από το Άρδην τ. 43, Ιούλιος 2003
Δημοσιεύουμε ένα μικρό απόσπασμα από την κατάθεση του Γ. Καραμπελιά στη δίκη της 17 Ν. Το απόσπασμα προέρχεται από τα μαγνητοφωνημένα πρακτικά. Δυστυχώς δεν μπορούμε να παραθέσουμε το σύνολο της κατάθεσης, αλλά μπορεί να το βρει κανείς στην ιστοσελίδα του Άρδην: www.ardin.gr]
Γ. ΚΑΡΑΜΠΕΛΙΑΣ: Δεδομένου ότι πρόκειται για μία δίκη η οποία, όπως ξέρετε πολύ καλά, έχει συγκλονίσει την ελληνική κοινωνία, και συζητιέται ακόμα και υπερατλαντικώς, νομίζω ότι θα άξιζε τον κόπο να κάνει κανείς μια προσπάθεια να ερμηνεύσει το γιατί αυτοί οι άνθρωποι δικάζονται σήμερα και γιατί γίνεται μια τέτοια συζήτηση.
Νομίζω ότι οι αιτίες αυτής της Δίκης θα πρέπει να αναζητηθούν αρκετά μακριά και κυρίως στο κλίμα της δεκαετίας του ’60 και των αρχών της δεκαετίας του ’70, σε δύο κατευθύνσεις: Η μία αφορά στο τι συνέβαινε στην Ελλάδα και η άλλη το τι συνέβαινε διεθνώς εκείνη την εποχή, μια και η Οργάνωση αυτή έχει αρχίσει τη δραστηριότητά της από το 1974. Θα αναφερθώ αρχικά σε σχέση με την Ελλάδα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Συνοπτικά αυτά, γιατί όπως ξέρετε είναι γνωστά σε όλους μας. Εδώ ζούσαμε και είμαστε και μεγάλοι αρκετά, από σας πάντως είμαι μεγαλύτερος και τα θυμάμαι όλα αυτά.
Γ. Κ.: Δεν νομίζω ότι θα κάνει κακό μία υπενθύμιση, δοθέντος του ότι, τον τελευταίο καιρό και ιδιαίτερα στις συζητήσεις που έγιναν στην Ελλάδα για τη δίκη αυτή, αρκετά πράγματα ξεχάστηκαν. νομίζω ότι θα πρέπει να τα θυμίσουμε. Σας αναφέρω ορισμένα πράγματα από την προσωπική μου εμπειρία.
Τον πατέρα μου τον γνώρισα 6-7 χρονών, γιατί ήταν εξορία. Δέκα χρονών συμμετείχα στην πρώτη διαδήλωση για το Κυπριακό, το 1956. Για πρώτη φορά μας κυνήγησε, και το θυμάμαι, έχει μείνει στο μυαλό μου, η αστυνομία το 1956! Ήμαστε μαθητές της Γ΄ Δημοτικού! Το 1958, στις εκλογές, δέχτηκα την πρώτη κλήση «δι’ υπόθεσίν σας» στην αστυνομία, γιατί συζητούσα για τις εκλογές του ’58 στο σχολείο και, τότε, οι Αρχές διέθεταν αντένες και ανάμερα στους μαθητές των 12 χρονών!
Από κει και μετά, είναι μια ολόκληρη ιστορία που νομίζω την έχουν ζήσει όλοι οι Έλληνες, το πώς κανένας μπορούσε να διαβάσει εφημερίδα – θυμάμαι μια φορά είχα αγοράσει την ΑΥΓΗ με θράσος, ήμουν νέος και είχα αρκετά μεγάλο θράσος, το 1963, έξω από το Τμήμα της Μπουμπουλίνας, από το περίπτερο, και, βεβαίως, με συνέλαβαν.
