Αρχική » Οδοιπορικό στη φιλική Ιορδανία

Οδοιπορικό στη φιλική Ιορδανία

από Άρδην - Ρήξη

του Γ. Παπαγιαννόπουλου, από το Άρδην τ. 18, Μάρτιος-Απρίλιος 1999

Ιορδανία, χώρα της Μέσης Ανατολής, πολύ κοντά μας γεωγραφικά. Η διάρκεια μιας αεροπορικής πτήσης από Αθήνα προς Αμμάν είναι πάνω-κάτω ένα δίωρο (για τις Βρυξέλλες, η αντίστοιχη είναι τρεις ώρες), γεγονός που δεν συνειδητοποιούμε πριν πραγματοποιήσουμε αυτό το ταξίδι. Ίσως ο μονόπλευρος προσανατολισμός μας προς κάθε τι το «ευρωπαϊκό» τα τελευταία χρόνια, όπως ‘ και ο έντονος καταναλωτισμός και η “στροφή του μέσου ‘ Έλληνα προς το «χλιδάτο» και την «γκλαμουριά», απομακρύνει από το οπτικό μας πεδίο χώρες σαν την Ιορδανία.

Κι όμως ένα ταξίδι σ αυτή τη χώρα θεωρώ ότι ενδιαφέρει πολλούς: πέραν αυτών που αγαπούν τα ταξίδια, την περιπέτεια, τη γνωριμία με άλλους πολιτισμούς, εδώ υπάρχει μια επιπλέον ιδιαιτερότητα:

Πολλά στοιχεία οικεία και αποδεκτά. Για τους έχοντες ιδιαίτερα ενδιαφέροντα, είτε για την Ορθοδοξία, είτε για τον Ελληνισμό -ή και για τα δύο- στην Ιορδανία θα βρουν και θα αναγνωρίσουν, εκπλησσόμενοι ευχάριστα, μνημεία και ναούς, Αρχαίους, Βυζαντινούς, Ορθόδοξους.

Θα μεταφέρω στο χαρτί εντυπώσεις, πληροφορίες και ιστορικά στοιχεία από ένα πρόσφατο ταξίδι μου στην Ιορδανία. Είναι προφανές ότι δεν θα αναφερθώ στο σύνολο των σημείων της χώρας που αξίζει τον κόπο να επισκεφθεί κάποιος ή κάποια. Άλλωστε δεν τα είδα όλα, ούτε θα επιχειρήσω εδώ αναπαραγωγή τουριστικού οδηγού, θεωρώ εν τούτοις, ότι αυτά στα οποία θα αναφερθώ, είναι από τα σημαντικά.

Πρώτος μας σταθμός

Η πρωτεύουσα της χώρας, το Αμμάν: μια πόλη με δύο όψεις. Μια υπερσύγχρονη, τεράστια σε έκταση μεγαλούπολη με σύγχρονα κτήρια, υπεραγορές και τεράστιες πεντακάθαρες λεωφόρους, φωτισμένες εξ ολοκλήρου τις νύχτες. Σκουπίδι πουθενά. Καμμία σχέση με την Τριτοκοσμική Αθήνα. Οι γυναίκες κυκλοφορούν ελεύθερα για αραβική χώρα, καλυμμένες στο κεφάλι με τη μαντήλα ή χωρίς, ελάχιστες με φερετζέ – προφανώς στο σπίτι κάποιος αρσενικός θα ‘ναι βαθειά θρησκευόμενος. Τις συναντάς στα εστιατόρια ή στα μπαρ με συνοδεία, ή να οδηγούν αυτοκίνητο μόνες, θετική εντύπωση για έναν «δυτικό».

Κι ύστερα, το παλαιό Αμμάν, το Τζαμάλ Χουσε’ίν και το Ντάουν Τάουν με το παζάρι, κλασικά αραβικό, με πλήθος μικρομάγαζα, φτωχολογιά και βρώμα.

