Αρχική » Στίβεν Μπάνον: Tο σκοτεινό άστρο του Ντόναλντ Τραμπ

Στίβεν Μπάνον: Tο σκοτεινό άστρο του Ντόναλντ Τραμπ

από Άρδην - Ρήξη

Ποιος είναι ο άνθρωπος που εγκαταστήθηκε τον Ιανουάριο του 2017, στον Λευκό Οίκο με την ιδιότητα του στρατηγικού συμβούλου και καθαιρέθηκε στις αρχές Απριλίου. Το πρώην στέλεχος της Γκόλντμαν Σακς που μεταβλήθηκε σε δεινό πολέμιο των ελίτ.

του Ζιλ Παρί, ανταποκριτή της Μοντ στην Ουάσιγκτον δημοσιεύτηκε στο Άρδην τ. 106

Στις φωτογραφίες που τον απαθανάτισαν κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας, φαίνεται ένα σώμα ογκώδες που αποπνέει τη βαρύτητα ενός σκοτεινού άστρου, φευγαλέο και σιωπηλό. Σε μια συνέντευξη στο περιοδικό Χόλιγουντ Ριπόρτερ –τη μοναδική που έδωσε μετά την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ, στις 8 Νοεμβρίου–, ο Στίβεν Μπάνον διεκδίκησε αυτή την αποφυγή της δημοσιότητας. «Το σκοτάδι είναι καλό», είπε, πριν το αποδείξει με παράδειγμα, αναφερόμενος στον Ντικ Τσέινι (αντιπρόεδρο του Τζωρτζ Μπους), τον «Νταρθ Βέιντερ» και τον «Σατανά». Με λίγα λόγια, όλα αυτά που θεωρεί ότι μπορούν να τρελάνουν την αγέλη των μοδάτων και υγιώς σκεπτόμενων δημοσιογράφων. Δεν είναι τυχαίο ότι, για τέσσερα χρόνια, διηύθυνε την πολεμική ιστοσελίδα, Breitbart News.
Ωστόσο, είναι πιο εύκολο να πει κανείς τι δεν είναι ο Στίβεν Μπάνον, παρά το αντίθετο. Ο άνθρωπος που θα εγκατασταθεί, τον Ιανουάριο του 2017, στον Λευκό Οίκο, με την ιδιότητα του στρατηγικού συμβούλου, δεν εξελέγη ποτέ. Δεν έχει ασκήσει ποτέ δημόσια αξιώματα. Δεν είναι καν ένας παραδοσιακός ρεπουμπλικανός. Στην πραγματικότητα, στους κόλπους του Μεγάλου Παλαιού Κόμματος δεν υπάρχει «λενινιστικό ρεύμα» –ή αυτό διέλαθε της προσοχής όλων– αλλά ο πυροδότης διεκδίκησε αυτόν τον χαρακτηρισμό το 2013, στη διάρκεια μιας συνομιλίας με έναν δημοσιογράφο της εφημερίδας Ντέιλι Μπιστ. Άλλη μία πρόκληση.

«Ο πιο επικίνδυνος πολιτικός παράγων της Αμερικής»