Αναφέρω περιπτώσεις όπως η δική μου η οποία είναι σχετικά ανώδυνη, διότι ξέρουμε ότι, την ίδια εποχή, μέχρι τότε, μέχρι το ’63-’64, υπήρχαν άνθρωποι που είχαν πάει φυλακές, εξορίες, είχαμε τα πιστοποιητικά νομιμοφροσύνης κλπ.[ ]Η αίσθηση που είχαμε, ως Αριστεροί, ήταν ότι πια δεν μπορούμε να δεχόμαστε να είμαστε τα αιώνια –γιατί εμείς είχαμε ζήσει αυτή την περίοδο– θύματα ενός πολιτικού και κοινωνικού αποκλεισμού.
Ήρθε το ’64, υπήρξε μία αλλαγή πολιτική, η οποία ήταν σημαντική για τα δεδομένα της Ελλάδας τότε, και το αποτέλεσμα είναι ότι το ’67 έχουμε την επανεμφάνιση του παλαιού καθεστώτος στην πιο αποτρόπαια μορφή του. Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, η άποψη η οποία κυριαρχούσε στους περισσότερους νέους εκείνη την εποχή, τουλάχιστον της Αριστεράς, είναι ότι αυτό το καθεστώς δεν μπορεί να αλλάξει παρά μόνο με την ανατροπή του.
Αυτή ήταν η εικόνα που κυριαρχούσε σε ένα μεγάλο κομμάτι της νεολαίας της εποχής και η δικτατορία ήρθε να επικυρώσει και να επιβεβαιώσει αυτή τη σκέψη, ιδιαίτερα δε μετά το Πολυτεχνείο. Δηλαδή μετά το Πολυτεχνείο, με τον μεγάλο αριθμό θυμάτων που υπήρξαν και με την προσπάθεια να αναπτυχθεί ένας αγώνας μαζικός και μέσα στα πλαίσια ενός μαζικού Κινήματος όπως ήταν το Κίνημα της Νομικής, του Πολυτεχνείου κλπ., η τόσο βίαιη καταστολή αυτού του Κινήματος έσπρωξε έναν μεγάλο αριθμό Οργανώσεων, ιδιαίτερα εκείνων που τοποθετούνταν πέρα από την επίσημη Αριστερά, στη λογική ότι δεν υπάρχει άλλη διέξοδος, ότι η Δημοκρατία δεν μπορεί να έρθει στην Ελλάδα παρά μόνο με τη βίαιη ανατροπή του καθεστώτος, και επομένως θα πρέπει να προετοιμαστούμε γι’ αυτό.
Δεν πρόλαβαν βέβαια, διότι ήρθαν τα γεγονότα της Κύπρου, αλλά είχε αρχίσει –αυτή ήταν η αίσθηση εκείνη την εποχή σε όσους συμμετείχαμε με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο στο αντιδικτατορικό Κίνημα– να καλλιεργείται η άποψη ότι θα έπρεπε να προετοιμαστούμε για μία σύγκρουση πολύ πιο σκληρή. [ ]
Το δεύτερο στοιχείο ήταν το τι συνέβαινε παγκοσμίως, δηλαδή αυτό που έχει συνδεθεί με το Κίνημα του ’68, το αντιαποικιακό Κίνημα, το Βιετνάμ κ.ά. Μετά τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, τη δεκαετία του ’50, τον ψυχρό πόλεμο κλπ., αρχίζει, ιδιαίτερα σε λαούς του Τρίτου Κόσμου και από τη νεολαία της Δύσης σε όλες τις χώρες, ένα Κίνημα αμφισβήτησης της υπάρχουσας τάξης πραγμάτων.
Έχουμε τον Τσε Γκεβάρα και την Κούβα, έχουμε το Μπέρκλεϋ, με αυτά μεγαλώσαμε τότε, φαντάζομαι κι εσείς, κ. Πρόεδρε…
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Και με τον «Μονοδιάστατο άνθρωπο» του Μαρκούζε.
