κάποιος που μελετά την κοινωνικοπολιτική εξέλιξη του Ιράν και της ευρύτερης περιοχής. Στην πραγματικότητα, σε αυτούς τους κρίσιμους καιρούς, τα μάτια και οι καρδιές εκατομμυρίων Ιρανών της διασποράς είναι στραμμένα προς το Ιράν. Είναι σαν να έχει γεννηθεί ένα ‘νέο Ιράν’ – ένα ‘οικουμενικό Ιράν’, μια συλλογικότητα διαφορετικών ανθρώπων που τους χωρίζει η γεωγραφία, αλλά είναι πολύ κοντά στα συναισθήματα, στις ανησυχίες και τα όνειρά τους.
Κατά την άποψή σας, πώς μπορούμε να κατανοήσουμε αυτό το κύμα διαμαρτυριών; Μπορούμε να το προσεγγίσουμε με τους όρους ενός κινήματος;
Επειδή τα πράγματα εξακολουθούν να εξελίσσονται και να είναι ρευστά, είναι δύσκολο να δοθεί μια οριστική απάντηση. Φαίνεται όμως αρκετά διαφορετικό από ό,τι έχουμε δει στο παρελθόν. Είναι κάτι καινούργιο. Απλά θυμηθείτε την πράσινη εξέγερση του 2009 –ήταν ένα ισχυρό φιλοδημοκρατικό κίνημα που απαιτούσε μια υπεύθυνη κυβέρνηση. Ήταν σε μεγάλο βαθμό ένα κίνημα της μοντέρνας μεσαίας τάξης των πόλεων, αν και κάποιες δυσαρεστημένες μερίδες από άλλα στρώματα, το στήριξαν επίσης.
Στη συνέχεια, είχαμε την εξέγερση του 2017, όπου διαφορετικές κοινωνικές ομάδες, όπως απλήρωτοι εργαζόμενοι, αγρότες που πλήττονται από την ξηρασία και άλλοι, ξεσηκώθηκαν ταυτόχρονα σε όλη τη χώρα, αλλά η καθεμία από αυτές έθεσε τα δικά της συντεχνιακά αιτήματα.
Η εξέγερση του 2019 προχώρησε ακόμη παραπέρα, καθώς διαφορετικές ομάδες διαμαρτυρίας, ιδίως από τα φτωχά και τα κατώτερα μεσαία στρώματα, επέδειξαν έναν υψηλό βαθμό ενότητας. Τα κεντρικά αιτήματά τους αφορούσαν οικονομικά ζητήματα και ζητήματα κόστους ζωής. Οι διαδηλωτές, οι οποίοι προέρχονταν σε μεγάλο βαθμό από τις περιθωριοποιημένες περιοχές των πόλεων και των επαρχιών, ακολούθησαν αρκετά ριζοσπαστικές τακτικές.
Η σημερινή εξέγερση έχει προχωρήσει ακόμη περισσότερο. Έφερε κοντά τη μεσαία τάξη των πόλεων, με τα φτωχότερα κομμάτια των μεσοστρωμάτων, τους κατοίκους των παραγκουπόλεων αλλά και ανθρώπους με διαφορετικές εθνικές ταυτότητες –Κούρδους, Πέρσες, Αζέρους Τουρκομάνους και Βαλούχους– όλους κάτω από το σύνθημα «Γυναίκα, ζωή, ελευθερία».
Είναι χαρακτηριστικό ότι πρόκειται για μια εξέγερση στην οποία οι γυναίκες διαδραματίζουν κεντρικό ρόλο. Αυτά τα στοιχεία διακρίνουν αυτή την εξέγερση από τις προηγούμενες. Είναι σαν να έχει συντελεστεί μια αλλαγή παραδείγματος στις ιρανικές υποκειμενικότητες –αυτό αντανακλάται στην κεντρική θέση των γυναικών και της αξιοπρέπειάς τους, η οποία σχετίζεται ευρύτερα με την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Αυτό είναι πρωτοφανές. Είναι σαν οι άνθρωποι να ανακτούν τις κατεστραμμένες ζωές τους, τη χαμένη τους νιότη, την καταπιεσμένη χαρά και μια απλή αξιοπρεπή ύπαρξη που τους έχει στερηθεί. Αυτό είναι ένα κίνημα για την ανάκτηση της ζωής. Ο κόσμος αισθάνεται ότι ένα καθεστώς γηραλέων κληρικών τους έχει στερήσει μια φυσιολογική ζωή. Ο κόσμος πιστεύει ότι οι κληρικοί είναι τόσο αποκομμένοι από τον υπόλοιπο κόσμο –κι όμως έχουν καταφέρει να αποικιοποιήσουν τις ζωές τους.