Τα κτήρια στη σειρά μου θυμίζουν κάτι από την Τζέντα της Σαουδικής Αραβίας, όχι τα ψηλά της κτήρια με τα καφασωτά και την κόκκινη-ώχρα απόχρωση, αλλά τα κτήρια της φτωχολογιάς. Το να δίπλα στ’ άλλο, κιτρινωπά, καφετιά ή ξεβαμμένα. Κι ο ιμάμης παντού ο ίδιος στον αραβικό κόσμο. Έψελνε για πρώτη φορά καθημερινά μέσα στη νύχτα! Περί τις 5.20 αξημέρωτα, γύρα στα είκοσι λεπτά πριν το πρώτο φως της ημέρας…

Στην πόλη κυκλοφορείς ελεύθερα, μέρα-νύχτα, με ασφάλεια. Για τις μετακινήσεις σας μπορείτε να χρησιμοποιήσετε ταξί τα οποία αφθονούν και τα οποία έχουν φθηνό κόμιστρο, εάν δεν καταλάβουν ότι είστε εντελώς τουρίστας, θα βάλουν και ταξίμετρο, κάτι που προφανώς θα αποβεί προς όφελος σας!

Η ιστορία είναι παρούσα στο Αμμάν, παρά το γεγονός ότι η πόλη είναι χτισμένη πάνω στην παλαιότερη και οι ανασκαφές γίνονται μόνο σε ορισμένα σημεία της πόλης. Εν σχέση με την υπόλοιπη Ιορδανία όπου επίσης η ιστορία είναι παρούσα σε μεγαλύτερη έκταση, το Αμμάν υστερεί, εν τούτοις δεν σε απογοητεύει. Σελίδες από την Παλαιά Διαθήκη, την Ελληνο-Ρωμαϊκή και την Βυζαντινή Αυτοκρατορία, την Αραβική κυριαρχία και την Οθωμανική κατοχή ξεπηδούν μπροστά σου, τόσο στο Αμμάν όσο και σε ολόκληρη την Ιορδανία.

Αμμανίν: Επτάλοφος πόλη, η αρχαία Φιλαδέλφεια. Μια διπρόσωπη πόλη, απ’ την μια σύγχρονη με αστραφτερές και πεντακάθαρες φωτισμένες λεωφόρους, πολυκατοικίες και υπερκαταστήματα, πλάι στην παλαιά με τα φτω-χοσόκκακα, τη φτωχολογιά και τις μυρωδιές ανάκατες από φαγητά και λιμνάζοντα ύδατα.

Το φτηνό ξενοδοχείο πάνω από τα μαγαζιά του Ντάουν Τάουν υποδέχεται τους οδοιπόρους έχοντας να προσφέρει λίγα, σπασμένα τζάμια και ξεχαρβαλωμένα πατζούρια, ίσως και κάποιο κοινό λουτρό, έναντι της φτηνής αμοιβής για την διανυκτέρευση.

Από κάτω, πιο κάτω από τα μαγαζιά, με μια σκάλα που ξεκινάει από το ισόγειο σφηνωμένη ανάμεσα σε δύο μαγαζιά, ένα υπόγειο καφενείο. Κόσμος κάθεται στον διάδρομο στον οποίο καταλήγει η απόληξη της σκάλας καπνίζοντας ναργιλέ, ενώ μέσα στο καφενείο, χωμένο στο ισόγειο κάτω από τα μαγαζιά που φωτίζεται μόνο από το ηλεκτρικό ρεύμα, κόσμος όρθιος παρακολουθεί στην εκπέμπουσα τηλεόραση κάποιο τοπικό ποδοσφαιρικό αγώνα.

Λίγα ιστορικά στοιχεία για την πόλη:

Θεωρείται ότι η Ακρόπολη του Αμμάν (Citadel Hill) οχυρώθηκε για πρώτη φορά περί το 1800 π.Χ., την εποχή του Χαλκού. Γύρω στο 1200 π.Χ. ήλθαν οι Αμμωνίτες, απόγονοι κατά την Παλαιά Διαθήκη του ανιψιού του Αβραάμ, Λωτ. 200 χρόνια αργότερα ο Βασιλιάς Δαβίδ κατέλαβε την πόλη. Αργότερα αυτή περιήλθε στους Έλληνες, στον Πτολεμαίο 2° τον Φιλά-δελφο. Την ξανάκτισε και την ονόμασε Φιλαδέλφεια. Η ύστερη Φιλαδέλφεια έγινε ένα τμήμα της (Ελληνο-) Ρωμαϊκής Δεκάπολης και ξαναχτίστηκε. Στην πρώιμη Βυζαντινή περίοδο, έγινε τμήμα της Χριστιανικής Επισκοπής Πέτρας και Φιλαδέλφειας. Υστερα ήλθαν οι Ουμαγίδες στον 8° αιώνα. Το Αμμάν περιέπεσε σε αφάνεια μέχρι την επανεμφάνισή του στον αιώνα μας, ως σύγχρονο Αμμάν.