Γ. Κ.: Με τη δολοφονία του Κέννεντυ κλπ. Βλέπουμε ότι αυτό το Κίνημα, το οποίο αναπτύσσεται στη Γερμανία, την Ιταλία, τη Γαλλία, πάρα πολύ στην Ευρώπη, με κορύφωση αυτό που ονομάσαμε Κίνημα του ’68, σιγά-σιγά –και είναι βέβαιο ότι, αν δεν είχε γίνει δικτατορία, κάτι ανάλογο θα είχαμε και στην Ελλάδα, γιατί ξέρετε τι συνέβη στην Ελλάδα μετά το ’65 και το μεγάλο Κίνημα που υπήρξε τότε– δημιουργεί τις συνθήκες μέσα στις οποίες διαμορφώνεται η συνείδηση και η αντίληψη όλων ημών, όσων βρεθήκαμε εκείνη την εποχή να είμαστε νέοι στην Αριστερά και κάποιοι πέρα από τα επίσημα Κόμματα τα οποία ήταν σε κρίση. [ ]
Μέσα σε αυτά τα πλαίσια έχουμε τη διαμόρφωση ενός Κινήματος που αφορά δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους και το είδαμε πολύ καθαρά μετά τη δικτατορία. [ ] Θυμάστε πολύ καλά ότι έχουμε την κατάρρευση της δικτατορίας αλλά, ταυτοχρόνως, έχουμε τον κ. Γκιζίκη ο οποίος παραμένει Πρόεδρος, έχουμε το «Κίνημα της πιτζάμας», έχουμε όλα τα Κόμματα τα οποία διατηρούν παράνομους μηχανισμούς, ακόμα και στοιχεία των ένοπλων μηχανισμών, όσα είχαν φτιάξει στη διάρκεια της δικτατορίας.
Θυμάστε τον Ανδρέα Παπανδρέου ο οποίος ήρθε στην Ελλάδα, νομίζω ένα μήνα περίπου μετά την πτώση της Δικτατορίας, και είπε ότι δεν έχουμε πραγματική αλλαγή, ότι έχουμε μια απλή αλλαγή φρουράς, και ότι, για πάρα πολλούς μήνες, ο Καραμανλής, που ήταν Πρωθυπουργός τότε, άλλαζε σπίτι κάθε βράδυ.
Τα συνθήματα τα οποία ακούγονταν εκείνη την εποχή στις διαδηλώσεις, αν τα έπαιρνε κανείς κατά γράμμα: «Οι προδότες στο Γουδί», συνδεδεμένο με το τι συνέβη στην Κύπρο –συνέβη μια εθνική τραγωδία στην Κύπρο για την οποία ήταν υπεύθυνη η δικτατορία–, «Κρεμάλα στους βασανιστές» κ.ο.κ., και το περιβόητο «Έξω οι Αμερικάνοι». Η ελληνική Κυβέρνηση βγάζει την Ελλάδα έξω από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ – ακόμα και η ελληνική Κυβέρνηση.
Αυτό είναι το κλίμα μέσα στο οποίο μπορούμε να κατανοήσουμε πώς γεννήθηκε αυτή η Οργάνωση, αλλά και άλλες που γεννήθηκαν εκείνη την εποχή, ο ΕΛΑ κ.ά. Δηλαδή έχουμε ένα σύνολο από ομάδες-οργανώσεις, πολλές ίσως δεν πήραν καν όνομα ποτέ, οι οποίες εκείνη την εποχή κάνουν ένα σύνολο από ενέργειες, ή βάζουν μια φωτιά σε αμερικάνικο αυτοκίνητο κ.ο.κ.
Θα έχετε δει από τα στοιχεία ότι είναι εκατοντάδες αυτές οι μορφές ενεργειών που χαρακτηρίζουν εκείνη την περίοδο. Από την αντίπερα όχθη δε, θα θυμάστε ότι ακόμα έχουμε έναν κρατικό μηχανισμό ο οποίος, προφανώς, είναι ακόμα ο κρατικός μηχανισμός της δικτατορίας, ότι έχουμε ένα μεγάλο αίτημα και κύμα για την αποχουντοποίηση όλου του κρατικού μηχανισμού, και τις συγκρούσεις οι οποίες γίνονται εκείνη την περίοδο.
