του Σ. Μιχαήλ, από το Άρδην τ. 8 Μάιος-Ιούνιος 1997
Η παγκοσμιοποίηση είναι ο έσχατος μύθος της εποχής και η αλήθεια των εσχάτων της. Ένας μύθος δεν είναι απλώς µια ψευδής παράσταση. Είναι και µορφή έκφρασης, δικαίωσης, επιβολής µιας πραγματικότητας που βρίσκεται πέρα από τον ανθρώπινο έλεγχο, γι’ αυτό και αχνά τυραννικής. Αυτή η σχέση µύθου-τυραννίας τον κατέστησε ανέκαθεν στοιχείο προνομιακό του Λόγου των Κυριάρχων, που ως γνωστόν είναι κι ο κυρίαρχος λόγος.
Απότις αρχές της δεκαετίας του 80, µε ορµητήρια τα ονομαστά bussiness management schools του Harvard, του Stanford, του Columbia, στην υπερατλαντική Μητρόπολη, ο όρος globalization-παγκοσµιοποίηση εισέβαλε και επικράτησε στον λόγοτου εφορμούντος νεοφιλελευθερισμού στις αγγλοσαξονικές χώρες και διεθνώς. Με την άρση των εμποδίων, την κίνηση των κεφαλαίων πάνω από σύνορα, την ξέφρενη φυγή τους στη χρηµατιστική σφαίρα, τη χρήση των πιο µοντέρνων τεχνολογιών πληροφορικής και τηλεπικοινωνιών για τη σύνδεση όλων των χρηµατιστηριακών κέντρων του πλανήτη και τη µεταφορά κολοσσιαίων ποσών από το ένα στο άλλο, ένας κόσµος “borderless” (χωρίς σύνορα) όπου κυριαρχούν “stateless” (µη-κρατικές) επιχειρήσεις-αμούθ αναδύεται-τουλάχιστον σαν virtual reality (δυνητική πραγματικότητα). Πάνω στο παράξενο αυτό κόσµο πληθαίνει ένα νέο είδος νεόπλουτων, οἱ yuppies, µια περίεργη µετάλλαξη ανθρώπου ή μάλλον ένας γέος ανθρωπολογικός τύπος. Θυµίζουν µιαν άλλη φαντασίωση της περιόδου αυτής, τα cyborgs: κολληµένοι στις ηλεκτρονικές συσκευές τους, παίρνοντας και στέλνοντας μηνύματα από το ένα χρηµατιστήριο στο άλλο σε απόσταση χιλιάδων μιλίων, “ζουν” σαν άνθρωποι μηχανοποιηµένοι ή σαν µηχανές που υποκαθιστούν το ανθρώπινο, Κοσµοπολίτες χωρίς κόσµο, τυχοδιώκτες χωρίς την ποίηση της περιπέτειας. Exterminators, για να θυμηθούμε ένα άλλο μυθικό πλάσμα της παρούσας µυθολογικής φάσης, που διέρχεται η δύστυχη ανθρωπότητα.
Η λέξη κλειδί για την είσοδο στο θαυμαστό αυτό (µη) κόσµο είναι: παγκοσμιοποίηση. Η µαγική λέξη-απάντηση σ᾿ όλα τα δυνατά ή αδύνατα ερωτήµατα. Η βάση της “μοναδικής σκέψης” ή του “μονόδρομου”, όπως συνήθως λέγεται καθ’ ηµάς, της αντίληψης ότι δεν υπάρχει κανένας εναλλακτικός δρόμος, καμία εναλλακτική προοπτική καµία δυνατότητα αναμέτρησης µε τη μυθική ισχύ των “παγκοσμιοποιηµένων αγορών”. Ο κόσµος έχει οµογενοποιηθεί, (borderless, stateless, κατά τη παγκοσµιοποιηµένη γλώσσα των αγγλοσαξόνων) κάτω από την παντοδυναµία του παγκοσμιοποιηµένου κεφαλαίου, που μένει και θα παραμένει αναµφισβήτητη εν παντί τόπω και χρόνω, αφού κάθε τόπος και προπαντός ο ιστορικός χρόνος έχουν πλέον καταλυθεί. End of History. Μ᾿ άλλα λόγια: μυθολογία. Μυθολογία της αγοραίας παγκοσμιοποίησης. Η παγκοσμιοποίηση όµως δεν είναι µόνον “ψευδής συνείδησή” της. Δεν αρκεί να τη δούµε σαν “συστατικό στοιχείο της αστικής Ιδεολογίας” (P. Sweezy). Δεν μπορούµενα την εξορκίσουµε, να την παρακάμψουµε ή, ακόµα χειρότερα, να την αποφύγουμε µε την εθνική αναδίπλωση και τον ιστορικό σολιψισµό.
