«Καλώς ήρθατε στο Λάσαρο Κάρντενας, ένα ασφαλές λιμάνι».
του Ladan Cher από το Άρδην τ. 98, Οκτώβριος-Δεκέμβριος 2014
Κ ανείς δεν μπορεί να αποφύγει τα πανό, αναρτημένα στις πύλες αυτής της μικρής πόλης, στα νότια του Μιτσοακάν, μιας πολιτείας στη δυτική ακτή του Μεξικού. Ωστόσο, το μήνυμα διατυπώνει περισσότερο μια ελπίδα παρά μια περιγραφή. Την ελπίδα να δει κανείς την περιοχή απελευθερωμένη από την απειλή που τη στοιχειώνει εδώ και χρόνια: την ανασφάλεια.
Περιτριγυρισμένο από άφθονες πηγές σιδήρου, το λιμάνι προσφέρει στα τοπικά εμπορεύματα μια ποικιλία θαλάσσιων οδών στον Ειρηνικό, ιδιαίτερα προς την Κίνα. Η πόλη Λάσαρο Κάρντενας (από το όνομα του Προέδρου που εθνικοποίησε το πετρέλαιο, το 1938) διαθέτει τις σημαντικότερες εγκαταστάσεις της δυτικής ακτής του Μεξικού, ενώ διάφορα έργα επέκτασης βρίσκονται υπό μελέτη. Από τις αρχές της δεκαετίας του 2000, το λιμάνι έχει πέσει στα χέρια των Ναϊτών Ιπποτών, ενός καρτέλ που λυμαίνεται την πολιτεία Μιτσοακάν. Τον Νοέμβριο 2013, μια συνδυασμένη επιχείρηση του στρατού και της ομοσπονδιακής αστυνομίας προσπάθησε να τους εκδιώξει. Από τότε, οι αρχές δηλώνουν ότι νίκησαν· όμως, οι κάτοικοι του Λάσαρο Κάρντενας είναι πιο επιφυλακτικοί.
Το εμπόριο χάλυβα δεν έρχεται αμέσως στο μυαλό όταν μιλάμε για τις εγκληματικές οργανώσεις. Ωστόσο, ο «πόλεμος κατά των ναρκωτικών», που ξεκίνησε ο πρώην Πρόεδρος Φελίπε Καλντερόν (2006-2012), υποχρέωσε τα καρτέλ να διαφοροποιήσουν τις δραστηριότητές τους. Για χρόνια, οι Ναΐτες Ιππότες είχαν χρησιμοποιήσει το λιμάνι Λάσαρο Κάρντενας ως κέντρο εισαγωγής κινεζικών χημικών προϊόντων που προορίζονταν για την παραγωγή μεθαμφεταμίνης. Η καταστροφή ενός μεγάλου μέρους των εργαστηρίων, όπου παρήγαν αυτή την ουσία, τούς ευαισθητοποίησε προς την ελκυστική προοπτική του σιδηρομεταλλεύματος. Απλή προσαρμογή του επιχειρηματικού τους μοντέλου, συνόψισε για μάς ο Κάρλος Τόρες, δημοσιογράφος που ειδικεύεται στο έγκλημα: «Οι Ναΐτες Ιππότες γνώριζαν καλά αυτή την περιοχή καθώς και τους μηχανισμούς εφοδιασμού σε σίδηρο, διαδικασία γενικώς παρόμοια με αυτή που είχαν θέσει σε εφαρμογή για τις χημικές ουσίες. Και σε αυτόν τον τομέα, το καρτέλ είχε εμπειρία χρόνων».
Ο έλεγχος του λιμανιού αποτελούσε μόνο ένα από τα στάδια της στρατηγικής των Ναϊτών Ιπποτών για να παγιωθούν στον μεταλλευτικό τομέα. Με έναν αποτελεσματικό συνδυασμό εκφοβισμού, διπλωματίας και διαφθοράς, εξασφάλισαν στη συνέχεια την υποστήριξη των υπαλλήλων που ήταν σε θέση να καλύπτουν τις δραστηριότητές τους, από την εξόρυξη του μεταλλεύματος στα βουνά, που περιβάλλουν το Λάσαρο Κάρντενας, μέχρι την αποστολή του με τα πλοία, περνώντας από τη μεταφορά από τα ορυχεία στην προβλήτα. Σύμφωνα με τον κ. Χάρα Σαλβαδόρ Γκερέρο (Θεσμικό Επαναστατικό Κόμμα, PRI), τον σημερινό κυβερνήτη του Μιτσοακάν, σχεδόν τα μισά ορυχεία αυτής της περιοχής είχαν περιέλθει στην εξουσία των Ναϊτών Ιπποτών, τη στιγμή του απόγειου της αυτοκρατορίας τους στον χάλυβα, το 2013. Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι έμποροι ναρκωτικών διηύθυναν οι ίδιοι τις εργασίες εξόρυξης. Στη διάρκεια μιας κινηματογραφημένης συνέντευξης με το βρετανικό ειδησεογραφικό κανάλι Channel 4, ο κ. Σερβάντο Γκόμες Μαρτίνες, ο ηγέτης του καρτέλ (φυγόδικος τώρα), περηφανεύεται ότι διαθέτει πολλούς Κινέζους πελάτες, οι οποίοι μεταπωλούσαν το μετάλλευμα του Μεξικού στη χώρα τους (εξασφαλίζοντας στο μεταξύ άφθονα κέρδη).