Στο κέντρο αυτής της πόλης είναι το Ρωμαϊκό θέατρο, μια πολύ καλή κατασκευή στην καρδιά της πρωτεύουσας, περίπου 5.000 θέσεων. Χτίστηκε μεταξύ 169 και 177 μ.Χ. Το θέατρο είναι ακόμα σε χρήση. Κοντά στο Ρωμαϊκό θέατρο είναι το Ωδείον (Odeon), ένα μικρό σκεπαστό θέατρο 500 θέσεων, κτισμένο επίσης τον 2 αι. μ.Χ. και το οποίο είναι επίσης σε χρήση. Κοντά τους βρίσκεται το Ιορδανικό Μουσείο Λαϊκών Παραδόσεων που περιλαμβάνει Ιορ-δανικές και Παλαιστινιακές ενδυμασίες και εξαρτήματα. Απέναντι, βρίσκεται το Φολκλόρ Μουσείο του Αμμάν που περιλαμβάνει φιγούρες ντυμένες με παραδοσιακά κοστούμια να πολεμούν, να παίζουν μουσικά όργανα, κ.ά. Σ’ αυτά τα μουσεία βλέπεις τον Ιορδανικό τρόπο ζωής.

Το παλαιό Αμμάν ήταν κτισμένο σε δύο επίπεδα: στο Ανω και στο Κάτω. Το Ανω ήταν η Ακρόπολη, το Citadel, που λέγεται επίσης (στα αραβικά) Τζέμπελ Κα-λάατ. Πάνω στην ακρόπολη συναντάς όρθιες τρεις στήλες από το ναό του Ηρακλή καθώς και μια

Βυζαντινή εκκλησία του 6ου αιώνα, ενώ διακρίνονται τριγύρω οι ρωμαϊκές οχυρώσεις. Στα βο-ρειο-δυτικά του ναού συναντάμε το Αλ-Κασρ: ένα μεσαιωνικό κτίσμα των τελευταίων ημερών των Ουμαγιδών, έδρα του τότε κυβερνήτη. Σήμερα αναστυλώνεται από την Ισπανική Αρχαιολογική Υπηρεσία, δείγμα των Ισπανο-Αρα-βικών σχέσεων ή της διείσδυσης, εν προκειμένω, της Ισπανίας με αφορμή αυτές τις σχέσεις. Με την ευκαιρία, να αναφέρω ότι η επίσημη Ελλάδα είναι πανταχού απούσα, είτε πρόκειται για Ελληνορωμαϊκά αρχαία είτε για Βυζαντινά.

Κρίμα, γιατί οι Ιορδανοί, τόσο στο Αμμάν όσο και σε ολόκληρη τη χώρα, είναι φιλέλληνες. Μίλησα με αρκετούς από αυτούς με διάφορες ευκαιρίες. Ακόμη και όσοι είχαν σπουδάσει στα Πανεπιστήμια ή στα Πολυτεχνεία της Κωνσταντινούπολης, ήταν φιλέλληνες. Το μοτίβο, με παραλλαγές, έλεγε περίπου: Τα ταραχοποιό στοιχεία της περιοχής μας είναι η Τουρκία και το Ισραήλ. Το Ισραήλ, λόγω των κατεχομένων, της επεκτατικής συμπεριφοράς του και της επιβολής δια της βίας. Η Τουρκία για τον επεκτατισμό της και την συμπεριφορά της επίσης. Η Τουρκία μας είχε και εμάς (τους Ιορδανούς) 400 χρόνια υπόδουλους. Σε μία μελλοντική σύγκρουση Τουρκίας-Ελλάδας, θα είμαστε μαζί σας!

(Είναι προφανές, ότι αυτή η συχνά επαναλαμβανόμενη δήλωση μού έφερε στο νου τον Καντάφι και την εκπληκτική δήλωσή του, ότι οι Αραβες θα πολεμήσουν -κατά του Ισραήλ- μέχρι τον τελευταίο Παλαιστίνιο)·

Επιστρέφοντας στα σοβαρά: δεν μπορεί να φανταστεί κανείς πόσο ενημερωμένοι ήταν για τα ελληνο-τουρκικά και όλα τα προβλήματα της λεκάνης της Ανατολικής Μεσογείου. Αλλά μήπως ασχολείται και κανείς σοβαρά με τη γειτονιά μας για να το διαπιστώσει;

Επιστρέφω στην ξενάγηση. Ολοκληρώνω τα της Ακροπόλεως γράφοντας ότι επάνω της βρίσκεται επίσης το Αρχαιολογικό Μουσείο.

