Ο Άλκης Αγγέλου κατασκευάζει έναν «ρομαντικό» Στέφανο Κανέλλο
Του Γιώργου Καραμπελιά*
Υπάρχουν λοιπόν άμεσες γραπτές και προφορικές μαρτυρίες για την ύπαρξη «κρυφού σχολειού»; Δεν θα μείνω στις δεκάδες κυριολεκτικά αναφορές για την καταδίωξη της παιδείας των Ελλήνων από τους Οθωμανούς, από τον Γεννάδιο Σχολάριο έως τον… Κοραή, που έρχονται σε πλήρη αντίθεση με τους μύθους της περιβόητης «ανεκτικότητας» των Οθωμανών, αλλά θα αναφερθώ μόνον στις άμεσες αναφορές στο «κρυφό σχολειό».
Πράγματι, αμέσως μετά την Άλωση, ο Γεννάδιος θα επισημάνει τους μεγάλους κινδύνους που απειλούν το γένος: «οὕτω τῆς τῶν λόγων τέχνης ἀμελουμένης, μὴ μόνον σοφίας κινδυνεύομεν στερηθῆναι καὶ μαθημάτων, ἀλλὰ καὶ τὴν φωνὴν αὐτὴν ἡμῶν ἀγνοῆσαι», ενώ ο Μιχαήλ Αποστόλης, από την Κρήτη, θα πλειοδοτήσει: «Τῆς Ἑλλάδος ἁπάσης… κινδυνευούσης ἀποβάλλειν ὅσον οὐκ ἤδη, μὴ ὅτι λόγους, ἀλλὰ καὶ γλῶτταν αὐτὴν»[1]. Αλλού, ο Γεννάδιος επισημαίνει την καταστροφή των διδακτηρίων από τον Πορθητή: «Ἀλλὰ νῦν, φεῦ τῶν κακῶν!, ἀπώλετο πᾶν. [ ] Ποῦ τὰ παιδευτήρια τῆς σοφίας; [ ] Κατεπόθησαν ὑπὸ τοῦ Μωάμεθ»[2]. Όσο για τον Αδ. Κοραή, «Τὶς ἐξ ἡμῶν δὲν ἐδοκίμασε τὴν ἀπάνθρωπον ἀγριότητα καὶ ἀσπλαγχνίαν τῆς διεστραμμένης τῶν Ὀσμανλίδων γενεᾶς; Αὐτοὶ μᾶς ἐγύμνωσαν ἀπὸ τὴν προγονικὴν ἡμῶν δόξαν. [ ] Τοὺς ἱεροὺς ἡμῶν ναοὺς μετέβαλον εἰς τζαμία. [ ] Μᾶς στεροῦσι τὰ ἀναγκαῖα μέσα νὰ συστήσωμεν σχολεῖα εἰς ἀνατροφὴν καὶ φωτισμὸν τῶν ἡμετέρων τέκνων. [ ] Τοιαῦτα καὶ τοσαῦτα, φίλοι καὶ ἀδελφοί, ἐπάθαμεν ἀπὸ τὸ ἀπάνθρωπον γένος τῶν Μουσουλμάνων»[3].
Γενικότερα πιστεύεται ότι πρώτος κάνει ανοικτά αναφορά στο κρυφό σχολειό ο Στέφανος Κανέλλος (1792–1823), διαφωτιστής κοραϊκών τάσεων, από τους βασικούς συνεργάτες του Λόγιου Ερμή. Ο Κανέλλος δίδασκε στην Ακαδημία του Βουκουρεστίου όταν εξερράγη η Επανάσταση –στην οποία συμμετείχε– και, μετά από ολιγόμηνη παραμονή στη Χαϊδελβέργη, κατέβηκε στην επαναστατημένη Ελλάδα μέσω Παρισίων· δυστυχώς, θα πεθάνει σύντομα, το 1823, στην Κρήτη, όπου βρισκόταν ως απεσταλμένος της επαναστατικής κυβέρνησης από λοιμώδη νόσο.