Οι Ναΐτες Ιππότες ευημερούσαν κάτω από τα βλέμματα των τοπικών δυνάμεων ασφαλείας, που έβλεπαν τις προσπάθειές τους να ελέγξουν το πρόβλημα να συντρίβονται στην γρανιτένια οργάνωση του καρτέλ: «Η αστυνομία επιτίθονταν στα φορτηγά του καρτέλ με όπλα, αλλά αυτό δεν έλυνε το πρόβλημα στην πηγή του», εξηγεί ο Τόρες, θεωρώντας ότι η αύξηση της αιματοχυσίας δεν θίγει την εξουσία των συμμοριών ούτε τη γειτνίασή τους με την πολιτική εξουσία. «Ακόμη και η αστυνομία δεν ήταν αξιόπιστη», μας εμπιστεύεται ο κυβερνήτης Χάρα Γκερέρο. Σύμφωνα με τον ίδιο, η διαφθορά στην κορυφή είχε καταστήσει εντελώς ανήμπορες τις τοπικές αρχές: «Μια στρατιωτική επιχείρηση ήταν η μόνη λύση».
Αυτή οργανώθηκε στις 4 Νοεμβρίου 2013. Σε διάστημα λίγων ημερών, πεζικό, ναυτικό και ομοσπονδιακή αστυνομία απομακρύνουν το σύνολο των λιμενικών αρχών και αναστέλλουν όλες τις δραστηριότητες εξόρυξης μεταλλευμάτων στην περιοχή. Από τότε, το λιμάνι βρίσκεται υπό στρατιωτικό έλεγχο: «Έχουμε δημιουργήσει ένα ασφαλές περιβάλλον μέσα στο οποίο μπορεί να ξαναρχίσει το νόμιμο εμπόριο χωρίς να υφίσταται τις απειλές του οργανωμένου εγκλήματος», λέει ο Χόρχε Λουίς Κρους Μπαλλάδο, ένας πρώην στρατηγός που είναι επικεφαλής των επιχειρήσεων. Ο κ. Σιλβέστρε Σαντοβάλ, ο οποίος εργάζεται στο λιμάνι εδώ και δέκα χρόνια, συμφωνεί: «Πλέον, οι άνθρωποι έχουν ξαναρχίσει να βγαίνουν στον δρόμο τη νύχτα. Μένουν στα μπαρ μέχρι αργά το βράδυ».
Για τους Ναΐτες Ιππότες, το ενδιαφέρον για τα ορυχεία αποδείχθηκε μια προσοδοφόρα επιχείρηση. Υπό την ηγεσία τους, οι εξαγωγές προς την Κίνα εκτοξεύθηκαν, περνώντας από 1,5 εκατομμύριο στα 4 εκατομμύρια τόνους, στην περίοδο 2012-2013 (μια πρόοδο που, από ειρωνεία της τύχης, συνέπεσε με την υπόσχεση του προέδρου Ενρίκε Πένια Νιέτο να μειώσει το εμπορικό έλλειμμα μεταξύ των δύο χωρών).
Θα πρέπει άραγε να χαιρετίσουμε αυτή την ώθηση στην ανάπτυξη; Το καρτέλ θα συμφωνούσε απολύτως. Ο αρχηγός τους Γκόμες, ο οποίος παρουσιάζεται σαν ένας Ρομπέν των Δασών, θεωρεί τον εαυτό του περισσότερο ευεργέτη παρά δολοφόνο. Αυτός που αποκαλείται επίσης «Tuta» («Δάσκαλος») διασχίζει τα χωριά σφίγγοντας το χέρι των πολιτών και μοιράζοντας χρήματα. Εμφανίζεται σε μια σειρά από βίντεο, που μοιάζουν με διαφημίσεις πολιτικής εκστρατείας, με σκοπό την προώθηση της δράσης των Ναϊτών Ιπποτών. Για παράδειγμα, τον Αύγουστο 2013, μιλάει σε ένα ημίωρο φιλμ που γυρίστηκε σε ένα δάσος. Περιτριγυρισμένος από ένοπλους κουκουλοφόρους, ο άνθρωπος αγορεύει: «Οι Ναΐτες Ιππότες είναι ένα αναγκαίο κακό. Βεβαίως, διαπράττουμε παράνομες πράξεις, αλλά σεβόμαστε τους ανθρώπους που εργάζονται σκληρά [και είμαστε εδώ για να] διαφυλάξουμε τα συμφέροντα των κατοίκων του Μιτσοακάν».