Μετά τον αρχαίο πολιτισμό κατεβαίνουμε προς το Κάτω Αμμάν και την Μοντέρνα πόλη. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν δύο τζαμιά, του Αμπού Ντάρις και του Μα-λίκ Αμπντάλλα, που λόγω του ύψους τους φαίνονται από πολλά σημεία της πόλης.

Εάν έχει δει κάποιος ήδη το παζάρι στο Ντάουν Τάουν, που πουλάει τα πάντα, από ηλεκτρικά είδη και κομπολόγια μέχρι χρυσό, μπορεί να απολαύσει τον καφέ του σε κάποιο από τα αναρίθμητα cafe.

Είτε μαύρο αραβικό καφέ με κάρδαμο είτε τον παραδοσιακο πικρό καφέ που σερβίρεται -αφου έχει βράσει επί δίωρο- σκέτος και σε ελάχιστη ποσότητα σε μια μικρή κούπα. Αυτόν τον τελευταίο, μπορείς να τον πιεις και στις εθνικές οδούς, όπου δεξιά κι αριστερά, πωλητές τον βράζουν σε καζάνια και είναι πάντα στη διά-θεσή σου, βρασμένος επί ώρες και πικρός.

Τέλος, το βράδυ στο Αμμάν μπορείς να βρεις τα πάντα. Φαγητό Ιταλικό, Ελληνικό, Μογγολι-κό, Γαλλο-μεσογειακό ή ντόπιο αραβικό. Η κουζίνα τους είναι πολύ κοντινή σε μας με σαλάτες φρέσκιες (εποχής), πλούσιες ποικιλίες με βάση ζαρζαβατικά, χορταρικά, γιαούρτι και όλα τα είδη των κρεάτων, κυρίως ψητών, πλην χοιρινού. Για διασκέδαση υπάρχει θέατρο, νάιτ-κλαμπς και, προφανώς, κέντρα με χορό της κοιλιάς. Παντού μπορείς να πιεις αλκοόλ, ντόπιο κρασί ή τις γνωστές μας μπύρες Amstel και Heineken. Περιορισμοί υπάρχουν μόνο την περίοδο του Ραμα-ζανιού.

Δεύτερος σταθμός μας: Γέρασα

Σε απόσταση μιας με μιάμισης ώρας από το Αμμάν με αυτοκίνητο, προς τα βόρεια, διασχίζοντας ένα τοπίο οικείο, μεσογειακό, με ελιές και κυπαρίσσια, λόφους πράσινους και προσπερνώντας πλήθος κοπάδια γιδοπρόβα-τα, αφού διασχίσεις πόλεις και κωμοπόλεις, κάποιες από τις οποίες είναι προσφυγουπόλεις Παλαιστινίων, στις οποίες κυριαρχεί ο διάχυτος παντού μαθητικός πληθυσμός -εκ του οποίου, οι κοπέλες φορούν ομοιόμορφη στολή και μαντήλα στα κεφάλι- φτάνεις στην Γέρασα.

Η έκταση της αρχαίας πόλης σε εκπλήσσει. Αισθάνθηκα όπως όταν βρέθηκα στην Έφεσο. Τελικά, για να ανακαλύψεις την αρχαία Ελλάδα και τον Ελληνορωμαϊκό πολιτισμό πρέπει να ταξιδέψεις εκτός ελλαδικού κράτους, σκέφτηκα για άλλη μια φορά.

Τεράστιο τμήμα της Αρχαίας Πόλης, όρθιο, στητό, περιμένει τους επισκέπτες να το θαυμάσουν, να το φωτογραφίσουν, να το ανακαλύψουν. Η εγκατάλειψη και η αδιαφορία μπορεί να είναι κάποιες φορές σωτήρια για τους αρχαιολόγους. Μπορούν να βρουν μετά από αιώνες αρχαίους πολιτισμούς που διατηρήθηκαν ακριβώς επειδή ξεχάστηκαν.

Η Γέρασα είναι μια τέτοια περίπτωση, μια πόλη σκεπασμένη για αιώνες από άμμο.