Είμαστε υποχρεωμένοι ν᾿ ανιχνεύσουµε την πραγµατικότητά της, να φέρουμε στο Φως τις αντιφάσεις της που δεν γεννούν µόνο φενάκες και καταστροφές αλλά και τη δυναμική της ιστορικής υπέρβασης. Σ᾽ αυτότο δρόµο, το µαρξικό έργο και πρόταγµα είναι αναντικατάστατο – ότι κι αν λέει η μυθολογία της “µοναδικής σκέψης” καιτου “θανάτου του Μαρξισμού καιτων ιδεολογιών” (Ο J. Derrida είχε την τόλµη, ενάντια στο ρεύμα, το 1993, να µιλήσει για τα Φαντάσματα του Μαρξ, που συνεχίζουν να µας επισκέπτονται και µετά τον υποτιθέμενο πολιτικο-ιστορικό θάνατο. Το ζήτημα, ίσως, είναι ότι τα Φαντάσματα κυκλοφορούν όχι µετά το 1991 αλλά µετά το 1883, ενώ ο ζωντανός Μαρξ μας σπεριµένει στις αρχές του αιώνα που έρχεται…).
Η τάση παγκοσμιοποίησης εἴναι εγγενής, σύμφυτη µε το κεφάλαιο, το οποίο ως αυτό-επεκτεινόµενη αξία, γκρέμισε τα όρια των φυσικών οικονομιών της αξίας χρήσης και δημιούργησε ένα διεθνή καταμερισµό εργασίας και την παγκόσμια αγορά. Η τάση όµως αυτή προς το καθολικό έρχεται σε διαρκώς οξύτερη σύγκρουση µε τους όρους γένεσής της:
“… η καθολικότητα προς την οποία το κεφάλαιο κινείται προσκρούει σε φραγμούς µέσα στην ίδια τη φύση του κεφαλαίου, φραγμούς που σε ένα ορισμένο στάδιο ανάπτυξής του θα επιτρέψει να αναγνωριστεί ότι είναι το ίδιο (το κεφάλαιο) ο µεγαλύτερος φραγµός στο δρόµο αυτής της τάσης και ως εκτούτου θα γίνει κινητήρια δύναμη για την υπέρβασή του µέσα από το ίδιο του τον εαυτό”. (Μαρξ, Grundrisse, Collected Works, τ. 38, σελ. 337).
Απ’ αυτήτην άποψη, µιλήσαμµε στην αρχή για “την αλήθεια των εσχάτων”. Η παρούσα παγκοσµιοποίηση, χωρίς να επιφέρει κάποιο αυτόµατο τέλος του καπιταλισμού, αποτελεί παγκοσμιοποίηση των αντιφάσεών του.
Είναι αναγκαίο να γίνουν κάποιες προκαταρκτικές διευκρινίσεις. Η καθολικότητα που γεννά το κεφάλαιο έχει ως υλικό της υπόστρωµα (sub-stratum) την αυτοεκτεινόµενη αξία, άρα την αφηρηµένη εργασία. Ως διαδικασία εξάλειψης των ιδιαίτερων, συγκεκριµένων, ποιοτικών γνωρισμάτων της εργασίας δεν µπορεί παρά να αλλοιώνειτην ίδιατην υπόσταση (substance) της καθολικότητας που γεννά. Η καπιταλιστική παγκοσµιότητα είναι η αφηρημένη γενικότητα, η νόθα οικουµενικότητα, το ψευδοκαθολικό, χωρίς τον πλούτο του µερικού και του ατομικού, που απαραιτήτως ενυπάρχουν στο συγκεκριµένο καθολικό.
