Του Σπύρου Κουτρούλη
Στο τεύχος 4 του Οκτωβρίου 1937 του Αρχείου Φιλοσοφίας και Θεωρίας των Επιστημών ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος παρουσιάζει σε μια εκτενή βιβλιοκριτική το έργο του Γιώργου Σαραντάρη: Συμβολή σε μια φιλοσοφία της ύπαρξης (σσ. 465-477) με τον τίτλο «Οι αλήθειες ενός απρόσιτου».
Γράφει ο Π. Κανελλόπουλος: «Ο Σαραντάρης -που δεν εχρημάτισε άλλως τε ούτε για μια μέρα μαθητής μου- γεννάει μέσα μου μια μεγάλη πνευματική χαρά, γιατί δεν λέει ακριβώς τίποτα, που να συμφωνή πέρα για πέρα με τις δικές μου τις διδασκαλίες, δεν λέει τίποτα, που θα μπορούσε να βγη κι απ’ το στόμα το δικό μου. Κι’ όμως δεν θα τον αντικρούσω τον Σαραντάρη, γιατί (μολονότι δεν συμφωνεί με τις αλήθειες τις δικές μου) μιλάει αληθινά» (σελ. 466).
Ο Γ. Σαραντάρης στον πρόλογο του έργου του Συμβολή σε μια φιλοσοφία της ύπαρξης γράφει : «Νομίζω πως η σημερινή Ελλάδα μπορεί να κρίνει το λεγόμενο δυτικό πολιτισμό, μπορεί και πρέπει να κρίνει τον τέτοιο πολιτισμό, αν θελήσει να σωθεί από την επιρροή που η ίδια Ευρώπη εξάσκησε πάνω μας έναν ολάκερο αιώνα, κ’ επιθυμήσει να βρει την καθαρότητα μιας παρθενικής θέας και το αυτούσιο κάλλος της δικής μας χώρας και των ανθρώπων της, κριτήριο αλήθειας για όλους τους ανθρώπους της γης. Η αγανάχτηση που τώρα και τριάντα χρόνια δοκίμασε ο Περικλής Γιαννόπουλος αγνάντια στους “Φράγκους” δεν ωφελεί, πρέπει ν’ αντικατασταθεί από την όσο πιο συγκεκριμένη (και ήσυχη) συνείδηση της ανωτερότητας μας κι από την αποκάλυψη των σκοτεινών σημείων των γηρασμένων Ευρωπαίων» (Γ.Σαραντάρης, Έργα, α΄ τόμος, Βικελαία Δημοτική Βιβλιοθήκη, Ηράκλειο 2001, σελ.135).
Ο Π. Κανελλόπουλος επισημαίνει: «Στις φράσεις αυτές του Σαραντάρη αποκαλύπτεται το μυστικό της αποτυχίας του πιο φωτισμένου ίσως και πιο δυνατού Νεοέλληνα: του Περικλή Γιαννόπουλου. Ο Γιαννόπουλος έβρισε, βλαστήμησε, καταράσθηκε τους Ευρωπαίους. Είμαστε άξιοι οι Νεοέλληνες να καταρασθούμε τους Ευρωπαίους; Όχι βέβαια. Κι αν ακόμα καταφέρουμε να ξαναγεννηθούμε πνευματικά, δεν θα ξαναγεννηθούμε παρά μόνο μέσα στην Ευρώπη. Για να την σώσουμε; Αν ξαναγεννηθούμε θα την σώσουμε και θα την σώσουμε μάλιστα (αυτό δεν πιστεύω να τόχει ούτε ο Σαραντάρης υπ’ όψιν του) επικυρώνοντας ταυτόχρονα τον εαυτό μας τον εαυτό μας και την Ευρώπη» (σελ. 467). Ο Π.Κ συμπληρώνει ότι παρά τα αδιέξοδα της κριτικής του Π. Γιαννόπουλου υπήρξε ο «πιο μεγάλος πρόδρομος του νέου ελληνικού πολιτισμού» (σελ. 467).
