από το Άρδην τ. 44, Νοέμβριος 2003
Το ερώτημα επιστρέφει αδήριτο. Αυτό που δεν μπορέσαμε να κάνουμε στον 19ο και τον 20ό αιώνα, όταν ακόμα ήταν ενεργή και λαμπρή η κοινοτική μας παράδοση, είναι δυνατό να το πραγματοποιήσουμε σήμερα, πάνω στα συντρίμμια του ελληνικού τρόπου; Είναι δυνατό το κοινοτικό ήθος και η κοινοτική μορφή οργάνωσης να αναβιώσουν την εποχή των μεγαπόλεων, των τεράστιων μετακινήσεων πληθυσμών, των πολυεθνικών επιχειρήσεων; Μήπως πρόκειται απλώς για μια ρομαντική φυγή από την πραγματικότητα χωρίς καμιά δυνατότητα εκπλήρωσης;
Στο “Άρδην” είμαστε πεισμένοι πως ακόμα και το όνειρο θα ήταν προτιμότερο από την απάνθρωπη και αποκρουστική ουτοπία που βαφτίζεται ως ο ρεαλισμός του παρόντος. Και όμως δεν πρόκειται για ονειροφαντασία, αλλά για το μόνο εναλλακτικό πρόταγμα που μπορεί να τεθεί σήμερα ένα πρόταγμα που στηρίζεται σε αυθεντικές οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές εξελίξεις και κινητοποιεί δεκάδες ή και εκατοντάδες εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον πλανήτη και δίνει πνοή στο αντι-παγκοσμιοποιητικό κίνημα.
Σήμερα, μετά την αποτυχία των παγκοσμιοποιητικών συστημάτων, -του υπαρκτού σοσιαλισμού και του νεοφιλελευθερισμού- ο κοινοτισμός, ή ακριβέστερα οι πολλαπλές μορφές του κοινοτισμού, αναδεικνύεται στη μοναδική οικουμενική εναλλακτική πρόταση απέναντι στη παγκοσμιοποίηση. Από τους Ζαπατίστας, που προσπαθούν να οικοδομήσουν ένα κοινοτιστικό μοντέλο αυτοδιοίκησης, έως τους Ινδούς αγρότες, περνώντας από τις κοινοτικές εμπειρίες του Πόρτο Αλέγκρε στη Βραζιλία, και φθάνοντας στους συνεταιρισμούς του Μοντραγκόν, στη χώρα των Βάσκων, κ.λπ. η καρδιά του αντιπαγκοσμιοποιη-τικού κινήματος κτυπάει στην κατεύθυνση του κοινοτισμού.
Ορισμένες οικονομικές και τεχνολογικές εξελίξεις αρχίζουν να είναι και πάλι ευνοϊκές για ένα τέτοιο μοντέλο. Η ανάπτυξη της πληροφορικής και του Διαδικτύου αφαιρεί παραδόξως από τους μεγάλους και κεντρικούς σχηματισμούς τα πλεονεκτήματά τους έναντι των μικρών και έκκεντρων. Πλέον η πρόσβαση στις πληροφορίες και την τεχνολογία είναι ανοικτή σε όλους. Οι μεγάλες μονάδες παραγωγής συρρικνώνονται και επεκτείνονται μικρότερες, διασυνδεδεμένες μεταξύ τους, μονάδες. Η αποτυχία της βιομηχανικής γεωργίας στον τομέα των τροφίμων επαναφέρει την παραδοσιακή και βιολογική καλλιέργεια. Οι εναλλακτικές πηγές ενέργειας, ήλιος, αέρας, νερό, δίνουν τη δυνατότητα της επανατοπικοποίησης της παραγωγής της ενέργειας. Τέλος, η παγκοσμιοποίηση εισέρχεται σε περίοδο κρίσης -κατάρρευση των χρηματιστηρίων, “σύγκρουση των πολιτισμών” μετά την 11η Σεπτεμβρίου, σταδιακή επιστροφή του οικονομικού προστατευτισμού λόγω των κολοσσιαίων ελλειμμάτων των ΗΠΑ. Κρίση, η οποία οδηγεί σε μείωση των μετακινήσεων, επιβράδυνση της επέκτασης των μεγαπόλεων και περιορισμό της δυνατότητας “εξαγωγής” των αντιθέσεων και αδιεξόδων του Τρίτου Κόσμου προς τις Μητροπόλεις. Τα διεθνή μεταναστευτικά ρεύματα θα περιοριστούν – βλέπε την αντιμεταναστευτική πολιτική της Ε.Ε. Οι οικολογικές συνέπειες ενός τύπου ανάπτυξης στηριγμένου στην καύση του άνθρακα-φαινόμενο του θερμοκηπίου κλπ-θα οδηγήσουν στην κρίση του και θα ενισχύσουν τις εναλλακτικές και αποκεντρωμένες πηγές ενέργειας. Τέλος, η μεγάλη πληθυσμιακή έκρηξη του 20ού αιώνα που οδήγησε σε τετραπλασιασμό του πληθυσμού του πλανήτη και σε επίταση των μετακινήσεων μεταβάλλοντας σε φενάκη οποιαδήποτε κοινοτικού τύπου ανάπτυξη, φαίνεται πως οδηγείται στο τέλος της και σε 30 έως 50 χρόνια ο πληθυσμός του πλανήτη θα σταθεροποιηθεί, ενώ στην Ευρώπη διαφαίνεται ήδη και μείωση των πληθυσμών.