Η διεκδίκηση της ζωής παρέχει ένα ισχυρό νόημα. Το βάθος του αντικατοπτρίζεται στο περίφημο ποίημα του Τυνήσιου ποιητή Αμπού Αλ-Κασίμ Αλ Σάμπι που βρίσκεται στα χείλη κάθε Άραβας επαναστάτη: «Αν, μια μέρα, ο λαός απαιτήσει ζωή, τότε το πεπρωμένο θα πρέπει να ανταποκριθεί».
Σε αυτή την εξέγερση, η διεκδίκηση της ζωής έχει γίνει μια οικουμενική διεκδίκηση. Βλέπουμε ότι, όσον αφορά τις λαϊκές υποκειμενικότητες, έχει δημιουργηθεί ένας «συλλογικός πόνος» και μια συλλογική διεκδίκηση –μια διεκδίκηση που ώθησε διαφορετικές κοινωνικές ομάδες όχι μόνο να τον νιώσουν και να τον μοιραστούν, αλλά και να δράσουν γι’ αυτόν. Με την ανάδυση του «λαού» –μιας υπερ-συλλογικότητας στην οποία οι διαφορές τάξης, φύλου, εθνικότητας και θρησκείας εξαφανίζονται προσωρινά υπέρ ενός γενικότερου καλού– η εξέγερση φαίνεται να έχει περάσει σε ένα είδος επαναστατικού επεισοδίου.
Μελετάτε τα κοινωνικά κινήματα και τις εξεγέρσεις, ιδίως στη Μέση Ανατολή. Έχετε συναντήσει κάποιο κίνημα παρόμοιο με αυτό που συμβαίνει στο Ιράν αυτή τη στιγμή;
Υπάρχουν ομοιότητες μεταξύ της σημερινής εξέγερσης του Ιράν και των εξεγέρσεων της Αραβικής Άνοιξης, ιδίως όσον αφορά την αρχική σπίθα και την έναρξη των διαδηλώσεων στους δρόμους. Η αυτοπυρπόληση του Μοχάμεντ Μπουαζίζι στην Τυνησία λόγω της καταπίεσης που υπέστη και η δολοφονία του Χάλεντ Σαΐντ από βασανιστήρια αστυνομικών στην Αίγυπτο, πυροδότησαν εκτεταμένες εξεγέρσεις. Ο Ζιν Ελ Αμπντίν Μπεν Αλί απομακρύνθηκε από την εξουσία μέσα σε 28 ημέρες και ο Χόσνι Μπουμπάρακ μέσα σε 18 ημέρες, έπειτα από το ξέσπασμα των εξεγέρσεων αυτών. Ο Μπουαζίζι και ο Σαΐντ ενσάρκωσαν την καταπίεση που ένιωθαν πολλοί Τυνήσιοι και Αιγύπτιοι. Ο σεβασμός της ανθρώπινης αξιοπρέπειας είναι κάτι που μοιράζονται οι Ιρανοί διαδηλωτές με εκείνους της Τυνησίας και της Αιγύπτου.
Υπάρχουν όμως και σημαντικές διαφορές. Στο Ιράν, το χάσμα και η σύγκρουση μεταξύ των περισσότερων ανθρώπων και του καθεστώτος των κληρικών είναι πολύ ευρύτερο και βαθύτερο από ό,τι στην Τυνησία ή την Αίγυπτο. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι το καθεστώς επιδιώκει την αποικιοποίηση της ζωής. Σε αντίθεση με την Τυνησία ή την Αίγυπτο, στο Ιράν η καθημερινότητα, ακόμη και η ιδιωτική ζωή των ανθρώπων (ιδίως των γυναικών) έχουν τεθεί υπό ασφυκτική ιδεολογική και πολιτική επιτήρηση. Στην πραγματικότητα, το μόνο συγκρίσιμο σύστημα επιτήρησης μ’ αυτό του Ιράν είναι το καθεστώς των Ταλιμπάν στο Αφγανιστάν. Ακόμη και οι τυραννικοί κυβερνήτες της Σαουδικής Αραβίας έχουν αρχίσει να μεταρρυθμίζουν το σύστημα ελέγχου της δημόσιας ζωής των ανθρώπων από τους Ουαχαμπίτες. Αλλά η βασική διαφορά μεταξύ της σημερινής εξέγερσης του Ιράν και εκείνων των αραβικών χωρών είναι η αναγνώριση των γυναικών ως μετασχηματιστικού «υποκειμένου» και του «γυναικείου ζητήματος» ως σημείου αναφοράς του αγώνα. Το γενικότερο σύνθημα για «Γυναίκα, ζωή, ελευθερία» έχει καταστήσει το σημερινό κίνημα διαμαρτυρίας του Ιράν μια μοναδική περίπτωση.
