Αρχική » Πανανθρώπινες Αξίες & Πολιτιστική Ολυμπιάδα

Πανανθρώπινες Αξίες & Πολιτιστική Ολυμπιάδα

από Άρδην - Ρήξη

του Δ. Ρόκου, από το Άρδην τ. 48-49, Αύγουστος 2004

Πριν δυο μηνες πήρα μια ευγενική πρόσκληση με email από τον Πρόεδρο και τον Γενικό Γραμματέα της Ακαδημίας Αθηνών Καθηγητές κ. Σπ. Ιακωβίδη και Ν. Ματσανιώτη για πι συμμετοχή μου στο Διεθνές της Συνέδριο με θέμα: “Πανανθρώπινες Αξίες” που θα γινόταν (και έγινε) στις 26-28 Μαΐου 2004 στο πλαίσιο των Ολυμπιακών Αγώνων. Απάντησα στις 26 Μαρτίου ως εξής: “Σας ευχαριστώ θερμότατα για την πρόσκλησή σας στο Διεθνές Συνέδριο για τις Πανανθρώπινες Αξίες που θα γίνει στην Αθήνα στις 26-28 Μαΐου 2004.

Επειδή εκτιμώ ότι ο στόχος του Συνεδρίου για την “αναζήτηση και τον καθορισμό των κοινών, παγκοσμίων αξιών και της εφαρμογής των για την αντιμετώπιση των τεραστίων προβλημάτων τα οποία σήμερα αντιμετωπίζει η ανθρωπότης” είναι εξαιρετικά σημαντικός και επίκαιρος, ιδιαίτερα σήμερα, για το ανθρώπινο γένος και τον πλανήτη μας γενικότερα, αποδέχομαι την πρόσκληοή σας.

Επιτρέψτε όμως να πιστεύω ότι οι “Ολυμπιακοί Αγώνες” έχουν πάψει προ πολλού στη θεωρία και στην πράξη να συνδέονται με οποιονδήποτε τρόπο με τις αξίες αυτές, στο βαθμό που αποτελούν έναν από τους σημαντικότερους διεθνείς θεσμούς συστηματικής ανταγωνιστικής εμπορευματοποίησης και καπηλείας κάθε πανανθρώπινης αξίας.

Με την ευκαιρία σας επισυνάπτω ένα ευρύτερα σχετικό κείμενο μου με τίτλο: “Αξιοβίωτη Ολοκληρωμένη Ανάπτυξη για έναν ειρηνικό και καλύτερο κόσμο” και θα ήμουν ευτυχής αν οι πολλές και σοβαρότατες υποχρεώσεις σας σας επέτρεπαν να το διεξέλθετε.

Με ιδιαίτερη εκτίμηση Καθηγητής Δ. Ρόκος

Διευθυντής του Δ.Π.Μ.Σ. του Ε.Μ.Π.

“Περιβάλλον και Ανάπτυξη” (http://www.survey.ntua.gr/main/studies/ environ/envir-g.html)

Η ελπίδα μου ήταν να μπορέσουν να βρουν χρόνο οι σεβαστοί συνάδελφοι να διαβάσουν το “ευρύτερα σχετικό” κείμενο μου και να δεχθούν να ακουσθεί και μια φωνή που θα τεκμηρίωνε “επί της διαδικασίας” την αντικειμενική διάσταση ή καλύτερα το οριστικό διαζύγιο των σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων με τις Πανανθρώπινες Αξίες (αν υπάρχουν και αν ισχύουν, και όποιες είναι αυτές).

Στο τελικό πρόγραμμα δεν υπήρξε θέση για μια τέτοια άποψη, αλλά υπήρξαν στην πράξη, στην εναρκτήρια συνεδρίαση, μια σειρά από ευχάριστες εκπλήξεις.

Πρώτα-πρώτα ο μεστός, κριτικός και νεανικός λόγος του Καθηγητή και Ακαδημαϊκού Κ. Δεσποτόπουλου για τις Αξίες στην Αρχαία Ελλάδα και τα Σύγχρονα Κρίσιμα Προβλήματα της Ανθρωπόπιτας και στη συνέχεια του Αμερικανού Καθηγητή H.Smith για την “Αναζήτηση των Πανανθρώπινων Αξιών”. Ακολούθησε η σοφή παρέμβαση του Ayiou Τιράνων και Πάσης Αλβανίας Αναστασίου για την τεράστια απόκλιση στα θέματα αυτά θεωρίας και πράξης.