Το 1822, από την Χαϊδελβέργη, συνέταξε μια σειρά από δώδεκα επιστολές προς τον Γερμανό λόγιο και φιλέλληνα Καρλ Ίκεν[4], με βασικό αντικείμενο την πνευματική κατάσταση του γένους, τις οποίες ο τελευταίος μετέφρασε στα γερμανικά και εξέδωσε, το 1825, σε ένα δίτομο έργο με τον τίτλο Leukothea. Στην πρώτη επιστολή του έγραφε ο Κανέλλος:
Οἱ Τοῦρκοι ἐμπόδιζαν τὰ σχολεῖα αὐστηρότερα καὶ ἀπὸ τὰς ἐκκλησίας. Τοῦτο καὶ ἄλλαι συγχρόνως αἰτίαι εβίαζαν τοὺς Γραικοὺς νὰ θεωροῦν τὴν θρησκείαν οὐσιωδῶς συνδεδεμένην μὲ τὰ γράμματα καὶ τὰ σχολεῖα, διὰ τοῦτο καὶ εἰς μεγάλας καὶ εἰς μικρὰς πόλεις ἐπροσπαθοῦσαν μὲ δόσιν χρημάτων καὶ μὲ διαφόρους τρόπους νὰ συστένουν κοινὰ σχολεῖα κρυφίως, ὅπου καὶ τῶν πτωχῶν τὰ τέκνα ἀνεξόδως ἐδιδάσκοντο[5].
Σύμφωνα με τον Αγγέλου, αυτή η μαρτυρία είναι «η παλαιότερη που μνημονεύει την ύπαρξη κρυφού σχολειού»[6]. Ο Αγγέλου, χωρίς καμία βάσιμη αιτιολογία, υποστηρίζει πως δεν πρέπει να λάβουμε υπ’ όψιν μας όσα γράφει ο Κανέλλος: Ο «λόγος του Κανέλλου σχετική και μόνο βαρύτητα έχει», διότι ο «λόγιος της εποχής αυτής [του ρομαντισμού], δεν διαστέλλει τον κόσμο της φαντασίας από τον κόσμο του ιστορικού παρελθόντος» και «επιδίδεται ισοδύναμα και στις δύο δραστηριότητες, την ιστοριοδιφική και την λογοτεχνική»[7]! Δηλαδή, λίγο-πολύ, ο Αγγέλου παρουσιάζει τον Κανέλλο ως «λογοτέχνη», ή μάλλον παραμυθά, που προσπαθεί να εξωραΐσει τις πρακτικές των Ελλήνων στα μάτια των Ευρωπαίων φιλελλήνων και «να τα ρίξει όλα στους Τούρκους». Διαβάζουμε:
Ο Κανέλλος…, ενώ είναι απολύτως ενημερωμένος ως προς τις πηγές της αυθεντίας και της εξουσίας –Εκκλησία, Δυνάστης αντιστοίχως–, [ ] μετατοπίζει για λόγους σκοπιμότητας –αποφυγή προβολής των οικείων αδυναμιών και αντιθέτως έξαρση των κακών του δυνάστη– ολόκληρο το βάρος προς την κατεύθυνση του Τούρκου. Με τον τρόπον όμως αυτό παραμερίζει ένα ενοχλητικό ερώτημα που θα μπορούσε να υποβάλει στον εαυτό του. Γιατί ο Τούρκος να ενοχληθεί από την ύπαρξη σχολείων; Τι είναι εκείνο που θα μπορούσε να τον ανησυχήσει, από την ενασχόληση ενός μικρού σχετικά μέρους του πληθυσμού με τα γράμματα[8];
Ο Κανέλλος, λοιπόν, για τον ιστορικό του διαφωτισμού, αντί να θεωρεί εξ ίσου υπευθύνους τον Δυνάστη και την Εκκλησία στρέφεται κατ’ εξοχήν εναντίον… των Τούρκων! Θέτει μάλιστα και μια «ενοχλητική ερώτηση» στον… νεαρό επαναστάτη (sic), «τι άραγε τον ενοχλούσαν τον Τούρκο» τα σχολεία και «ένα μικρό μέρος του πληθυσμού» που ασχολούνταν με τα γράμματα;
Εντούτοις, παρά τη σκανδαλώδη «παραίνεσή» του προς τον Κανέλλο να αναιρέσει τη θέση του μετά θάνατον, θα μπορούσε κάποιος να θεωρήσει φυσικό το ότι ένας Έλληνας επαναστάτης περιγράφει με τα μελανότερα χρώματα την οθωμανική εξουσία, ώστε να δώσει στον φιλέλληναΊκεν μια εξωραϊσμένη εικόνα ενός έθνους μαχόμενου για την ελευθερία του.