Εκείνο που εκπλήσσει πολλούς παρατηρητές είναι η παρουσία νέων και εφήβων στους δρόμους. Αυτή η νεότερη γενιά θεωρούνταν προηγουμένως πολύ απολίτικη, εγωκεντρική, ανέμελη και χωρίς ιδανικά, ανίκανη ή απρόθυμη να αναλάβει οποιαδήποτε πολιτική δράση, κολλημένη στο διαδίκτυο και τα διαδικτυακά παιχνίδια. Ποια είναι η εκτίμησή σας για την παρουσία αυτής της γενιάς στους δρόμους;
Η μεγάλη παρουσία των νέων στους δρόμους μπορεί να προκαλεί έκπληξη, αλλά δεν ήταν απροσδόκητη. Βασικά, η νεολαία και η πολιτική των νέων είναι πολύ ρευστές και κυμαινόμενες. Μπορεί να γινόμαστε μάρτυρες του εκπληκτικού ακτιβισμού τους και άλλες φορές να βλέπουμε την απελπισία, την παθητικότητα και την αδιάφορη στάση τους. Υπάρχει όμως μια λογική πίσω από αυτή τη συμπεριφορά. Σε γενικές γραμμές, η «διαθεσιμότητα της νεολαίας», δηλαδή η φυσική ικανότητα, η ευελιξία και η ενέργεια των νέων, ο προσανατολισμός στο μέλλον και η μόρφωσή τους, καθώς και η «δομική αμεριμνησία» τους (σε αντίθεση με τους ενήλικες και τους γονείς) προσδίδουν μια ξεχωριστή τάση προς τις πολιτικές του πεζοδρομίου και τον ριζοσπαστικό ακτιβισμό.
Στην επανάσταση της Τυνησίας, περισσότεροι από το 28% των νέων (από 15 έως 29 ετών) συμμετείχαν στην εξέγερση, γεγονός που είναι αρκετά σπάνιο: συνήθως στις επαναστάσεις συμμετέχει μεταξύ 1% και 8% του πληθυσμού μιας χώρας. Όμως η υποδεέστερη θέση των νέων στη δομή της εξουσίας (στην κορυφή της οποίας βρίσκονται συνήθως ηλικιωμένοι άνδρες) τους εμποδίζει να συμμετέχουν αποτελεσματικά στη λήψη αποφάσεων· το σκεπτικό των καθεστώτων είναι πως δεν διαθέτουν πείρα και παρασύρονται από τα συναισθήματά τους, οπότε, πρέπει να ακολουθούν τους μεγαλύτερους (οι νεαρές γυναίκες υποφέρουν περισσότερο από μια τέτοια μεταχείριση).
Αυτού του είδους η πατριαρχική στάση κάνει τους νέους να αισθάνονται απελπισμένοι, απογοητευμένοι και αγανακτισμένοι με τους πολιτικούς και την «πολιτική», με αποτέλεσμα να μετακινούνται στον δικό τους κόσμο όπου προσπαθούν να δημιουργήσουν χώρους αυτοέκφρασης και αυτονομίας, στην καλλιτεχνική και τεχνική δημιουργία, στη δημιουργία του μέλλοντος, στην παραβίαση των κανόνων ή σε εγκληματικές δραστηριότητες. Πραγματεύομαι τις μορφές πολιτικής έκφρασης της νεολαίας, της πολιτικής των γυναικών και της πολιτικής των φτωχών σε επαναστατικούς καιρούς στο τελευταίο μου βιβλίο, «Επαναστατική ζωή: Η καθημερινότητα της Αραβικής Άνοιξης».
Αξίζει να σημειωθεί ότι, στην περίπτωση του Ιράν, κατά τη διάρκεια των προεδρικών και των βουλευτικών εκλογών των τελών της δεκαετίας του 1990 και των αρχών της δεκαετίας του 2000, στις οποίες υπήρχε κάποιος ανταγωνισμός και ελπίδα για αλλαγή, οι νέοι ήταν εξαιρετικά ενεργοί.
Αλλά όταν ένιωσαν ότι οι εκλογές ήταν στημένες και δεν υπήρχε ελπίδα για αλλαγή, κατέφυγαν στον κόσμο τους, σε ομάδες φιλίας, στο διαδίκτυο και στα «μη κινήματά» τους για να συνειδητοποιήσουν τον τρόπο ζωής τους και να βρουν έναν τρόπο να εξασφαλίσουν τη μετάβαση στο μέλλον των ενηλίκων.
Η μετάβαση στο διαδίκτυο δεν σημαίνει ότι οι νέοι απλώς παίζουν παιχνίδια. Εκτίθενται στον κόσμο, αποκτούν νέες δεξιότητες και στρατηγικές αγώνα, μαθαίνουν νέες αξίες και γνώσεις, μαθαίνουν τι υπάρχει στον κόσμο και ωριμάζουν καταλαβαίνοντας τι είναι εκείνο που στερούνται τόσο πολύ. Και όλα τα προηγούμενα κάνουν αυτούς τους νέους ανθρώπους όλο και πιο αποξενωμένους και αποκομμένους από τον κόσμο της ζωής και την ιδεολογία του «απαγορεύεται» της θρησκευτικής εξουσίας.