Είναι πιο εύκολο, επίσης, να πούμε τι δεν είναι πια. Ο Στίβεν Μπάνον γεννήθηκε το 1953, σε μια δημοκρατική οικογένεια στο Νόρφολκ της Βιρτζίνιας. Μετά την αποφοίτησή του, εντάσσεται στο Πολεμικό Ναυτικό και πλέει στον Περσικό Κόλπο κατά τη διάρκεια της κρίσης με τους ομήρους στο Ιράν (1979-1981). Εξοργισμένος από αυτό που αντιλαμβάνεται ως αδυναμία του Δημοκρατικού προέδρου Τζίμι Κάρτερ, γίνεται οπαδός του Ρέιγκαν πριν ακόμη και από την εκλογή του κυβερνήτη της Καλιφόρνιας, το 1980, όπως ο ίδιος αφηγήθηκε στο πρώτο σημαντικό πορτρέτο που του είχε αφιερώσει το Μπλούμπεργκ, τον Οκτώβριο του 2015, κατά την έναρξη της προεκλογικής εκστρατείας. Τίτλος του άρθρου; «Αυτός ο άνθρωπος είναι ο πιο επικίνδυνος πολιτικός παράγων της Αμερικής». Προφανώς, τον λάτρεψε τον τίτλο.
Ωστόσο, ο δημόσιος κίνδυνος συγχρωτίστηκε με τις ελίτ. Πράγματι, εγκατέλειψε γρήγορα το Πολεμικό Ναυτικό για την Οικονομική Σχολή του Χάρβαρντ, η οποία του άνοιξε τις πόρτες της Γκόλντμαν Σακς, το 1983. Βάζει για τα καλά πόδι σε ένα θέατρο επιχειρήσεων ιδανικό για την πολεμοχαρή ιδιοσυγκρασία του. Η περίοδος προσφέρεται όντως για επιδρομές μετοχών και εχθρικές εξαγορές. Μετά από κάποια χρόνια σκληρής δουλειάς, ο Στίβεν Μπάνον ξεκινά δική του επιχείρηση, στο Χόλιγουντ, ως σύμβουλος για ισχυρές ομάδες επικοινωνίας.


Πλουτίζοντας από τα δικαιώματα του «Seinfeld»

Γίνεται, επίσης, παραγωγός ταινιών, συγκεκριμένα της ταινίας The Indian Runner (Ο Ινδιάνος δρομέας), του ελάχιστα ρεπουμπλικανού Σων Πεν, το 1991. Απρόβλεπτος, ο επιχειρηματίας ενδιαφέρεται εξίσου για τη «Βιόσφαιρα 2», το σχέδιο δημιουργίας ενός οικοσυστήματος ξεκομμένου από τον κόσμο, στην Αριζόνα, όσο και για την προώθηση στην αγορά, λίγο αργότερα, ενός ρινικού σπρέι. Και οι δύο αυτές περιπέτειες θα καταλήξουν σε αποτυχία.
Έχοντας πλουτίσει από τα δικαιώματα –που του παραχώρησε ο ιδρυτής του CNN, Τεντ Τέρνερ, ως αμοιβή για μια εργασία συμβούλου– της τηλεοπτικής σειράς Seinfeld, που θα γίνει πολύ δημοφιλής, και από την πώληση της εταιρείας του, Bannon & Co, στη Société Générale, το 1998, στρέφεται προς την παραγωγή στρατευμένων ταινιών. Πάνω στο ρηγκανικό βάθρο του, δύο κρίσεις θα συμβάλουν στην ωρίμανση των προσανατολισμών του: Οι επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 του επιβεβαιώνουν την αντίληψή του περί της «σύγκρουσης των πολιτισμών», όπως τη θεωρητικοποίησε ο Σάμιουελ Χάντιγκτον. Η οικονομική κρίση του 2008, η οποία πλήττει ιδιαίτερα τον πατέρα του, συνταξιούχο μιας τηλεφωνικής εταιρείας, παροξύνει τη δυσαρέσκειά του απέναντι σε αυτό που αντιλαμβάνεται ως συμπαιγνία ανάμεσα στους τραπεζίτες και τους πολιτικούς ιθύνοντες εις βάρος ενός εξαπατημένου λαού. Αυτοί οι δύο άξονες θα βρεθούν αργότερα στην καρδιά του πολιτικού σχεδιασμού του.
Στις 15 Ιουλίου 2011, μια ταινία για τη Σάρα Πέιλιν, σκηνοθετημένη από τον Στίβεν Μπάνον, προβάλλεται σε λίγες κινηματογραφικές αίθουσες. The Undefeated («Η αήττητη») αποτελεί την πρώτη ενεργό πολιτική δέσμευσή του. Πρόθεσή του είναι να προωθήσει την υποψηφιότητα, για τις προεδρικές εκλογές του 2012, της πρώην κυβερνήτη της Αλάσκας. Συνυποψήφια του Τζων Μακ Κέιν, το 2008, για την αντιπροεδρία, έχει επιβληθεί σαν μια φωνή του σχεδόν εξεγερσιακού κινήματος Tea Party, το οποίο πιέζει ασφυκτικά το ρεπουμπλικανικό κατεστημένο μετά την κρίση των στεγαστικών δανείων.