Φαντάσου, αν μπορείς, σ’ αυτά τα εδάφη που σήμερα ανήκουν στην Ιορδανία, μια πεδιάδα που διασχιζόταν από χειμάρρους και ένα ποταμό, τον Χρυσοροά, τον ποταμό του χρυσού. Μια τοποθεσία με μεσογειακή θερμοκρασία, σ’ ένα υψόμετρο 500 περίπου μέτρων από την επιφάνεια της θάλασσας, χτισμένη σ’ ένα υπέροχο σημείο για να ελέγχει ολόκλη-ρητηγύρω περιοχή. Ένα σημείο, όπου σταματούσαν όλα τα καραβάνια στον δρόμο τους από την Πέτρα προς τη Συρία, τη Μεσοποταμία και τη Μεσόγειο.

Πρώτοι έχτισαν την πόλη οι Αρχαίοι Έλληνες. Τ’ όνομά της άλλωστε είναι ελληνικό: «Γέρασα» (από το ρήμα γερνάω, -ώ). Είναι γνωστή η ιστορία για το κτίσιμο της, από τους παλαίμαχους του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Οι Ρωμαίοι έφτασαν στη συνέχεια εδώ με τον Πομπήϊο, το 64 μ.Χ. Η μεγάλη ανάπτυξη της πόλης έγινε τον 1° και 2° αι. μ.Χ., την εποχή των αυτοκρατόρων Τραϊανού και Αδριανού.

Μετά την κατάκτηση της Πέτρας των Ναββαταίων και την επιβολή της Pax Romana στην περιοχή, ο αυτοκράτορας Τραϊανός, ένωσε την Πέτρα με τη Γέρασα μ’ έναν νέο εμπορικό δρόμο για τα καραβάνια, την Via Nova Traiana.

Η πόλη εκτείνεται γύρω από την καλοδιατηρημένη λεωφόρο Cardo Maximus: ένα ημικυκλικό forum, ένα αρχικό μικρότερο ελληνικό και στη συνέχεια ένα ευρύτερο ρωμαϊκό για τις συνελεύσεις του πληθυσμού, σώζεται σήμερα στην είσοδο της πόλης. Επίσης σε πολύ καλή κατάσταση: δύο θέατρα, στο ένα εκ των οποίων, με πολύ καλή ακουστική, γίνεται το ετήσιο φολκ φεστιβάλ της Γέρασα.

Δύο ναοί, αφιερωμένοι αντίστοιχα στον Δία και στην Αρτεμη, λουτρά, συντριβάνι, δρόμοι. Η αψίδα του θριάμβου του Αδριανού, τα τείχη της πόλης, το Νυμφαίον όπου σε κάποια αψίδα διακρίνεις την ελληνική γραφή: «Γέρασα» και 3 μικρές βυζαντινές εκκλησίες πλάι-πλάι: των αγίων Αναργύρων (Κοσμά και Δαμιανού) με πλούσιο ψηφιδωτό στο δάπεδο, του Αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή και του Αγίου Γεωργίου.

Η πόλη εγκαταλείφθηκε με την πτώση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και την εισβολή των Σασσανιδών Περσών. Αργότερα υπέστη μια αναγέννηση επί Βυζαντινής Αυτοκρατορίας όπου κτίστηκαν διάφορες Βασιλικές χρησιμοποιώντας το υλικό ρωμαϊκών κτισμάτων. Η περσική κατάκτηση το 614 μ.Χ. και αργότερα, η έλευση των Αράβων, περνάει τη Γέρασα στη λήθη. Η ιστορία επιστρέφει στην περιοχή το 1878, όταν Καυκάσιοι μουσουλμάνοι εγκαθίστανται και ιδρύουν νέο οικισμό, ένα τμήμα του οποίου βρίσκεται εντός των τειχών της αρχαίας πόλης. Ο σπασμός ονομάζεται όπως κι η παλαιά πόλη: Jerash – Γέρασα (το ίδιο συμβαίνει και με τον νέο οικισμό στην Πέτρα). Ευτυχώς, θρύλοι και δεισιδαιμονίες εμπόδισαν τους Κιρκάσιους να επεκτείνουν τον οικισμό τους πάνω στην Αρχαία πόλη. Έτσι σώθηκε από θαύμα. Όταν οι αρχαιολόγοι άρχισαν να παραμερίζουν την άμμο ανακάλυψαν αυτή την θαυμάσια, αρχαία Πόλη, ένα μνημείο του Ελληνορωμαϊκού πολιτισμού, τμήμα της Δεκάπολης που υπάρχει ως σήμερα στην Συρία και Ιορδανία.