Οι υποχρεώσεις μου στο Πολυτεχνείο δεν μου επέτρεψαν να παρακολουθήσω όλες τις εργασίες του Συνεδρίου και να πάρω μέρος στις ολιγόλεπτες συζητήσεις μετά τις προσκεκλημένες και τις μικρότερες εισηγήσεις, έτσι θα ήθελα από το βήμα του Άρδην να κάνω την διαδικαστική μου παρέμβαση που πιστεύω ότι δεν στερείται ουσίας.

Σε ανύποπτο χρόνο, το 1997, σε σχετική με την ανάληψη από την Ελλάδα των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 δημόσια συ-ζήτηση του περιοδικού Άρδην, είχα υποστηρίξει:

“Το πρόβλημα της ανάληψης της Ολυμπιάδας και της πραγματοποίησής της στην Αθήνα το 2004 θα πρέπει να διερευνηθεί στο συγκεκριμένο φυσικό και κοινωνικοοικονομικό περιβάλλον και τις συγκεκριμένες πολιτικές και πολιτισμικές συνθήκες της περιόδου αυτής. Η διερεύνηση αυτή του προβλήματος: ^δεν μπορεί και δεν πρέπει να σταματά στην επιφάνεια των “πραγμάτων” γιατί τα “πράγματα” δεν επιδέχονται μία μόνο ανάγνωση και πολύ περισσότερο εκείνη που ποικιλοτρόπως μας επιβάλλουν ή μας υποβάλλουν, ^δεν μπορεί και δεν πρέπει να εξαντλείται σε μία μόνο διάσταση τους, αυτή που ίσως μας ευαισθητοποιεί, μας γοητεύει, ή που ικανοποιεί τα ιδιαίτερα ενδιαφέροντα ή συμφέροντά μας και μάλιστα με τον τρόπο που αποφασίζουν άλλοι ερήμην μας, ^δεν μπορεί και δεν πρέπει να είναι “στιγμιαία”, θεωρώντας θελημένα ή αθέλητα τα “πράγματα” “στατικά” σε συνθήκες εργαστηρίου, τις οποίες μάλιστα άλλοι ορίζουν ερήμην της δυναμικής πραγματικότητας της ζωής, ^δεν μπορεί και δεν πρέπει να βλέπει τα “πράγματα” από μία μόνο οπτική γωνία, γιατί τότε πιθανότατα ή και “σχεδιασμένα”, ένα δένδρο μπορεί να μας κρύψει το δάσος,

δεν μπορεί και δεν πρέπει να ασφυκτιά σε μία και μόνη έκφραση του προβλήματος αυτού, σε μία και μόνη, και πολλές φορές ιδεώδη και ιδεατή, χρονική στιγμή, αγνοώντας τις καταβολές και τις πιθανές εναλλακτικές εξελίξεις, μεταβολές και μεταλλαγές του δια μέσου του χρόνου,

δεν μπορεί και δεν πρέπει να είναι αποσπασματική, αποκόπτοντας τα “πράγματα” από το ευρύτερο δυναμικό φυσικό, οικονομικό, κοινωνικό και πολιτισμικό τους περιβάλλον και τους πολυδιάστατους απ’ αυτό επηρεασμούς του,

δεν μπορεί και δεν πρέπει να εγκλωβίζεται και να εγκλωβίζει από αφέλεια ή σκοπιμότητα, σε μεταφυσικά οράματα, σε υπερβατικές και αναντίστοιχες με την πράξη θεωρητικές “αξίες”, σε “ευγενείς” ή δόλιες επιθυμίες και σε αυθόρμητες ή έντεχνα υποβαλλόμενες βουλήσεις και τέλος, ^δεν μπορεί και δεν πρέπει να προσεγγίζει, να αναλύει και να σχεδιάζει την αντιμετώπιση των “πραγμάτων” του με ευθύγραμμες και μονοδιάστατες, μερικές, ειδικές μονοεπιστημονικές μεθόδους και τεχνικές και αντιλήψεις.