Ο Γιάννης Σερίφης ήταν ένας απ’ αυτούς που συμμετείχαν στις εργατικές κινητοποιήσεις – μέχρι τότε δεν είχαμε εργοστασιακά Σωματεία, στην Ελλάδα δεν υπήρχαν. Ήταν αδύνατο οι εργάτες στα εργοστάσια να έχουν Σωματεία και για πρώτη φορά δημιουργούνται τα Σωματεία εκείνη την περίοδο. Επομένως, όλα γίνονται μέσα σε ένα κλίμα εξαιρετικής φόρτισης και συγκρουσιακό, με αποτέλεσμα και από την άλλη πλευρά να υπάρχουν αρκετά θύματα.
Θυμάμαι, για παράδειγμα, ένα νεαρό διαδηλωτή, τον Ισίδωρο Ισιδωρόπουλο, τον είχαν χτυπήσει οι αστυνομικοί με το αυτοκίνητο και τον σκότωσαν, θύματα πυροβολισμών, τους θυμάμαι αυτούς τους πυροβολισμούς, το ’75-’76, είχαμε θύματα από πυροβολισμούς σε διαδηλώσεις. δηλαδή έχουμε ένα τέτοιο κλίμα.[ ]
Εγώ θεωρώ ότι η 17Ν και οι υπόλοιπες αυτές Οργανώσεις είναι κομμάτι μιας ευρύτερης Αριστεράς η οποία αρχίζει από αυτές και φτάνει μέχρι το ΠΑΣΟΚ, ας το πούμε έτσι, αν θέλουμε να κάνουμε μία καταγραφή των πολιτικών δυνάμεων στην Ελλάδα. Μην ξεχνάτε ότι το ΠΑΣΟΚ εκείνη την περίοδο έχει την φωτογραφία του Άρη Βελουχιώτη αναρτημένη στα γραφεία του. θυμάστε τις περιβόητες συζητήσεις που είχαμε για το εάν ο Άρης Βελουχιώτης πρέπει να βρίσκεται στα γραφεία του ΠΑΣΟΚ, θυμάστε τις συζητήσεις με τον κ. Λαλιώτη, ή τον κ. Σημίτη, ο οποίος εξηγούσε στα κείμενά του ότι δεν αρκεί η αντιπροσωπευτική Δημοκρατία, η Κοινοβουλευτική για την οποία μιλάτε, ότι πρέπει να έχουμε και άλλους θεσμούς πέραν αυτής.
Τα συνδέω όλα αυτά με τη συζήτηση που γίνεται επειδή η 17Ν αναφέρει κάπου στα κείμενά της ότι οι εργάτες θα φυλάνε τα εργοστάσια χωρίς αστυνομία. Αυτή η άποψη, η άποψη δηλαδή ότι, σε ένα σοσιαλιστικό καθεστώς, ιδανικό μάλιστα, πολύ καλύτερο απ’ αυτό που υπήρχε στη Σοβιετική Ένωση, δεν θα υπάρχει ανάγκη ειδικών κατασταλτικών μηχανισμών όπως είναι η αστυνομία, ήταν ένα αίτημα το οποίο διατύπωνε και ο σημερινός Πρωθυπουργός!
Δηλαδή, πρόκειται για μια συζήτηση που διεξάγεται σε όλη την ιστορική διαδρομή περί του ξεπεράσματος του κράτους ως κατασταλτικού μηχανισμού και μιας κοινωνίας –δεν ξέρω αν αυτό είναι εφικτό, είναι άλλη ιστορία– όπου δεν θα υπάρχει διαχωρισμός μηχανισμών, και υποτίθεται θα γυρνούσαμε κάπως στην αρχαία Ελλάδα ή στην αρχαία ελληνική Δημοκρατία της άμεσης Δημοκρατίας, χωρίς ειδικούς μηχανισμούς. αυτό ήταν ένα αίτημα πάρα πολύ έντονο εκείνη την περίοδο.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πολύ ρομαντικά τα λέτε, πάρα πολύ ρομαντικά. Πάμε στην πίτα τώρα.