Παραδόξως, όμως, ο Αγγέλου δεν παραθέτει κανένα απόσπασμα από τη μακροσκελή επιστολή. Διαβάζοντας δε την σχετικά δυσεύρετη επιστολή διαπιστώνουμε ότι ο Κανέλλος υποστήριζε τα αντίθετα από όσα ισχυρίζεται ο Αγγέλου: Στις επτά πυκνογραμμένες σελίδες της, ελάχιστες είναι οι αναφορές στα δεινά που είχε επισωρεύσει η τουρκική κατοχή, – κάτι περισσότερο από μισή σελίδα– ενώ, αντιθέτως και καθ’ υπερβολήν, επιμένει στις εσωτερικές αντιθέσεις των Ελλήνων: μία σελίδα αφορά στην κακή κατάσταση της παιδείας και του εκπαιδευτικού συστήματος, μία άλλη στους Φαναριώτες και δύο σελίδες στην Εκκλησία και τις συγκρούσεις της με τους διαφωτιστές. Αναφέρει σχετικώς με τον ρόλο των Φαναριωτών[9]:
….ἡ αὐλικὴ των ματαιότης τοὺς ἔκαμνε νὰ θεωροῦνται εὐγενεῖς καὶ ἀνώτεροι ἀπὸ τοὺς λοιπούς, καὶ διὰ τοῦτο ἐπιθυμοῦσαν νὰ μένουν οἱ ἄλλοι πάντοτε ἀπαίδευτοι… αἱ ἐξαιρέσεις σπανιώταται. Πόσον τοῦτο τὸ τάγμα τῶν Φαναριωτῶν ὠφέλησεν ἢ ἔβλαψεν, πόσον ἠδύνατο νὰ ὠφελήσῃ ἢ νὰ βλάψῃ εἰς διαφόρους καιροὺς δὲν εἶναι, μὲ φαίνεται τόσον εὔκολον νὰ προσδιορισθῇ.
Ακολουθεί, τέλος, το εκτενέστερο μέρος –δύο από τις επτά σελίδες– που αφορά την Εκκλησία, η οποία ζωγραφίζεται με τα μελανότερα χρώματα:
Ἡ συνέργεια καὶ ἐπίρροια τοῦ ἱερατείου εἰς τὴν πρόοδον τοῦ ἔθνους εἶναι πολλὰ μικραί, ἂν καὶ ὄχι καὶ ἀποφατικαί· καὶ τὰ πλέον ἀμαθῆ ὑποκείμενα ἠμποροῦσαν νὰ φθάσουν εἰς τοὺς μεγαλήτερους βαθμούς. [ ] ὡς καὶ Πατριάρχην ἐτύχαμεν ἀμαθέστατον· καὶ τῶν κατωτέρων κλάσεων οἱ ἱερεῖς ἦσαν τόσον ἀμαθεῖς ὥστε τὸ τάγμα τοῦτο, χωρὶς νὰ πέσῃ τινὰς εἰς ὑπερβολήν, ἠμπορεῖ νὰ τ’ ὀνομάσῃ καταφύγιον τῆς ὀκνηρίας καὶ ἀμαθείας[10].
Και συνεχίζει, δια μακρών, στον ίδιο τόνο, μια άκρως αρνητική και μεροληπτική περιγραφή του ρόλου της Εκκλησίας, σε τέτοιο βαθμό που νιώθει την ανάγκη να δικαιολογηθεί στον Γερμανό συνομιλητή του για τις αντικληρικαλιστικές του θέσεις:
Ἡ περὶ τοῦ κλήρου μας γνώμη μου ἴσως σὲ φανῇ πολλὰ αὐστηρά· μὲ πόνον ψυχῆς σὲ ἔγραψα αὐτὰς τὰς κρίσεις· ἀλλὰ πῶς ἦταν δυνατὸν νὰ ἀπατήσω ἐν συνειδήσει ἕνα σοφὸν καὶ φιλέλληνα Γερμανόν; [ ] διὰ τοῦτο βιάζομαι νὰ ἀντισταθῶ εἰς τὴν μεγάλην μου λύπην, καὶ εἰς τὴν ἐθνικὴν προληπτικὴ ἀγάπην, καὶ νὰ σὲ ὁμολογήσω, ὅτι εἰς τοὺς τελευταίους τούτους χρόνους οἱ ἀρχιερεῖς μας ὄχι μόνον δὲν ὠφέλησαν ἀλλὰ καὶ ἔβλαψαν παρὰ πολύ [11].