Από αυτή την Ελληνορωμαϊκή Δεκάπολη, καλύτερα συντηρείται η Γέρασα. Εντός τη Ιορδανίας, πέραν της Γέρασα και της Φιλαδέλφειας (Αμμάν), υπάρχουν ακόμη η Πέλλα (ναι!), το Ουμ-Κά-ις (αρχαία Γκαντάρα), η Αμπίλα και το Ουμ-ελ Τζεμάλ.

Σταθμός τρίτος (καταπληκτικός): Πέτρα

Περισσότερο από 2000 χρόνια πριν, η Πέτρα, η κόκιανη-ροζ πόλη, χρησιμοποιούνταν ως καταφύγιο από τους νομάδες Ναββαταί-ους, Αραβες βεδουίνους που ‘χαν έλθει από τη Βόρειο Αραβία. Από λίγες σπηλιές σε ένα περιβάλλον βράχων, μετέτρεψαν την Πέτρα σε μια οχυρή Πόλη.

Η Πέτρα βρίσκεται ακόμα υπό την κυριαρχία των Βεδουίνων. Ο επισκέπτης τους συναντά στην είσοδο του χώρου προς ξενάγηση, να τον περιμένουν με καμήλες, άλογα και γαϊδουράκια για ένα ευχάριστο γύρο μέσα στα ερείπια της κόκκινης-ροζ πόλης. Έτσι κι αλλιώς, η επίσκεψη γίνεται είτε πεζή είτε με τα προαναφερόμενα ζώα.

Το όνομα της πόλης προέρχεται από την ελληνική λέξη πέτρα και υποδηλώνει το πετρώδες υψίπεδο που συναντά ο επισκέπτης όταν προσεγγίζει την πόλη.

Φτάσαμε στην πόλη, ερχόμενοι από τα βουνά, μετά την Ταφί-λα και την Ρασαντίγια. Δεν την προσεγγίσαμε δηλαδή ούτε από την οδό των Βασιλέων (την εθνική οδό δηλαδή που διατρέχει την Ιορδανία πλάι από την Ισραηλινή μεθόριο) ούτε από την εθνική της Ερήμου. Εγκαταλείψαμε την εθνική της Ερήμου (που φτάνει ως την Ακαμπα) φεύγοντας από το Αμμάν αρκετά νωρίς και από μία παρακαμπτήριο σκαρφαλώσαμε στα βουνά, στην πόλη Ταφίλα, σε αρκετό υψόμετρο χτισμένη, πάνω από κοιλάδες και καταπράσινη. Στη συνέχεια βρεθήκαμε στην Ρασαντίγια, όπου βρίσκεται το ένα από τα δύο εργοστάσια τσιμεντοβιομηχανίας της Ιορδανίας, πάνω από 1.000 μ. υψόμετρο, και έπειτα στη Ντάνα, χώρο περιβαλλοντικής προστασίας. Εκεί υπάρχει μια καταπληκτική χαράδρα ανάμεσα σε δύο πανύψηλα βουνά που καταλήγει στα σύνορα με το Ισραήλ, όπου προστατεύεται η πανίδα και η χλωρίδα κι όπου ζουν αγριοκάτσικα και άλλα είδη. Υπάρχει δε συντηρημένο και εν πολλοίς αναπαλαιωμένο ένα κυκλικά κτισμένο πάνω σε ύψωμα παραδοσιακό χωριό. Μια ώρα δρόμο μετά την Ντάνα, ξεχωρίσαμε τα πρώτα σπίτια της νέας τουριστικής Πέτρα που ‘χει κτιστεί σε ολόκληρη την πλαγιά που καταλήγει στην είσοδο του χώρου επίσκεψης.

Επισκεφθήκαμε μέσω της κλασικής διαδρομής την Πέτρα μεσημέρι. Ευτυχώς η θερμοκρασία ήταν φυσιολογική, γεγονός που μας επέτρεψε να περπατάμε αρκετά και σχετικά γρήγορα. Ο συνοδός μας, Άραβας σπουδαγμένος στη Θεσσαλονίκη με το εξελληνισμένο, κοινή συναινέσει για τις ανάγκες συνεννόησης, όνο-μά του, Ζαχαρίας, επέμενε πως όλες οι σπηλιές μέσα στους βράχους που βλέπαμε δεξιά-αριστε-ρά ήταν τάφοι των Ναββαταίων. Αναλογα δε με την ταξική θέση του καθένα, ο τάφος ήταν πιο μεγάλος, πιο εντυπωσιακός κ.λπ. Η δε πόλη ήταν νοτιότερα στο φαράγγι, εκεί περίπου που ‘ναι και τα ερείπια της αντίστοιχης Ρωμαϊκής.

