Ο Μίμης Παπαϊωάννου «έφυγε» τη περασμένη Τετάρτη 15 Μαρτίου από τη ζωή σε ηλικία ογδόντα ενός ετών. Άρχισε την καριέρα του στην ομάδα της γενέτειράς του, τη Νέα Γενεά Νικομήδειας. Το 1962 πήρε μεταγραφή στην ΑΕΚ έναντι 140.000 δραχμών. Με την Ένωση αγωνίστηκε επί 17 συνεχείς περιόδους κατακτώντας πέντε πρωταθλήματα Α΄ Εθνικής (1963, 1968, 1971, 1978, 1979) και τρία κύπελλα Ελλάδας (1964, 1966, 1978). Επίσης, αναδείχθηκε δύο φορές πρώτος σκόρερ (1964, 1966) και ήταν βασικός συντελεστής σε δύο εντυπωσιακές πορείες της ομάδας στα ευρωπαϊκά κύπελλα, το 1968-69 στο κύπελλο Πρωταθλητριών και το 1976-77 στο κύπελλο ΟΥΕΦΑ. Το 1979 σταμάτησε να αγωνίζεται στην Ελλάδα έπειτα από 480 αγώνες πρωταθλήματος. Ολοκλήρωσε την καριέρα του στις ΗΠΑ, όπου αγωνίστηκε για μια περίοδο στον Παγκύπριο Νέας Υόρκης ως παίκτης – προπονητής και κατάφερε να κατακτήσει το νταμπλ στο τοπικό πρωτάθλημα και κύπελλο. Πέτυχε 234 γκολ, ρεκόρ για την εποχή που κατέρριψε ο συμπαίκτης του Θωμάς Μαύρος 11 χρόνια αργότερα. Μέχρι σήμερα κατέχει την έκτη θέση σε συμμετοχές και την τρίτη θέση στους σκόρερ στην Α΄ Εθνική. Είναι δε στην πρώτη θέση στους σκόρερ με την ίδια ομάδα.
Τον Οκτώβριο του 1965, μετά από ένα φιλικό ματς με τη Ρεάλ Μαδρίτης (έληξε 3-3 και ο Παπαϊωάννου είχε κάνει εξαιρετική εμφάνιση), η ισπανική ομάδα έκανε πρόταση να τον αποκτήσει προσφέροντας τότε 4.000.000 δραχμές στον «δικέφαλο» και 750.000 δραχμές στον παίκτη, μυθικά ποσά για την εποχή. Η διοίκηση της Ένωσης απέρριψε την πρόταση! Η μεταγραφή δεν έγινε και ο Μίμης Παπαϊωάννου αποφασίζει να ακολουθήσει τη δεύτερη μεγάλη του αγάπη, το λαϊκό τραγούδι. Εκείνη την εποχή ο μεγάλος Στέλιος Καζαντζίδης, η Μαρινέλα και ο Χρηστος Νικολόπουλος ετοίμαζαν τουρνέ στη Γερμανία. « Αφού η ΑΕΚ δε σε θέλει, έλα μαζί μας», είπε ο Στέλιος στον Παπαϊωάννου.
Και η συνεργασία έγινε. Δύο μήνες κράτησε η περιοδεία. « Ήταν πολύ μεγάλη εμπειρία για μένα, αφού από τη μία έκανα το κέφι μου και από την άλλη γνώριζα κόσμο. Το πιο σημαντικό όμως ήταν ότι δεν ξενυχτούσα. Ήμουν τυχερός στη ζωή μου, που υπήρξα φίλος του Στέλιου Καζαντζίδη. Όχι τόσο επειδή υπήρξε ο μεγαλύτερος λαϊκός τραγουδιστής που ανέδειξε ποτέ η Ελλάδα, όσο για το γεγονός ότι από αυτόν τον μέγιστο βάρδο έμαθα να μετράω την ψυχή περισσότερο από οτιδήποτε άλλο στη ζωή» θα γράψει στην ο μεγάλος άσος στην αυτοβιογραφία του.
Για τον Στέλιο Καζαντζίδη ο Μίμης Παπαωϊάνου θα πει: «Ο Στέλιος όταν βρισκόμουν σε δίλημμα για το τι ακριβώς έπρεπε να αποφασίσω να κάνω στη ζωή μου, ήταν ο φίλος που μου έδωσε τη σωστή συμβουλή. «Μίμη, στο τραγούδι το παλεύεις, θα είσαι βιοπαλαιστής. Έχω την εντύπωση πως πρέπει να γυρίσεις σ’ αυτό που ξέρεις να κάνεις καλά και είμαι βέβαιος πως θα δικαιωθείς. Πήγαινε να παίξεις ποδόσφαιρο και κάποια μέρα θα με θυμηθείς». Έτσι και έγινε. Στις 19 Δεκεμβρίου 1965 ο Μίμης Παπαϊωάννου επέστρεψε στη δράση και οδήγησε την ΑΕΚ σε νίκη με 3-2 επί του Παναθηναϊκού στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας. Ο Μίμης πέτυχε το δεύτερο γκολ (τα άλλα δύο ο νεοαποκτηθείς τότε Κώστας Νικολαΐδης).
Τον Ιούνιο του 1971 ο Μίμης Παπαϊωάννου ηχογράφησε τον ύμνο της ΑΕΚ (δημιουργοί Στέλιος Καζαντζίδης – Χρήστος Κολοκοτρώνης), ενώ έχει ηχογραφήσει άλλα 6 λαϊκά τραγούδια στην Polyphone την περίοδο 1971-1972 με τη συνεργασία του Χρήστου Νικολόπουλου και του Στέλιου Καζαντζίδη. Μέσ’ τη φωτιά μου (Στ. Καζαντζίδη – Γ. Βασιλόπουλου), Σαν πουλί κυνηγημένο (Στ. Καζαντζίδη – Γ. Βασιλόπουλου), Έχω ελαττώματα (Χρ. Νικολόπουλου – Πυθαγόρα), Σαν θεατρίνος (Στ. Καζαντζίδη – Ευάγ. Ατραΐδη), Φτάνουν οι πίκρες (Στ. Καζαντζίδη – Ευάγ. Ατραΐδη), Μάρτυρες οι πίκρες μου (Χρ. Νικολόπουλου – Γ. Βασιλόπουλου).
Μικιών ο Βοιωτός