Αρχική » Απαραίτητη η στροφή στην εναλλακτική οικονομία

Απαραίτητη η στροφή στην εναλλακτική οικονομία

από admin

του Νίκου Ντάσιου

Το πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων ύψους 50 δισ. αποτελεί αναμφίβολα την πιο σημαντική πτυχή αποκόμισης εσόδων για το κράτος προκειμένου ν’ ανταποκριθεί στους υπερφιλόδοξους και εντέλει αδιέξοδους στόχους του Μνημονίου.

Οι πρόσφατες δημοσκοπήσεις, που φέρουν το 74% του ελληνικού λαού να πλειοδοτεί υπέρ των  ιδιωτικοποιήσεων, δίνει αναμφίβολα το πράσινο φως στην κυβέρνηση για να ξεκινήσει την εκποίηση –κοινώς ξεπούλημα– του δημόσιου πλούτου της χώρας. Παρ’ ότι το ποσοστό είναι ιδιαίτερα υψηλό και ενδεχομένως ν’ αποτελεί κατασκεύασμα των ΜΜΕ και των «ημετέρων» εταιρειών δημοσκόπησης, η στάση αυτή αποτελεί ταυτόχρονα ιδεολογική ήττα της αριστεράς. Μιας αριστεράς που, παρά τις επιμέρους διαφορές της, σ’ όλη τη μεταπολίτευση στήριξε τον κακώς νοούμενο κρατισμό, δηλ. τις προνομιούχες συντεχνίες των ΔΕΚΟ και των συνδικαλιστών, που επί σειρά ετών απολάμβαναν ειδικά προνόμια εξασφαλίζοντας τη συναίνεση στην αναπαραγωγή του πολιτικού συστήματος και στην εξάρτηση της  χώρας από τα δυτικά κέντρα ισχύος. Ενώ λοιπόν στις μέρες μας, σ’ όλο τον δυτικό κόσμο, οι ιδιωτικοποιήσεις και η  κυριαρχία των αγορών υφίστανται σφοδρή κριτική ακόμα και από πρώην νεοφιλελεύθερους, στην Ελλάδα επιχειρείται ένα άνευ προηγουμένου σχέδιο αποκρατικοποιήσεων, που παρ’ όλα τα φληναφήματα των «οικονομολογούντων» της κυβέρνησης, θα καταδικάσει σε αποανάπτυξη και θα προκαλέσει ακόμα μεγαλύτερη φτώχεια, ανεργία και οικολογική καταστροφή.

Να θυμίσουμε απλώς στους επαρχιώτες νεοφελελεύθερους της χώρας μας, ότι ο μεγάλος ασθενής της τρέχουσας κρίσης είναι οι ιδιωτικές τράπεζες, που κάθε τόσο επιζητούν τις εγγυήσεις του κράτους για ν’ αντιμετωπίσουν τη στενότητα κεφαλαίων. Να σκεφτούμε επίσης τα τεράστια ποσά που δόθηκαν και δίνονται στις κατ’ ευφημισμό ιδιωτικές εταιρείες της χώρας (κανάλια, κατασκευαστικές, παροχή υπηρεσιών κ.ο.κ.) από τις τράπεζες –στην περίοδο του φτηνού χρήματος και από το κράτος στο πλαίσιο των κοινοτικών πλαισίων στήριξης. Χρήματα  τα οποία διοχετεύθηκαν σε έργα αμφιβόλου αξίας -σίγουρα υπερκοστολογημένα- και δεν συνέβαλαν στη δημιουργία μόνιμων και βιώσιμων θέσεων εργασίας, αλλά συνέτειναν στην πολυτελή κατανάλωση και στην περιβαλλοντική αποδιάρθρωση.