Γ. ΚΑΡΑΜΠΕΛΙΑΣ: Ένα από τα αιτήματα, για παράδειγμα, των διαδηλώσεων, τα πρώτα χρόνια, ήταν να μην είναι ένοπλη η αστυνομία. Μέχρι το ’67, η αστυνομία μας δεν οπλοφορούσε. Παρόλο που είχαμε καθεστώς πολύ σκληρότερο, η οπλοφορία, η μόνιμη οπλοφορία των αστυνομικών, επιβάλλεται μετά το ’67, από τη Δικτατορία, και θυμάμαι ότι, για αρκετά χρόνια, το αίτημα μας ήταν να πάψει να οπλοφορεί, όπως είναι στην Αγγλία και αλλού και όπως συνέβαινε και σε μας. Αυτό είναι το παράδοξο, ότι στην Ελλάδα, πριν τη Δικτατορία, η αστυνομία δεν οπλοφορούσε συστηματικά, παρά μόνο σε ειδικές επιχειρήσεις.
Αυτό το κλίμα λοιπόν έκανε κάποιους ανθρώπους να επιλέξουν αρχικά τη λογική της εκδίκησης. Οι πρώτες ενέργειες της 17Ν έχουν έναν χαρακτήρα απάντησης και αποτελούν μια μορφή λαϊκής τιμωρίας, αυτό ήθελαν να εκφράσουν, αυτό λένε και στις προκηρύξεις τους, απέναντι στον Γουέλς, που ήταν Αμερικάνος –ήταν ο υπεύθυνος της CIA– για το πραξικόπημα στην Ελλάδα και την Κύπρο κ.ά., και απέναντι στους βασανιστές όπως ήταν ο Μάλλιος ή ο Μπάμπαλης, δεν θυμάμαι ποιος εκτελέστηκε από τη 17Ν.
Αυτή η επιλογή την οποίαν έκαναν δημιούργησε αρχικά ένα αίσθημα σε πολύ κόσμο ότι αυτή η πρακτική είναι εν μέρει –άσχετα αν πολλοί μπορεί να διαφωνούσαν με τον τρόπο– αιτιολογημένη, λόγω ακριβώς των συνθηκών και των ανθρώπων που αφορούσε. Ακόμα και όταν λέμε ότι σε κοινοβουλευτική δημοκρατία δεν δικαιολογείται μια τέτοια πρακτική, πρέπει να ξέρουμε ότι εκείνη την εποχή δεν ήταν καθόλου βέβαιο πως η Ελλάδα έχει επιλέξει σταθερά έναν κοινοβουλευτικό δρόμο, και νομίζω ότι, για μερικά χρόναι, αυτό το ζήτημα παιζόταν και ήταν θέμα επιλογής το εάν θα ακολουθούσε κανένας τον έναν ή τον άλλον δρόμο.
Εγώ και πολλοί άλλοι κάναμε την επιλογή να πούμε ότι θα δούμε ποια θα είναι η εξέλιξη, και άρα δεν έχει νόημα να επιλέξουμε ένα τέτοιο δρόμο σήμερα, άλλοι έκαναν την άλλη επιλογή. Αυτές νομίζω ότι ήταν οι συνθήκες και οι όροι μέσα από τους οποίους αναπτύχθηκε η 17Ν.
Και ένα τελευταίο σημείο είναι –και νομίζω φαίνεται και από τους κατηγορουμένους που έχουν αποδεχθεί τη συμμετοχή τους στην Οργάνωση, όπως ο κ. Κουφοντίνας και ο κ. Σάββας Ξηρός, που λένε ότι ήταν στην Οργάνωση– τα ηλικιακά χαρακτηριστικά τους. Μπορώ να κατανοήσω, επειδή έχω ζήσει όλη αυτή τη περίοδο και γνωρίζω τις γενιές των ανθρώπων, ότι είναι η πρώτη γενιά η οποία εμφανίζεται μετά την άνοδο του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία. δηλαδή έχουμε δυο γενιές κυρίως στις οργανώσεις ένοπλης βίας στην Ελλάδα, μία η οποία προέρχεται από πιο παλιά, και όπως αναφέρθηκα στις ρίζες της πριν και μετά τη δικτατορία, και μια δεύτερη που είναι νεώτερη, γύρω στα 40-45, που δοκιμάζει μια μεγάλη απογοήτευση από τον σοσιαλισμό του ΠΑΣΟΚ.