Στις μέρες μας, αυτό το χάσμα είναι τόσο βαθύ, που είναι σαν οι κυβερνώντες και οι νέοι (οι μισοί από αυτούς, γυναίκες) να ζουν σε διαφορετικούς πλανήτες. Έτσι, δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι τα ‘μη κινήματα’ των νέων και των εφήβων έχουν πλέον δώσει τη θέση τους σε μια εκτεταμένη πολιτική αναταραχή στην οποία οι ίδιοι, χάρη στην «πολυτέλεια της νιότης», διαδραματίζουν μεγαλύτερο ριζοσπαστικό ρόλο.
Οφείλω, όμως, να τονίσω ότι, παρά την εκπληκτική παρουσία και τις επιδόσεις τους στην πολιτική των πεζοδρομίων, η ανήσυχη νεολαία –και για την ακρίβεια οποιαδήποτε άλλη κοινωνική ομάδα ή τάξη–δεν μπορεί ποτέ από μόνη της να δημιουργήσει μια πολιτική επανάσταση.
Η τομή έρχεται μόνο όταν απλοί άνθρωποι από διαφορετικές κοινωνικές ομάδες –γυναίκες, άνδρες, ηλικιωμένοι, παιδιά, γιαγιάδες, παραδοσιακότερες ή πιο μοντέρνα ακροατήρια– δίνουν το παρόν στους δρόμους και στην διαδικασία της εξέγερσης. Εδώ, το «πεζοδρόμιο» γίνεται το επίμαχο πεδίο του κοινωνικού ρεύματος που ζητά πολιτικό μετασχηματισμό. Παρ’ όλα αυτά, είναι αναμφισβήτητο ότι συχνά είναι αυτές οι πολύ νεαρές γυναίκες και άνδρες που ξεκινούν τις διαμαρτυρίες. Είναι αυτοί που προσφέρουν νέο αίμα στο σώμα ενός κινήματος σε περιόδους σιωπής και απόγνωσης, προσφέροντας ενέργεια και νέα ζωή για να ζήσει και να συνεχίσει.
Ένα άλλο σημείο-κλειδί σε αυτές τις διαμαρτυρίες είναι η αξιοσημείωτη παρουσία των γυναικών. Γνωρίζουμε ότι το πρωταρχικό κίνητρο ήταν ο θάνατος μιας νεαρής γυναίκας μετά τη σύλληψή της από τη λεγόμενη αστυνομία ηθών ή ‘περιπολία καθοδήγησης’ [Gasht-e Ershad]. Η μαζική παρουσία των γυναικών, η οποία έχει προσελκύσει εκτεταμένη διεθνή συμπαράσταση, έχει οδηγήσει πολλούς να πιστεύουν ότι πρόκειται για ένα φεμινιστικό κίνημα. Ποια είναι η εκτίμησή σας για το ρόλο και την παρουσία των γυναικών σε αυτές τις διαδηλώσεις;
Όπως ανέφερα προηγουμένως, η κεντρική θέση της γυναίκας ως «υποκειμένου» και το «γυναικείο ζήτημα» ως σημείο αναφοράς έχουν σε γενικές γραμμές διαφοροποιήσει αυτή την εξέγερση από προηγούμενες.
Αν και η πατριαρχία παραμένει χαρακτηριστικό πολλών κοσμικών κυβερνήσεων, η θρησκευτική κυριαρχία [στο Ιράν] υπήρξε εξαιρετικά πατριαρχική και μισογυνική, τόσο ιδεολογικά όσο και δομικά. Έτσι, δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι η αντίσταση και η αντιπολίτευση των γυναικών ξεκίνησε από τις πρώτες ημέρες μετά την επανάσταση του 1979.
Επί δεκαετίες, οι Ιρανές γυναίκες συνέχισαν την αντίστασή τους στην πρακτική της καθημερινής ζωής, αναπτύσσοντας την «τέχνη της παρουσίας» τους δημοσίως και μέσω των ‘μη-κινημάτων’ τους, και της σιωπηλής καταπάτησής των κανόνων για να αντιταχθούν στην πατριαρχία και τον μισογυνισμό. Όποτε έβρισκαν ευκαιρία, προσπαθούσαν να οργανωθούν και να οικοδομήσουν συλλογικές εκστρατείες, αλλά το καθεστώς δεν μπορούσε να ανεχτεί καν τις γυναίκες ακτιβίστριες να πραγματοποιούν συναντήσεις στα ίδια τους τα σπίτια.
Η αστυνομία ηθών και οι δυνάμεις ασφαλείας έχουν ταπεινώσει, απειλήσει και συλλάβει εκατομμύρια γυναίκες στους δρόμους και τους κρατικούς θεσμούς. Σύμφωνα με μια έκθεση της αστυνομίας του 2006, κατά τη διάρκεια των οκτώ μηνών της εκστρατείας κατά των «κακών χιτζάμπι» [γυναίκες που φορούν χαλαρά τη μαντίλα], 1,3 εκατομμύρια γυναίκες υπέστησαν έλεγχο στους δρόμους και υποβλήθηκαν σε δημόσιες αναφορές.