Η τάση προς την παγκοσμµιοποίηση λοιπόν του κεφαλαίου λειτουργεί ισοπεδωτικά, απαλείφοντας το συγκεκριµένο. Ταυτόχρονα, όµως, η κεντροµόλα τάση της αλληλοσύνδεσης της οικονοµικής ζωής όλου του πλανήτη στη βάση της αφηρημένης εργασίας, της ρυθµιστικής αρχής του νόµου της αξίας και έτσι της ισοπέδωσης, εἴναι αλληλένδετη µε την άλλη εγγενή, φυγόκεντρη τάση του κεφαλαίου: την εντατικοποίηση των ανισοµερειών και των ανισοτήτων. Η καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση είναι “πολωτική” (S. Amin), µετον πόλο γένεσης των ανισοτήτων να βρίσκεται στις μητροπολιτικές χώρες. Όταν σήµερα, σύμφωνα µε τις µελέτες του Institute for Policy Studies, 447 δισεκατομμυριούχοι σ᾿ όλο τον κόσµο κατέχουν περισσότερο πλούτο από το 50% των κατοίκων της Γης (βλ. Καθημερινή,16.2.97), τότε είναι ολοφάνερο για ποια παγκοσμιότητα γίνεται λόγος. Δεν πρόκειται για τη νίκη µιας πανανθρώπινης καθολικότητας αλλά για τη πιο στυγνή δικτατορία της ακραίας µερικότητας πάνω στην καθολικότητα.
Συνεχίζοντας στην ίδια οδό προσέγγισης, πρέπει να δούµε την τάση παγκοσμιοποίησης στην Ιστορική της ανάπτυξη. Συνοδεύει το κεφάλαιο από τις προὐποθέσεις και τις απαρχές του αλλά διαφοροποιείται στην πορεία. Με άλλους όρους πρέπει να ιδωθεί π.χ. στο στάδιοτου μερκαντιλισμού και της τυπικής υπαγωγής της εργασίας στο κεφάλαιο, µε άλλους µετά τη βιομηχανική επανάσταση και την πραγματική υπαγωγή της εργασίας στο κεφάλαιο και άλλους στο στάδιο της ηγεμονίας του χρηµατιστικού κεφαλαίου.
Στο τελευταίο αυτό στάδιο,διακρίνουμε τρεις φάσεις της παγκοσμιοποίησης.
Η πρώτη (1870-1914) είναι εκείνη που μελετήθηκε ιδιαίτερα από τον Χόμπσον, τον Χίλφερντιγκ και τον Λένιν και κατέληξε στον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο (επιφέροντας, στη συνέχεια, τη ρήξη της διεθνοποιηµένης “αλυσίδας” του ιμπεριαλισμού στον περιώνυµο “αδύνατο κρίκο” την Ρωσία, το 1917).
Στο µεσοπόλεμο, παρά την ήδη υπάρχουσα παγκοσμιοποίηση των όρωντης οικονοµικής ζωής, επιχειρήθηκε µια αναδίπλωση στα όριατου εθνικού κράτους καιτου πριν το 1914 gold standard µε καταστροφικά αποτελέσµατα (Κραχ 1929, Μεγάλη Κάµψη, φασισμός, δεύτερος παγκόσµιος πόλεμος.
Η δεύτερη φάση της παγκοσμιοποίησης (1945-71) ακολούθησε τον δεύτερο παγκόσµιο πόλεμο και βασίστηκε στον διεθνοποιηµένο Κεῦνσιανισµό των συμφωνιών και θεσμών του Bretton Woods, επιχειρώντας ν᾿ αποφύγει τα δεινά της εθνικής αναδίπλωσης του μεσοπολέμου και δίνοντας την ώθηση στη χωρίς προηγούμενο µεταπολεµική καπιταλιστική ανασυγκρότηση και άνθηση. Με τη σειράτης, ητελευταία κατέληξε, ως γνωστόν σε µια, εξίσου, χωρίς προηγούμενο, κρίση υπερπαραγωγής κεφαλαίου και κατάρρευση του μεταπολεμικού οικοδοµήµατος του Bretton Woods.
