η απάντηση (;!) του υπουργού
Ο Υπουργός Πολιτισμού προς την εν Αθήναις Αρχαιολογική Εταιρεία, 19 Φεβρουαρίου 2001, Α. Π. 1380:
Έλαβα την με σημερινή ημερομηνία επιστολή σας με την οποία επιχειρείται να δοθεί απάντηση στα ερωτήματα που έθεσα με την από 9.02.2001 (Α. Π. 984) επιστολή μου σχετικά με την κατασκευή του Ολυμπιακού Κωπηλατοδρομίου στο Σχοινιά.
Σας ευχαριστώ καταρχάς για τον κόπο στον οποίο υποβληθήκατε να συντάξετε ένα τόσο εκτενές κείμενο που έθεσα ήδη υπόψη των αρμοδίων υπηρεσιών του Υπουργείου Πολιτισμού, οι οποίες –όπως πολύ καλά γνωρίζετε– είναι στελεχωμένες με δόκιμους επιστήμονες.
Άλλωστε μέριμνα και υποχρέωσή μου ως Υπουργού Πολιτισμού είναι να προστατεύω, στο πλαίσιο των νόμων του κράτους, την πολιτιστική κληρονομιά με βάση τα πορίσματα της επιστήμης. Για το λόγο αυτό οφείλω, αλλά και επιθυμώ, να εξετάζω συστηματικά και “κατ’ αντιμωλίαν” τα επιχειρήματα που κομίζονται στη σχετική συζήτηση.
Παρακαλώ λοιπόν την εν Αθήναις Αρχαιολογική Εταιρεία δια του Προέδρου, του Αντιπροέδρου και του Γενικού Γραμματέα της να προσέλθει σε συνάντηση μαζί μου την Πέμπτη 22 Φεβρουαρίου και ώρα 19:00 στο Υπουργείο Πολιτισμού. Στη συνάντηση θα παραστούν αρμόδια στελέχη της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας και επιστήμονες – μέλη των γνωμοδοτικών οργάνων του ΥΠΠΟ από τους οποίους ζήτησα να βοηθήσουν στην αναζήτηση της σχετικής επιστημονικής τεκμηρίωσης.
Θεωρώ όμως αναγκαίο να σημειώσω ευθύς αμέσως τα εξής τόσο ως προς το ύφος όσο και ως προς την ουσία των όσων διατυπώνονται στην επιστολή σας:
1. Αποδίδω ιδιαίτερο βάρος σε μία επιστολή που υπογράφεται από δύο μέλη της Ακαδημίας Αθηνών και έναν επίτιμο Γενικό Έφορο Αρχαιοτήτων και απευθύνεται στον Υπουργό Πολιτισμού. Για το λόγο αυτό με ξένισαν ιδιαιτέρως δύο στοιχεία: πρώτον, ο ειρωνικός τόνος που υπάρχει σε πολλά σημεία με αποκορύφωμα την παραπομπή στο βιβλίο της Ιστορίας της Δ’ Δημοτικού. Ελπίζω να μην αδικώ τις υφολογικές επιλογές του συντάκτη της επιστολής, αλλά φοβούμαι ότι αυτές είναι παρεξηγήσιμες. Δεύτερον, η συνεχής μίξη επιστημονικών (αρχαιολογικών και ιστορικοφιλολογικών) και ιδεολογικών στοιχείων. Από την ανάγνωση του κειμένου δεν είναι, κατά την άποψή μου, σαφές αν το βαρύνον και τελικό επιχείρημά σας είναι αρχαιολογικό και ιστορικοφιλολογικό ή συναισθηματικό, συμβολικό και ιδεολογικό. Σέβομαι όλες τις φορτίσεις αυτού του τύπου, αλλά η διαχείριση των συμβόλων και της ιδεολογίας είναι ζήτημα πολιτικό και όχι επιστημονικό. Καθήκον και αποστολή της επιστήμης είναι –ελπίζω ότι συμφωνούμε όλοι επ’ αυτού– η τεκμηρίωση (όπου αυτό είναι δυνατό) ή η ανατροπή (όπου αυτό είναι επιβεβλημένο) των κοινών αντιλήψεων, θεωρώ συνεπώς αναγκαίο να υπάρξει μια συζήτηση μεταξύ μας προκειμένου να μπορέσω να διαχωρίσω τα επιστημονικά από τα ιδεολογικά και συναισθηματικά στοιχεία της επιστολής σας που αποτυπώνονται και στον έντονα συνθηματικό κολοφώνα της. Αν και εγώ είμαι ο πολιτικός και εσείς οι επιστήμονες, δεν θα αποδεχθώ αυτή τη μέθοδο.