Στην περίπτωση της “πανεθνικής” “ομόθυμης”, και “ακρότατα δημοκρατικής”, (κατά την μεθοδευμένη δημοσκοπική οπτική του: “τόσο ‘έξυπνες’ απαντήσεις παίρνεις τόσο ‘έξυπνες’ ερωτήσεις βάζεις”), επιλογής και προσπαθειας για διεκδίκηση της Ολυμπιάδας του 2004, καμία, απολύτως καμία από τις παραπάνω προϋποθέσεις για μια υπεύθυνη, ολιστική και επιστημονικά τεκμηριωμένη προσέγγιση κα; ανάλυση της πολυδιάστατης και δυναμικής φύσης του προβλήματος δεν τηρήθηκε.

Η στρατηγική της καμπάνιας βασίσθηκε στην αναγόρευση του θέματος ως κύριου, αιχμιακού, εθνικού, πολιτικού, κοινωνικού και οικονομικού γεγονότος και στις επιτυχημένες και πολυσυλλεκτικές τεχνικές της διαφήμισης και του marketing, με επιστράτευση: αντιπροσωπευτικών εκπροσώπων της σύγχρονης, φαντασμαγορικής και συχνότατα κακόγουστα και καταιγιστικά, προβαλλόμενης κατεστημένης ελληνικής πραγματικότητας και αλλοτριωμένων αξιωματούχων κοινωνικών φορέων, αλλά και ικανών τεχνοκρατών και χρυσών πρωταθλητών και μάλιστα σε συνθήκες απόλυτης κυριαρχίας της παγκοσμιοποιημένης αγοράς, της “κοινωνίας” της πληροφορίας και της πολιτισμικής ισοπέδωσης.

Το ζητούμενο ήταν: -για την πολιτική ελίτ του δικομματικού εκσυγχρονισμού, ένα γαλανόλευκο αλλά και ροζ ταυτόχρονα ψευδοόραμα και φενακισμένο ιδανικό για κατανάλωση στις απογοητευμένες απ’ την άθλια τρέχουσα πολιτική, κοινωνική και οικονομική πραγματικότητα λαϊκές μάζες, που θα υποκαταστούσε τα πάσης φύσεως χαμένα όνειρά τους με την μέθοδο της δραπέτευσης απ’ την αλγεινή καθημερινότητα και την προσδοκία μιας, έστω και τέτοιας, “εθνικής” νίκης.

Η ενδεχόμενη κατάκτηση της αυτομάτως θα σήμαινε: ηθική συνέργεια του λαού στην αναγέννηση και εκ νέου νομιμοποίηση της ατροφικής ηγεμονίας της, έμμεση πλην σαφή προαποδοχή απ’ τους εργαζομένους, τους λάτρεις του αθλητισμού και τους καθημαγμένους απ’ τις συνεχείς εθνικές, κοινωνικές και οικονομικές ήττες, πολίτες της ανάληψης των βαρών, όχι μόνο του τεράστιου κόστους των έργων, αλλά και των “αποτελεσματικών” διαδικασιών, (όχι κατ’ ανάγκη “ηθικών”, διαφανών, αντικειμενικών, επαρκώς τεκμηριωμένων και βέλτιστων οικονομικά, κοινωνικά, πολιτισμικά και περιβαλλοντικά) , μια που το 2004 είναι τόσο κοντά και η λεόντειος σύμβαση με τη ΔΟΕ αναπόδραστα εξαναγκάζει σε υπερβάσεις του συντάγματος, των νόμων, των κανονισμών και των θεσμισμένων διαδικασιών.