Ο Π.Κ. συμφωνεί με τον Γ. Σαραντάρη ότι χρειαζόμαστε «απλές περιεκτικές ρήσεις». Αντί αυτών από τα πρώτα βήματα της νέας Ελλάδας «ακούσαμε μονάχα μεγάλα και παχειά λόγια, ρητορισμούς, μακαρονισμούς, καθαρευουσιάνικους αμανέδες, φρασεολογίες πολύπλοκες χωρίς νόημα, πομφόλυγες, σχήματα υπερβατά, δεκαπεντασύλλαβα γεμάτα χασμωδίες, κούφιους μιστριωτισμούς και αερολογίες. Κ’ ήρθαν βέβαια -πράγμα, που δείχνει την δυναμικότητα της φυλής – ήρθαν με τον καιρό και οι δημιουργοί (ζουν μάλιστα κοντά μας δυο μεγάλοι: ο Κωστής Παλαμάς και ο Άγγελος Σικελιανός), η δημιουργία τους όμως ήταν μοιραίο να γίνη σε χώρο εθνικά κενό» (σελ. 469).
Στην συνέχεια ο Π. Κανελλόπουλος συζητά κριτικά την πρόταση του Γ. Σαραντάρη «γιατί ο Ντοστογιέφσκι σήκωσε καθ’ όλο το πλάτος της ψυχής του, σαν πρωταρχικό και συνολικό πρόβλημα του πολιτισμού, το πρόβλημα του Χριστιανισμού. Κι πράξη του υπήρξε πράξη γερού ανθρώπου, ανθρώπου που νιώθει την μοίρα του λαού του δική του μοίρα, ανθρώπου που δε γύρεψε τη μοναξιά σα δύναμη όπως ο Κίργκεγκωρντ και Νίτσε»(Γ. Σαραντάρης, άπαντα, α΄ τόμος, σελ. 136).
Ο Π. Κανελλόπουλος συμπεραίνει ότι «η ποίηση είναι το κριτήριο της αληθινής και γνήσιας Φιλοσοφίας» (σελ. 473) και κάθε αληθινός φιλόσοφος είναι ταυτόχρονα ποιητής. για να προσθέσει ότι «οι διατυπώσεις λοιπόν του Σαραντάρη είναι απόλυτα προσωπικά κατορθώματα και μαρτυρούν για την γνησιότητα του φιλοσοφικού λογισμού» (σελ. 473). Θεωρεί επίσης φοβερή την σκέψη του Σαραντάρη για τον θάνατο: «ο θάνατος, η δοκιμασία του θανάτου, που παρουσιάζεται ως πείρα κι όμως δεν πραγματοποιείται -είναι η πύλη που οδηγεί στην αληθινή ζωή, στην ύπαρξη» (σελ. 475).
Για τον Γ. Σαραντάρη: «Ο μαρξισμός, ο φροϋντισμός είναι θεωρίες, που θυσιάζουν τον άνθρωπο στο θάνατο, και δεν τον γνωρίζουν είναι διαστροφές που γεννήθηκαν από έναν αχαλίνωτο ηδονισμό, στην επιφάνεια χαρίζουν το μίσος, στο βάθος την πεποίθηση του θανάτου, η ηδονή του θανάτου, του θανάτου όλου του κόσμου, τις διατρέχει» (σελ. 476).
Ο Π. Κανελλόπουλος συμπεραίνει κλείνοντας την κριτική: «Ο Σαραντάρης έδοσε μια μάχη. Και ως ηττημένος -αν δεν είναι ηττημένος- είναι αληθινός!» (σελ. 477).
Ενισχύστε την προσπάθειά μας κάνοντας μια δωρεά στο Άρδην πατώντας ΕΔΩ.
Γνωρίστε τα βιβλία των Εναλλακτικών Εκδόσεων
Ακολουθήστε το Άρδην στο Facebook
Ακολουθήστε το Άρδην στο twitter
Εγγραφείτε στο κανάλι του Άρδην στο Youtube