Μετά από την κρίση αυτή της υπερσυσσώρευσης εκτινάσσεται το πλεονάζον κεφάλαιο στη χρηµατιστική σφαίρα, που γίνεται το εφαλτήριο της παρούσας τρίτης φάσης της παγκοσμιοποίησης (1980-…)
Λόγω της ιδεολογικής χρήσης και κατάχρησης του όρου “Παγκοσμιοποίηση” πρέπει να γίνουμε ακριβείς; η πολυθρύλητη παγκοσµιοποίηση των τελευταίων 17 χρόνων είναι κυρίως χρηµατιστηριοποίηση. Όπως γράψει, πολύ σωστά ο Κώστας Βεργόπουλος: “…όσο εµφαγίζεται ολοκληρωμένη ήδη στο διεθνές χρηµατιστηριακό επίπεδο η παγκοσμιοποίηση, τόσο δείχνεται δύσκολα εφαρµόσιµη στο παραγωγικό επίπεδο και ακόµα λιγότερο σ᾿ αυτό των εθνικών µακρο-οικονοµικών συστηµάτων” (Βλ. Le Nouveau systeme du monde,, στο συλλογικό τόμο, {Le Nouveau systeme du monde, Actuel Marx Confronation PUF 1994, σελ. 111). Όταν γίνεται λόγος σήμερα για παγκοσμιοποίηση, πρόκειται πρωταρχικά για παγκοσμιοποίηση του χρηµατιστικού κι όχι του παραγωγικού κεφαλαίου. Απ’ αυτή την άποψη είναι έκφρασητου ακραίου παρασιτισμού, της ιστορικής παρακμής του κεφαλαιοκρατικού συστήµατος. Η αλήθεια των εσχάτων. Γέννημα του λιµνάσµατος, η παγκοσµιοποίηση-χρηματιστηριοποίηση δύο σχεδόν δεκαετίες τώρα έδωσε µια κερδοσκοπική διέξοδο αλλά καµία ώθηση υπέρβασης του λιµνάσµατος.
Η κρίση υπερσυσσώρευσης -μαζί της και η οργανική ανεργία εκατομμυρίων στον Βορρά κι ο µαζικός λιμός εκατομμυρίων στο Νότο-παραμένει κι επιδεινώνεται. Το χρηµατιστικό κεφάλαιο είναι σε τελευταία ανάλυση δέσµιο της διαδικασίας συσσώρευσης παραγωγικού κεφαλαίου. Όσο διευρύνεταιτο χάσµα ανάµεσα στη σφαίρα των πλασµατικών αξιών καιτη σχετικά διαρκώς στενότερήτης βάση στη σφαίρα παραγωγής αξίας και υπεραξίας, τόσο η αστάθεια του όλου συστήµατος επιτείνεται, µε ανοικτές όλες τις δυνατότητες.
Η παγκοσμιοποίηση/χρηµατιστηριοποίηση ενίσχυσε στο έπακρο τις δύο αντίθετες τάσεις, τη κεντροµόλα και τη φυγόκεντρη της καπιταλιστικής ανάπτυξης. Την ἴδια στιγµή που η οικονομική αλληλοσύνδεση και αλληλεξάρτηση των πιο απόµακρων περιοχών του πλανήτη εντάθηκε, από την άλλη οι ανισοµέρειες κιανισότητες πήραντις πιο τερατώδεις διαστάσεις.
Η παγκοσμιοποίηση/χρηµατιστηριοποίηση είναι διαδικασία ενσωµάτωσης/αποκλεισμού. Ενώ η κίνηση του κεφαλαίου απελευθερώθηκε κι επιταχύνθηκε αφάνταστα, αυτή συντελείται βασικά µεταξύ Βορρά-Βορρά. Υπάρχει µείωση επενδύσεων στο Νότο, ενώ, αντίθετα, υπάρχει µια συνεχής εκροή/απομύζηση 30-40 δισ. δολαρίων το χρόνο από τις λιμοκτονούσες περιοχές του Νότου προς τα χρηµατιστηριακά παράσιτα του Βορρά. Στο διάβα της η παγκοσµιοποίηση/χρηματιστηριοποίηση δημιουργεί τεράστια κενοτόπια, αποκλείοντας ολόκληρες περιοχές και ηπείρους. Για τη νοτίως της Σαχάρας Αφρική παγκοσμιοποίηση σηµαίνει οικονοµικός αποκλεισμός από τον υπόλοιπο κόσµο, πτώση σ’ ένα µη κόσµο που κατ’ ευφημισµόν λέγεται “Τέταρτος” κι όπου κυριαρχούν οι αλληλοσφαγές τύπου Ρουάντα κι οι ωµές ιµπεριαλιστικές επεμβάσεις των παλιών αποικιοκρατών. “Κενοτόπια”, όµως, σχηματίζονται πλέον και µέσα στις ίδιες τις Μητροπόλεις, µε ζώνες φρίκης γύρω ή και µέσα στις γιγαντουπόλεις, µε τα αναρίθµητα πλήθη των ανέργων, των υποαπασχολούµενων, των κάθε είδους αποκλεισµένων.