Την επόμενη χρονιά, κατά τη διάρκεια μιας τριήμερης εκστρατείες, θα συλληφθούν περισσότερες από 150.000 γυναίκες. Τέτοιες επιθέσεις θύμιζαν στους Ιρανούς τις εικόνες του ισραηλινού στρατού να ταπεινώνει τους Παλαιστίνιους. Αλλά η αντίσταση, η σιωπηλή καταπάτηση των κανόνων ή τα ‘μη-κινήματα’ των Ιρανών γυναικών συνεχίστηκαν. Στην πορεία, καθιέρωσαν νέες νόρμες στην κοινωνία και νέες πραγματικότητες στην πράξη, όπως η δημόσια παρουσία, και το χιτζάμπ ως θέμα επιλογής και όχι καταναγκασμού. Και τώρα, αυτό το ρεύμα, με τη μεσολάβηση της δολοφονίας μιας από αυτές τις γυναίκες, της Μάσα Αμίνι, έχει δώσει αφορμή για μια δυναμική πολιτική εξέγερση στην οποία οι γυναίκες και η αξιοπρέπειά τους, και μάλιστα η ανθρώπινη αξιοπρέπεια γενικότερα, έχουν αποκτήσει εξέχουσα θέση.
Αλλά αυτή η εξέγερση δεν αφορά απλώς το «γυναικείο ζήτημα». Ο περιεκτικός χαρακτήρας αυτού του κινήματος διαμαρτυρίας έχει ξεπεράσει τις γυναίκες. Έχει αγκαλιάσει πολλές άλλες καταφρονεμένες, περιθωριοποιημένες και καταπιεσμένες κοινωνικές, θρησκευτικές και εθνικές ομάδες και τάξεις.
Υπάρχει η αίσθηση ότι η χειραφέτηση των γυναικών ανοίγει το δρόμο για τη χειραφέτηση όλων των καταφρονεμένων, συμπεριλαμβανομένων και των ανδρών. Με άλλα λόγια, οι διαδηλωτές φαίνεται τώρα να μοιράζονται έναν κοινό πόνο και μια κατανόηση ενός μεγαλύτερου αγαθού που ενώνει όλους τους διαδηλωτές. Φαίνεται ότι το «Γυναίκα, Ζωή, Ελευθερία» αντιπροσωπεύει αυτό το οικουμενικό αγαθό.
Το πιο σημαντικό σύνθημα που ακούγεται αυτές τις μέρες είναι το «Γυναίκα, Ζωή, Ελευθερία», το οποίο έχει απήχηση σε όλο τον κόσμο. Ορισμένοι το θεωρούν ασαφές και γενικόλογο και πιστεύουν ότι δεν έχει συγκεκριμένο θετικό τόνο. Πολλοί όμως το αποκαλούν προοδευτικό σύνθημα που επικεντρώνεται στις αξίες της ζωής. Ποια είναι η άποψή σας για αυτό το σύνθημα;
Η ασάφεια και η γενικότητα ανήκει στα παράδοξα των περισσότερων επαναστατικών κινημάτων. Διότι, από τη μία πλευρά, εξασφαλίζουν την ενότητα και, επομένως, τη δύναμη ενός επαναστατικού κινήματος –και αυτό είναι προϋπόθεση για τη νίκη. Από την άλλη πλευρά, η ακρίβεια, οι λεπτομέρειες και οι διαφορές στην ερμηνεία και τις προσδοκίες εξαφανίζονται κάτω από ένα τέτοιο γενικό σύνθημα, για να εμφανιστούν μόνο μετά τη νίκη. Σε αυτό το στάδιο κορυφώνονται οι συγκρούσεις νοημάτων και προσδοκιών και, κατά συνέπεια, οι πολιτικές αντιπαραθέσεις. Αυτό είναι ένα δίλημμα που πρέπει να αντιμετωπιστεί.
Για παράδειγμα, αν πρόκειται να εγκαθιδρυθεί μια δημοκρατική πολιτική τάξη, ίσως μπορεί να επιτευχθεί συναίνεση μέσω διαπραγματεύσεων. Αυτή είναι μια γενική παρατήρηση. Αλλά στην περίπτωση του Ιράν, δεν γνωρίζουμε ακόμη ποιο θα είναι το μέλλον αυτής της εξέγερσης. Φαίνεται ότι επί του παρόντος βρίσκονται σε εξέλιξη κάποιες συζητήσεις σχετικά με αυτά τα ζητήματα, οι οποίες μπορεί να είναι χρήσιμες εάν συνοδεύονται από καλή θέληση.