Σε συνέντευξή του στο βρετανικό Κανάλι 4, ο κ. Γκόμες προέβαλλε τον στόλο του και τη διεθνή πελατεία του για να παρουσιάσει τον εαυτό του σαν έναν ικανό επιχειρηματία και όχι ως εγκληματία… «Έχουν κερδίσει πολλά χρήματα και έχουν επιφέρει κάποια μορφή οικονομικής ανάπτυξης στην περιοχή του Μιτσοακάν, με τη δημιουργία θέσεων εργασίας στον τομέα της εξόρυξης», παραδέχεται ο Κάρλος Βιλάλτα, εγκληματολόγος στο Κέντρο Οικονομικής Έρευνας και Εκπαίδευσης (Centro de Investigación y Docencia Económicas). Πριν προσθέσει: «Αλλά για να ευδοκιμήσουν, τα καρτέλ πρέπει να παραβιάσουν τους νόμους και να διαφθείρουν την κρατική εξουσία. Με την πάροδο του χρόνου, το σύστημα αυτό αποδεικνύεται αυτοκαταστροφικό. Το καρτέλ είναι ταυτόχρονα ένα αρπακτικό και ένα παράσιτο που καταλήγει να υπονομεύει το κράτος».
Ένα κράτος που είναι πλέον σε μεγάλο βαθμό ανίκανο να παίξει τον ρόλο του στην καταπολέμηση του παράνομου εμπορίου. Άλλοι έρχονται να το αντικαταστήσουν. Στο βίντεο του Αυγούστου 2013, ο «Tuta» δικαιολογεί τη δράση του καρτέλ: «Κάποιος πρέπει να φροντίσει να ρυθμίζει το εμπόριο ναρκωτικών».
Η απαραίτητη συνύπαρξη
του Renaud Lambert, Δεκέμβριος 2014
Κ ράτος και εγκληματικές οργανώσεις είναι, άραγε, δομές που ανταγωνίζονται μεταξύ τους; Όχι απαραίτητα, απαντά ο Ραϊμόντο Καταντσάρο (Ιταλός κοινωνιολόγος, καθηγητής Πανεπιστημίου). Στρέφοντας το βλέμμα στην ιταλική Μαφία, ο πολιτικός επιστήμονας αναλύει τις συγκεκριμένες συνθήκες υπό τις οποίες μπορεί αυτή να πουλάει την προσφορά προστασίας: «Αν θέλουν να υποκαταστήσουν την κρατική εξουσία, ως εγγυητές της ιδιοκτησίας και της σωματικής ασφάλειας των ανθρώπων, αυτοί που ειδικεύονται σε αυτές τις δραστηριότητες θα πρέπει να αποδείξουν ότι είναι σε θέση να ασκήσουν την εξουσία πιο αποτελεσματικά από τους δυνητικούς ανταγωνιστές τους». Το να ισχυρίζεται κανείς ότι προστατεύει έναν δεδομένο πληθυσμό προϋποθέτει ότι έχει στη διάθεσή του έναν μηχανισμό επιβολής που αναγνωρίζεται ως ανώτερος από εκείνον των ανταγωνιστών του, και πρωτίστως από τον κρατικό μηχανισμό.
Ωστόσο,συμπληρώνει αμέσως ο Καταντσάρο, και εδώ βρίσκεται μία από τις μείζονες συνεισφορές του, η Μαφία δεν μπορεί να κάνει χωρίς μια κεντρική εξουσία. Αν αποδυνάμωνε υπερβολικά το κράτος και τους εγκληματίες ανταγωνιστές της, σε σημείο ώστε να αποκτήσει το μονοπώλιο της βίας σε μια περιοχή, τότε το οικονομικό μοντέλο της Μαφίας θα κατέρρεε: πώς να πουλήσει μακροπρόθεσμα μια υπηρεσία προστασίας όταν κάθε απειλή θα έχει εκλείψει; «Ένας από τους στόχους των εγκληματικών επιχειρήσεων προστασίας είναι να διατηρούν μια υψηλή ζήτηση», διευκρινίζει ο Καταντσάρο: «Επομένως, οι επιχειρηματίες που προσφέρουν ιδιωτική προστασία θα πρέπει να είναι ταυτόχρονα επιχειρηματίες της βίας» και να εξασφαλίζουν ότι δεν θα χαθεί η ανάγκη για προστασία. Η δραστηριότητα της Μαφίας απαιτεί την ύπαρξη ενός επίσημου φορέα που κατέχει το μονοπώλιο της βίας και ο οποίος είναι… αναξιόπιστος. «Το οργανωμένο έγκλημα δεν είναι ένα αντι-κράτος. Δεν μπορεί να ευδοκιμήσει παρά μόνο όταν υπάρχει ένα κράτος, αλλά ένα κράτος αναποτελεσματικό».