Κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Ι. Σιδέρης το νέο βιβλίο της καθηγήτριας του Παντείου Ιωάννας Τσιβάκου, «Συναίσθημα και Ορθολογικότητα: Η Ελληνική Εμπειρία».
Το βιβλίο, εκκινεί από τη διαδεδομένη αντίληψη πως είμαστε λαός συναισθηματικός, ο οποίος προβαίνει σε αποφάσεις υπό το κράτος του θυμικού του και όχι της ορθολογικής σκέψης.
Υποστηρίζει, δε, πως αυτή η αντίληψη καλλιεργήθηκε από ένα μέρος διανοητών και πολιτικών οι οποίοι, εστιάζοντας κυρίως στους ελληνικούς θεσμούς και στις σχέσεις των Ελλήνων μαζί τους, έχοντας ως πρότυπο το άτομο των δυτικών δημοκρατιών, κατέληξαν πως ο Έλληνας του νεοελληνικού κράτους παρέμεινε δέσμιος παραδοσιακών νοοτροπιών και συμπεριφορών αταίριαστων για τον πολίτη ενός εκσυγχρονισμένου κράτους.
Απέναντι σε μια τέτοιαν οπτική, η συγγραφέας υποστηρίζει πως δεν υπάρχει ορθολογική συμπεριφορά χωρίς συναίσθημα, γι’ αυτό και θέτει στο τραπέζι του προβληματισμού το ίδιο το συναίσθημα και τη σχέση του με την ορθολογικότητα.
Επίσης, διαπιστώνει πως η εκσυγχρονιστική άποψη για την πολιτική κουλτούρα των Ελλήνων στην ουσία αναφέρεται σε όλον τον ελληνικό βίο, αφού δεν είναι δυνατόν να διαχωριστεί ο πυρήνας του πολιτικού πολιτισμού μιας κοινωνίας από τον πυρήνα του σύνολου πολιτισμού που την χαρακτηρίζει.
Κι όμως, η «εκσυγχρονιστική» σκέψη, παρότι υπονοεί πως την ελληνική κοινωνία τη διακρίνει έλλειμμα ορθολογικότητας, δεν εστίασε την ανάλυσή της στο είδος της ορθολογικότητας στο οποίο αναφέρεται. Πρόκειται για ορθολογικότητα επικεντρωμένη στα μέσα, δηλαδή σε «εργαλεία» ή τρόπους προκειμένου να φθάνει κάποιος σε επιλεγμένους σκοπούς.
Η ιστορία της Δύσης έδειξε πως μια τέτοια ορθολογικότητα κατέληξε στην υπερίσχυση των μέσων επί των τελικών σκοπών, με καταστροφικά αποτελέσματα για τις δυτικές και όχι μόνο κοινωνίες. Συνεπώς, πρόκειται για την εξύμνηση μιας ιδεολογίας περί ορθολογικότητας, η οποία γίνεται σεβαστή και νομιμοποιείται υπό την προϋπόθεση πως συμπλέουν μαζί της οι πεποιθήσεις και τα συναισθήματα μιας κοινωνίας.
Το ελληνικό άτομο δεν είναι ανορθολογικό, παρά πρεσβεύει μια διαφορετικού είδους ορθολογικότητα. Όλη η νεοελληνική ιστορία αποδεικνύει πως ο Έλληνας εμπνέεται από έναν υψηλό σκοπό, άρα ένα ιδεώδες στο οποίο με πάθος πιστεύει, και ακριβώς επειδή το πιστεύει το αντιμετωπίζει συναισθηματικά.
Για τον λόγο αυτόν, υπερασπίζεται μια ορθολογικότητα η οποία δεν έρχεται σε σύγκρουση με την πίστη και το συναίσθημά του. Δεν υποτάσσει τον σκοπό στα μέσα, παρά τα μέσα στον σκοπό. Καθώς η σχέση συναισθήματος-ορθολογικότητας παίζεται πάνω στο πεδίο της προσωπικής, κοινωνικής και εθνικής ταυτότητας, η συγγραφέας αφού αναλύει τις αντιδράσεις της κάθε ταυτότητας στο παιγνίδι της διαφοράς συναίσθημα-ορθολογικότητα, καταλήγει, πως ο Έλληνας, παρά την προσχώρησή του σε ξενόφερτες καταναλωτικές πρακτικές, εξακολουθεί να διατηρεί μέσα του ψήγματα του ελληνικού πολιτισμού, καθώς εξακολουθεί να παλεύει για τη συμφιλίωση των ατομικών του επιδιώξεων με τις συλλογικές του παραδόσεις.