Όσο ελεύθερη έγινε η κίνηση των κεφαλαίων πέρα από τα σύνορα, τόσο µεγαλύτερη η πίεση κι η ανάγκη στο Νότο (και την ερειπωµένη Ανατολή) να αναζητηθεί εργασία στον Βορρά και τόσο µεγαλύτερα εμπόδια ορθώνονται στην κίνηση της εργασίας. Η ξενοφοβία, ο ρατσισμός, η υστερία κατά των οικονοµικών προσφύγων, ο φασισμός φουντώνουν. Η παγκοσµιοποίηση του κεφαλαίου είναι ο κύριος τροφοδότης του Λεπέν, του Χάιντερ, του Φίνι.
Αξίζει να επισηµανθεί εδώ µια διαφορά µε το µεσοπόλεµο και τον παραδοσιακό φασισμό. Το υλικό υπόβαθρο του τελευταίου ήταν η γενικότερη, τότε, απόπειρα αντιμετώπισης των συνεπειών της (πρώτης φάσης της) παγκοσμιοποίησης µε µια αναδίπλωση στο εθνικό κράτος και τον εθνικισμό. “Ο φασισμός εἴναι η δηλητηρίαση της οικονοµικής ζωής µε τις τοξίνες του εθνικισμού” (Τρότσκυ).
Τώρα, αντίθετα, η γενική τάση του κεφαλαίου είναι προς την παγκοσµιοποίηση, όχι την εθνική αναδίπλωση όπως στη δεκαετία του 30. Είναι η παγκοσμιοποίηση/χρηµατιστηριοποίηση, ως προϊόν/ανακύκλωση/διευρυµένη αναπαραγῶγή της καπιταλιστικής κρίσης, εκείνη που κλονίζει σήµερα κάθε εθνική και ταξική ταυτότητα και διασπείρει τις ταυτοτικές Κρίσεις µέσα στα ασαφοποιηµένα πλήθη που νιώθουν να απειλούνται από παντού.
Ως εκ τούτου δύο διαφορετικά ρεύματα ακροδεξιάς αντίδρασης σχηματίζονται. Από τη µια, οι παραδοσιακότεροι φασισµοί, σαν του Εθνικού Μετώπου του Λεπέν στη Γαλλία ήτου εθνικοσοσιαλιστικής εμπνεύσεως “Κινήματος” του Χάιντερ στην Αυστρία, δηµαγωγών κατά της “παγκοσμιοποίησης” και του “ευρωπαϊσμού” αντιπαραθέτοντας τις “αξίες” του εθνικισμού και της φυλής. Από την άλλη, εµφανίζεται Και µια άκρα δεξιά των πλουσιότερων µικροαστικών στρωµάτων, που βλέπει να φθείρεται η θέση της από την κρίση στα πλαίσια του Εθνικού Κράτους και βλέπει την διέξοδο έξω από τα εθνικά πλαίσια, σε µια άµεση σύνδεση µε τα υπερεθνικά κέντρα της Ευρώπης του Μάαστριχτ. Τέτοια είναι η περίπτωση των πρασινοχιτώνων του Μπόσι ή κι ορισμένων Φλαμανδών φασιστών.