Περίεργοι τούτοι οι Ναββαταίοι. Ξεκίνησαν ως ληστές, βουτώντας ό,τι εύρισκαν από τα καραβάνια που έφταναν αναγκαστικά στην Πέτρα, λόγω της διασταύρωσης των δρόμων των καραβανιών σε τούτο το σημείο. Γρήγορα κατενόησαν ότι καλύτερο από το κλέψιμο είναι να πουλούν προστασία. Έτσι, στη συνέχεια, προστάτευαν αυτοί οι ίδιοι τα καραβάνια από άλλους επίδοξους ληστές επιβάλλοντας ένα φόρο προστασίας. Αυτή η αλλαγή, όπως είναι προφανές, έφερε αλλαγή και στον τρόπο ζωής. Αρχισαν να καλλιεργούν τη γη, οχύρωσαν την πόλη, έφτιαξαν σύστημα ύδρευσης. Και το κυριώτερο: έκτισαν κτήρια-μνημεία, με δάνεια από τους υπαρκτούς πολιτισμούς, τον ελληνικό και τον ρωμαϊκό. Γι’ αυτό συναντάς στο mo γνωστό κτίριο: «τον θησαυρό», ανάμεσα στα άλλα, κορινθιακές κολόνες, αέτωμα και ρωμαϊκά ημικύκλια.

Την πόλη προσπάθησε να καταλάβει το 312 π.Χ. ο Αντίγονος, επίγονος του Μ. Αλεξάνδρου με επικυριαρχία στη Συρία. Απέτυχε, όπως στη συνέχεια και ο γιος του, Δημήτριος ο Πολιορκητής. Εκείνη την εποχή έζησε ο πρώτος γνωστός στην ιστορία των Ναββαταίων βασιλέων, ο Χαρήθ, ο οποίος εξελλήνισε το όνομά του σε Αρέτα, κι ο οποίος εισήγαγε τεχνίτες για να σκαλίσουν τα κτήρια πάνω στους βράχους. Οι Ναββαταίοι βασιλείς κράτησαν από τον 2° αι. π.Χ. έως τις αρχές του 2° αι. μ.Χ. Ύστερα, ήλθαν οι Ρωμαίοι. Η πόλη κατακτήθηκε και έμεινε στην κυριαρχία τους ως την πτώση της Ρώμης.

Επί Βυζαντίου, η πόλη κατελήφθη κι ένα κτήριο της εχρησιμοποιείτο ως Ναός. Από τον 7° αι. και μετά, η πόλη αναφέρεται όλο και σπανιότερα. Σεισμοί άλλωστε θα πλήξουν πολλά κτήρια που δεν θα επισκευασθούν ποτέ ξανά. Η πόλη θα ξεχαστεί, έως ότου ένας νεαρός Ελβετός περιηγητής, εξισλαμισμένος, ο Γιόχαν Λούντβιχ Μπάρχαρντ την ξαναανακαλύψει και ένας βικτωριανός καλλιτέχνης, ο Ντέηβιντ Ρόμπερτς, σ’ ένα ταξίδι του στη Μέση Ανατολή και Βόρειο Αφρική, βρεθεί στην Πέτρα και την ζωγραφίσει. Οι λιθογραφίες του θα κάνουν ξανά γνωστή την Πέτρα στον σύγχρονο κόσμο.

Ο «Ιντιάνα Τζόουνς», στην ταινία του, «Η τελευταία σταυροφορία» θα κάνει το μνημείο «ο θησαυρός» (ΑλΚασνέχ) και την Πέτρα, γνωστή σ’ όλο τον κόσμο. Τα καραβάνια των τουριστών την έχουν τώρα κατακλύσει. Εν τούτοις, μια επίσκεψη εδώ επιβάλλεται. Πρόκειται για μια διαφορετική εμπειρία, για ένα περιβάλλον με διαφορετικά χρώματα από τα οικεία μας.

