659
Μια πανεθνική συγκέντρωση πολιτικών συμβούλων συνεκλήθη το 1990 στο Σαν Φραντσίσκο, με βασικό αντικείμενο τη βελτίωση των τεχνικών στις πολιτικές εκστρατείες. Ανάμεσα στα μεγάλα θέματα εργασίας όπως το “Αγοράζοντας τα Μέσα” και “Αντιπολιτευτική Έρευνα”, ήταν και ένα επάνω στο “Εισπράττοντας χρήματα από την Εβραϊκή Κοινότητα”. Καμία άλλη εθνική ή θρησκευτική ομάδα δεν αναφέρθηκε με αυτό τον τρόπο.
Αν και οι Αμερικανο-Εβραίοι είναι σχετικά ευκατάστατοι, εντούτοις εκπροσωπούν ένα μικρό μέρος του αμερικανικού πλούτου, και πολλοί απ’ αυτούς, ασφαλώς, είναι φτωχοί. Το ιδιαίτερο ενδιαφέρον όσων αναζητούν οικονομική στήριξη αντανακλά το γεγονός ότι οι Εβραίοι συνεισφέρουν ένα πολύ μεγαλύτερο μέρος από το εισόδημά τους σε πολιτικές εκστρατείες από όσα οι μη Εβραίοι που διαθέτουν ανάλογη οικονομική δυνατότητα. Αν και είναι δύσκολο να συγκεντρωθούν ακριβή στοιχεία, εκτιμάται ότι οι Εβραίοι –με λιγότερο από το 3% του πληθυσμού– συνεισφέρουν από ένα τέταρτο έως ένα τρίτο του συνόλου των χρημάτων που συλλέγονται σε όλες τις μεγάλες πολιτικές εκστρατείες. Αυτό είναι μόνο μια έκφραση της εξαιρετικής πολιτικής συμμετοχής των Αμερικανο-Εβραίων, οι οποίοι επίσης ψηφίζουν και συμμετέχουν σε πολιτικά δραστήριες οργανώσεις σε μεγαλύτερο ποσοστό από κάθε άλλη ομάδα.
Η πολύ γνωστή και μακρόχρονη απεργία των δασκάλων της Νέας Υόρκης, το 1968, είχε ειδωθεί σαν αγώνας μεταξύ των Μαύρων και των Εβραίων. Η επιβολή των ποσοστώσεων (πρόκειται για ποσοστώσεις ενίσχυσης της συμμετοχής των μειονοτήτων στο εκπαιδευτικό σύστημα), έχει αυξήσει τα εβραϊκά αμυντικά ανακλαστικά. Η εμφάνισή τους ως δικαίωμα των μαύρων και άλλων αδικημένων ομάδων μπορεί να ειδωθεί σαν αλλαγή της φύσης μιας προσανατολισμένης στην επιτυχία Αμερικής, καθώς τοποθετεί τα δικαιώματα των ομάδων πάνω από τα δικαιώματα του ατόμου.
Οι μαύροι πολιτικοί υποψήφιοι, σε πόλεις όπως το Λος Άντζελες, το Σικάγο, η Φιλαδέλφεια και η Νέα Υόρκη, έχουν πάρει τα τελευταία χρόνια ένα χαρακτηριστικά μεγαλύτερο ποσοστό ψήφων από Εβραίους από οποιαδήποτε άλλη ομάδα λευκών, εκτός του ακαδημαϊκού χώρου. Αυτή η κατάσταση αντιστράφηκε μερικώς κατά τις δημοτικές εκλογές του 1993 στη Νέα Υόρκη, όταν τα exit polls έδειξαν ότι ο ρεπουμπλικανός Ρούντολφ Τζουλιάνι πήρε το 68% των ψήφων των Εβραίων, κατά τη νίκη του επί του Ντέιβιντ Ντίνκινς, του μαύρου πρώην δημάρχου της πόλης. Αυτό αποτέλεσε μια συνέχεια της αντιπαράθεσης μεταξύ Εβραίων και Μαύρων στο Κράουν Χέιτς, κατά την οποία, κατά την γνώμη πολλών παρατηρητών, ο δήμαρχος Ντίνκινς δεν είχε προωθήσει δυναμικά την προστασία των Εβραίων. Οι Εβραίοι, στηρίζοντας τον Τζουλιάνι εξέφρασαν την ανησυχία τους για την εγκληματικότητα στην πόλη. Εξαιτίας αυτών των παραγόντων, η αίσθηση της κοινής μοίρας με τους μαύρους δείχνει να έχει κάπως αμβλυνθεί μεταξύ ευρέων στρωμάτων του εβραϊκού πληθυσμού.