Η στάση της πρώτης κατηγορίας των “παραδοσιακών” εθνικιστών-φασιστών, εν τούτοις δεν απορρίπτει εντελώς το “ευρωπαϊκό” στοιχείο στη χάραξη της στρατηγικής προς την εξουσία. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση Φίνι κι η μετατροπή της παραδοσιακής ιταλικής φασιστικής οργάνωσης σε “μεταφασιστική” εθνική συμμαχία, που, τώρα, µετά το “ξαφούσκωμα” του Μπερλουσκόνι, γίνεται ηγεµονική δύναμη του Μπλοκ της Δεξιάς-Κεντροδεξιάς. Ανάλογες «διορθωτικές’ κινήσεις άρχισε κι ο Χάιντερ καθώς το κόµµα του αγγίζει το 30% και µια παρόμοια στρατηγική σχεδίαση γίνεται και στο γαλλικό εθνικό Μέτωπο: µετάτη νίκη στη Βιτρόλτης υποψήφιας του Μετώπου και γυναίκας του Γάλλου Γκαίμπελς, Μπρούνο Μεγκρέ, γίνεται κουβέντα για βαθμιαία υποκατάσταση του δυσφημισµένου Λεπέν από τον Μεγκρέ, µε απώτερο στόχο την κατάκτηση της ηγεμονίας µέσα σε µια ευρύτερη Δεξιά Συμμαχία στα παλικά πρότυπα. Τα παραπάνω δείχνουν ότι ο ανερχόμενος φασισμός κι η Ευρωπαϊκή Ένωση του Μάαστριχτ δεν αλληλοαποκλείονται. Ουσιαστικά η δεύτερη τρέφει τον πρώτο: Σωστά ο Ε. Τοντ έγραψε ότι μόλις κυκλοφορήσει το Ευρω ως κοινό νόμισμα, το Εθνικό Μέτωπο θα εκτιναχτεί στο 30%.
Πέρα, όµως, από τις ζοφερές συνέπειες Καιτα αντεπαναστατικά ρεύματα, η παγκοσμιοποίηση του κεφαλαίου έχει γεννήσει ήδη και τις πρώτες αντιστάσεις, µε κινήµατα πρωτόγνωρα τουλάχιστον µετά το 1968, όπως είναι η εξέγερση των Ζαπατίστας Κατά της ΝΑFΤΑ, ο γαλλικός Δεκέµβρης 1995 κατά των συνεπειών του Μάαστριχτ, η εξέγερση των εργατών της Νότιας Κορέας ενάντια στην “ελαστικοποίηση” των εργασιακών σχέσεων που ᾱπαιτεί η παγκοσμιοποίηση. Τα µαζικά αυτά κινήματα δεν φρεσκάρουν µόνο τον αέρα, διαλύοντας πολλούς μύθους, ᾱνάµεσά τους και τον μύθο των ακατανίκητων παγκοσμιοποιημένων αγορών. Πάνω απ’ όλα αποτελούν µια στρατηγική πρόκληση για το επαναστατικό ρεύμα µέσα στο κίνημα. Εύα σηµαδιακό ότι µέσα στον ευρύ χώρο που καλύπτεται ακόµη µε τον ασαφή όρο “Αριστερά”, υπάρχουν και τώρα διαφοροποιήσεις αντίστοιχες μ’ εκείνες των αρχών του αιώνα. Τότε, στην πρώτη φάση της παγκοσμιοποίησης, µέσα στην Δεύτερη Διεθνή υπήρξαν εκείνοι που χαιρέτισαν τον Ιµπεριαλισµό σαν νίκη της διεθνοποίησης και της προόδου, που φέρνει εγγύτερα το σοσιαλισμό, (Σάιντεµαν), εκείνοι που αντιτάχτηκαν στον ιμπεριαλισμό σαν πολιτική ζητώντας την επιστροφή στο προϊµπεριαλιστικό παρελθόν (Κάουτσκι) κι εκείνοι που πάλεψαν τον Ιµπεριαλισµό, βάζοντας τη διεθνοποίηση θεμέλιο στη χάραξη µιας επαναστατικής στρατηγικής (Λένιν, Τρότσκι, Λούξεμπουργκ).
Σήµερα, υπάρχουν αυτοί που υμνούν την παγκοσμιοποίηση, ελπίζοντας σε µια παρασιτική σχέση µε την Ευρωπαϊκή Ένωση, αυτοί που ζητούν επιστροφή στο status quo ante και στο Εθνικό Κράτος – κι αυτοί που, µε αφετηρία µιας εναλλακτικής επαναστατικής προοπτικής την ανάλυση της Παγκοσµιοποίησης, θέλουν να προετοιµαστούν για την νέα “έφοδο στον ουρανό”.