Νομίζω ότι το σύνθημα «Γυναίκα, Ζωή, Ελευθερία» έχει τη δυνατότητα να αγκαλιάσει τις προσδοκίες διαφόρων καταφρονεμένων, απογοητευμένων και καταπιεσμένων ομάδων της [ιρανικής] κοινωνίας. Ο κεντρικός ρόλος των γυναικών συνδέεται με το παλιό ρητό ότι «η ελευθερία μιας κοινωνίας δεν είναι δυνατή χωρίς την ελευθερία των γυναικών της». Η σχέση μεταξύ των γυναικών και της ζωής είναι αναμφισβήτητη όταν αναλογιστούμε ότι οι γυναίκες όχι μόνο γεννούν ζωή, αλλά και την αναπαράγουν καθώς σε αυτές αντιστοιχούν σήμερα τα 2/3 της παγκόσμιας εργασίας. Τέλος, το οικουμενικό αίσθημα της «διεκδίκησης της ζωής» σε όλες τις πολιτιστικές, κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές διαστάσεις της βρίσκεται στο επίκεντρο αυτού του συνθήματος. Και, φυσικά, είναι σαφές ότι η «ανάκτηση της ζωής» μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο μέσω της ανάληψης σοβαρών δομικών μετασχηματισμών.
Ένα από τα χαρακτηριστικά της ιρανικής κοινωνίας είναι η συσσώρευση διάφορων παραγκωνισμένων πολιτικών, κοινωνικών, οικονομικών και πολιτιστικών αιτημάτων, τα οποία, σε τέτοιες στιγμές, τίθενται όλα μαζί. Δεν είναι ανησυχητική αυτή η πολλαπλότητα των αιτημάτων; Δεν απομακρύνει ένα κοινωνικό κίνημα από τον πρωταρχικό του στόχο;
Δεν το νομίζω. Στην πραγματικότητα, το πλήθος των αιτημάτων και η έκφραση ελπίδων και οραμάτων είναι δείκτες ενός επεισοδίου κοινωνικών αγώνων που επιδιώκουν τον δομικό μετασχηματισμό. Καμία κοινωνική ομάδα –εργαζόμενοι, φτωχοί, μεσαία τάξη, γυναίκες ή νεολαία– δεν μπορεί από μόνη της να αλλάξει την ισορροπία δυνάμεων μεταξύ του καθεστώτος και των δυσαρεστημένων ομάδων.
Οι πραγματικοί πολιτικοί μετασχηματισμοί επιτυγχάνονταν πάντοτε μέσω της συμμαχίας διαφορετικών απογοητευμένων και καταπιεσμένων κοινωνικών ομάδων και τάξεων. Επομένως, το ερώτημα δεν είναι αν η συσσώρευση παραμελημένων πολιτικών, κοινωνικών, οικονομικών και πολιτιστικών αιτημάτων θα έχει αρνητικές επιπτώσεις στη διαδικασία του αγώνα. Το ερώτημα είναι πώς θα αρθρώσουμε αυτά τα παραμελημένα αιτήματα στο πλαίσιο μιας κοινής, συνολικής, απλής και κατανοητής διεκδίκησης με την οποία θα μπορούν να ταυτιστούν αυτές οι πάσχουσες ομάδες και με τη γλώσσα της οποίας θα μπορούν να μιλήσουν.
[ ]
Ορισμένοι αναλυτές ανησυχούν ότι οι τρέχουσες εξελίξεις θα κινηθούν προς μια κατεύθυνση που απειλεί την ολοκλήρωση και την ειρήνη και τη σταθερότητα της χώρας. Πόσο πιθανό θεωρείτε ότι είναι αυτό;
Δεν είμαι απόλυτα βέβαιος για το πόσο τεκμηριωμένες είναι αυτές οι αναλύσεις ή πόσο σοβαρός είναι ένας τέτοιος κίνδυνος, αλλά πρέπει να αντιμετωπιστεί. Σε γενικές γραμμές, κάθε ισχυρό κίνημα απειλείται με εργαλειοποίηση. Διάφορες τυχοδιωκτικές δυνάμεις από εδώ κι από εκεί, ή από το εξωτερικό προσπαθούν να το χρησιμοποιήσουν προς όφελός τους, μπορεί να ισχυριστούν ότι είναι οι ηγέτες του ή να εκφράσουν την υποστήριξή τους έχοντας τα δικά τους κίνητρα.
Ποιος πιστεύει πραγματικά ότι ένα πρόσωπο όπως ο [πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ] Ντόναλντ Τραμπ, ή ο [πρίγκιπας διάδοχος του θρόνου] Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν της Σαουδικής Αραβίας, θέλουν τη δημοκρατία στο Ιράν; Οι ίδιοι συνιστούν σοβαρές απειλές για τη δημοκρατία στις χώρες τους. Ευτυχώς, το κίνημα «Γυναίκα, Ζωή, Ελευθερία» φαίνεται να επιδεικνύει αρκετή ικανότητα και πολιτική συνείδηση ώστε να μη δίνει σημασία σε τέτοια πολιτικά παιχνίδια και να συνεχίζει το ταξίδι του βασιζόμενο στη δύναμη του λαού.