Η υποστήριξη του ιδιωτικού τομέα αποτέλεσε απλώς το βασικό όχημα για την ανακύκλωση του μαύρου χρήματος στις τσέπες των πολιτικών και αξιωματούχων του δημόσιου τομέα  και για την εξάρτηση της χώρας από μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες (βλ. Ζίμενς). Αν σήμερα υπήρχε ένα αυθεντικό λαϊκό κίνημα, θα έπρεπε να θέσει ως κεντρικό αίτημα τη δημιουργία μιας αμερόληπτης Επιτροπής Λογιστικού Ελέγχου,  η οποία θα κατέγραφε λεπτομερώς όλους εκείνους (πολιτικούς, επιχειρηματίες, ΜΚΟ κ.λπ.) που καταλήστεψαν τη χώρα τα τελευταία 30 χρόνια, θα προσδιόριζε το επαχθές χρέος και θα απέδιδε δικαιοσύνη. Ο περιορισμός του σημερινού χρέους, από τα 350 δισ.  με την αφαίρεση του επαχθούς χρέους και την επιστροφή των πολεμικών αποζημιώσεων, στα 120 περίπου δισ.  θα το καθιστούσε  διαχειρίσιμο, αν επιπλέον συμφωνούσαμε με τους δανειστές μας την αποπληρωμή του σε 40 χρόνια, με επιτόκιο 1%. Με αυτήν τη ρύθμιση η εξυπηρέτηση του χρέους δεν θα ξεπερνούσε τα 12 δισ. ετησίως και θα έδινε τη δυνατότητα της περιβόητης παραγωγικής αναδιάρθρωσης, για την οποία όλοι μιλούν, αλλά που δεν μπορεί να γίνει πράξη, λόγω του τεράστιου κόστους αποπληρωμής του χρέους μας.

Την ίδια στιγμή, υπερασπιζόμενοι το έθνος-κράτος,  μαζί και με το όποιο υγιές κοινωνικό και πολιτικό κεφάλαιο, θα προχωρούσαμε στην ανασυγκρότηση  της παραγωγής,  ασκώντας βαθιές τομές τόσο στη δημόσια διοίκηση όσο και στον Ιδιωτικό τομέα, επιχειρώντας το πέρασμα από τον κρατισμό στο δημόσιο συμφέρον, και από την αγορά στην κοινωνική ρύθμιση.

Για παράδειγμα, η πλήρης χρεοκοπία των τραπεζών και του καταναλωτικού προτύπου, εισαγόμενων κυρίως προϊόντων και υπηρεσιών, θα έπρεπε ν’ ανοίξει μια συζήτηση για την ανάγκη υποστήριξης  συνεταιριστικών-εναλλακτικών πιστωτικών φορέων, που σε συνεργασία με τα ασφαλιστικά ταμεία θα αποτελούσαν όχημα για τη στήριξη μικρών παραγωγικών επενδύσεων σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο. Με τον τρόπο αυτό θα μπορούσαν να διοχετευθούν μικρά, αρχικά, κεφάλαια κίνησης για τη στήριξη π.χ. των νέων αγροτών, που επιστρέφουν στην ύπαιθρο. Σ’ αυτούς θα έπρεπε να παραχωρηθούν, έναντι ελάχιστου ενοικίου, ανεκμετάλλευτες δημόσιες εκτάσεις γης,  καθώς και χαμηλότοκα δάνεια για την ανακαίνιση και συντήρηση παλαιών σπιτιών  στην επαρχία. Η διατήρηση «των κοινών»  αποτελεί πολύ κρίσιμο παράγοντα, όπως για παράδειγμα η διασφάλιση πόσιμου νερού, σπόρων και ζωικών ποικιλιών προσαρμοσμένων στη βιοποικιλότητα της κάθε περιοχής, η εξασφάλιση ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και η κάλυψη των αναγκών θέρμανσης από βιομάζα. Οι μικρές επενδύσεις που απαιτούνται για την υλοποίησή τους θα έπρεπε ν’ αποτελούν στόχο των μικροδανείων που θα δίνονται από τα πιστωτικά ιδρύματα, τα οποία θα αναλαμβάνουν και τις όποιες οικονομοτεχνικές ή άλλες μελέτες σκοπιμότητας απαιτούνται, διασφαλίζοντας έτσι την αξιοποίηση του κεφαλαίου και το υψηλό περιβαλλοντικό και κοινωνικό όφελος για κάθε τόπο.