Ο συνδυασμός όλων αυτών των παραγόντων δημιουργεί τους αντικειμενικούς οικονομικοκοινωνικούς όρους για μια δυναμική επιστροφή του κοινοτικού φαινομένου σε παγκόσμια κλίμακα. Ταυτοχρόνως η αποτυχία των κολεκτιβιστικών μοντέλων και το αδιέξοδο του νεοφιλελευθερισμού στρέφει και πάλι την αναζήτηση προς μορφές οικογενειακής, συνεταιριστικής και κοινοτιστικής παραγωγής.
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες είναι δυνατό να ενεργοποιηθεί και στην Ελλάδα το καταπιεσμένο κοινοτιστικό ήθος, να συναντήσει τα νέα παγκόσμια ρεύματα του κοινοτισμού, και να έχουμε επί τέλους μια “ενάρετη” μεταστροφή της οικογενειοκρατικής εξατομίκευσης προς την κοινοτική κοιτίδα της και τη συγκρότηση ενός “ομοσπονδιακού” δημόσιου χώρου.
Υπό το φως αυτών των διαπιστώσεων, η “επιστροφή” στον Καραβίδα και τον Πανταζόπουλο, τον Μαλούχο και τον Μοσχοβάκη, τους θεωρητικούς δηλαδή του νεοελληνικού κοινοτισμού, δεν αποτελεί απλώς ένα φόρο τιμής σε μια χαμένη ευκαιρία του ελληνισμού, αλλά μία προσπάθεια επανασύνδεσης με την κοινοτική παράδοση μέσα σε ένα νέο ιδεολογικό πλαίσιο, τοπικό και παγκόσμιο, όπου ο κοινοτισμός αναδεικνύεται και πάλι ως η μοναδική εναλλακτική λύση έναντι του κολεκτιβισμού του κράτους ή της αγοράς.
Στην ίδια την Ελλάδα, μετά από μία περίοδο που ευνοούσε την διάλυση των κοινοτήτων (1922-2000), υπάρχει μια δυνατότητα αναστροφής των παλιότερων τάσεων. Το ρεύμα της μετανάστευσης των Ελλήνων έχει εξαντληθεί προ πολλού, ενώ έχει παρέλθει και η στιγμή της μαζικής εισόδου ξένων μεταναστών στην Ελλάδα (1985-2000). Οι επαρχιακές πόλεις σταθεροποιούνται πληθυσμιακά και έχει κοπάσει η μαζική φυγή προς την Αθήνα. Η Αθήνα έχει γίνει αβίωτη και το υψηλό περιβαλλοντικό και οικονομικό κόστος της δημιουργεί ένα ασθενές ακόμα αλλά ενισχυόμενο ρεύμα απομάκρυνσης από αυτή, που θα γίνει εντονότερο μετά το 2004 και την κατάρρευση που θα ακολουθήσει. Τέλος, ισχυροποιούνται και πάλι οι τάσεις για την ενίσχυση της τοπικοποίησης, στο επίπεδο γειτονιάς και δήμου, μετά την τερατώδη αποεδαφικοποίηση που επέφερε η αυτοκίνηση. Χαρακτηριστική ως προς αυτό είναι η ενίσχυση των τοπικών αγορών στους περιφερειακούς δήμους της Αθήνας. Βεβαίως οι αντίθετες τάσεις εξακολουθούν να είναι κυρίαρχες και κάποιες ενισχύονται (διάχυτη προαστειοποίηση και δεύτερη κατοικία συνδεδεμένη με την αυτοκίνηση), ωστόσο δεν είναι πλέον μοναδικές και αδιαμφισβήτητες. Οι τεχνολογικές εξελίξεις επιτρέπουν τη διάχυση πληροφοριών και υπηρεσιών στα πιο απομακρυσμένα μέρη (π.χ. Τράπεζες ή ακόμα και τοπικές τηλεοράσεις και ραδιόφωνα), καθώς και την αποκεντρωμένη παραγωγή ή επιδιόρθωση προϊόντων ή μηχανών. Η μεταβίβαση αρμοδιοτήτων στους δήμους και τις περιφέρειες καθώς και οι δυνατότητες των εναλλακτικών πηγών ενέργειας, τις οποίες μπορούν να διαχειρίζονται ακόμα και οι μικρότεροι δήμοι, δίνει τη δυνατότητα να μεταφερθεί το επίπεδο του πολιτικού ενδιαφέροντος στο τοπικό πεδίο, δεδομένης μάλιστα της αποξένωσης από το κεντρικό πολιτικό επίπεδο.