Τι εννοώ μ’ αυτο; Θυμόσαστε με ποια αιτήματα και με ποια συνθήματα ανήλθε το ΠΑΣΟΚ στην εξουσία: «Στις 18 σοσιαλισμός», ήταν το κεντρικό σύνθημα, «Εδώ και τώρα αλλαγή», «Έξω το ΝΑΤΟ, η ΕΟΚ» κλπ. Μετά από ορισμένα χρόνια –και γίνεται φανερό γύρω στο ’83, ’84, ’85–, έχουμε ένα κύμα μεγάλων διαμαρτυριών και κινητοποιήσεων από τους απογοητευμένους και την προσαρμογή του ΠΑΣΟΚ, –άσχετα με το τι θέση παίρνει κανείς γι’ αυτή την προσαρμογή.
Έτσι ερμηνεύω το πώς εμφανίζεται μια δεύτερη γενιά ανθρώπων οι οποίοι συμμετέχουν σ’ αυτές τις ομάδες και οργανώσεις.
Τέλος, [ ] για ποιο λόγο εγώ και άλλοι άνθρωποι, [ ] σκεφτήκαμε ότι θα έπρεπε να παρέμβουμε πάνω στο ζήτημα αυτής της δίκης… Να σας πω γιατί. Γιατί, μέσα στις συνθήκες που διαμορφώνονται τα τελευταία χρόνια παγκοσμίως και στην Ελλάδα, [ ] βιώνουμε μια οπισθοδρόμηση των δημοκρατικών κατακτήσεων. Έχουμε μια οπισθοδρόμηση γενικευμένη, και σε παγκόσμια κλίμακα, διότι καταργείται η έννοια του διεθνούς δικαίου και περνάμε στο λεγόμενο «παγκόσμιο δίκαιο», είναι μια νέα έννοια, το global το οποίο εισάγεται, που υποστηρίζει ότι δεν έχουμε πια διεθνικές σχέσεις, δεν έχουμε διεθνείς σχέσεις μεταξύ εθνών, αλλά έχουμε τη δυνατότητα το δίκαιο να καθορίζεται από έναν ισχυρό, ή από κάποιους ισχυρούς [ ]και να το επιβάλλουμε. Και είδαμε αυτή την επιβολή στο Αφγανιστάν, στη Γιουγκοσλαβία, προσφάτως στο Ιράκ.
Έχουμε μια επιβάρυνση όλων των νομοθετημάτων –που αφορούν και την Ελλάδα– για την πολιτική βία και μια γενίκευση του όρου «τρομοκρατία». Ξαφνικά περάσαμε, από τον ψυχρό πόλεμο, στη γενίκευση του πολέμου κατά της τρομοκρατίας.
Δηλαδή, οι Ηνωμένες Πολιτείες, ως κεντρικός πυρήνας αυτού του συστήματος, εισάγουν πλέον ένα σύστημα γενικευμένης κατατρομοκράτησης του πλανήτη, βάζοντας ως αντίπαλο τους τρομοκράτες, και άρα γεννώντας τους.
Γιατί όταν ως αντίπαλος ορίζεται η τρομοκρατία και δεν αφήνεται, στην Παλαιστίνη για παράδειγμα, οποιαδήποτε άλλη διέξοδος ανάδειξης της πολιτικής αντιπαράθεσης και της διαφωνίας, τότε σπρώχνεις προς την τρομοκρατία. [ ] Αυτό που επιδιώκουν οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι να κατασκευάσουν ένα γενικευμένο τέτοιο κλίμα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Θα μπορούσαμε να τους φέρουμε ηθικούς αυτουργούς εδώ για τούτα τα εγκλήματα;
Γ. Κ.: Θα έπρεπε.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Έτσι λέτε; Μήπως είναι λίγο τραβηγμένο αυτό;
Γ. Κ.: Όταν διαβάζουμε την τελευταία σύμβαση, που ετοιμαζόμαστε να την υπογράψουμε, δηλαδή πιθανώς θα εκδώσουμε και τους κατηγορουμένους, ακόμα και αν έχουν αθωωθεί, στις Ηνωμένες Πολιτείες, αν αυτές το ζητάνε;
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Νομίζω ότι αυτό διαψεύστηκε.