Διάδοχος του Άντριου Μπρέιτμπαρτ

Η πολιτική επιτυχία θα είναι περιορισμένη, δεδομένου ότι η Σάρα Πέιλιν θα παραιτηθεί από την υποψηφιότητά της τρεις μήνες αργότερα, και η απήχηση της ταινίας υπήρξε πολύ μικρή – για να μη μιλήσουμε για τα έσοδά της. Η σχεδόν δίωρη αγιογράφηση μάς δίνει μια ιδέα για το στυλ Μπάνον. Είναι ευφημισμός να πούμε ότι δεν έχει αποχρώσεις. Οι μονομερείς μαρτυρίες εναλλάσσονται με σκηνές σε αργή κίνηση επικεντρωμένες στην εκλεκτή, που υποστηρίζονται από ατελείωτα μουσικά κρεσέντο. Αποσπάσματα από ντοκιμαντέρ άγριας ζωής υποστηρίζουν κάποια επεισόδια της εποποιίας. Η Σάρα Πέιλιν δέχεται επίθεση από Ρεπουμπλικανούς και Δημοκρατικούς ταυτόχρονα; Δύο λέαινες εμφανίζονται, η μία από τα δεξιά της οθόνης, η άλλη από τα αριστερά, σε μια σκηνή που τελειώνει με τραγικό τρόπο για τη λεία τους.
Ανάμεσα στους υπερσυντηρητικούς δικηγόρους που εμφανίζονται διαδοχικά στην οθόνη, για να υπερασπίσουν την πρώην κυβερνήτρια, υπάρχει ένας που τραβάει την προσοχή με την αποφασιστικότητά του: ο Άντριου Μπρέιτμπαρτ, σε πόλεμο και αυτός με τη ρεπουμπλικανική ηγεσία, την οποία κατηγορεί για υποταγή στη φιλελεύθερη ιδεολογία (με την αγγλοσαξονική έννοια του όρου). Ενάντια στη δεξιά και την αριστερά, με αυτήν τη σειρά. Ο Στίβεν Μπάνον συνδέθηκε με τον κατά δεκαπέντε χρόνια νεώτερό του σε αυτή την ιδεολογική βάση. Τον διαδέχεται ως διευθυντής μιας ιστοσελίδας σκουπιδοπληροφόρησης που φέρει το όνομα του φυλλαδιογράφου, όταν ο τελευταίος κεραυνοβολείται από καρδιακή προσβολή, το 2012, σε ηλικία 43 ετών. Ο Στίβεν Μπάνον παίρνει τη σκυτάλη, κατηγορώντας τα ρεπουμπλικανικά στελέχη του Κογκρέσου για δειλία. Παίρνει το κεφάλι του ηγέτη της πλειοψηφίας στη Βουλή των Αντιπροσώπων, Έρικ Κάντορ, το 2014, κατά τη διάρκεια προκριματικών εκλογών, και στη συνέχεια του προέδρου της Βουλής, Τζων Μπένερ, το 2015. Φέτος έχει επικηρύξει τον διάδοχό του, Πωλ Ράιαν.
Το Μπέιτμπαρτ Νιούζ είναι το ίδιο δύσκολο να χαρακτηριστεί όπως και το αφεντικό του, πέρα από τις δεξιές διαμάχες που προκαλεί η ιστοσελίδα, σύμφωνα με το δόγμα της «μη υγιούς σκέψης» που έχει γίνει το ίδιο καταναγκαστικό, όσο και το πολιτικά ορθό που καταγγέλλει. Έτσι, εύκολα μπορεί να κατηγορήσει κανείς τον Στίβεν Μπάνον για αντισημιτισμό και αντιφεμινισμό. Μια απόπειρα που ο Τζωρτζ Χόλει, καθηγητής πολιτικών επιστημών στο Πανεπιστήμιο της Αλαμπάμας και ειδικός στην εναλλακτική δεξιά –αυτήν τη νέα μεταμφίεση της αμερικανικής άκρας δεξιάς, που εκστρατεύει κάτω από το λάβαρο του Μπρέιτμπάρτ–, θεωρεί ότι πρέπει να ανασκευαστεί. «Είναι πάνω απ’ όλα εθνικιστής», διαβεβαιώνει. «Για παράδειγμα, είναι υπέρ του περιορισμού της μετανάστευσης, αλλά όχι υπέρ της εκδίωξης κάθε μη αμερικανικού πληθυσμού, πράγμα που υποστηρίζουν οι οπαδοί της λευκής υπεροχής. Αυτός ενδιαφέρεται επίσης για την οικονομία, ενώ η εναλλακτική δεξιά αδιαφορεί».

