του Γ. Ρακκά, από το Άρδην τ. 51, Νοέμβριος-Δεκέμβριος 2004
Η νiκη του Μπους στις αμερικανικές εκλογές επιβεβαίωσε το γεγονός ότι η στροφή της αμερικανικής κοινωνίας προς τον συντηρητισμό, που ακολούθησε την τρομοκρατική επίθεση της 11ης Σεπτεμβρίου, δεν έχει συγκυριακό χαρακτήρα. Εν τέλει, η κατάσταση εκτάκτου ανάγκης στην οποία έχει θέσει τις ΗΠΑ η συμμαχία των προτεσταντών, των νεοσυντηρητικών και των σιωνιστών, που υπαγόρευε τον αυταρχισμό στο εσωτερικό και μια πολιτική όξυνσης όλων των αντιθέσεων και των συγκρούσεων στο εξωτερικό, εδράζεται πολύ περισσότερο σε “δομικούς” παράγοντες, όπως είναι η κρίση της παγκοσμιοποίησης, η αμφισβήτηση της Νέας Τάξης στη Μέση Ανατολή αλλά και αλλού, παρά την ενστικτώδη αντίδραση και τον πανικό που προκάλεσαν τα χτυπήματα της 11ης Σεπτεμβρίου.
Μια διχασμένη κοινωνία
Παρ’ όλα αυτά, η κινητοποίηση που χαρακτήρισε αυτές τις εκλογές, όπως και η χωρίς προηγούμενο για τα τελευταία 20 χρόνια… πολιτικοποίησή τους, μας αναγκάζει να εξετάσουμε το ζήτημα των εκλογών σε σχέση με την ίδια την αμερικανική κοινωνία.
Για πρώτη φορά μετά από το Βιετνάμ, λοιπόν, η αμερικανική κοινωνία φάνηκε τόσο διχασμένη πολιτικά. Ανάμεσα στους ψηφοφόρους του Μπους και του Κέρι υπάρχει ένα μεγάλο χάσμα που καταδεικνύει την απόλυτη, κάθετη διαφορά στις αντιλήψεις, τις στάσεις και τις συμπεριφορές.
Απ’ τη μια έχουμε τους ψηφοφόρους της υπερορθόδοξης Αμερικής, που αισθάνονται απειλούμενοι μετά από την 11η Σεπτεμβρίου και είναι διατεθειμένοι να στηρίξουν τις “ριζικές λύσεις” του Μπους, οποιοδήποτε τίμημα κι εάν έχουν αυτές για τους υπόλοιπους λαούς του πλανήτη. Ταυτόχρονα, όλοι αυτοί συσπειρώνονται ολοένα και περισσότερο γύρω από τον σκληρό πυρήνα του προτεσταντισμού, προσπαθώντας μέσα στο χάος της αμερικάνικης κοινωνίας να συγκροτήσουν σταθερότερα πρότυπα και αξίες από αυτά που επιβάλλει η καταναλωτική μονοκουλτούρα. [Γι’ αυτό και το 20% των Αμερικανών ψηφοφόρων υποστήριξαν τον Μπους για λόγους “ηθικών αξιών”].
Απ’ την άλλη, οι ψηφοφόροι του Κέρι –κυρίως κάτοικοι των μεγαλοαστικών κέντρων– αποτέλεσαν ένα ετερόκλητο μίγμα από ένα μεγάλο κομμάτι του αντιπολεμικού κινήματος που ήθελε με οποιονδήποτε τρόπο να αποφύγει την επανεκλογή του Μπους αλλά και από όλους όσους εμμένουν στον φιλελευθερισμό, στον κοσμοπολιτισμό και την “ανοιχτή κοινωνία”, σ’ αυτό το σύνολο των αξιών που συγκροτούσαν την πάλαι ποτέ κραταιά εκδοχή της Κλιντονικής, “αισιόδοξης” εκδοχής της παγκοσμιοποίησης.
Εντούτοις, τα ετερόκλητα χαρακτηριστικά των ψηφοφόρων που συσπειρώθηκαν γύρω από τον Κέρι έθεσαν και τα όρια της κινητοποίησής του, όρια που δεν συμβαδίζουν με τις προϋποθέσεις για μια εκλογική νίκη. Το ευκαιριακό αυτής της συμπόρευσης καταγράφηκε πλήρως στην παρουσία του υποψηφίου των Δημοκρατικών: Υπέρ του πολέμου στο Ιράκ αλλά ενάντια στην ανάληψη της μονομερούς δράσης, χωρίς ιδιαίτερο πρόγραμμα για την οικονομία, ο Κέρι συγκρούστηκε κάθετα με τον Μπους μόνο στο ζήτημα των ομοφυλοφίλων, ενώ για τα περισσότερα φρόντισε απλά να διαχωριστεί από την ακραία, υπερβολικά αυταρχική του πυγμή. Αυτή η στάση, όμως, δεν έπεισε κανέναν: ούτε όλους όσους περίμεναν ένα διαφορετικό πρόγραμμα στην οικονομία, ούτε αυτούς που είναι ενάντια στον πόλεμο.
Μια ακόμη νίκη του σιωνισμού
Αναμφίβολα, η επιβεβαίωση της κυριαρχίας των Ρεμπουμπλικάνων στις Η.Π.Α. αποτελεί μια ακόμα νίκη του σιωνισμού. Η επανεκλογή του Μπους δείχνει ότι εν τέλει η πολιτική του στη Μέση Ανατολή –Ιράκ, Παλαιστίνη– κέρδισε τη νομιμοποίηση της αμερικανικής κοινωνίας. Και η πολιτική του δεν ήταν καμία άλλη πέρα από αυτήν που αποζητούσε την εξώθηση της αντιπαράθεσης με τον Αραβικό Κόσμο και το Ισλάμ στα άκρα, τη σταδιακή συντριβή όλων των κρατών-παριών, την ένταση της καταστολής και της χειραγώγησης παγκοσμίως.