Γ. Κ.: Δεν νομίζω.[ ] Το ζήτημα είναι ότι έχουμε ήδη μπει σε μια περίοδο όπου, ουσιαστικά, η έννοια του πολιτικού πρόσφυγα εξαφανίζεται. έχει μήπως διαμαρτυρηθεί ποτέ η Ευρωπαϊκή Ένωση για το ότι και Εγγλέζοι πολίτες και Γάλλοι πολίτες είναι κρατούμενοι στο Γκουαντανάμο με τους όρους με τους οποίους κρατούνται; Δεν έχει. [ ]
Αλλά ας έρθουμε σε ό,τι μας αφορά. Έχουμε νομίζω μια επέκταση αυτού του πολιτικού κλίματος στην νομοθεσία και ακούω ότι θα περάσουμε και νέους νόμους, ακόμα πιο σκληρούς, αντιτρομοκρατικούς στην Ελλάδα, []. Εγώ πιστεύω και το ότι ο ισχύων νόμος φέρνει να δικάζει ανθρώπους με αναδρομική ισχύ είναι απαράδεκτο. Δηλαδή, ο νόμος είναι περυσινός και εδώ, απ’ ό,τι ξέρω, δικάζονται άνθρωποι οι οποίοι από το ’90 τουλάχιστον, ή από το ’88, έχουν πει ότι δεν είναι πουθενά, και δεν υπάρχει καμία μαρτυρία ότι συμμετέχουν στη συνέχεια. [ Μη απομαγνητοφωνημένοι διάλογοι] [ ]
Γ. Κ.: Και θέλω να πω ότι το κλίμα αυτο, το οποίο δημιουργήθηκε τα τελευταία χρόνια, έγινε για μια οργάνωση η οποία πια, κατά τη γνώμη μου, δεν είχε τη δύναμη που είχε άλλοτε, είχε σχετικά συρρικνωθεί, όπως και η δραστηριότητα άλλων οργανώσεων, όπως ήταν ο Ε.Λ.Α, που είχε σταματήσει από το ’95 κλπ.
Ενώ λοιπόν έχουμε, στο επίπεδο των πραγματικών δεδομένων, μια μείωση της δραστηριότητας, έχουμε στο άλλο επίπεδο μια ένταση και μια διόγκωση της συζήτησης για το φαινόμενο. Αυτό μπορεί να ερμηνευθεί μόνο εάν ψάξουμε να δούμε ποιους συμφέρει και γιατί γίνεται αυτού του τύπου η διόγκωση. []
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ήταν ένα φαινόμενο το οποίο διαρκώς εμειούτο.
Γ. Κ.: Βεβαίως, διότι είχαμε περάσει σε διαφορετικές συνθήκες πολιτικής.
[ ]
Γ. Κ.: Κοιτάξτε,πρόσφατα, σε μια από τις τελευταίες δημοσκοπήσεις που έγιναν στην Ελλάδα για το τι θέση παίρνουν οι πολίτες για την 17Ν, δεν αναφέρω παλαιότερες, αλλά ακόμα και μετά την σύλληψη με όλο το σάλο που γίνονταν, υπήρχε ένα περίπου 20% του πληθυσμού που τους χαρακτήριζε κοινωνικούς αγωνιστές.
Αυτό δεν σημαίνει ότι οι άνθρωποι αυτοί συμφωνούσαν σώνει και καλά με την οργάνωση. Καταλαβαίνετε τι θέλω να πω; Το πρόβλημα είναι αρκετά περίπλοκο. Δηλαδή, όταν μπεις σε μια ορισμένη λογική, όλα τα άλλα ακολουθούν. εγώ πιστεύω ότι το σφάλμα της οργάνωσης βρίσκεται στο ότι δεν κατανόησε –αυτή είναι η άποψή μου και την έχω υποστηρίξει σε ανύποπτο χρόνο, από τη δεκαετία του ’80– δεν κατανόησε τους όρους με τους οποίους γίνονται σήμερα οι κοινωνικές συγκρούσεις, ότι άλλαξε ο τρόπος. [ ]
Και θα θυμίσω όμως ότι έχουμε ταυτοχρόνως ένα σύνολο από πράγματα τα οποία, επειδή η πολιτεία και τα πολιτικά κόμματα δεν κατορθώνουν να λύσουν, μένουν κενά που δημιουργούν όλες αυτές τις συνθήκες.