Από την περιγραφή του αγνοούνται ιερωμένοι όπως ο Ησαΐας Σαλώνων, ο Αθανάσιος Διάκος και οι δεκάδες άλλοι που κατακρεουργήθηκαν, λιντσαρίστηκαν ή κρεμάστηκαν μετά την έκρηξη της Επανάστασης, αγνοούνται οι νεομάρτυρες και αναφέρονται ως θύματα της τουρκικής θηριωδίας μόνον ιερωμένοι όπως ο μητροπολίτης Εφέσου, Διονύσιος Καλλιάρχης, υποστηρικτής των διαφωτιστών λογίων.
Ο Στέφανος Κανέλλος, σε αυτή την επιστολή του, προτάσσει την αντιπαράθεση κλήρου και διαφωτιστών ως την «κύρια αντίθεση» της περιόδου, παρότι έχει ήδη αρχίσει η Επανάσταση, υποβαθμίζοντας δραματικά τη σύγκρουση με τον κατακτητή. Μάλλον ελεεινολογεί το ελληνικό έθνος στα μάτια του ευρωπαϊκού κοινού και των Φιλελλήνων και όχι ότι το εξωραΐζει, όπως ανακριβέστατα ισχυρίζεται ο Αγγέλου.
Ο Αγγέλου αντιστρέφει κυριολεκτικώς το περιεχόμενό της επιστολής του Κανέλλου και παραπλανά τον αναγνώστη, διότι εάν παρουσίαζε το αληθινό περιεχόμενο της επιστολής, τότε η ιδιαίτερα χαμηλόφωνη διαβεβαίωση του τελευταίου για τα συσταθέντα «κρυφίως» κοινά σχολεία, θα αποκτούσε ακόμα μεγαλύτερη βαρύτητα, προερχόμενη από ένα αντικληρικαλικό, διαφωτιστικό και καθόλου «ρομαντικό» γραπτό.
*Απόσπασμα από το βιβλίο του Γιώργου Καραμπελιά, Εκκλησία και Γένος εν Aιχμαλωσία, Εναλλακτικές Εκδόσεις 2018.
[1] Χ. Πατρινέλης, «Από την Άλωση ως τις απαρχές της πρώτης αναγεννήσεως της παιδείας», στο ΙΕΕ, τ. Ι΄, σ. 367.
[2] Μαρτίνος Κρούσιος, «Turcograecia», ό.π., σ. 100.
[3] Αδαμάντιος Κοραής, «Σάλπισμα Πολεμιστήριον», 1801, σσ. 13-16.
[4] Ά. Αγγέλου, Το Κρυφό Σχολειό…, ό.π., σ. 20.
[5] Carl Iken, Leukothea, τ. 1, Λειψία 1825, σσ. 7, 14. Το ελληνικό πρωτότυπο της επιστολής στο, αρχιμ. Α. Δημητρακόπουλος, Επανορθώσεις Σφαλμάτων παρατηρηθέντων εν τη Νεοελληνική Φιλολογία του Κ. Σάθα, μετά καί τινων Προσθηκών, σ. 49. Επίσης, Ά. Αγγέλου, Το Κρυφό Σχολειό…, ό.π., σ. 19.
[6] Ά. Αγγέλου, Το Κρυφό Σχολειό…, ό.π., σ. 19.
[7] Ά. Αγγέλου, Το Κρυφό Σχολειό…, ό.π., σ. 23.
[8] Ά. Αγγέλου, Το Κρυφό Σχολειό…, ό.π., σ. 23.
[9] Α. Δημητρακόπουλος, Επανορθώσεις Σφαλμάτων…, ό.π., σ. 49.
[10] Α. Δημητρακόπουλος, Επανορθώσεις Σφαλμάτων…, ό.π., σ. 49.
[11] Α. Δημητρακόπουλος, Επανορθώσεις Σφαλμάτων…, ό.π., σσ. 50-51.