-για τους μεγάλους εργολήπτες, κατασκευαστές, εμπορικούς αντιπροσώπους και βιομηχάνους οι οποίοι μονοπωλούν και την εξουσία των ΜΜΕ, μία θαυμάσια ευκαιρία πρωτογενούς και δευτερογενούς προώθησης των ευρύτερων, μακροπρόθεσμων και πολυεπίπεδων συμφερόντων τους, τα οποία υπερβαίνουν και αυτή καθ’ αυτή την Ολυμπιάδα και μάλιστα με πανηγυρίζοντες εκείνους οι οποίοι θα φέρουν τα βάρη, όχι μόνο του κόστους κατασκευής των έργων (συμπεριλαμβανομένων πλέον και των νομιμοποιούμενων “διαμεσολαβητικών ωφελημάτων”) και της διηνεκούς τους συντήρησης, αλλά και των ακρότατα δυσμενών επιπτώσεών τους στο περιβάλλον της, εξαιρετικά ήδη και πολλαπλά επιβαρυμένης, Αθήνας.

– για το κοινωνικά κατεστημένο, μια αναπάντεχη και μεγαλειώδης ευκαιρία να κατοχυρώσει την αναγέννηση εκ της τέφρας του (η οποία με την πάνδημη συναίνεση των πολιτικών υπαλλήλων του συντελέσθηκε αλλά και διογκώνεται τα τελευταία χρόνια), με την έξω και πέρα από κάθε λογική, δεοντολογία και αντικειμενικότητα, εκχώρηση απ’ το κράτος σε εκπροσώπους του, εθνικής κλίμακας και σημασίας τομέων της παιδείας, του πολιτισμού, της τεχνολογίας και της ανάπτυξης, μαζί με τεραστίων μεγεθών εθνικούς και κοινοτικούς πόρους.

Έτσι, η συναισθηματική φόρτιση, η προσδοκία μιας εθνικής “νίκης”, και η απόλυτα θεμιτή και κατανοητή επιθυμία μεγάλου μέρους των πολιτών να χαρούν στη χώρα τους ένα μεγάλο αθλητικό γεγονός, παραβλέποντας τη γενικευμένη, κακόγουστη, αντιαθλητική και ασύδοτη πλέον εμπορευματοποίησή του και τις συμπαρομαρτούσες “αξίες” της (θεσμισμένη διαφθορά, ντοπαρίσματα, εκφυλισμός των εθνικών συμβόλων με διαφημιστικά μηνύματα κ.λπ.), αποτέλεσαν το δένδρο για να κρυφθεί το δάσος των μελλοντικών δεινών.

Γιατί π.χ., κι αν ακόμη ο οικονομικός προϋπολογισμός κατασκευής των απαραίτητων έργων για την Ολυμπιάδα ήταν αξιόπιστα ισοσκελισμένος ή και θετικός, οι πολυδιάστατες αρνητικές σε κοινωνικό και πολιτισμικό επίπεδο συνέπειές της θα πληρώνονται για πολλές γενιές στην Ελλάδα, μαζί με το κόστος συντήρησης, φύλαξης, διοίκησης και διαχείρισης τους μετά το 2004.

Και τότε δυστυχώς, αυτοί που σήμερα άδολα χαίρονται, θα είναι οι μόνοι που θα πληρώνουν και όχι μόνο σε οικονομικό επίπεδο.

Πριν από δέκα χρόνια, λίγο πριν παραιτηθώ απ’ την κεντρική επιτροπή του ΠΑΣ0Κ και αποχωρήσω απ’ αυτό, στην σύνοδο της του Νοεμβρίου του 1987, μαζί με μια σειρά άλλες προτάσεις στρατηγικού χαρακτήρα, τις παραμονές έναρξης των συζητήσεων για την “απομάκρυνση” των αμερικανικών βάσεων από την Ελλάδα, υποστήριξα στη γραπτή μου εισήγηση: …” Άλλωστε η Ελλάδα, ως ενότητα και ως έννοια, κοιτίδα όπως λένε και λίκνο του δυτικού πολιτισμού, της δημοκρατίας και του Ολυμπισμού, θα μπορούσε βάσιμα να ανακηρυχθεί συμβολικά πρωτεύουσα χώρα της ειρήνης, τόπος μόνιμης τέλεσης των Ολυμπιακών Αγώνων (που θα ήταν και ο μόνος λόγος που θα μπορούσε να τεκμηριώσει οικονομικά την αποδοχή του τεράστιου βάρους της ανάληψής τους για το 1996) και ζωντανός χώρος ανάδειξης των αξιών της δημοκρατίας, της ελευθερίας, του πλουραλισμού και του πολιτισμού και διασταύρωσης και σύνθεσης ρευμάτων ιδεών και τεχνών”…