Εσείς, κ. Πρόεδρε, ήσαστε ανακριτής τότε στην υπόθεση Κουμή – Κανελλοπούλου, γιατί βρήκα και τον κ. Πατρώνη που είχε τραυματιστεί τότε, ο οποίος, δεν ξέρω εάν τον θυμάστε, είναι τώρα επίκουρος καθηγητής στη Πάτρα, και μου έλεγε ότι σας είχε γνωρίσει στις ανακρίσεις, και είχε την καλύτερη εντύπωση για σας, ωστόσο δεν βρήκατε ποτέ τους δράστες αυτών των φόνων.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πού να τους βρούμε;
Γ. Κ.: Ναι, αυτό είναι όμως κύριε Πρόεδρε, δεν τους βρήκατε. Πώς να τους βρείτε;
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: 650 μάρτυρες είχα εξετάσει, πού να τους βρεις;
Γ. Κ.: Ωραία, αυτό λέω, ότι δεν ευρέθη ποτέ ποιοι ήταν οι αστυνομικοί οι οποίοι σκότωσαν.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ας τους εύρισκα και θα βλέπατε.
Γ. Κ.: Ναι, αλλά βλέπετε όμως, δεν μπορέσατε να τους βρείτε και, όπως είπατε, σας ανέφεραν 11 διαφορετικές διμοιρίες ως υπεύθυνες για τη φύλαξη του συγκεκριμένου μέρους όπου έγινε η δολοφονία.
[ ]
Δ.ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Ήθελα να πω ένα ζήτημα, παρόλο που με τον κ. Καραμπελιά διαφωνούμε σε πολλά, αλλά δεν είναι ο χώρος εδώ πέρα και οι όροι για τη συζήτηση, θα ήθελα να μας πείτε για κάποιο ζήτημα με το οποίο έχετε ασχοληθεί πολύ, με το εθνικό ζήτημα, μια που γίνεται μια προσπάθεια διαστρέβλωσης των θέσεων της Οργάνωσης και συκοφάντησης, μπερδεύοντας επίτηδες τον εθνισμό με τον εθνικισμό.
Γ. Κ.: Το ίδιο συμβαίνει και με μένα, δόξα τω Θεώ!
Δ. ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Και ο εθνισμός –αν δεν κάνω λάθος– είστε από τους πρώτους που το βάλατε στη συζήτηση μέσα στο κίνημα. Φθάνουν στο σημείο να κατηγορούν την οργάνωση για εθνικισμό, που δεν έχει καμία σχέση με μια επαναστατική οργάνωση. Να χαρακτηρίζουν την 17Ν εθνικιστική, ή την ιδεολογία της εθνικιστική.
Γ. Κ.: Όχι, πάνω σ’ αυτό έχω να πω ότι αυτή είναι μια παράμετρος που συχνά μου αναφερόταν στο παρελθόν ότι ήταν ένας από τους λόγους ότι μοιάζουμε, ότι μπορεί να είμαι και 17Ν, επειδή είχα μια έντονη ευαισθησία για τα εθνικά ζητήματα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δηλαδή είναι άλλο εθνισμός και άλλο εθνικισμός;
Γ. Κ.: Βεβαίως, ο εθνικισμός είναι μια στάση επιθετική έναντι άλλων χωρών και λαών, έχει επιθετικά χαρακτηριστικά, ενώ εθνισμός ή πατριωτισμός έχει την έννοια ότι βρίσκω την ταυτότητά μου, αναφέρομαι σ’ αυτήν και την υπερασπίζομαι.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ξέρετε τον ορισμό του Παναγιώτη Κανελλόπουλου για τον εθνισμό; Ιδεολογική εκδήλωση πίστεως αυτής ταύτης της εθνικής συνειδήσεως προς εαυτήν.