Στην πραγματικότητα, τα τελευταία χρόνια, το Ιράν δεν έχει δει τέτοια σύγκλιση διαφορετικών ομάδων, εθνοτήτων και κοινωνικών τάξεων –είναι σαν να έχει γεννηθεί ένα νέο «Ιράν». Φυσικά, θα υπάρξουν και εκείνοι που θα αποδώσουν τη δυσαρέσκεια και τις διαμαρτυρίες σε ξένα σχέδια και συνωμοσίες. Τέτοιοι ισχυρισμοί δεν είναι ούτε νέοι ούτε γίνονται μόνο στο Ιράν. Ο Μουμπάρακ και οι υποστηρικτές του απέδωσαν επίσης το αιγυπτιακό επαναστατικό κίνημα σε ξένες συνωμοσίες, στον ισλαμισμό και στον εξτρεμισμό, αλλά η πραγματικότητα ήταν εντελώς διαφορετική.
Ποια είναι η εκτίμησή σας για το μέλλον αυτού του κινήματος; Ποια σενάρια ή δυνατότητες φαντάζεστε;
Το να προβλέψει κανείς το μέλλον είναι πολύ δύσκολο καθώς αυτό εξαρτάται από πολλούς παράγοντες· και από ερωτήματα στα οποία δεν έχουμε απαντήσεις. Για παράδειγμα, δεν γνωρίζουμε σε ποιο βαθμό το καθεστώς θα καταφύγει σε γενικευμένη βία για να καταστείλει τις διαδηλώσεις στους δρόμους ή τις απεργίες.
Αν η στρατηγική του καθεστώτος είναι να καταφύγει στην γενική βία, πόση ηθική αγανάκτηση θα ακολουθήσει μεταξύ των απλών ανθρώπων και των φορέων του συστήματος, όπως οι δυνάμεις ασφαλείας; Ποιες θα είναι οι θέσεις των παραδοσιακών ελίτ, των θρησκευτικών ηγετών, των Αγιατολάχ ή των μετριοπαθών πολιτικών; Θα ανταποκριθούν αυτές οι ελίτ και οι άνθρωποι της θρησκείας στο κάλεσμα της συνείδησής τους; Δεν γνωρίζουμε ακόμη ποιο δρόμο θα ακολουθήσει το μεταρρυθμιστικό στρατόπεδο και οι ηγέτες του.
Η τραγωδία πολλών ρεφορμιστών σε αυτό το σημείο είναι πως δεν μπορούν ούτε να προχωρήσουν σε μεταρρυθμίσεις (επειδή έχουν εκδιωχθεί από την εξουσία) ούτε να εμπλακούν σε ένα επαναστατικό ρεύμα (επειδή πιστεύουν ότι είναι εξ ορισμού ρεφορμιστές και όχι επαναστάτες).
Αυτή η θλιβερή κατάσταση παράλυσης έχει να κάνει με τη δογματική, στατική και ανιστορική προσέγγισή τους στις έννοιες και τις στρατηγικές της κοινωνικοπολιτικής αλλαγής. Φαίνεται σαν ένας ρεφορμιστής να πρέπει να παραμείνει ρεφορμιστής μέχρι το τέλος της ζωής του και ένας επαναστάτης να είναι προορισμένος να παραμείνει επαναστάτης για πάντα, ανεξάρτητα από το τι συμβαίνει στην πολιτική σκηνή, όπου η ρευστή και σύνθετη πραγματικότητα απαιτεί κατάλληλους, μη δογματικούς και δημιουργικούς τρόπους άσκησης πολιτικής. Το πιο σημαντικό είναι ότι δεν γνωρίζουμε σε ποιο βαθμό και πότε οι κοινωνικές ομάδες που συμπαραστέκονται στο κίνημα, όπως οι εργαζόμενοι και οι εκπαιδευτικοί, θα επιδείξουν ευρύτερες δράσεις αλληλεγγύης. Εν ολίγοις, είναι πολύ δύσκολο να πούμε τι θα συμβεί.