Αν και οι Αμερικανο-Εβραίοι είναι σχετικά ευκατάστατοι, εντούτοις εκπροσωπούν ένα μικρό μέρος του αμερικανικού πλούτου, και πολλοί απ’ αυτούς, ασφαλώς, είναι φτωχοί. Το ιδιαίτερο ενδιαφέρον όσων αναζητούν οικονομική στήριξη αντανακλά το γεγονός ότι οι Εβραίοι συνεισφέρουν ένα πολύ μεγαλύτερο μέρος από το εισόδημά τους σε πολιτικές εκστρατείες από όσα οι μη Εβραίοι που διαθέτουν ανάλογη οικονομική δυνατότητα. Αν και είναι δύσκολο να συγκεντρωθούν ακριβή στοιχεία, εκτιμάται ότι οι Εβραίοι –με λιγότερο από το 3% του πληθυσμού– συνεισφέρουν από ένα τέταρτο έως ένα τρίτο του συνόλου των χρημάτων που συλλέγονται σε όλες τις μεγάλες πολιτικές εκστρατείες. Αυτό είναι μόνο μια έκφραση της εξαιρετικής πολιτικής συμμετοχής των Αμερικανο-Εβραίων, οι οποίοι επίσης ψηφίζουν και συμμετέχουν σε πολιτικά δραστήριες οργανώσεις σε μεγαλύτερο ποσοστό από κάθε άλλη ομάδα.
Η πολύ γνωστή και μακρόχρονη απεργία των δασκάλων της Νέας Υόρκης, το 1968, είχε ειδωθεί σαν αγώνας μεταξύ των Μαύρων και των Εβραίων. Η επιβολή των ποσοστώσεων (πρόκειται για ποσοστώσεις ενίσχυσης της συμμετοχής των μειονοτήτων στο εκπαιδευτικό σύστημα), έχει αυξήσει τα εβραϊκά αμυντικά ανακλαστικά. Η εμφάνισή τους ως δικαίωμα των μαύρων και άλλων αδικημένων ομάδων μπορεί να ειδωθεί σαν αλλαγή της φύσης μιας προσανατολισμένης στην επιτυχία Αμερικής, καθώς τοποθετεί τα δικαιώματα των ομάδων πάνω από τα δικαιώματα του ατόμου.
Οι μαύροι πολιτικοί υποψήφιοι, σε πόλεις όπως το Λος Άντζελες, το Σικάγο, η Φιλαδέλφεια και η Νέα Υόρκη, έχουν πάρει τα τελευταία χρόνια ένα χαρακτηριστικά μεγαλύτερο ποσοστό ψήφων από Εβραίους από οποιαδήποτε άλλη ομάδα λευκών, εκτός του ακαδημαϊκού χώρου. Αυτή η κατάσταση αντιστράφηκε μερικώς κατά τις δημοτικές εκλογές του 1993 στη Νέα Υόρκη, όταν τα exit polls έδειξαν ότι ο ρεπουμπλικανός Ρούντολφ Τζουλιάνι πήρε το 68% των ψήφων των Εβραίων, κατά τη νίκη του επί του Ντέιβιντ Ντίνκινς, του μαύρου πρώην δημάρχου της πόλης. Αυτό αποτέλεσε μια συνέχεια της αντιπαράθεσης μεταξύ Εβραίων και Μαύρων στο Κράουν Χέιτς, κατά την οποία, κατά την γνώμη πολλών παρατηρητών, ο δήμαρχος Ντίνκινς δεν είχε προωθήσει δυναμικά την προστασία των Εβραίων. Οι Εβραίοι, στηρίζοντας τον Τζουλιάνι εξέφρασαν την ανησυχία τους για την εγκληματικότητα στην πόλη. Εξαιτίας αυτών των παραγόντων, η αίσθηση της κοινής μοίρας με τους μαύρους δείχνει να έχει κάπως αμβλυνθεί μεταξύ ευρέων στρωμάτων του εβραϊκού πληθυσμού.
* Απόσπασμα από το βιβλίο των Seymour Martin Lipset και Earl Raab, Jews and the New American Scene, Harvard University Press, Κέμπριτζ, 1995.
Μετάφραση: Βαγγέλης Πατσός