Τέταρτος (και τελευταίος) σταθμός: Όρος Νέβο και Μάταμπα

Πολύ κοντά στο Αμμάν, προς τα Δυτικά, ευρίσκεται το Όρος Νέβο όπως αποκαλείται στα φράγκικα, από το οποίο ο Μωυσής, σύμφωνα με τις Γραφές, είδε τη Γη της Επαγγελίας πριν πεθάνει. Στα καθ’ ημάς, σύμφωνα με τη βιβλική αφήγηση (Δευτερονόμιο, λδ’) ο Μωυσής πέθανε στο όρος Ναβαύ αντικρίζοντας τη Γη της Επαγγελίας. Από την άκρη του υψώματος βλέπει κανείς όλη την Παλαιστίνη και στο απέναντι βουνό, στο βάθος, πάνω από τη Νεκρά θάλασσα και την εκβολή του Ιορδάνη ποταμού, ξεχωρίζει η Ιερουσαλήμ. Επί του Όρους ευρίσκεται μια παλαιά Βυζαντινή εκκλησία, μ’ ένα αρκετά καλά σωζόμενο μωσαϊκό στο δάπεδο της, που σήμερα είναι εκκλησία Φρα-γκισκανών. Την ημέρα που την επισκέφθηκα εντός της γινόταν από καθολικό παπά λειτουργία στα Ιταλικά, σε ένα ιταλικό τουριστικό γκρουπ που επισκεπτόταν την περιοχή για να δει την πλάκα που υπάρχει στο προαύλιο στον (υποτιθέμενο;) τάφο του Μωυσή και, κάτω, μπροστά στα πόδια όλων μας, τη Γη της επαγγελίας. Πάντως οι ελληνικές επιγραφές επί του δαπέδου της Βυζαντινής εκκλησίας δεν ξέρω κατά πόσον βοήθησαν τους Ιταλούς να συνειδητοποιήσουν ότι βρίσκονταν στην Ανατολή ή αν οι ψαλμωδίες στα λατινικά, μαζί με τα μυρωδικά και τα λευκά αναμμένα κεράκια, τους έδιναν την αίσθηση της επικυριαρχίας.

Πολύ κοντά στο Όρος Νέβο, βρίσκεται η Μάταμπα. Εκεί, υπάρχει ο Ορθόδοξος Ναός του Αγίου Γεωργίου. Εντός του, και συγκεκριμένα στο δάπεδο, διασώζεται το πιο παλιό μωσαϊκό με χάρτη της Παλαιστίνης, από τον 6ο αι. μ.Χ. Ο χάρτης αυτός, στην ελληνική γλώσσα και με τις ονομασίες των πόλεων κατά τας Γρα-φάς, είναι απόσπασμα ευρύτερου χάρτη που υπήρχε σε ολόκληρο το δάπεδο, της Εκκλησίας και το οποίο διεσώθη. Έχει διασωθεί συγκεκριμένα το κομμάτι πέριξ των Ιεροσολύμων και η Παλαιστίνη και ένα τμήμα της Αιγύπτου με τον Νείλο. Εάν επισκεφθείτε τον Ναό θα βρείτε εντός του να πωλούνται cartes-postales με το μωσαϊκό που είναι ένα καλό αναμνηστικό. Ο ένας εκ των ιερέων ήταν Ιορδανός με τον οποίο μιλήσαμε λίγο στα ελληνικά- ο έτερος, Ελλην, εκείνη την ώρα απουσίαζε. Δίπλα στην εκκλησία ευρίσκεται Σχολείο με τίτλο «Νέο Ορθόδοξο Σχολείο Μάταμπα», δείγμα της ύπαρξης Ορθόδοξης Κοινότητας στην πόλη. Άλλωστε, από το 5-79: των Χριστιανών κατοίκων της Ιορδανίας, η συντριπτική πλειοψηφία είναι Ορθόδοξοι.

Κλείνω την περιγραφή κάπου εδώ. Το συμπέρασμα: αξίζει τον κόπο να επισκεφθεί κάποιος την Ιορδανία, να περιοδεύσει ανάμεσα στις αντιθέσεις της, περιστοι-χιζόμενος από παντού από πορτραίτα του βασιλιά Χουσέίν, του μόνου σημείου αναφοράς πάνω από τις αντιθέσεις. Κατά τα λεγόμενα Ιορδανών, βασιλεύει «κρατώντας τη ράβδο από τη μέση». Ίσως γι’ αυτό τον λόγο παραμένει 35 χρόνια βασιλιάς σ’ αυτή την ευαίσθητη περιοχή.

Γενάρης 1999

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