Σε ό,τι αφορά τη Μέση Ανατολή, λοιπόν, η επανεκλογή του Μπους επιβεβαιώνει την κυριαρχία του σιωνιστικού λόμπι στον τρόπο που σκέφτεται και δρα η μοναδική υπερδύναμη. Ο σιωνισμός επιθυμεί τη διατήρηση της ανασφάλειας και του χάους στην περιοχή, για να αναπαράγει τον ρόλο του ως του πολυτιμότερου συμμάχου των ΗΠΑ αλλά και για να νομιμοποιεί, εν μέσω της πόλωσης, τα ριζικά μέτρα που εφαρμόζει έναντι των Παλαιστινίων.
Γι’ αυτό και, ήδη από τώρα, μπορούμε να προβλέψουμε ότι η δεύτερη θητεία του Μπους θα σφραγιστεί από τη συνέχιση της γενοκτονίας των Παλαιστινίων, τη συνέχιση των συγκρούσεων στο Ιράκ, αλλά και από μια νέα επέμβαση (στο Ιράν ή στη Συρία, με τη δεύτερη να συγκεντρώνει μεγαλύτερη πιθανότητα) που θα επεκτείνει τον πόλεμο σε όλη τη Μέση Ανατολή.
Η διάσπαση της Δύσης
Βέβαια, οι εξελίξεις που προδιαγράφονται μετά τη νίκη των ρεμπουμπλικάνων ενδέχεται να διευρύνουν και το χάσμα ανάμεσα σε ΗΠΑ και Ευρώπη. Κατά τη διάρκεια των εκλογών, οι περισσότερες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, μαζί με τη συντριπτική πλειοψηφία της κοινής γνώμης των χωρών τους, εξέφρασαν την υποστήριξή τους προς τον Κέρι, επιθυμώντας να θέσουν τέλος στις μονοπολικές διαθέσεις του Μπους.
Γιατί η λογική της διακυβέρνησης, οι αντιλήψεις και οι αξίες της Ευρώπης προσιδιάζουν περισσότερο στην πολιτική του Κλίντον, όπου οι επεμβάσεις και η οργάνωση της Νέας Τάξης αντλούσε τις προφάσεις από μια εργαλειακή προσέγγιση του Διεθνούς Δικαίου, τη χρησιμοποίηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων για τη νομιμοποίηση των πολεμικών επιχειρήσεων και την άσκηση της παγκόσμιας ηγεμονίας μέσα από τους διεθνείς θεσμούς. Αυτό το παγκόσμιο πολιτικό status quo προσέδιδε στην Ευρώπη μεγαλύτερο ρόλο στη διαχείριση της Νέας Τάξης πραγμάτων.
Πέρα όμως από τις πολιτικό-οικονομικές συγκρούσεις, μπορούμε να διακρίνουμε το χάσμα αυτό και σε επίπεδο προτύπων, στάσεων και συμπεριφορών. Γιατί το πολιτιστικό κλίμα που επικρατεί στην Ευρώπη τείνει να γίνει ολοένα και πιο ασύμβατο με την πολιτιστική ηγεμονία που ασκούν στις ΗΠΑ οι φονταμενταλιστές –προτεστάντες και Εβραίοι.
Όλα αυτά δείχνουν πως το χάσμα ανάμεσα στις δύο πλευρές του Ατλαντικού είναι υπαρκτό και θα διευρυνθεί ακόμα περισσότερο, παρά τη σημερινή αδυναμία της Ευρώπης να δημιουργήσει τις πολιτικές προϋποθέσεις για περισσότερη αυτονομία έναντι της μεγαλύτερης υπερδύναμης.
Οι συνέπειες για την Ελλάδα
Για τη χώρα μας, οι πιέσεις να ευθυγραμμιστούμε περισσότερο στα σχέδια των Αμερικάνων θα ενταθούν. Ο Μπους θα συνεχίσει να επιδεικνύει την προνομιακή σχέση της χώρας του με την Τουρκία, εν όψει μάλιστα της κλιμάκωσης της σύγκρουσης στη Μέση Ανατολή.
Όπως έγινε προφανές και από την πρόσφατη αναγνώριση του κράτους των Σκοπίων ως “Μακεδονίας” από τις ΗΠΑ, πλέον η κυβέρνηση Μπους είναι διατεθειμένη απροσχημάτιστα να πιέσει την ελληνική πλευρά ποικιλοτρόπως, προκειμένου να αποδεχθεί την επίλυση του Κυπριακού στη λογική του Ανάν, τις τουρκικές διεκδικήσεις και τη στήριξη της εισδοχής της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Σε γενικότερο επίπεδο, η αναζωπύρωση των συγκρούσεων και των αντιθέσεων που συνεπάγεται η εκλογή Μπους πιέζει εκ των πραγμάτων την ελληνική πλευρά να συνταχθεί πιο ενεργά με το στρατόπεδο των ΗΠΑ. Καθώς όμως, η ταύτιση με τους Αμερικανούς σημαίνει και περαιτέρω συρρίκνωση της αυτονομίας της χώρας και αρνητικές εξελίξεις σε ό,τι αφορά τα εθνικά μας δίκαια, η αντίθεση του ελληνικού λαού απέναντι στις ΗΠΑ ενδέχεται να πάρει μαζικότερες, ακόμα, διαστάσεις.