Ωστόσο, ανεξάρτητα από το τι θα συμβεί σε αυτή την εξέγερση, αυτό το κίνημα σε αυτό ακριβώς το σημείο έχει ήδη σημειώσει σημαντικές επιτυχίες. Είμαστε μάρτυρες μιας κρίσιμης αλλαγής παραδείγματος στην υποκειμενικότητα των Ιρανών. Σε μεγάλες και μικρές πόλεις, ακόμη και σε χωριά, μεταξύ γονέων και νέων, μεταξύ εθνοτικών ομάδων και των κατώτερων και μεσαίων τάξεων, φαίνεται να έχει γεννηθεί ένα νέο «έθνος» –ένα έθνος που επιμένει να διεκδικεί τη ζωή και να ζει με αξιοπρέπεια. Και το φωνάζει στους δρόμους της εξέγερσης. Πολλά πράγματα είναι απίθανο να επανέλθουν στην προηγούμενη κατάσταση. Ίσως αυτό να είναι το de facto τέλος της ‘αστυνομίας ηθών’, ακόμα κι αν δεν την καταργήσουν επίσημα. Νέοι κανόνες έχουν επιβληθεί στην πραγματικότητα της δημόσιας ζωής. Ίσως το ‘προαιρετικό χιτζάμπ’ να είναι ένας από αυτούς.
Τι εύχεστε να συμβεί σε αυτό το κίνημα κοινωνικής διαμαρτυρίας;
Η ευχή μου, ίσως όπως και οι ευχές εκατομμυρίων Ιρανών, είναι να δούμε ότι αυτά τα παραμελημένα αιτήματα των διαφορετικών κοινωνικών ομάδων και τάξεων σε αυτή τη χώρα να εκπληρώνονται, με το μικρότερο δυνατό κόστος σε ανθρώπινες ζωές και υλικές υποδομές, και μάλιστα, χωρίς καμία ανάμειξη ξένων δυνάμεων. Η πραγματοποίηση αυτής της επιθυμίας εξαρτάται, αφενός, από την ικανότητα και τη συνέχεια αυτού του κινήματος και, αφετέρου, από τη συνείδηση και την κρίση των ηγετών της χώρας.
Ίσως αυτό να είναι αφελές. Ίσως να είναι αδύνατο. Αλλά η αλήθεια είναι, όπως έλεγε και ο Μαξ Βέμπερ, ότι η ιστορική εμπειρία δείχνει ότι εμείς οι άνθρωποι δεν θα μπορούσαμε να επιτύχουμε το «εφικτό» χωρίς να σκεφτόμαστε ξανά και ξανά για το «αδύνατο».
* Ο Asef Bayat είναι συγγραφέας, και καθηγητής κοινωνιολογίας και μεσανατολικών σπουδών στο πανεπιστήμιο του Ιλινόις Ουρμπάνα-Καμπέιν.
Μετάφραση: ardin-rixi.gr
2 ΣΧΟΛΙΑ
Η ανάλυση του Asef Gayat από τη σκοπιά της κοινωνιολογίας είναι σωστή και υπονοεί πολιτικές εξελίξεις για τη δικαίωση των αιτημάτων των ξεσηκωμένων κοινωνικών ομάδων. Τέτοιες αναλύσεις είχαμε και κατά την “αραβική άνοιξη” και σποραδικά κατά τις κατά καιρούς κοινοποιήσεις των ψηγμάτων ανεκτικότητας που παραχωρεί η Σαουδαραβική μοναρχία. Αυτό όμως που αποτελεί την τροχοπέδη για την απόκτηση των δημοκρατικών δικαιωμάτων στις ισλαμικές χώρες, είναι το ίδιο το πολιτικό ισλάμ που (τύποις μόνο θρησκεία) καθορίζει κάθε έκφανση ατομικής και δημόσιας ζωής στα κράτη αυτά. Αν δεν εμφιλοχωρήσει στο μυαλό των υπηκόων του ισλαμικού οικοδομήματος η αμφιβολία για την ορθότητα των κανόνων που επιβάλλουν το κοράνι οι σούρες και τα χαντίθ οποιαδήποτε κίνηση εκδημοκρατισμού είναι καταδικασμένη. Με άλλα λόγια εκκοσμίκευση της ζωής υπό τη βαριά και δύσοσμη σκέπη του ισλαμισμού δεν θα πραγματωθεί ποτέ. Οι διανοούμενοι που αναλύουν τους κοινωνικούς κραδασμούς, πρέπει πρώτοι αυτοί να δυναμιτίσουν αυτό το σκοταδιστικό θρησκευτικό αφήγημα αναδεικνύοντας τα παράλογα σημεία του. Μόνο έτσι θα έχουν κάνει ουσιαστικά βήματα για να καυτηριάσουν ένα ζέον συρίγγιο αντί να επιχειρούν με δερματικές αλοιφές να το θεραπεύσουν. Οι ίδιες οι ξεσηκωμένες μάζες ενώ το έχουν υποσυνείδητα νιώσει δεν κατέχουν ούτε την τεχνική, ούτε (πολύ περισσότερο) το θάρρος για να το ζητήσουν. Για να πολεμήσεις το ισλάμ δεν χρειάζεται να το λοιδωρήσεις, απλώς με συστηματικό και έξυπνο τρόπο να αναδείξεις το τι ακριβώς επιτάσσει. Αρχίζοντας έτσι όλα τα υπόλοιπα διευκολύνονται.
Το σωστό: Asef Bayat