Η αντεκδίκηση μετά την Πέιλιν

Τον Αύγουστο του 2015, σύμφωνα με τη μαρτυρία, που δημοσιεύτηκε στο Ντέιλι Μπιστ, της Τζούλιας Τζόουνς, μιας σεναριογράφου που είχε εργαστεί σε πολλές από τις ταινίες του, ο Στίβεν Μπάνον της εμπιστεύθηκε ειρωνικά ότι είχε γίνει ο «διευθυντής φάντασμα» της προεκλογικής εκστρατείας του μεγιστάνα των κτηματομεσιτικών επιχειρήσεων, Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος είχε ξεκινήσει δύο μήνες νωρίτερα την κούρσα για το χρίσμα των Ρεπουμπλικανών. Τέσσερα χρόνια μετά την αποτυχία της Πέιλιν, ο διευθυντής του Μπέιτμπαρτ Νιουζ νιώθει ότι μπορεί ίσως να πάρει την εκδίκησή του. Μαζί με τον δισεκατομμυριούχο θα πολλαπλασιάσει τις συνεντεύξεις που μεταδίδονται από το ραδιόφωνο και θα μετατρέψει την ιστοσελίδα του σε μηχανή υποστήριξης του Τραμπ, παραμερίζοντας κάθε διαφωνούντα. Ένα χρόνο αργότερα, στις 17 Αυγούστου 2016, ενώ ο Ντόναλντ Τραμπ σημειώνει τα χαμηλότερα ποσοστά στις δημοσκοπήσεις, αυτός γίνεται επισήμως διευθυντής της προεκλογικής εκστρατείας του, με την πεποίθηση ότι ο Τραμπ θα παραμείνει Τραμπ. Γνωρίζουμε τη συνέχεια.
Έχει έρθει η ώρα για ένα πολιτικό σχέδιο που εξέθεσε συνοπτικά στο Χόλιγουντ Ριπόρτερ, τον Νοέμβριο: δίπλα στις γνωστές ρεπουμπλικανικές κοινωνικές και πολιτικές ομάδες, να προστεθούν και τα τελευταία μπλε κολάρα της εργατικής τάξης που είχαν απομείνει στους Δημοκρατικούς, μέσω ενός επιθετικού οικονομικού παρεμβατισμού. Μια ρεπουμπλικανική μετάλλαξη που θα επιτρέψει στους ρεπουμπλικάνους, σύμφωνα με τον Μπάνον, «να κυβερνούν για πενήντα χρόνια». Για τους κλασικούς Ρεπουμπλικανούς, η εύρεση εργασίας εξαρτάται αποκλειστικά από την ατομική ευθύνη των απασχολούμενων. Για τον Μπάνον, όπως και για τον Τραμπ, η ιθαγένεια και ο σεβασμός των κανόνων προσφέρουν ένα είδος δικαιώματος. Για τους πρώτους, τους κλασικούς Ρεπουμπλικάνους, υπάρχουν θέσεις εργασίας στην Αμερική· για τους δεύτερους, υπάρχουν αμερικανικές θέσεις εργασίας», εξηγεί ο Χένρι Όλσεν, πολιτειολόγος στο Κέντρο Ηθικής και Δημόσιας Πολιτικής, μιας συντηρητικής δεξαμενής σκέψης της Ουάσιγκτον – μίας από τις λίγες που προέβλεψαν τη νίκη του Ντόναλντ Τραμπ καθώς και το ευνοϊκό status quo για τους Ρεπουμπλικανούς στη Γερουσία.