Στη συζήτηση που ακολούθησε και με αφορμή ερωτήσεις για το σε ποιο βαθμό η πρόταση αυτή σχετίζεται ή συμφωνεί με την πρόταση του τότε τ. Προέδρου της Δημοκρατίας Κ.Καραμανλή υποστήριξα ότι, εφ’ όσον η Διεθνής Κοινότητα και η ΔΟΕ απεδέχοντο μία τέτοια πρόταση:

ο τόπος μόνιμης τέλεσης των αγώνων, αλλά και των συναφών με το πνεύμα της επιστημονικών, καλλιτεχνικών και πολιτισμικών εκδηλώσεων και δραστηριοτήτων, θα ήταν η ευρύτερη περιοχή της αρχαίας Ολυμπίας και όχι η εξαιρετικά επιβαρημένη από τη συσσώρευση δραστηριοτήτων και οχλήσεων Αθήνα, Αο κόστος του συνόλου των απαραιτήτων εγκαταστάσεων και εξυπηρετήσεων, αλλά και της συντήρησής τους, θα έπρεπε να αναληφθεί από όλες τις συμμετέχουσες χώρες, οι οποίες θα είχαν γι’ αυτό κάθε ενδιαφέρον και συμφέρον να τις αξιοποιούν συνεχώς και με τον καλύτερο δυνατό τρόπο σ’ ένα διαρκές, ειρηνικό και δημοκρατικό πλαίσιο πολυδιάστατης άμιλλας, αναδεικνύοντας έξω και πέρα από τις εμπορευματικές, ανταγωνιστικές και πολωτικές διαδικασίες της αγοράς, ό,τι καλύτερο, ευγενέστερο και δημιουργικότερο είχαν για να συμβάλουν στα πεδία του αθλητισμού, του πνεύματος, των τεχνών και του πολιτισμού,

η οργάνωση, διοίκηση και διαχείριση των Ολυμπιακών δραστηριοτήτων θα ήταν ισότιμη κοινή ευθύνη όλων των συμμετεχουσών χωρών και μάλιστα ανεξάρτητα από το μέγεθος της οικονομικής τους συμβολής, κ.λπ.

Παρά το γεγονός ότι “τα πάντα ρει” και στην ισοπεδωτική πολιτισμικά παγκοσμιοποίηση και κυριαρχία της αγοράς και της νεοφιλελεύθερης νέας τάξης, τέτοιες ιδέες φαντάζουν παρωχημένες και γραφικές, επιτρέψτε μου να κρατήσω την πολυτέλεια να τις διατηρώ και να τις μοιράζομαι μαζί σας σ’ αυτή τη σύναξη και να συνεχίσω τη δεκάχρονη σιωπή μου σε αυτό που ονομάζουν σήμερα ‘δημόσιο πολιτικό διάλογο’.”

Σήμερα, θα πρόσθετα μόνο ότι, και το Ανώτατο -όπως λέγεται- Πνευματικό Ίδρυμα της χώρας, έστω και μ’ αυτές τις σημαντικές επιστημονικές συμβολές της εναρκτήριας συνεδρίασης, ενέταξε το Συνέδριο του για τις Πανανθρώπινες Αξίες στο πλαίσιο της Πολιτισμικής Ολυμπιάδας που θέλει ν’ αποτελείτο “ευγενές” προσωπείο των σύγχρονων ακρότατα εμπορευματικών Ολυμπιακών Αγώνων, χρησιμοποιώντας και την Ακαδημία Αθηνών κατά το δοκούν, όπως βέβαια και κάθε άλλον που δέχεται να χρησιμοποιηθεί για την προβολή τους.

Γιατί βέβαια, άλλο οι Ολυμπιακοί Αγώνες και η “Αγορά” της ελληνικής αρχαιότητας και άλλο οι Ολυμπιακοί Αγώνες και οι ασύδοτες αγορές της παγκοσμιοποίησης, του Μπους και της αντιτρομοκρατικής κρατικής τρομοκρατίας της μόνης υπερδύναμης.

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