Και αν υπάρχει ένα σκάνδαλο στην Ελλάδα είναι πως οι σύγχρονες κοινοτιστικές τάσεις -εναλλακτικές επιχειρήσεις στην Ευρώπη, Πόρτο Αλέγκρε, αυτοδιαχείριση στην Αργεντινή, Ζαπατίστας, Μοντραγκόν στη Χώρα των Βάσκων, εναλλακτικές κοινότητες νέων, θεραπευτικές κοινότητες, βιοκαλλιεργειες, κ.λπ- προβάλλονται ή και υποστηρίζονται από ένα μέρος του λεγόμενου ελληνικού αντιπαγκο-σμιοποιητικού κινήματος, χωρίς καμία αναφορά στην εγχώρια κοινοτική παράδοση. Και αντίστροφα, όσοι αναφέρονται σε αυτή παραμένουν στην πλειοψηφία τους προσκολλημένοι στο παρελθόν ή τις επιβιώσεις της -Αγιο Όρος, κοινοτικά στοιχεία του πολιτισμού (δημοτικοί χοροί) και της εκκλησίας (ενορία)-χωρίς να επιχειρούν μία σύνδεσή τους τόσο με το διεθνές κοινοτικό ρεύμα και πειραματισμούς, όσο και με τους αναγκαίους θεσμικούς μετασχηματισμούς στο πολιτειακό επίπεδο (ενίσχυση της τοπικής αυτοδιοίκησης, τοπικές επιχειρήσεις, συνεταιρισμοί, κλπ).
Το “Άρδην” ακριβώς κάτι τέτοιο θα επιχειρήσει με τα τρία αφιερώματά του στις Κοινότητες και τον κοινοτισμό. Εκκινώντας από των “Ελλήνων της κοινότητες”, να συνδεθούμε με τις “κοινότητες του κόσμου” και να ξαναγυρίσουμε στο δέον της καθημερινότητας μας, στους αναγκαίους πολιτειακούς και θεσμικούς μετασχηματισμούς και τα σύγχρονα κοινοτικά κινήματα που πρέπει να συγκροτηθούν στη χώρα μας, επανασυνδέοντας τη μεγάλη μας κοινοτική παράδοση με τα αιτήματα και τα κινήματα του σήμερα.
Στο παρόν τεύχος δημοσιεύονται κείμενα του Μανόλη Γλέζου, του Νικόλαου Πανταζόπουλου, του Θεόδωρου Ντρίνια, του Μελέτη Μελετόπουλου, του Σπύρου Κουτρούλη, του Γιώργου Ρακκά, του Μπεν Μπλάκγουελ, του Γουώλ-ντεν Μπέλλο, καθώς και παρουσίαση της κοινοτικής εμπειρίας του Πόρτο Αλέγκρε, ενώ στα δύο επόμενα τεύχη θα δημοσιευτούν οι συμβολές του Λουκά Αξελού, του George Benello για την εμπειρία του Μοντραγκόν, του Θόδωρου Ζιάκα, του Κώστα Ζουράρι, του Γιώργου Καραμπελιά, του Ερατοσθένη Καψωμένου, του Γιώργη Κοντογιώργη, του Constanzo Preve για την ιταλική εμπειρία, του Γιάννη Τσέ-γκου, καθώς και η “Χάρτα για μια Νέα Τοπική Αυτοδιοίκη-ση” του Παγκόσμιου Κοινωνικού Φόρουμ, κ.ά.