Η κάλυψη των βασικών αναγκών θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί πέραν των αξιών χρήσης, αφενός μεν με τη θέσπιση ενός ελαχίστου εγγυημένου εισοδήματος για όλους  και αφετέρου με την ανάπτυξη δικτύων ανταλλακτικής οικονομίας, στη βάση των εναλλακτικών νομισμάτων. Το παράδειγμα του Δικτύου Ανταλλαγών και Αλληλεγγύης στη Μαγνησία, με την υιοθέτηση της Τοπικής Εναλλακτικής Μονάδας (TEM), αλλά και η ιδέα του εναλλακτικού νομίσματος «Οβολός» στην Πάτρα, αποτελούν δύο σημαντικά παραδείγματα τα οποία θα έπρεπε να ενισχυθούν και να διευρευνθούν. Στην ουσία, πρόκειται για συστήματα μέτρησης της ανταλλακτικής αξίας των προϊόντων και των υπηρεσιών, όπου ο καθένας, κάνοντας χρήση κουπονιών ή πιστωτικών μονάδων, μπορεί να παρέχει και να λαμβάνει υπηρεσίες και προϊόντα, παραμερίζοντας το εμπορικό κύκλωμα που ανεβάζει κατακόρυφα την  αξία των εμπορευμάτων.

Να θυμίσουμε  πως περίπου έξι εκατομμύρια Αργεντινοί κατόρθωσαν να επιβιώσουν χωρίς λεφτά, όταν χρεοκόπησε η Αργεντινή το 2001 και τέθηκε πλαφόν στις τραπεζικές αναλήψεις υπό την καθοδήγηση του ΔΝΤ, χάρη στην αλληλέγγυα οικονομία και στο δίκαιο ανταλλακτικό εμπόριο, στις τοπικές  αγορές απευθείας διάθεσης τροφής από τον παραγωγό στον καταναλωτή και στα εναλλακτικά νομίσματα. Διακόσια εκατομμύρια κοινωνικά χαρτονομίσματα κυκλοφόρησαν τότε στις 800 λέσχες ανταλλαγής προϊόντων, με αποτέλεσμα να λειτουργήσει μια αναπάντεχα σωτήρια οικονομία, η οποία αντιμετώπισε  σε μεγάλο βαθμό την ανεργία και τη φτώχεια. Αυτά θα πρέπει να ληφθούν υπόψη απ’ όσους σήμερα, ελαφρά τη καρδία, προτείνουν την πτώχευση και τη μη αποπληρωμή του χρέους, με παράδειγμα την Αργεντινή, ως πανάκεια για τη σωτηρία της χώρας, όταν γνωρίζουμε όλοι σε ποιο επίπεδο παρασιτισμού, παραγωγικής αποδιάρθρωσης και αφασίας βρίσκεται η ελληνική κοινωνία, τόσο στην επαρχία όσο και στα μεγάλα αστικά κέντρα.

Η στροφή επίσης της παραγωγής στην κάλυψη των τοπικών αναγκών θα έπρεπε ν’ αποτελεί τη  βασική προτεραιότητα μιας διαδικασίας παραγωγικής αναδιάρθρωσης, θέτοντας ως στόχο την όσο το δυνατόν μεγαλύτερη κάλυψη των αναγκών κάθε τόπου σε τοπικό επίπεδο, αλλά και την ελαχιστοποίηση των περιβαλλοντικών επιβαρύνσεων, προωθώντας ένα μοντέλο μηδενικών αποβλήτων, που αξιοποιεί την εκροή μιας παραγωγικής ή καταναλωτικής δραστηριότητας ως εισροή σε μια άλλη –π.χ. χρήση οργανικών αποβλήτων ως λίπασμα σε ένα κτήμα, ή για τη θέρμανση των δημόσιων κτηρίων ενός τόπου. Μια τέτοια στροφή θα απαιτούσε, φυσικά, ένα ριζικά διαφορετικό καταναλωτικό πρότυπο ζωής και άλλο σύστημα αξιών, που πολύ απέχει από το σημερινό καταστροφικό και αλλοτριωτικό πρότυπο.

Η μάχη κατά των ιδιωτικοποιήσεων ιδίως των φυσικών πόρων (νερού, βιοποικιλότητας κ.λπ.) και της δημόσιας περιουσίας, με στόχο την περαιτέρω κοινωνικοποίησή τους, η ανάπτυξη μορφών αλληλέγγυας και συνεταιριστικής  οικονομίας, μαζί με τη διατήρηση της  γλώσσας και τη γνώση της ιστορικής μας διαδρομής, αποτελούν την τελευταία  γραμμή άμυνας του λαού μας στην επαπειλούμενη χρεοκοπία και στην εθνική συρρίκνωση που προωθεί το Μνημόνιο, οι νέοθωμανοί και η  πολιτική-οικονομική ελίτ της χώρας.

Ρήξη φ. 73

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