2. Στο ερώτημά μου γιατί η ιστορικοφιλολογική και αρχαιολογική αντίδραση διατυπώνεται για πρώτη φορά τώρα, ενώ είναι γνωστό από το 1996 ότι το Κωπηλατοδρόμιο θα κατασκευαστεί στο Σχοινιά, μου απαντάτε ότι η Αρχαιολογική Εταιρεία δεν αντέδρασε γιατί περίμενε ότι αυτό θα γίνει από την Αρχαιολογική Υπηρεσία ή το ίδιο το Κ.Α.Σ. Επιτρέψτε μου να πω ότι αυτό είναι επικοινωνιακό σόφισμα που δεν συνάδει προς το επίπεδο της μεταξύ μας συζήτησης.
3. Στο ερώτημά μου για το γεγονός πως η κρίσιμη περιοχή δεν έχει κηρυχθεί ούτε αρχαιολογικός χώρος ούτε ζώνη προστασίας, η τελική απάντησή σας είναι ότι οι ιστορικοί τόποι έχουν την αξία τους αφ’ εαυτών και όχι λόγω της κήρυξής τους. Φοβούμαι ότι αυτή η απάντηση αποτελεί “λήψη του ζητουμένου”, δηλαδή και πάλι σόφισμα, θα μπορούσατε να μου πείτε ότι υπήρξε παράλειψη των αρμοδίων υπηρεσιών και των κατά καιρούς προϊσταμένων τους, προφανώς όμως δεν θέλετε να αναλάβετε την ευθύνη μιας τέτοιας παράλειψης– αν υπήρξε.
4. Στο ερώτημα μου για το γεγονός ότι λειτουργεί από το 1953 αεροδρόμιο στην ίδια ακριβώς περιοχή, η απάντηση είναι ότι αυτό δεν είναι τόσο βλαπτικό όσο η κατασκευή του κωπηλατοδρομίου. Αν όμως το ζητούμενο είναι η προστασία της αυθεντικότητας και της ακεραιότητας του τοπίου, η απάντηση αυτή είναι ακατανόητη ή έστω αντιφατική.
5. Σήμερα, πλέον, όπως πολύ καλύτερα από εμένα γνωρίζετε, η αρχαιολογική έρευνα υποστηρίζεται από πλήθος φυσικών, θετικών και τεχνικών επιστημών που καλούνται να ελέγξουν και να επιβεβαιώσουν ή να απορρίψουν ιστορικο-φιλολογικές υποθέσεις εργασίας (ιδίως εκεί όπου δεν υπάρχουν αρχαιολογικά ευρήματα). Στο πλαίσιο αυτό ζήτησα από το μέλος του Κ.Α.Σ., καθηγητή της Γεωλογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών κ. Ηλ. Μαριολάκο να μου διατυπώσει τη γνώμη του καθώς έχει πραγματοποιήσει σε ανύποπτο χρόνο (από το 1981) πολλές διεθνείς ιστορικογεωλογικές έρευνες στην περιοχή του Μαραθώνα. Ο Καθηγητής Μαριολάκος με πληροφόρησε πως, κατά τα πορίσματα του που έχει ανακοινώσει σε διάφορες επιστημονικές συναντήσεις, η περιοχή στην οποία πρόκειται να κατασκευαστεί το κωπηλατοδρόμιο έχει προέλθει από μεταγενέστερες προσχώσεις και ότι κατά την περίοδο της Μάχης του Μαραθώνος εκεί βρισκόταν η θάλασσα. Ο κ. Μαριολάκος θα είναι παρών στην συνάντηση και θα παρουσιάσει τα πορίσματά του.