Τελευταία ταινία:«Ο Λαμπαδηφόρος»

Ο Στίβεν Μπάνον σκέφτεται επίσης τη δημιουργία μιας διεθνούς που θα συνδέει το νέο ρεπουμπλικανικό κόμμα που ονειρεύεται, με το γαλλικό Εθνικό Μέτωπο και το βρετανικό ευρωφοβικό κόμμα UKIP, όπως ο ίδιος υποστήριξε σε μια μακρά συνέντευξη, που αποκάλυψε η ιστοσελίδα BuzzFeed, την οποία είχε δώσει το 2014 σε έναν εμπιστευτικό όμιλο που έχει τη βάση του στο Βατικανό, το ινστιτούτο Dignitatis Humanae. Μια νέα «διεθνής», που θα πρέπει να απαντήσει στην πολιτιστική κρίση της Δύσης, όσο και στην απειλή του ισλαμοφασισμού.
Αυτή η κρίση υπήρξε και το θέμα της τελευταίας ταινίας που σκηνοθέτησε ο Στίβεν Μπάνον, Torchbearer («Ο Λαμπαδηφόρος»), και η οποία προβλήθηκε σε επιλεγμένο κοινό τον Οκτώβριο. Προβάλλει μια αμφιλεγόμενη προσωπικότητα της συντηρητικής αμερικανικής δεξιάς, τον Φιλ Ρόμπερτσον, αστέρι του ριάλιτι σόου, που ασχολείται με μια επιλεκτική προβολή ανθρώπινων τραγωδιών, με τη γαλλική επανάσταση, τον ναζισμό, τις καταστροφές της άμβλωσης ή τις φρικαλεότητες του Ισλαμικού Κράτους. Και έχει ως στόχο να προειδοποιήσει για τον κίνδυνο της εκκοσμίκευσης. Βίαιες εικόνες, ιλιγγιώδεις αφορισμοί, απόλυτη άρνηση της πολυπλοκότητας, το στυλ του ταιριάζει απόλυτα με εκείνο του σκηνοθέτη.
Είναι δύσκολο να προβλέψουμε τι θα γίνει με τον Στίβεν Μπάνον μετά τις 20 Ιανουαρίου. Στα χαρτιά, θα είναι το ίδιο σημαντικός για τον πρόεδρο όπως και ο Ρέινς Πρίμπους. Αυτό το χημικά καθαρό προϊόν του Μεγάλου Παλαιού Κόμματος διορίστηκε την ίδια ημέρα με τον Μπάνον, στις 13 Νοεμβρίου, ως υπεύθυνος προσωπικού του Λευκού Οίκου, μια θέση που συνδυάζει τις λειτουργίες του πρωθυπουργού και του διευθυντή του υπουργικού συμβουλίου. «Ισότιμοι εταίροι», διαβεβαίωσε το ανακοινωθέν που γνωστοποιούσε τον διορισμό τους. Η μηχανική της εξουσίας συνήθως ευνοεί τους απαράτσνικους εις βάρος των ιδεολόγων. Είναι λιγότερο κατηγορηματική σε ό,τι αφορά τους πολεμιστές.

www.lemonde.fr

Μετάφραση: Χρηστίνα Σταματοπούλου

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